Τεφαρίκι πράμα, τούμπανο, τζιτζί, γενικά πολύ καλής ποιότητας και αξίας. Προέρχεται απο το «made in england», παραφρασμένο στα ελληνικά.

Άσε μαλάκα, είδες τζάμικο που φόραγε ο Τάκης; Μέγκλα!!!

για μέγκλα γεύση (από perkins, 12/09/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξη που χρησιμοποιείται μόνο σαν επιρρηματικό κατηγορούμενο (έφυγε σούμπιτος) ή σαν κατηγορούμενο του αντικειμένου (τον έστειλα σούμπιτο). Σημαίνει γενικά ότι κάποιος φεύγει πολύ γρήγορα, απότομα, ξαφνικά, κατευθείαν. Από το ιταλικό subito = αμέσως.

-Τελέρε μαλάκα! Ο Λέλος είναι νοσοκομείο;
-Άσε, πήγε να περάσει τον δρόμο και τον χτύπησε ένα XT! μοτοσύκ και λετόνι κομπλέντερ κι ο έτσι στο ΚΑΤ!
-Μη μου πεις! Την κλάνω σούμπιτος να τον δω! Έρχεσαι;
-Οκέικ.

Βλ. και σχετικά λήμματα καρφί, dt, πατ-κιουτ, στο καπάκι, σφαιράδην, τσακ-μπαμ, στο πιτς-φιτίλι

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

LSD σε μορφή εμποτισμένου χαρτιού το οποίο κόβεται σε ολόκληρο, μισό και τέταρτο. Διαφορετική εικόνα στο χαρτί σημαίνει και διαφορετική περιεκτικότητα σε LSD, επομένως διαφορετική ισχύ. Οι εικόνες ποικίλλουν με πιό χαρακτηριστικές τον Asterix, το βατραχάκι και το hoffman, το λεγόμενο και «ποδηλάτης».

Η λέξη προέρχεται από την αγγλική trip (ταξίδι) λόγω του χαρακτηριστικού ακούσματος που σου δίνει το LSD. Ο χρήστης του χαρακτηρίζεται με την αρκετά εμπνευσμένη έκφραση τρίπιος.

-Τι έπαθε ρε μαν ο Τεό και κοιτάει μιά ώρα το μπουκάλι;!
-Έφαγε μισό ποδηλάτη δικέ μου...
-Πω μαέβιους! Τρίπιος κιετσ'...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Υποτιμητικός όρος που χρησιμοποιούν οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης και γενικά της Βόρειας Ελλάδας για τους Αθηναίους. Προφανώς από το «χάμω» (= «κάτω»), επειδή η Αθήνα είναι πιο νότια και επομένως πιο κάτω στον χάρτη.

-Τι με λλλες ρε συ; Χαλλλκίδα είναι το πάρτυ; Δεν μπορούσε να' τανε Χαλλλκιδική;
-Πλλλάκα με κάνεις ρε αδέρφι; Ούτε στον ύπνο τους δεν έχουνε δει Χαλλλκιδική οι χάμηδες! Δεν πάμε να πιούμε κάνα ουζάκι τώρα να γίνουμε ζάντα κιετσ';

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το φιξάκι, η πρέζα που πασάρουν σε κάποιον έχοντας βάλει μέσα δηλητήριο για να τον βγάλουν απ' τη μέση.

«Αγόρι μου, έχεις δει ποτέ να χτυπάνε ψάκι; Εγώ είδα κάποτε τον Κουτσοπόδαρο όταν τ' άρπαξε στο Φίλλυ. Είχαμε μοντάρει στο δωμάτιό του έναν καθρέφτη που βλέπεις από πίσω, σαν εκείνους στα μπουρδέλα και ταρίφα ένα διπλόμουντζο για να τον πάρουν μάτι. Απ' το μπράτσο τη βελόνα δεν την έβγαλε ποτέ.»

William Burroughs - Γυμνό Γεύμα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γενικός χαρακτηρισμός ιδιαίτερα εύχρηστος, κυρίως στην δεκαετία του '80. Κατ' αρχάς σημαίνει την γκόμενα κάποιου, ή το αγόρι της γκόμενας, αλλά είναι πολύ πιο κουλ. Επίσης σημαίνει τον κολλητό φίλο / φίλη, ή κάποιο πρόσωπο που καταλαβαίνουμε ποιο είναι αλλά για κάποιον λόγο δεν πρέπει να πούμε το όνομά του.

- Μάγκες απόψε έχει ντίσκο! Κανονίστε με τις έτσι σας και ραντεβού στην πλατεία στις 20:00!
- Μαλάκα Ηλία ψήσου να μην πεις στον έτσι να έρθει, οκ; Είναι μεγάλη λουστραρία δικέ μου!
- Κομπλέντερ η φάση Άκη! Του είπα να πάει να δει αν έρχομαι...

Βλ. και: έτσι-γιουβέτσι, ...κι έτσι., έτσι!, ετς

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Θρυλική έκφραση του αείμνηστου Βλάση Μπονάτσου. Συνήθως συνοδεύεται ή μπορεί να αντικατασταθεί από τα αντίστοιχα «φοβερό!» και «τρομερό!». Η σημασία αυτών των επιφωνημάτων είναι προφανής αλλά αξία αποκτούν μόνο εφόσον αυτός που τα χρησιμοποιεί μιμείται τη φωνή και το στυλ του Βλάση.

Φάση σάπινγκ σε μπαφόσπιτο:

- Μαλάκες, άραγκον λίγο με το μπέιφ να σας πω τι έγινε χτες.
-Άντε ρίχτο.
- Ο Τεό φάσωσε τη Βερόνικα!
- ΦΟΒΕΡΟ!!!
- ΤΡΟΜΕΡΟ!!!
- ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΟ!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γενικά ο καραγκιοζαίος, ο λεβιές, ρόμπα ξεκούμπωτη, τύπος που καταφέρνει πάντα να ξεφτιλίζεται δημοσίως. Κανένα επίπεδο ή αξιοπρέπεια. Αγνώστου προελεύσεως η λέξη. Ίσως από τους λουστράκους, υποθέτω...

- Γιωργάκη έρχεσαι; Πάμε κάνα Ψυρρή για τσεκερά!
- Οκέικ μαν. Αρκεί να μην είναι κι αυτός ο Ευγένιος. Όλο ρόμπα μας κάνει! Μεγάλη λουστραρία αδερφέ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παραφθορά της έκφρασης «την κάνω» με την έννοια φεύγω, σπάω, παίρνω τον λοπού, την κανά κ.λπ. Χρησιμοποιείται μόνο στο πρώτο πρόσωπο (ενικό και πληθυντικό). Απλά, όπως κι οι παρόμοιες εκφράσεις, είναι πιο cool τρόπος να πεις ότι φεύγεις.

- Άντε μάγκες, θα την κλάσουμε; Σιχάθηκα εδώ πέρα! Κάθε μέρα το ίδιο μέρος δεν λέει!
- Αρντάν ρε Λέλο! Μας τα 'κανες τσουρέκια! Άμα δεν γουστάρεις πήγαινε με τον Ευγένιο, θα πάρει ταρίφα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το ζέουλο που γίνεται με χάπια, ο χαπάκιας που τρώει κουμπιά οποιουδήποτε είδους. Υποτιμητικός χαρακτηρισμός που λέγεται από τα άλλα πρεζάκια που δεν πολυπάνε τους χαπάκηδες.

-Ρε ψηλέ, σου περισσεύει καμιά ευρού; Είμαι τελείως ρέστος ρε μαν...
-Παρ' τον λοπού ρε κωλοχάπατο! Ό,τι έχω στην καβάντζα το φυλάω για παραμύθα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία