Ο μονίμως τσαντίλας γκρινιαρόγερος - σκατόγερος, το στριμμένο γέρικο άντερο.

Γκρινιάζει ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΝΤΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ (ΜΑ ΟΜΩΣ ΤΑ ΠΑΝΤΑ, ΛΕΜΕ)!!! Άμα ήταν στρουμφάκι, θα ήταν ο προπάππους του «Γκρινιάρη»! Όλη μέρα μουρμουρίζει και βρίζει μέσα του κι απόξω του! Του τη βιδώνει ακόμη και ο εαυτός του! Εκνευρίζει ΤΟΥΣ ΠΑΝΤΕΣ! Με ένα του σχόλιο προκαλεί βιβλικούς καυγάδες! Πραγματικός μπαρμπα-διχόνοιας!

Άμα είσαι καφετζής και έχεις τέτοιον θαμώνα, τη γάμησες... Καρεκλιές θα παίζουν κάθε βράδυ οι μπαμπόγεροι (άμα καταφέρουν βέβαια να σηκώσουν τις πλαστικές λευκές γυφτοκαρέκλες, γιατί για ξύλινες μόνο κανένας μπαρμπα-Κόναν...).

  1. Γεροξούρας από μπαλκόνι, 6μιση απόγευμα: -«Ασταδγιάλα ρε παλιόπαιδα, φύγετε απ' εδώ με τα μοτοποδήλατα σας, βρουμ και βρουμ μας ξυπνατε μεσημεριάτικα, θα φουνάξω τη χωροφυλακή να σας πάνε μέσα! Χωροφύλαξ! Εε, χωροφύλαξ, εδω γλήγορα!» (ώρα 6.30 το απόγευμα)
    Απάντηση: -«Απάγαινερεγεροξούρα»

  2. Γεροξούρας μονολογώντας σε καφενειακή πολιτική συζήτηση: -«Δεν φταίει ο ΓΑΠ, η Δεξιά τα 'καμε όλα σκατά, το ΠΑΣΟΚ απλώς παρέλαβε χάος, η δεξιά φταίει, η ιστορία επαναλαμβάνεται, το ΠΑΣΟΚ θα μας σώσει, μας έσωσε ήδη, καλά κάνουν με τα νέα μέτρα, εσείς φταίτε όλοι που ψηφίζατε δεξιά...».
    Υπόλοιποι θαμώνες: -Χριστοί, Παναγίες και λοιπές «προσευχούλες», εν μέσω πλαστικοκαρεκλιών.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μαλάκας! Παραλλαγή: ουγκαγκαμπούμπιμπης.

Ετυμ.: από παλαιό χαρρυκλύνικο τραγουδάκι που σιγοτραγουδήσαμε την δεκαετία του 80: «Ουγκαγκα-μπούμ μπι-μπι, γκαμπα-γκούμ μπιρι-μπι γκαγκα, αού μπι-μπι, αού μπι-μπι, γκαμπα-λάγκα μπουμ-γκαμπα»

  1. Είσαι τελείως (ου)γκαγκαμπούμπιμπης;;

  2. Τι (ου)γκαγκαμπούμπιμπης ηλεκτρολόγος είν' αυτός, ρε, αντί για φάση-ουδέτερο-γείωση μου έβαλε στην ίδια πρίζα τρεις φάσεις, έσκασε το λαμπατέρ μόλις τό' βαλα στην πρίζα!!!

(από vikar, 26/07/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ψευδοϊσπανοειδές συνώνυμο του στόκου, ήτοι του εντελώς-παντελώς ηλιθίου, του εγκεφαλικώς νεκρού.

Ετυμ.: στόκος (ελληνοποιημένη λέξη) + -αδόρ (-ador, ισπανική κατάληξη ουσιαστικοποιημένου επιθέτου) +ελ (el=άρθρο) !!!!

σ.σ.: ελ στοκάρε: ψευδοϊταλοειδής παραλλαγή της ως άνω λέξεως!!!

  1. - Τήρα να ιδείς τι έκαμε ο ελ στοκάρε!!
  1. - Τι ψάχνεις να βρεις, αφού το άτομο είναι ελ στοκαδόρ!

  2. - Άμα είσαι ελ στοκαδόρ, τι να τα κάνεις τα λεφτά!!!

  3. - Φάε έναν ελ στοκάρε!!!

Βλ. και στοκαμπίλιτι, Στόκεμον

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Παραλλαγή του ζμπούτσαμ.

  2. Ανύπαρκτο θρασοχεβιμέταλ συγκρότημα!!

  1. - Ρε, το μηχανάκι βγάζει καπνό, ρε!
    - Ζμπότσομ, ρεεε, δεν είναι δικό μου!

  2. - Εσύ, ρε μέταλλο, τι μουσική ακούς; - Τα πρωινά, Maiden, μεσημέρι Sodom, αλλά το βραδάκι με την γκόμενα μόνο ζμπότσομ!! Φανατικά!!!

βλ. και ζμπόυ τσομόυ / στον μπόυ τσο μόυ, ζμπούτσαμ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

= «Μάλιστα κύριε υποδιοικητά!!», ήτοι η απάντηση-στερεότυπο του έλληνα φαντάρου σε οποιαδήποτε παπαριά ο υποδιοικητής του στρδου / μονάδος / κέντρου απευθύνει / πει στον αέρα / ανακοινώσει / διατάξει!!!!

Άρα: το αυτό με το μαστακιιειικιτά, αλλά αντί για δίκα αφορά υπόδικα!

- Σκατόψαρα, ο δκτης του στρδου διέταξε σήμερα να αλλάξετε σώβρακα!
- Μαστακυπδικτά!
- Σκασμοϊιιιις! Και ειδικότερα: Εσύ μ' αυτόν, εσύ μ' εκείνον, αυτός με τον άλλον...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ορισμός του παππού-Ποπάυ, μπάρμπας-υπερήρωας, εξόχως μπρατσαράς αλλά χωρίς να του πολυφαίνεται (δηλαδή όχι και γράμμωση για μίστερ ολύμπια!), κρυφίως επικίνδυνος, άνω των 60-70, φέρων εξωτερική απατηλή εμφάνιση μπαρμπα-Μπρίλιου (σαν τον παππού του Ποπάυ ενα πράμα), ύψος τάπας (ενάμισι μέτρο το πολύ), αλλά με λίαν ασυνήθεις υπερδυνάμεις (λυγίζει σίδερα, κουβαλάει τα κέρατά του τα τράγια στους ώμους, όπως 200 κιλά ξύλα, 3 σακιά λευκό τσιμέντο, 60 κεραμίδια και 10 τσιμεντολίθια μαζί για να φτιάξει σε μισή ωρίτσα ένα αυθαίρετο από το πουθενά, κλπ)!

Συνήθως πρόκειται για παλαιό στρατιωτικό / ειδικοδυναμίτη / οϋκά (συνήθης περίπτωση) ή για παλαιό αρσιβαρίστα, ή τέλος για εργαζόμενο σε βαρέα / ανθυγιεινά (λχ μπετά, οικοδομή, ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη κλπ). Ενίοτε συχνάζει στον Άγιο Κοσμά Αττικής όπου σηκώνει βάρη αφήνοντας όλους τους άλλους μαλάκες, και συχνά καθοδηγεί τους νέοπες ειδικοδυναμίτες / οϋκάδες στην γυμναστική! Το λέει η «καρδιά» του.

Βεβαίως δεν το λέει η πραγματική καρδιά του, διότι είναι πάντοτε με πίεση 34 η μεγάλη - 13 η μικρή, πίνει τον άμπακο (μαλάκες μου τον άμπακο λέμε, όλη την ημέρα με σταθερό ρυθμό, ρακές, καψούλια τσικουδιάς, τέτοια ελαφρά ποτάκια!!!!), καθιστάμενος βεβαίως ευδιάκριτος, διότι φέρει μόνιμη χρώση δέρματος μωβ-λιλά από την υπέρταση, και συνήθως σκάει σαν μανόμετρο από την υπέρταση και πάει «άκλαυτος»
α) σε κομματικό καυγά με γείτονες,
β) στο καφενείο σε κομματική συζήτηση (κλασική περίπτωση βλάβης!),
γ) το Πάσχα καταβροχθίζοντας μισό αρνί και καπάκι ένα ταψί μπακλαβαδάκια / τουλούμπες / εκλεράκια (μεσούσης οικογενειακής κομματικής συζητήσεως),
δ) πέφτοντας από δέντρο / κολώνα ΔΕΗ-ΟΤΕ / κεραμοσκεπή / ταράτσα / κεραία σε ταράτσα κλπ ύψη, ενώ κατεβαίνει να γαμοσταυρίσει τον γαμπρό / αδελφό / γιο του ως συνέχεια εξ αποστάσεως κομματικής συζητήσεως,
ε) σηκώνοντας πολλά (μα πάρα πολλά) βάρη στο γυμναστήριο, ενώ έχει πιάσει (τι άλλο!) κομματική συζήτηση!
Ενίοτε τον χτυπάει κεραυνός (και επιβιώνει).

- Μαλάκα, ήμουνα στο γυμναστήριο τις προάλλες, και μπήκε ένας παππούκας, κρυφογελάγαμε όλοι, ο γυμναστής τον έβαλε να αρχίσει ψιλοπερπατηματάκι για ζέσταμα, ξέρεις, χεσμένος και αυτός μην του μείνει μες στο γυμναστήριο, αλλα όταν το θεριό άρχισε να σηκώνει 210 κιλά πάγκο, έμεινε όλο το γυμναστήριο κάγκελο!! Τον πούστη, τι αναβόλες βαράει;;
- Μπαρμπα-Κόναν, δηλαδή!!
- Γάμησέ τα, μέχρι και γκόμενες του την έπεσαν του γέρου!!!

Ο μεθύστακας παππούς του Ποπάϋ!  (από ΑΟΥΓΚΑ, 11/07/12)Στερεοσκοπικα αμα αλλοιθωρίσετε (από ΑΟΥΓΚΑ, 24/07/12)Μπαρμπα-Κόναν (από ΑΟΥΓΚΑ, 24/07/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η πούτσα!

Γλείψ' την μπατανόβουρτσα!

(από ΑΟΥΓΚΑ, 16/03/10)Τουτσι... Πότε Βούδας, πότε Κούδας...  (από GATZMAN, 26/07/10)

Δες και μπαντανάς, μπατανόπιασμα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πέθανε, τα τίναξε, τα κακάρωσε, έγινε λίπασμα, κλπ ευχάριστα...

  1. Τά 'μαθες; Ο Μήτσος τράκαρε το TDM με διακόσια σ' ένα περίπτερο, τη γλίτωσε χωρίς γραντζουνιά, αλλά ο περιπτεράς έκαμε ορθή γωνία με το κυπαρίσσι!!

  2. Μετά τα ενενήντα, από μέρα σε μέρα να την περιμένεις την ορθή γωνία με το κυπαρίσσι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σκανδιναβικής προελεύσεως ξανθός, τερατώδης, φοβιστικός, άρειος νεανίας ανω των 150 kgr, ύψους 2m και άνω, με μύες Σβαρτσενέγκερ και IQ 0,3 και κάτω!!!

  1. Την έπεσα σε μια σουηδέζα, αλλά είχε μαζί και ένα ούργκεν που με κυνηγούσε να με πλακώσει!!

  2. Πάω γυμναστήριο για να γίνω ούργκεν!!

  3. Φάε ενα ούργκεν!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

πόπολο το (ουσιαστικό) [ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ :ιταλ. λ. popolo = λαός] ο λαός ο μεγάλος αριθμός, το πλήθος προσώπων, ο πολύς λαός.

http://el.wiktionary.org/wiki/πόπολο

Παραδειγμα:
«Μετά την ενοποίηση των σχολών, σκάει της κακομοίρας το πόπολο στις αίθουσες και παρακολουθούμε όρθιοι σαν μ@λ@κ#$, μέχρι και καρέκλες πτυσσόμενες φέρνουνε από το σπίτι, καρφίτσα δεν πέφτει σε λέω!»

Παράδειγμα 2:
«Όποια κυβέρνηση και να ανέβει την εξουσία, το πόπολο θα παραμείναι πάντα πόπολο, ευκολόπιστο, εύπλαστο ζυμάρι στις βουλές του κάθε λαοπλάνου ηγέτη που ξέρει πως να το κουμαντάρει»

Παράδειγμα 3:
Πως να κοροϊδεύετε το πόπολο - Satisfaction Guaranteed. «Σοσιαλιστικές» συνταγές κοινωνικής ειρήνης. (Ελευθεροτυπία: http://bit.ly/cB7GAz )

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία