Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

  1. Αυτός που και καλά έχει μύτη σαν γουρουνιού, δηλαδή ανυψωμένη και πλακουτσωτή σαν ένα μεγάλο ρύγχος με μεγάλα ρουθούνια, και ωσεκτουτού φέρνει λιγάκι σε πόρκι. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βρισιά σχετική με εμφάνιση ή για να χαρακτηρίσει «όποιον χώνει την μύτη του παντού» μεταφορικώς (δες).
    Έχει όμως και κάποιες πιο συγκεκριμένες εφαρμογές, όπως:

  2. Στις αρχές του 20ου αιώνα αποτελούσε στερεοτυπική ρατσιστική βρισιά ειδικά για τους Βούλγαρους, τον βόρειο γείτονά μας με τον οποίο βρισκόμασταν σε αιματηρό ανταγωνισμό για τη Μακεδονία και τη Θράκη. Οι Βούλγαροι θεωρούνταν ρατσιστικώς ως «χοντρομυτάδες» κι έτσι βρίσκουμε την βρισιά αυτή να τους χαρακτηρίζει σε κείμενα της εποχής ή και λίγο μεταγενέστερα.

  3. Το είδος ψαριού που επιστημονικώς αποκαλείται Chondrostoma Vardarensis (sic), λόγω του εξογκωμένου σκληρού κερατοποιημένου ρύγχους του, και το οποίο ζει στον Αξιό, τον Έβρο, το Νέστο, τη λίμνη Δοϊράνη και άλλες περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, για περισσότερα δες εδώ και εδώ.

  4. Παρατσούκλι κατασκοπευτικού αεροσκάφους των ΗΠΑ RC-135, που έχει περάσει και από την Σούδα της Κρήτης στο πλαίσιο του πολέμου κατά της Λιβύης του Καντάφι, και φημίζεται για τις ικανότητες παρακολούθησης που διαθέτει.

  1. αυτη τη γουρουνομυτη δεν την αντεχω αλλο Εδώ
  2. α. - Βρε γουρουνομύτη, για ποιον δουλεύεις; ρώτησε. Για τον θείο σου ή για μένα;
    Θλιμμένα είπε ο μικρός:
    - Για σένα. Μα γιατί με λες γουρουνομύτη;
    - Γιατί είσαι Βούλγαρος· και όλοι οι Βούλγαροι είναι χοντρομυτάδες, γουρουνομύτες! Κοίταξε τον Γιωβάν, κι εμπρός στη θλιμμένη του όψη γλύκανε.
    - Η δική σου μύτη είναι ίσια και λιγνή, δεν σε βρίζω- έννοια σου.
    (Από το μυθιστόρημα της Πηνελόπης Δέλτα «Στα Μυστικά του Βάλτου», 1η εκδ. το 1937, δες).
    β. Όποιος μας κατηγορήσει για σωβίνους είναι γουρουνομύτης! (Paokmania.gr).

  3. Έχουν αναφερθεί και σπανιώτερα είδη, όπως το χέλι, το τυλινάρι, ο γουρουνομύτης, η μουρμουρίτσα, η βιργιάνα, η πεταλούδα, το κουνουπόψαρο. (Λίμνη Δοϊράνη).

  4. α. Στη Σούδα, βρίσκεται ο περίφημος “γουρουνομύτης” το αεροπλάνο που έχει τη δυνατότητα να παρακολουθεί όλες τις συνομιλίες στη Λιβύη, αλλά και Γερμανοί πεζοναύτες. Τις προηγούμενες μέρες, από την Κρήτη πέρασαν εκατοντάδες πεζοναύτες των ΗΠΑ οι οποίοι επιβιβάστηκαν στα πλοία που έσπευσαν στον θαλάσσιο χώρο της Λιβύης. (Εδώ)
    β. Από την αμερικανική αεροπορική βάση της Σούδας το αμερικανικό αεροσκάφος RC-135 γνωστό ως «γουρουνομύτης» κάνει καθημερινά πολλές ώρες πτήσης συλλέγοντας πληροφορίες από συνομιλίες ή από κινήσεις αεροσκαφών. (Εδώ).

Chondrostoma Vardarense, το και "γουρουνομύτης" επονομαζόμενον (από Khan, 29/06/13)Chondrostoma Vardarense, το και "γουρουνομύτης" επονομαζόμενον (από Khan, 29/06/13) To RC-135 Rivet Joint aka γουρουνομύτης. (από Khan, 29/06/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρησιμοποιείται υβριστικώς για να δηλώσει χοντρή γυναίκα, που έχει και συναφή χαρακτήρα, δηλαδή χαρακτηριστικά όπως παχύδερμη, αδιάφορη, άτσαλη, ατσούμπαλη κ.τ.λ. Βεβαίως, ως βρισιά ενίοτε αποδεσμεύεται από την συγκεκριμένη σημασία της χοντρής και γίνεται πιο απροσδιόριστη.

Ο Ν. Σαραντάκος εδώ διερωτάται ποιο ζώο είναι η γκαμούζα και φαίνεται ότι προέρχεται από αιγυπτιακή αραβική λέξη για το βουβάλι, ενώ σε ελληνικά τοπικά ιδιώματα, όπως στην Κρήτη και την Κύπρο η τζαμούζα μπορεί να σημαίνει την βουβάλα ή την αγελάδα. Βλ. και εδώ.

  1. ΚΑΤΕΒΑ ΜΩΡΗ ΓΚΑΜΟΥΖΑ ΑΠ' ΤΟ ΜΗΧΑΝΑΚΙ ΚΑΙ ΤΟ ΧΩ ΚΕΡΩΣΕΙ !!!! (Εδώ)

  2. Η Μπεμπέ Λιλύ είναι ένα βουβαλομωρό που ψάχνει τον παππού. Όχι τον παππού της, έναν παππού γενικά. Του τηλεφωνεί στο σπίτι και απαντά μια κοπελιά (πιθανότατα η αποκλειστική που του προσέχει το χόλτερ) αλλά αυτή η γκαμούζα δεν τον δίνει στο τηλέφωνο αν δεν μάθει πρώτα ποιά τον ζητάει. (Εδώ).

  3. «Χέστηκα» θα μου πεις και θα 'χεις και δίκιο αλλά καλοκαίρι είναι και δεν υπάρχει λόγος να γίνεσαι γκαμούζα με τη πίκρα του πλησίον σου. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Και συχνά στον πληθυντικό: σκυλόσκατα. Ναι, είναι αυτό που νομίζεις: Τα σκατά του σκύλου.

  1. Ο εχθρός Number#1 δεν είναι αυτοί που δεν θέλουν σκύλους. Είναι οι σκυλάδες με τα σκυλόσκατα, γιατί τελικά αυτοί ευθύνονται για: - Το σκυλορατσισμό. - Τις φόλες. Είναι εξίσου υπαίτιοι όσο και οι φολορίχτες. (Dogforum).
  2. Λοιπόν προτείνω να ιδρυθεί Δημοτική Αστυνομία Σκύλων. Θα είναι ράμπο που θα κυκλοφορούν στους δρόμους με γκλομπς και μπλοκάκια για να κόβουν κλήσεις και θα παρακολουθούν αυτούς που βγάζουν βόλτα τα σκυλιά τους. Το πρόστιμο θα κόβεται στο όνομα του ιδιοκτήτη του σκύλου....και όχι βέβαια της φιλιππινέζας που το βγάζει βόλτα...... [...] Τα γκλομπς θα χρησιμεύουν για τους ζόρικους ιδιοκτήτες του τύπου: "Δεν ειναι σκυλόσκατα του δικού μου ...το δικό μου τρώει κροκέτες κοτόπουλου και έχουν άλλο χρώμα ή το δικό μου ειναι μικρόσωμο και τα σκυλόσκατα αυτά δεν αντιστοιχουν στο μέγεθός του"... και άλλες τέτοιες μαλακίες του Αθηναίου. (Διά την πάταξιν των σκυλόσκατων).

Μεγαλύτερο ενδιαφέρον, πάντως, έχει η χρήση του όρου για να χαρακτηρίσει μια πολύ άσχημη κατάσταση, μια σκατάσταση.

Σκυλόσκατα η κατάσταση, εν γένει... (Εδώ).

Ή έναν άνθρωπο που είναι μηδαμινής αξίας, ουτιδανός, ξευτίλας, σκατιάρης. Έχω την εντύπωση ότι στις μεταφορικές αυτές χρήσεις λανθάνει επίδραση από το αγγλικάνικο dogshit.

Στο πέρασμα χτες απο το ELYSIUM είχε τρείς Αλβανίδες της κακιάς συμφοράς και μια Ρουμάνα προμίλφ με καστανόξανθα μαλλιά και με μαύρο κολάν που επιδείκνυε τον κώλο της στους περαστικούς. Λίγο πιο πάνω Σωκράτους και Σατωβριάνδου ήταν δύο Βούλγαροι τραβεστί της κακιάς ώρας που κυριολεκτικά κάποιος πρέπει να είναι πολύ σάπιος να πληρώσει αυτά τα σκυλόσκατα να έχει σεξουαλικές περιπτύξεις μαζί τους. (Από μπουρδελοσάιτ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όχι, δεν είναι κάποιο εξαφανισμένο και συγγενές είδος του αυστραλοπίθηκου, είναι απλά ένας ακόμη μειωτικός χαρακτηρισμός για φανατικό μουσουλμάνο, τ. ισλαμοσταλίνα. Ταυτοχρόνως, υπονοεί ότι το εν λόγω άτομο διαθέτει και τέρμα χαμηλό πολιτισμικό και πνευματικό επίπεδο. Το αντίστοιχο δηλαδή του χριστιανοταλιμπάν, απλά βγαίνει σε μουσλίμι.

1. ΓΙΑ ΤΕΤΟΙΑ ΖΩΑ ΜΙΛΑΜΕ... ΟΙ ΙΣΛΑΜΟΠΙΘΗΚΟΙ ΤΗΣ ΜΠΟΚΟ ΧΑΡΑΜ ΕΚΤΕΛΟΥΝ ΚΟΣΜΟ ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟ... ΚΑΠΝΙΣΜΑ!

2. ΙΣΛΑΜΟΠΙΘΗΚΟΙ ΟΙ ΤΖΙΧΑΝΤΙΣΤΕΣ... ΞΕΠΑΣΤΡΕΥΟΝΤΑΙ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ

(από Rebelais, 16/02/15)Ένας αυθεντικός αυστραλοπίθηκος (από Rebelais, 16/02/15)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μιαρά στην Κρήτη είναι τα ανωφελή ζωύφια, το ζούδια, κατεξοχήν τα έντομα, αλλά και γενικά τα μικρά ζώα μέχρι το μέγεθος και της νυφίτσας (κρητικές ονομασίες για τα συναφή ζώα: ζουρίδα, καλογιαννού) στις πιο διασταλτικές χρήσεις του όρου (ο άρκαλος λ.χ. είναι υπερβολικά μεγάλος για μιαρό, ο σκαντζόχοιρος -ή κατσόχοιρος- όμως όχι). Εξαιρούνται σαλιγκάρια, πουλιά, οι μέλισσες, οι πεταλούδες, περιλαμβάνονται τα μικρά φίδια, οι σαύρες και τα αμφίβια (αν συνεχίσω την κατηγοριοποίηση θα θυμίσει μάλλον το Celestial Emporium of Benevolent Knowledge).

Ειδική περίπτωση το σαμιαμίδι ή σαμάμιθας, το οποίο αν και μιαρό (όπως αναφέρει και ο Χότζας) είναι επωφελές σε παραλίμνιες, παραποτάμιες και ελώδεις περιοχές (ως πιτσιρικάς σε επίσκεψη σε χωριό κοντά στη λίμνη του Κουρνά είχα εντυπωσιαστεί από την άνεση με την οποία οι ντόπιοι αντιμετώπιζαν τη σαμαμιθοπαρέλαση στο ταβάνι του σπιτιού).

Μεταφορικώς μιαρό είναι το προπετές νιάνιαρο, το μαλακιστήρι, το σκατό, το βλαμμένο παιδάκι...

Σπανίως ο μπασμένος ενήλικας, η μισοριξιά, η γρουσουζά ή μαγαρισά όπως λένε στην Κρήτη - όπου και πάλι το μικρό μέγεθος αποδίδεται μέσα από την έννοια της βρωμιάς, της μιαρότητας, της ύπαρξης που δεν υφίσταται παρά μόνο ως σπίλος προς κάτι άλλο πολύ μεγαλύτερο, που μπορεί να είναι και η οικουμένη όλη, για την οποία ο μπασμένος πρέπει να αποδείξει ότι δεν είναι ανώφελος, σε αντίθεση με το υψηλο- και μεγαλόσωμο άνθρωπο, για τον οποίο ο όγκος του και μόνο τον καθιστά χρηστό, μέχρι αποδείξεως τουναντίου («κρίμα στο μπόι σου» και λοιπά).

Από το αρχαίο «μιαρός»: ο σωματικά, θρησκευτικά, ηθικά μολυσμένος, βδελυρός, ακάθαρτος, απόβλητος, άσχημος.

  1. - Να' θώ κι εγώ, να' θώ κι εγώ;...
    - Ίντα φωνιάζεις μωρέ τροζό, γαμώ τον Τίμιό σου γαμώ... ανε μας ακούσεις ο θείος θα μας-ε κλείσει μέσα... - Εγώ θα το πω....
    - Μιαρό, αν-ε μ-πεις πράμα στο λόγο μου θα σε μισερώσω....

  2. - Ίντα μιαρό 'ναι μωρέ κείνος ο Χριστόφορος.... είμαι άτιμος α-δεν είναι η θυγατερα μου βαρύτερη...
    - Καλό κοπέλι και μερακλής μα δεν του βοηθά καθόλου το μπόι ντου του κακομοίρη...
    - Αυτός πρέπει να χει μεγάλο κόμπλεξι....

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση που φανερώνει νεύρα, τσατίλα, θυμό και οργή, αλλά με έναν κάπως πιο σουρεάλ τρόπο από τις υπόλοιπες εκφράσεις.

- Γιατί δεν πιάνει το κινητό γαμώ τα βυζιά της πεταλούδας!;!;!

Πολυόργανο που περιλαμβάνει και όργανο- "πεταλούδα" και με το οποίο γυμνάζονται τα βυζιά. Τυχαία η έκφραση; (από Khan, 03/10/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Περιεκτικός χαρακτηρισμός για γυναίκα ανόητη και σπαστικιά. Έχει γνώμη για όλα και γνώση για ελάχιστα και συνδυάζει την πολυλογία με την ενοχλητική φωνή. Συνήθως άνω των 40.

Είναι σύνθετη λέξη από το κόρακας (με μετατροπή του -ο σε ) + αηδόνι. Η καρακαηδόνα νομίζει ότι είναι αηδόνι και επιβάλλεται να κελαηδήσει, όλοι οι άλλοι την βλέπουν ως κοράκι και παρακαλούν από μέσα τους να βγάλει τον σκασμό.

  1. - Το ίντερνετ διαφθείρει τη νεολαία ... Αν διαβάσετε αυτά τα βλογκς, θα φρίξετε...
    - Ε, εντάξει... δεν είναι και τόσο δραματικά τα πράγματα κυρία Χατζηκωλάρα μου... Μην ανησυχείτε και τόσο πολύ... (ουστ, μωρή καρακαηδόνα πού 'μαθες και τα μπλογκς κι έχεις κι άποψη ...)

  2. Η καλύτερη δυνατή επιλογή γι' αυτό το show. Eίναι χαριτωμένη, είναι γλυκιά, είναι κεφάτη κι όχι καμιά σιτεμένη καρακαηδόνα κι ας την αφήσουμε κι εμείς να κάνει το κέφι της όσο καλύτερα μπορεί. (Από σχόλιο σε forum μετά την επιλογή της Καλομοίρας για τη Γιουροβίζιον)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Είδος χιμπατζή που αυνανίζεται πού και πού...
  2. Το χρησιμοποιούμε για να πούμε κάποιον πιο ευγενικά μαλάκα.
    (Έγινε πιο γνωστός από τότε που τον ανέφερε ο Λαζόπουλος!)
  1. - Κοίτα έναν μακάκα στο δέντρο!

  2. - Είσαι πολύ μακάκας όμως!

(από Khan, 17/05/12)

Ο χιμπατζής λέγεται μακάκος.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ταμπάκης που χρησιμοποιούσε ακαθαρσίες σκύλων (δες) και υβριστικά ο κάτοικος της Άμφισσας που ήταν γνωστή για τα ταμπάκικά της (δες).

Εγώ πάντως ως παιδί πρόλαβα τους σκυλοσκατάδες να μαζεβουν κόπρανα για τα βυρσοδεψεία. Ωραίες εποχές που μας τέλειωσαν όταν όλοι θέλαν να γίνουν σαν την Αθήνα. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Υβριστικός χαρακτηρισμός για κάτοικο της Αιανής Κοζάνης. (Δες).

Κορακογάμηδες, πώς βρίζονταν οι οικισμοί μεταξύ τους. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε