Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Κοινώς ο πουτσοκέφαλος.

Αυτός που έχει ανοιχτό το μουνοθηρευτικό του ραντάρ 24 ώρες το 24ωρο. Είναι ελληνάρας, λάγνα υστερόβουλος, ζει για να γαμάει, αναπνέει για να καβλαντίζει. Παραμένει ανάλγητος και απτόητος σε αποτυχίες και στραβοπατήματα, χαλάκι να γίνει θα το φτάσει στα άκρα για να μπει στην τρύπα που θέλει. Αντιπροσωπεύει επί το πλείστον εφήβους αμφισβητήσιμης νοημοσύνης οι οποίοι ενδίδουν στα φυσικά ζωώδη ένστικτά τους για ασύμμετρη συνουσία.

Σε αντιδιαστολή με τον πουτσοκέφαλο ο οποίος χρησιμοποιείται σε ευρύτερες φράσεις εντός πλαισίων χαβαλέ, ο ψωλοδορυφόρος αποτελεί μια σπανιότερη υποκατηγορία η οποία εμφανίζεται αποκλειστικά σε τετ-α-τετ ανδρικές συζητήσεις για ένα μουνί, ΤΟ μουνί, το οποίο έχει καθηλώσει ολόκληρη ομάδα από πουτσοκέφαλους, μεν σκόπιμα, δε απουσίας προφανούς σκοπιμότητας, τους δουλεύει όλους ψιλό γαζί.

- Έχω τρελαθεί με τη Μόνικα. Χτες στέλναμε όλη μέρα μηνύματα. Λες να ψήνεται;
- Μην είσαι χαζός. Θα σε κάνει μπαλάκι της η καριόλα. Αυτές το μόνο που θέλουν είναι 10 ψωλοδορυφόροι πάνω απ' το κεφάλι τους...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παιχνίδι του πέους, ανδρικός αυνανισμός, μαλακία.

Ελπίζω να βοήθησα εις το ιερόν σου φαλλοπαίγνιον με τα πορνο-λινκς που σου έδωκα, αγιότατε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο όρος προέρχεται απο τις λέξεις «εραστής» και «επιστήμονας», ως εκ τούτου είναι ο άνδρας ο οποίος έχει εντρυφήσει εις την τέχνην της αποπλάνησης και ερωτικής πράξης (γνωστό και ως ζζζζζμπρώξιμο, με όσο περισσότερα «ζ» τόσο και πιο γλεντζέδικο) σε βαθμό πανεπιστημιακού διπλώματος.

Ο εραστήμονας γνωρίζει πώς ακριβώς θα ρίξει μια (ή και περισσότερες) γυναίκα στο κρεβάτι, καθώς και πως θα την σηκώσει από εκεί ώστε να συνεχίσει το έργο του σε κάθε γωνία του οικήματος, έως και εκεί που κάνουν έρωτα οι αράχνες.

Επίσης, αυξάνει το ποσοστό ευστοχίας στις ελεύθερες ψωλές όλης της παρέας, παρέχοντας συμβουλευτικές υπηρεσίες. Τον γοητεύουν οι επικίνδυνες αποστολές.

- Ρε Άγγελε πως θα την ζζζζζμπρωξω την μικρή Αννούλα; Παίζει να έχει και ζώνη αγνότητας η τύπισσα.
- Εύκολο ρε Μήτσογλα, θα εντοπίσεις τα αδύναμα σημεία της και θα αρχίσεις να της δημιουργείς περιέργεια για το πώς θα ήταν να πάει μαζί σου, και όλο αυτό με τρόπο όχι πλήρως κατανοητό, αλλά ελαφρώς ασαφή.
- Πωπω παργαλάτσε μου, είσαι εραστήμονας εσύ.

(από tornadoofsouls, 11/07/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτοσχέδιο διαδραστικό πνευστό όργανο (κάτι σαν την Τούμπα), χρησιμοποιείται και σαν ρήμα δηλώνοντας την χρήση του οργάνου.

Είναι σολίστ στην κλανοφυσαρούφα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πεομασάζ λάρυγγος.

Εγώ τους χάριζα λαρυγγοτσίμπουκα ρουφώντας όσο πιο πολύ μπορούσα τις ψωλές τους στο στόμα μου.

Δες και βαθύ λαρύγγι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το πέος, το παλαμάρι. Συχνά αναφέρεται στο καβλί νεότερου σε ηλικία ανδρός.

- Έλα ρε τι έμαθα; Με τη Μαρία, μπαγασάκο; Πώς έγινε;
- Ε, όλο μου τριβόταν και σούξου μούξου. Της πετάω κι εγώ το πιτσιφλίκι και την πήγα πίπα-κώλο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρόκειται για επιστημονική έκφραση (εξ ου και η γέννηση της προέρχεται από τον πανεπιστημιακό χώρο) της λούγκρας, του φλώρου, της επιμελημένα συγκαλυμμένης αδερφάρας. Για το λόγο αυτό συνιστάται η προσεκτική προσέγγιση και ακουστική της εν λόγω λέξης επειδή η πολυσυλλαβικότητα της εμποδίζει την κατανόηση της και την εις βάθος ερμηνεία της.

- Ωχ έρχεται η αδερφάρα. Θα μας ζαλίσει πάλι.
- Καλημέρα στα παιδιά. Τι κάνετε;
- Που ' σαι μωρή καραλουλουκοκεφτεδομπιφτεκόσκονη; Ποιο μπαστούνι γυάλιζες πάλι χθες και άργησες σήμερα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πέρνει φλόκια, σφαλιάρες, πουτσοσκάμπιλα. Είναι η φλακιόλα σου. Όλοι έχουμε μια φλακιόλα (έστω και στη φαντασία μας).

Αχ αυτή η φοιτητριούλα θα 'θελα να ήταν η φλακιόλα μου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από το χύσι και την ντουλάπα. Αποθήκη σπέρματος. Χρησιμοποιείται για την έχουσα πολλούς ερωτικούς συντρόφους.

Πότε θα ωριμάσουμε επιτέλους σεξουαλικά σαν έθνος; Όλες φοβούνται να μας δείξουν τα ταλέντα τους φοβούμενες κάποιο ηλίθιο κοινωνικό στίγμα σε σχέση με τη σεξουαλικότητα. Ξαφνικά η κάθε χυσοντουλάπα έγινε πριγκιπέσσα!

Στο 1.30 το παράδειγμα (από Khan, 24/02/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξη που προέρχεται από τον συνδυασμό των λέξεων «πούτσος» και «πιτσιλιά» και δηλώνει το σπέρμα που εκτοξεύεται κατά την εκσπερμάτωση.

Δύο φίλοι συζητούν.
- Ρε φίλε, άσε τι έπαθα χτες βράδυ...
- Τι έπαθες ρε μαλάκα;
- Τσακωθήκαμε άσχημα με τη Γωγώ...
- Γιατί ρε;
- Ε, να... εκεί που μου έκανε πεοθηλασμό, ξαφνικά μου έφυγε μια πουτσουλιά πάνω στο φόρεμά της.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία