Ελαττωματικό, διαλογής, σκάρτο. Είναι μια λέξη σε κοινή χρήση σε όλη την Ελλάδα, αλλά δεν τη βρίσκεις στα λεξικά ευρείας χρήσεως.

- Δύο ευρώ αυτά τα λεμόνια;
- Μάλιστα κύριε, είναι ντόπια.
- Μα αυτά είναι όλα κάρτικα.
- Ε, και! Το ίδιο ζουμί δεν έχουνε;

Σάπιο μήλο (από nikolaosvlas, 28/09/11)Λεμόνι (από nikolaosvlas, 28/09/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Απεχθάνεται τα σπορ και μιλάει συνεχώς για παθήσεις που έχει ή νομίζει ότι έχει. Εύθικτο άτομο και τελείως μυγιάγγιχτο.

- Ρε συ να πάρουμε και κείνο τον ξάδερφό σου το γυαλάκια στην εκδρομή.
- Δεν τον ξέρεις καλά. Σκέτη σαβούρα, σπασαρχίδης μημουάπτης.

"Μη μου άπτου", πίνακας του Bronzino. (από Khan, 22/09/11)

Από το μη μου άπτου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προφανώς και απροσδοκήτως ο Ζευς, Δίας.

Σε χρήση από τους βοσκούς στην περιοχή του Ψηλορείτη, κοντά στα Ζωνιανά. Σε μια αλλόκοτη διαδικασία στη μονή του Xριστού Xαλέπας, όπου ο ηγούμενος είναι κατά παράδοση από την οικογένεια Βάμβουκα, οι κτηνοτρόφοι που έχουν γίνει θύματα ζωοκλοπής καλούν αυτούς που υποψιάζονται για ενόχους και τους ζητούν να ορκιστούν στην εικόνα του Αγίου Γεωργίου. Οι αθώοι που κατηγορούνται ορκίζονται άφοβα, ενώ οι ένοχοι, συνήθως, πριν μπουν στην εκκλησία ομολογούν την ενοχή τους και συμβιβάζονται με τα θύματα της κλοπής.

Ο όρκος λέει: «Νή Ζα, μα και τον Άι Γιώργη φάσκω σου και κάτεχε το, δε φταίω στο πράμα σου έργω η βουλή μου».

«Νή Ζα, μα και τον Άι Γιώργη, φάσκω σου και κάτεχε το, δε φταίω στο πράμα σου έργω η βουλή μου», δηλαδή «Μα τον Δία μα και τον Άι Γιώργη σου λέω και να το ξέρεις ότι δεν έκανα ούτε ξέρω τίποτε γι αυτό που με ρωτάς».

(Ορκίζονται δηλαδή στον Δία χωρίς συνήθως να ξέρουν ότι «Νη Ζα» θα πει «Μα το Δία», όπως λέμε «Μα το Θεό». Το «Ζα» συχνά το παίρνουν με τη σημασία του ζώα, όπως ζα λένε τα πρόβατα και τις αίγες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οριστική και αμετάκλητη άρνηση εξόφλησης χρέους. Σε ευρύτατη χρήση στα Χανιά.

Ο Πιστολάκης ήταν χρηματοδότης και μεγολοπαράγοντας του Κόμματος των Φιλελευθέρων του Βενιζέλου. Οι κρητικοί που κατέβαιναν από τα χωριά για να συμμετάσχουν στις γιγαντιαίες συγκεντώσεις του κόμματος στα Χανιά δικαιούντο και ένα γεύμα σε συγκεκριμένο εστιατόριο στην πλατεία της Αγοράς που το πλήρωνε το γραφείο του Πιστολάκη στα Χανιά. Οι δε ερίτιμοι πελάτες μετά το γεύμα έλεγαν στον εστιάτορα: Μανόλης Δασκαλάκης από το Μπρόσνερο (π.χ.), να πας να πληρωθείς από του Πιστολάκη το γραφείο. Με τον καιρό όμως κατέληξε να γίνει ρήση των κακοπληρωτών, με την έννοια ότι οριστικά και αμετάκλητα ο οφειλέτης δεν πρόκειται να πληρώσει.

Ο γιος του παλαιού κομματάρχη Πιστολάκη στη δεκαετία του 1970, ήδη σε προχωρημένη ηλικία, κοντός και χοντρός , κυκλοφορούσε τα καλοκαίρια στα Χανιά με μια λευκή ντεκαποτάμπλ κουρσάρα με οδηγό, φορώντας λευκό κοστούμι και καπέλο Παναμά. Ήταν μια σκέτη αναχρονιστική καρικατούρα αποικιοκράτη.

- Κύριε Μανόλη σας έχω τηλεφωνήσει επανειλημμένως για κείνη την οφειλή σας.
- Ναι το θυμάμαι!
- Πότε θα την εξοφλήσετε;
- Να πας να πληρωθείς από του Πιστολάκη το γραφείο!...

Δεε, πρόκειται!... (από nikolaosvlas, 21/09/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Και γρυ. Δηλώνει απόλυτη άγνοια.

Σύμφωνα με το Ελληνικό Λεξικό του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ετυμολογικά η λέξη προέρχεται από το αρχαίο οὐδέ γρῦ =ούτε μία συλλαβή. Το γρῦ είναι ηχομιμητικό για τη φωνή του χοίρου (προφ. [grū]). Το γρι πολλές φορές συνοδεύεται με ένα τσακ που πετυχαίνεται με το νύχι του αντίχειρα να τραβιέται απότομα προς τα έξω στους πάνω κοπτήρες.

Αν και αρχαία ελληνική λέξη, σήμερα είναι αναμφισβήτητα στη σφαίρα της ελληνικής σλανγκ, θεωρείται χυδαία λέξη και χρησιμοποιείται μόνο σε συζητήσεις με οικία πρόσωπα. Ρώτα και θα δεις ότι οι περισσότεροι πιστεύουν ότι προέρχεται από κάποια τούρκικη λέξη, ή από τα γαλλικά!

δεν ξέρει γρι ελληνικά / γαλλικά.
δε σκαμπάζει γρι από μουσική. δεν καταλαβαίνω γρι.

Δεν ξέρει γρι γαλλικά (από nikolaosvlas, 21/09/11)

Και με άλλη ορθογραφία: γρυ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ανεμοδαρμένη κορυφή.
Σε κοινή χρήση στην Κρήτη.

-Εδώ ο αέρας παίρνει καρέκλες. Κι αυτός έχτισε το εξοχικό εδώ, στην ψωλή του αέρα!

Ανεμοδαρμένη κορφή (από nikolaosvlas, 19/09/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έχω λαρυγγίτιδα, αλλά και γενικά ένα έντονο αίσθημα πνιγμού, συνήθως μαζί με βράχνιασμα κρυολογήματος.

Σε ευρεία χρήση στα Χανιά Κρήτης.

Προέρχεται από το ιταλικό crup που σημαίνει διφθερική λαρυγγίτιδα.

- Τι έχεις;
- Γιατρέ μου, γκρούβομαι, γκρούβομαι!

Γκρούψιμο (από nikolaosvlas, 21/09/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ξοδεύω, ή χάνω όλα μου τα χρήματα σε ψώνια, ή στο τζόγο.

Ήρθε στην Ελλάδα στο Μεσοπόλεμο με τους επαναπατρισμένους ομογενείς από τις Η.Π.Α. Ετυμολογικά είναι προφανώς ο συνδυασμός του ξε με το buck (χαρτονόμισμα του ενός δολαρίου) των αμερικανών.

  1. – Που πας ρε, αφήνεις το παιχνίδι στη μέση!
    – Με ξεμπακίσατε, φεύγω!

  2. Δεν έχω φράγκο. Πήγα για ψώνια με τη γυναίκα μου και ξεμπακίστηκα.

Ξεμπακισμένος (από nikolaosvlas, 21/09/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Άρβαλος και αρβαλίδι: Στα Σφακιά έχει τη σημασία του θορύβου.

Ίσως από το μτγν. άρβηλο (από το δωρικό τύπο άρβαλος) που είναι το ξέστρο (ξυστρί) δερμάτων. Πβ. το κρητικό όνομα Αρβαλάκης. Η δημιουργία της λέξης προφανώς προήλθε από το θόρυβο που γίνεται με το ξύσιμο των δερμάτων.

Αυτά από το Λεξικό του Δυτικοκρητικού Ιδιώματος του Α. Ξανθινάκη.

Άμε να διώξεις τα κοπέλια γιατί κάνουνε μεγάλο άρβαλο.

Άρβαλος επί το έργον (από nikolaosvlas, 09/10/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παρεμβαίνω αυθαίρετα σε μια συζήτηση, χωρίς ουσιαστική συμβολή στο θέμα.

Το πρώτο συνθετικό της λέξης εκτιμώ ότι προέρχεται από το ιταλικό cazzo (ψωλή).

  1. Δεν μπορεί πάντα κατσιμπάίνει στη συζήτηση με κάποια βλακεία της στιγμής.

  2. Κατσομπαίνει σαν την ψωλή και μας γαμάει τη συζήτηση.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία