Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Χρήση του λήμματος ως λιπαντικού.

  1. Με σάλιο και υπομονή, ο κώλος γίνεται μουνί.

  2. - Χωρίς σάλιο θα σε πάρω πούστη... θά 'ναι σαν να σε περνάει τρένο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνώνυμο του πνίγω το κουνέλι, κάνω πολύ συχνά sex. Χρησιμοποιείται κυρίως για γυναίκες.

-Το πνίγει το λαγουδάκι (κουνέλι) η Μαριάννα. Μη τον δει στα ξένα χέρια!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το προφυλακτικό.

  1. Ρε Γρηγόρη, σου βρίσκονται τίποτα καπότες ή πάλι με την κάλτσα θα την βγάλω;

  2. (www.bourdela.com) Χώρια που η Βέσυ έχει και κάποιο αφροδίσιο που ελπίζω να μη κόλλησα απο πίπα χωρίς καπότα.

  3. («Επώνυμη») Όταν βγάζουν την σκατωμένη καπότα από το κωλόμουνο μου...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο αμφιφυλόφιλος, ο αρεσκόμενος τόσο να τον «δίνει» όσο και να τον «παίρνει», (με άτομα του ίδιου φύλου, βεβαίως-βεβαίως!).

Στην καθομιλουμένη, κάτι χειρότερο από τον πούστη, υπό την έννοια ότι ο ένας έχει προκαθορισμένα «γούστα», ενώ ο άλλος είναι «απρόβλεπτος».

  1. - Ωχουουου!!!! Άσε με που μου αναφέρεις αυτόν τον μπινέ.

  2. - Ξέρεις τι μπινές είναι αυτός... Μακριά!

Ἀλφρέδος Μπινές (από aias.ath, 03/12/09)Mr Bin (από aias.ath, 05/12/09)Mr Ibn (από aias.ath, 05/12/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εννοούμε φοράω τα κέρατα. Το να απατάς/κερατώνεις τον/την σύντροφό σου.

Καλά δεν τα 'μαθες; Που έμαθε ο Γρηγόρης πως τόσο καιρό η Τούλα του τα φόραγε με τον κολλητό του τον Παναγιώτη και τους πήρε και τους δυο στο κυνήγι με το κουζινομάχαιρο μέσα στην ταβέρνα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο χαμηλών στάνταρ γενικά μεν, άξιος γαμησιού δε.

- Η γκόμενα δεν είναι καν γαμήσιμη φίλε... δεν είναι ΚΑΝ γαμήσιμη!

Βλ. και γαμισάμπλ, αξιαγάμητος/-η, φακάμπλ, fuckable, ευγαμήσιμη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το αντρικό γενετικό μόριο. Συνήθως λέγεται για να δείξει υπερβολή ώς προς το μέγεθος.

- Πάω τη μαλαπέρδα μου στη γυναίκα σου να απλώσει τις κουβέρτες, ρε καραγκιόζη...

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Διευθύντρια οίκου ανοχής.

Για ρώτα την τσατσά πόσο έχει το τσιμπουκάκι σήμερα...

(από patsis, 25/11/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

γαμιστρώνας, γαμηστρώνας

Το μπουρδέλο, ή ακόμα και ανεπίσημο μέρος όπου ο κόσμος τείνει να αγαπιέται.

- Ρε φίλε, γιατί βγαίνουν συνέχεια ζευγαράκια από κείνο το ξενοδοχείο;
- Είναι γνωστός γαμιστρώνας, δεν τό 'ξερες;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η πράξη κατά την οποία γλυκαίνεσαι με το χέρι. Ο αυνανισμός.

Χάρυ Κλυνν: «Κάτι τέτοια παιδιά έχουν ψοφήσει τους ρέστους στο χερογλύκανο...»

βλ. και χειρογλύκανο

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία