Τυπολογικό όνομα που δηλώνει τον μαλάκα, συνώνυμο του μαλακαντρέας. Πιθανολογώ ότι ο λόγος που επελέγησαν τα ονόματα Αντώνης και Αντρέας και όχι κάποια άλλα σχετίζεται με τους πολιτικούς Αντώνη Σαμαρά και Ανδρέα Παπανδρέου αντιστοίχως με το ότι αρχίζουν από άλφα και είναι τρισύλλαβα. Για τη σλανγκικότητα εξάλλου του ονόματος Αντώνης, βλέπε τα βουβαντώνης, τρελαντώνης, αλλά και το αντώνης. Καίτη, λοιπόν, η μεγάλη πλειοψηφία των αποτελεσμάτων στον γούγλη αναφέρεται στον πρώην πρωθύ Αντώνη Σαμαρά, το τυπολογικό όνομα προϋπήρχε.

  1. Οι καραγκιόζηδες και οι μαλακαντώνηδες νόμιζαν ότι πουλώντας τρέλα θα έκρυβαν την αδυναμία βιωσιμότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Το ψέμα έχει κοντά ποδάρια. Και ναι. Οι νέοι με ικανότητες δεν θα μείνουν στο τριτοκοσμικό κωλοχανείο για να ψήνουν τυρόπιτες και να φτιάχνουν καφέδες. (Κάπιταλ).
  2. Το βέβαιο είναι ότι δεν κινδυνεύει από μαλακαντώνηδες και μαλακαδώνηδες. (Τοίχο-τοίχο: Αυτή η κυβέρνηση έχει κερδίσει τον σεβασμό μου).
  3. Τὸ ὅτι ὁ Σαμαρᾶς εἶναι Μαλακαντώνης καὶ ὄχι Τρελλαντώνης ἀποδεικνύεται ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἐφορτώθη βλακωδῶς αὐτὰ τὰ φυράματα τὰ ὁποῖα βεβαίως εὐκαιρίας δοθείσης θὰ προδώσουν καὶ αὐτόν. (Ἐδῶ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σλανγιωτατισμός για τον αυνανισμό.

Η Τζέσικα πεομαλάσσει στο πριβέ με ένα εξτραδάκι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Αυνανίζομαι. (Δες).

Φαλλομυζεί όλη μέρα, θα τυφλωθεί.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Ο αυνανισμός ως εργόχειρο, κέντημα κ.ο.κ.

Έπαιξε δεξιοτεχνία. (Δες).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Μεταφορά για το πέος.

Το έχει κατσιάσει το σελφοκόνταρό του από το πολύ τάκα-τάκα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Στα καλιαρντά σημαίνει αυνανίζομαι, ως ένα εργόχειρο που το κάνει κανείς μοναχός του.

Βουέλει μουντζά και καλογεροκεντάει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Αυνανίζομαι.

Πήρε θεματάκι από την παραλία και τον έχει αβγοκόψει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Αυτός που επεξεργάζεται το πετσί του, δηλαδή που αυνανίζεται. (Δες).

Από όταν χώρισε, έχει γίνει βυρσοδέψης από το πολύ ξεπέτσιασμα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Μεταφορά για το πέος.

Δεν τον βλέπω πουθενά τον μικρό, μάλλον καθαρίζει το μονόκαννο. (Δες).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Αυνανίζομαι. (Δες).

Έχει χειροτονωθεί και είναι έτοιμος να προχωρήσει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε