Άλλη μια έκφραση για όποιον ή όποια γαμιέται, ή σε όρους moto gp λατρεύει την πουτσοκλέτα.

Η Μελπομένη είχε πάει με όλη την ομάδα του Παμπουτσιακού Κωλοπιλάλας και δεν της φαινόταν. Το πίνει το σαλέπι.

Δες και την τρίζει την όπισθεν.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συμπαθής παρέα αποτελούμενη από 3-6 κοπέλες ή αγοράκια με κοινό χαρακτηρηστικό το ότι είναι μόγγολα.

Κοινώς μουχλοτσούτσουνοι σπυριάρηδες φυτούκλες με γυαλαμπούκες. Φοράν παπούτσια στράικ, καρό πουκάμισο και έχουν βγει ραντεβού με γυναίκα μόνο την νηπιαγωγό τους στα «μελισσάκια».

Βγαίνουν όλοι μαζί πάντα και το πέρασμα τους προκαλεί σχόλια στις καφετέριες. Η έκφραση χρησιμοποιείται για να περιγράψει την παρέα αυτή και την αποτύπωση της διελεύσεως της από εμπορικό δρόμο.

Κόψε κίνηση περνάει η ΠΑΕ Μογγολιακός, είναι όλοι ένας κι ένας

η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Μογγολίας (μια χαρά) (από xalikoutis, 18/06/09)mongolian nomads rugby team - κόψτε φάτσες το προφάνουσλυ αγγλικό τεχνικό team (από xalikoutis, 18/06/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υπερήλικες κοκέτηδες συνηθίζουν να φορούν το παντελόνι εξαιρετικά ψηλά. Έτσι εμφανίζεται συχνά παππούς να το δένει στο ύψος της μασχάλης.

Το υφασμάτινο αυτό παντελόνι, συνήθως γκρι-ποντικί χρώματος με ρεβέρ στο μπατζάκι που δένει με στενή ζώνη πολύ ψηλά, καταλήγει να γίνεται γιακάς σχεδόν στο μπεζοζαχαρί κοντομάνικο πουκάμισο του γεράκου, γιαυτό και ονομάζεται παντελόνι ζιβάγκο.

Τελευταία παρατηρείται η χρήση του και από νεανίες μαλακίδες (κατά το παλλακίδα), οι οποίοι το συνδυάζουν με κινέζικο σκαρπίνι 3 νούμερα μεγαλύτερο από το πόδι τους.

Δεν μπορώ να το περιγράψω. Σκεφτείτε την εικόνα ενός μπαμπόγερου να πηγαίνει στο ΚΑΠΗ και είμαι σίγουρος πως έχετε πέσει μέσα.

Χαρακτηριστικότερος εκπρόσωπος του παντελονιού-ζιβάγκο (από lxar, 18/06/09)(από Vrastaman, 28/11/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το γυναικείο αιδοίο το οποίο απαιτεί φροντίδα και προδέρμ για να ανοίξει, όπως το φερμουάρ δηλαδή που θέλει αργή σχετικά κίνηση, γιατί αλλιώς σε βλέπω βγαίνοντας από το μπάνιο να ψάχνεις για παραμάνα.

Μτφ η γυναίκα που δεν είναι βουρ στον πατσά, που θέλει δυο τρία ραντεβουδάκια, να γνωρίσεις τις πατσόλες τις φίλες της και γενικώς να το παίξεις σύντροφος και όχι γκόμενος. Μόλις όμως ανοίξει, το απολαμβάνεις ταινία δράσης.

Την έπεσα στην Λωλότα (αγαπημένο μου όνομα της Ίλιας Λιβυκού σε ταινία με τον Β. Λογοθετίδη και εκ τούτου θα είναι το επίσημο όνομα που θα παραθέτω σε παραδείγματα), γιατί νόμιζα πως είναι εύκολη γκόμενα και πως θα ταΐσω τα περιστέρια στο φτερό. Αντ' αυτού πήγαμε στο πεντικιουράδικο της φίλης της της Σμαρώς που είχαν μαζευτεί 5 γκιόσες. Την πήδηξα τελικά μετά από μια βδομάδα. Φερμουνάρ μου βγήκε τελικά...

βλ. και το αντίθετο πανταλύνο, το

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προκρίνω ως πιο εύστοχο τον ορισμό για το παρόν λήμμα την μαλακία και όχι τα παιδαρέλια. Ίσως να ταίριαζε το τσογλάν στον ορισμό και όχι το τσουτσού νταχτιρντί. Έτσι τσουτσού νταχτιρντί είναι η χαριτωμένη μαλακία έπειτα από μισοπετυχημένο ραντεβού. Δεν μπόρεσες να πηδήξεις αλλά βλέπεις πως είσαι σε καλό δρόμο και από την χαρά σου βαράς μια παχιά που παραπέμπει στο νταχτιρντί στο κέφι.

(Ο σύζυγος-μικρασιατικής καταγωγής προς την σύζυγο)

-Τασία ο κανακάρης μας χτες άργησε να γυρίσει το βράδυ και όταν σε κάποια φάση σηκώθηκα για να αρμέξω τη σαύρα μου ήταν κλειδωμένος στο μπάνιο. Σήμερα που τον είδα ξύπνησε με 3 σπυριά στα μούτρα του.

-Ισίδωρε μου είχε ραντεβουδάκι χτες ο γιόκας μας! Μεγαλώνει, ξετσουτσουνεύει το καμάρι μου.

-Αχά πάλι στο τσουτσου νταχτιρντί ήταν δηλαδή…

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Tο σπάσιμο της παρθενιάς από έφηβο, η πρώτη φορά που πηδάει.

Δανεισμένο από την τουρκική λέξη σεφτές που χρησιμοποιείται στο εμπόριο για να δηλώσει τον πρώτο πελάτη της ημέρας, το πρώτο νταραβέρι οικονομικής χροιάς.

- Αδερφέ χτες πήγα στα κορίτσια και με έκαναν άντρα και διάλεξα την Πάολα την κωλομπιάνα

- Μπράβο ρε συ καλό τσουτσού σεφτέ έκανες…

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αρχετυπική μορφή γυναίκας σε παλιά ελληνική ταινία, υποδυθείσα από την Ίλυα Λιβυκού. Μόνιμο απωθημένο του Βασίλη Λογοθετίδη, την βλέπει και ξερογλείφεται. Όνομα από άλλες εποχές που μπορεί κάλλιστα να αποκτήσει καινούριο νόημα στις μέρες μας. Να πως το σκέφτηκα.

Λωλ: παραπέμπει στο lol γνωστό τοις πάσι laughing out loud.
-ότα: αρχαιοελληνιστί ήταν τα ώτα, τα αυτιά.
Έτσι Λωλότα είναι η γυναίκα που γελάει δυνατά σαν σκουριασμένο μπλακεντέκερ και σου τρυπάει τα αυτιά, η ενοχλητική ωραία γκόμενα που σιχαίνεσαι να ακούς, αλλά λατρεύεις να βατεύεις.

Αποτυχία χτες το ραντεβού στα τυφλά. Η κοπέλα βγήκε Λωλότα, γελούσε με ό,τι έλεγα, το γέλιο της ήταν σαν κακάρισμα νυμφομανούς κότας και μου πήρε τα αυτιά, άσε που όλοι μάς κοιτούσαν περίεργα στο φραπάδικο που πήγαμε για καφέ.

Η τετράδα επι σκηνής (από GATZMAN, 18/06/09)Lolita (από allivegp, 18/06/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τουρκικής προέλευσης λέξη για να προσδιορίσει τον γυναικολόγο.

Είναι ο άντρας που καθημερινά πασπατεύει κάθε είδους χρώματος τύπου και διαμετρήματος αιδοία από στενωπούς μέχρι πορθμούς.

Το κάνει επαγγελματικά πληρώνεται γι αυτό και σε καλές περιπτώσεις φοράει γάντι έξτρα thin.

- Τι δουλειά κάνει ο άντρας σου Mαρή;

- Γυναικολόγος είναι.

- Μουνί πασπάτ δε το λες καλύτερα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κυριολεκτικά όλοι γνωρίζουν τον νόστιμο καλοκαιρινό μεζέ από αμπελόφυλλα που συνοδεύει ούζα χωρίς πάρτι αλλά με πάγο.

Μεταφορικά όμως είναι τα φουσκωτά πρησμένα δάχτυλα ποδιών με έντονο πεντικιούρ νταρντανοβύζας και κωλόχοντρης, η οποία νομίζει πως όλοι οι άνθρωποι ζυγίζονται σε γεφυροπλάστιγγα και ντύνεται με εφαρμοστά ρούχα.

Φοράει αντισέξυ κολλητά και το καλοκαίρι κυκλοφορεί με ροζοσομονοκοραλλοκόκκινομπορντό πέδιλα, ένα νούμερο μικρότερο από το πόδι της. Με αποτέλεσμα τα καημένα τα δάχτυλά της να ασφυκτιούν και να πρήζονται ακόμα περισσότερο, θυμίζοντας λόγω σχήματος τα σαρμαδάκια.

Τι τα 'θελε τα πέδιλα η (αφρα)Τούλα; Δεν βλέπει που έχει δάχτυλα σαν σαρμαδάκια;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η σκούρα συνήθως περιοχή γύρω από την ρώγα και στα δύο φύλα. Ονομάστηκε έτσι επειδή περιβάλλει το κέντρο του βυζιού. Σε ξανθές γυναίκες είναι ροζουλί.

Έφαγα μια ήττα χτές με την Λωλότα... Της βγάζω το σουτιέν και πριν αρχίσω το γλυφοβύζι σταματάω. Είχε τρίχες στο γυροβύζιον της...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία