Επιπλέον ετικέτες

Ο χλίμης, ο χλιμίτζουρας, ο φίτσουλας, ο χλέμπουρας, η χλεμπόνα, ο χλεμπονιάρης, ο λαδοπόντικας, ο πορδοσάλτε.

Προφάνουσλυ εκ του ομώνυμου εμπτύσματος.

1.
Αυτός ο χλέπας που θέλανε κάτι δικά μας τσουτσέκια, να του δώσουνε να κρατήσει τη σημαία, λές κι ήτανε κανένα καφάσι ντομάτες, θα γυρίσει από τις Λόντρες, που τον σπουδάξαμε, και θα κάνει κόμμα, να μας μπει και στη μύτη!

2.
Και μέσα σε όλα αυτά κάθε καρακάξα στο γραφείο να συζητάει για τον «Άγιο Βλαμμεντίνο», τι δώρο θα της πάρει ο γκόμενος και πόσο θα χώσει το χέρι στην τσέπη ο κάθε χλέπας. Τι άντρες σκυλάκια κυκολοφορούν ρε διάολε.

3.
Ποσο χλεπας πρεπει να εισαι για να προσπαθεις να πηδηξεις δειχνοντας καρτα της ΧΑ;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

O επιδειξιομανής πλην όμως άφραγκος.

- Ο μαλάκας, τόσους μήνες να με έχει απλήρωτη, και κατά τα άλλα το παίζει ματσό.
- Τελείως χλιδάφραγκος!

Χλιδοκαταχωρίσεις: χλιδαίος, χλιδάμπουρας, χλιδάνεργος, χλιδάντερος, χλιδάφραγκος, χλιδοπαπάτζα, χλιδότσουλο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Η παπάτζα της χλιδής. Η παραμύθα που εμφανίστηκε τα τελευταία δέκα χρόνια σύμφωνα με την οποία όλοι έχουν δικαίωμα στην χλιδή ακόμα και όταν δεν έχουν τα αναγκαία προσόντα (ειδικά τότε). Μπορούν άφοβα να υπερκαταναλώνουν χωρίς να παράγουν. Αυτό επιτυγχάνεται με πολλούς τρόπους: αγορές χωρίς προκαταβολή και με αμέτρητες δόσεις, κάρτες, επιταγές, καταναλωτικά δάνεια. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι βδέλλες γίνονται πλουσιότερες, ενώ οι πελάτες τους εξοικειώνονται με νομικούς όρους όπως: κατάσχεση, αναγκαστική εκτέλεση, πτώχευση, τόκοι υπερημερίας...

Είναι μια ακόμα προσφορά του διεθνούς μάρκετινγκ στους νεόπτωχους.

  1. Η προσωπική παραμύθα της χλιδής την οποία χτίζει κάποιος γύρω του με σκοπό να προκαλέσει το ενδιαφέρον και την προσοχή των άλλων. Είναι ένας από τους τρόπους (πρόσκαιρης) βελτίωσης της ερωτικής ζωής. Συνήθως έχει καταστροφική κατάληξη για τον χλιδοπαπάτζα /την χλιδοπαπατζού, εκτός εάν προλάβει να κάνει κανένα καλό γάμο όσο είναι ακόμα στα πάνω του / της.

Ο όρος-θεσμός στην σημασία #2, που αποτέλεσε την βάση για την σημασία #1, δεν είναι καινούργιος. Εμφανίστηκε την δεκαετία του '50 με πρώτους διδάξαντες τους Ιταλούς. Οι κάτοικοι των ΗΠΑ τον έκαναν επιστήμη στην δεκαετία του '80.

  1. «...Η φούσκα της χλιδοπαπάτζας έσκασε και μάλλον ήταν η τελευταία στην σειρά με τις φούσκες...» (από την Μπαρμπουτιέρα)

  2. Χλιδοπαπάτζας είναι ο τύπος. Άμα τον γυρίσεις ανάποδα, δεν θα πέσει ούτε κέρμα. Άκουσα ότι σε λίγο του παίρνουν και την Μαζεράτι. Ό,τι πήδηξε, πήδηξε...

Χλιδοκαταχωρίσεις: χλιδαίος, χλιδάμπουρας, χλιδάνεργος, χλιδάντερος, χλιδάφραγκος, χλιδοπαπάτζα, χλιδότσουλο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συντόμευση της λέξης χλιμίτζουρας.

- Τι έγινε, πώς είναι το νέο αφεντικό;
- Χλίμης... αλλά ξέρω και γω, νταξ, καλό παιδί, ρεμπέτης.
- Ε αποφάσισε.

Χλίμης ο Αλεξανδρεύς (από Vrastaman, 21/10/10)Ο ρουμάνος Δεινόσαυρος προς τους συναδέλφους του: Ο χλιμίτζουρας δεν έχει καμιά δουλειά μέσα στο χλιμιτζουράσικ πάρκ. Φάτε τον αδέλφια (από GATZMAN, 21/10/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Ο γελοίος και μπινεδιάρης δείνα, ο φούφουτος, ο χλιμίτζουρας, η σκατόφατσα, ο σκορδομπούτσογλου. Κυρίως όταν αυτός παίρνει τον εαυτό του πολύ στα σοβαρά.

Πιθανώς να ετυμολογείται εκ της χλεμπόνας.

  1. Μα για ρίξε μια ματιά στο σκουπιδαριό σε όλα τα περιγιάλια μας. Και στους λερούς ασήμαντους δρόμους με τα λαμπρά μεγάλα ονόματα τους, που έκλαιγε ο Καρυωτάκης. Εκείνα τα σκυθοβαρβαρικά «Εμένα θα μου ειπείς τώρα, καημένε!» και «Ξέρεις ποιος είμαι 'γώ, ρε;» Ουά, οι γυψοκεφαλές και οι χλιμπίκουλες!
    (Δ. Λιαντίνης, Γκέμμα)

2. Το χειρότερο είναι πως όλοι οι παρουσιαστές (και όλες οι παρουσιάστριες) παίρνουν το σοβαρότερο ύφος τους, φοράνε τις καλύτερες γραβάτες και τα πιο σινιέ Ντόνα Φου-Καράν τους και - υποτίθεται πως - παρακολουθούν με μεγάλη προσοχή τον υποψήφιο κύριο Χλιμπίκουλα που «θα μας μιλήσει για την κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση».

3. Μάγκες μήν αρπάζεστε έδώ στα θέματα αγορών για να βοηθάμε ο ενας τον άλλον είμαστε να γλιτώνουμε κάνα ευρώπουλο και άν οι συναλλαγές είναι οκ εγώ οχι απο τον δελαπέσκα αλλά και απο τον μήτσο τον χλιμπίκουλα με e-shop και έδρα στην γή του πυρός αγόραζα αλλά να κάνουμε και το καλαμπούρι μας και λίγο και μήν αρπάζεστε με την μια ρε παίδιά εγώ ας πούμε με τον φίλο (προικισμένο απο την φύση) εξαρχίδη αρπάχτηκα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ιεροκάπηλος. Αυτός που εκμεταλλεύεται τη χριστιανική θρησκεία και τους πιστούς της για ίδιο οικονομικό όφελος.

Όρος βαθιά απαξιωτικός και άκρως φορτισμένος. Χρησιμοποιείται από οξείς πολέμιους της θρησκείας αλλά και σε ενδοεκκλησιαστικές διαμάχες. Αναφέρεται κυρίως στο παπαδαριό και σπανιότερα σε λαϊκούς. Η χρήση της κατάληξης -ας, -έμπορας και όχι έμπορος, εννοεί να υπογραμμίσει την χυδαιότητα της πρακτικής.

Η έκφραση είχε πάρει τα πάνω της ως χαρακτηρισμός του Χριστόδουλου - βοήθησε και η παρήχηση, ο χριστέμπορας Χριστόδουλος.

  1. Ακόμα κι αν διαφωνείς με αυτή την πλύση εγκεφάλου του μαθήματος των θρησκευτικών, θα πρέπει να δηλώσεις εξαίρεση του παιδιού σου από το μάθημα, με όλες τις συνέπειες κοινωνικού στιγματισμού του. Πολύ βαρύ και θέλει κουράγιο για να το κάνεις. Οπότε συνήθως κάνεις το κοροΐδο, προς δόξα του Χριστόδουλου και κάθε άλλου κοιλιόδουλου χριστέμπορα. (από εδώ.)

  2. Πρώην χωροφύλακας, γνωστό φερέφωνο των γερμανοτσολιάδων στην κατοχή, χαϊδεμένο παιδί της χούντας και εξέχων μέλος της Χρυσοπηγής είναι τα στοιχεία που έχει να παρουσιάσει το βιογραφικό του, πριν καταλήξει δεσπότης. Σήμερα το μόνο που έχει να επιδείξει στο καινούργιο πόστο του είναι οι καταπληκτικές του επιδώσεις σαν Χριστέμπορας. Είναι πολύ χαρακτηριστικό περασμένο δημοσίευμα του «Ελεύθερου Τύπου» που ανάμεσα στα άλλα «κατορθώματά» του μας περιέγραφε πως μετέτρεψε μια εκκλησιά σε σύγχρονο σούπερ μάρκετ με « υπόγειο πάρκινγκ για πούλμαν, δύο ασανσέρ-καμπαναριά, κυλιόμενες σκάλες, καταστήματα». (σχόλιο για γνωστό εν ενεργεία ιεράρχη, από εδώ.)

  3. Επειδή ο ιδιοκτήτης του σπιτιού που τον φιλοξενούσε ήταν γνωστός μου, για να μη τον φέρω σε δύσκολη θέση, έφυγα αμέσως, αφού του υπενθύμισα για μια ακόμη φορά ότι είναι ένας κοινός χριστέμπορας προδότης της Ορθοδοξίας! (Από φόρουμ για το Άγιο Όρος εδώ, αναφέρεται σε αμφιλεγόμενο αρχιμανδρίτη που έχει απασχολήσει τα ΜΜΕ).

(από electron, 30/12/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο σταυροφόρος καλικάντζαρος του διαδικτύου. (Από την νορβηγική λέξη troll = δαίμονας).

Ταλιμπανοειδούς μορφής ξωτικό που επιτίθεται -συνήθως κατά αγέλες- εναντίον ιστοσελίδων που πραγματεύονται θέματα ταμπού για την ιερή παπάτζα. Τις περισσότερες φορές χρησιμοποιεί το σπάνιο όνομα «ανώνυμος» .

Γνωρίσματα: είναι νανοειδής στην κατασκευή, απεχθάνεται τα λογικά επιχειρήματα, έχει σπυριά, μούσι (να μην πούμε τίνος φερετζές είναι αυτό) και ενίοτε παρεπιδημεί σε μοναστήρια. Ο σκοπός του δεν είναι να προσφέρει κάτι στην συζήτηση, αλλά να βανδαλίσει την ιστοσελίδα και να γαμήσει την κουβέντα.

Τρόποι αντιμετώπισης:

  1. Τα αγνοείς και κάποια στιγμή βαριούνται και φεύγουν.
  2. Τα λούζεις με χιούμορ. Είναι κάτι που απεχθάνονται και την κάνουν με γρήγορα πηδηματάκια.
  3. Τα ψεκάζεις με ένα καλό κατσαριδοκτόνο. Συνιστώνται οι μάρκες: Δαρβίνος, Ντόκινς, Μαρκήσιος Ντέ Σάντ, κλπ.

Βλέπε και τρολ

Ένας γνωστός μου ανέβασε ένα άρθρο για την περιουσία των μοναστηριών και του την πέσανε τα χριστιανοτρολάκια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όπως ακριβώς εξηγεί και ο ορισμός με τους γάντζους, το λήμμα αυτό χρησιμοποιείται επίσης για άτομα (κυρίως γυναίκες, αλλά και άντρες) που είναι πολύ φορτικά. Στενός κορσές, ένα πράμα. Η ζήλια είναι το μεσαίο τους όνομα.

Ο όρος είναι βγαλμένος από τη ζωή. Φανταστείτε ένα φρέσκο ζευγάρι, που πηγαίνουν μαζί σε νυχτερινό κέντρο διασκέδασης. Η κοπέλα ζηλεύει διαρκώς, και είναι τυλιγμένη σαν χταπόδι γύρω από τον καλό της, κι έτσι δεν τον αφήνει στην κυριολεξία να πάρει ανάσα.

Το λήμμα μπορεί φυσικά να χρησιμοποιηθεί και χωρίς να υπάρχει φυσική επαφή, όταν κάποιος παίρνει συνέχεια τηλέφωνα, τη στήνει κάτω από το σπίτι μας, έρχεται απρόσκλητος εκεί που είμαστε κτλ.

- Πώς περάσατε χτες ρε; Έμαθα βγήκατε αντροπαρέα μετά από καιρό.
- Ναι ρε φίλε, και ήταν καλά στην αρχή. Αλλά μετά από λίγο, ο μαλάκας ο Θοδωρής έκανε το λάθος να πει στη Μαρία ότι είμαστε στο Ακάνθους.
- Και;
- Ε τι και; Δεν πέρασε μισή ώρα, και το χταπόδι εμφανίστηκε στο μαγαζί. Μετά τυλίχτηκε γύρω από τον Θοδωρή, και τον χάσαμε. Και ο μαλάκας ετοιμαζόταν να κάνει καλό κονέ.
- Ξενέρωμα. Έχουν και τα χταπόδια έκτη αίσθηση τελικά.

Ο Σταυρίδης σε ρόλο χαποδιού στα κίτρινα γάντια (από GATZMAN, 07/07/10)(από Khan, 04/04/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο επιρρεπής στη χυλόπιτα. Kοινώς αυτός που την πέφτει συνέχεια σε γκόμενες και (σχεδόν πάντοτε) του ρίχνουν άκυρο.

Πάλι έφαγε χι ο μαλάκας. Χυλοπιτάς κατάντησε...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χύσια-Θήκη: η γυναίκα που παραδόξως αφήνει έναν άντρα να χύσει μέσα της (συνήθως στην πίσω πόρτα).

Επίσης η γυναίκα που καταπίνει τα χύσια κατά την διάρκεια της πίπας.

Αλλά και η γυναίκα που όταν θέλει σεξ θυμάται τους πρώην (μάλλον γι 'αυτή την περίπτωση χρησιμοποιείται άλλη έκφραση, εκτός από πουτανάκι).

- Ρε με πήρε τηλέφωνο η τάδε, πολύ πιπατζού αλλά και χυσοθήκη, δεν αφήνει τίποτα, τα καταπίνει όλα'!

- Μαλάκες κάθεστε; Χθες έχυσα μια γκόμενα.''
- Έλα ρε, τι μας λες! Και 'γω νόμιζα ότι χύνουν μόνο οι μπαμπουίνοι...«
- Όχι ρε, μέσα στο μουνί''
-...Μπράβο μαλάκα, θα σε δούμε στα βαφτίσια''

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία