Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

το θεό: Χαρακτηρισμός κάποιου ουδέτερου αντικειμένου που είναι πολύ ουάου, πολύ ιν. Βλέπε και θεά

- Τι ωραίο πουλοβεράκι;! Θεό είναι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βασικά είναι ο μαλάκας (με όσες σημασίες μπορεί να υποδηλώνει), αλλά από πιο ποιητική σκοπιά...
Αξιοσημείωτο είναι ότι η λέξη παράγεται από το ουσιαστικό ψωλοβρόντι (το), με προέλευση από τα καλιαρντά.

Πάλι αυτόν τον ψωλοβρόντη κάλεσες στο πάρτυ;

(από sstteffannoss, 02/02/13)

Βλέπε ακόμη: βροντάω την ψωλή μου, πεοκρούστης.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση ενθουσιασμού στα καλιαρντά, ακόμη και όταν αναφερόμαστε σε άντρες ή αντικείμενα.

Θεά τον έκανες το μουσακά αγάπη μου!

(από Khan, 13/03/14)"Θεά σήμερα ο Τσελέπης", στο 1.30. Όπως άλλωστε και ο μουσακάς.  (από Khan, 17/03/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Διάλεκτος που δεν έχει σχέση ακριβώς με τα κανονικά καλιαρντά, αλλά είναι λίγο «αδελφίστικη». Έχει διαδοθεί κυρίως από ρόλους «αδελφών» στα ελληνικά σήριαλ, αλλά και από παρουσιαστές της τηλεόρασης όπως Ψινάκη.

Χαρακτηριστικό: η χρήση θηλυκών επιθέτων σε όλες τις περιπτώσεις, λέξεις όπως «θεά», «καλέ», «μωρή», «χρυσό μου», εκφράσεις όπως «απιστεύτου», κλπ.

Δες και μπουτ - ή, οι επιρροές της ρομανί στα καλιαρντά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λαχανεύω, κλέβω δηλαδή μπροστά στα μάτια κάποιου, χωρίς να με πάρει είδηση.

- Και μετά, και μετά...;
- Να όπως την χαμουρεύω, με το ένα χέρι της τζουρνεύω το πορτοφόλι.... διακόσια ευρώ της λαχάνεψα...

βλ. και πράσο

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συγγενικός όρος με την «πουτάνα» αλλά με μία τεράστια διαφορά: Ενώ η «πουτάνα» πάει με ΟΛΟΥΣ, η «καριόλα» πάει με όλους ΕΚΤΟΣ από ΕΣΕΝΑ
Γράφεται και «καργιόλα».

- Το Μαράκι χθες φίλε έκανε ρεκόρ. Πήγε με εμένα, τον Ηλία, τον Σπύρο, τον Κώστα, τον…
- Μόνο εμένα δε μου κάθεται γαμώ!
- Ναι το πουτανί! Περίεργο ε;
- Δεν είναι πουτανί! Καριόλα είναι γαμώωωωωω!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Ο τρυφερός εραστής, ο συναισθηματικός αγαπησιάρης τύπος που είναι γατούλης στο κρεββάτι.

— Και τι έλεγε το γκομενάκι;
— Άσε φιλενάδα, πολύ γατουλογαμούλης ο τύπος και δεν ξέρω πώς να τον στείλω!

(από Khan, 12/02/14)(από Khan, 16/02/14)

Η λέξη προέρχεται από τα καλιαρντά (βλ. το σχετικό βιβλίο του Ηλία Πετρόπουλου).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γλαφυρή φράση που χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον μεταφορικό ευνουχισμό ενός ανδρός, τη μετατροπή του σε ένα άβουλο ον που άγεται και φέρεται υπό τις διαταγές ή επιθυμίες της γυναίκας του και την εν γένει παθητική του στάση έναντι αυτής. Το θύμα αν δεν είναι ήδη, μετατρέπεται σταδιακά σε μπουχεσολεβιέ.

- Λοιπόν Μπάμπη το βράδυ έχω κλείσει με τα παιδιά άλφα τράπεζα πίστεως Γονίδη. Πες και στον Πέτρο να έρθει.
- Χα χα χα! Ρε σιγά μην έρθει! Αφού τον έχει βάλει στο βρακί της η άλλη!

Δες ακόμη: βρακάς, σούζα, σήκω-σήκω κάτσε-κάτσε, θα σε βάλει να ξυρίσεις και μουστάκι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση των καλιαρντών που σημαίνει διώχνω, στέλνω κάποιον ή κάτι, συνήθως ανεπιθύμητο. Απαντάται συνήθως στην προστακτική (τζάσε). Συγγενεύει με το τζους, επίσης των καλιαρντών.

- Και που λες χρυσή μου... μπλα μπλα...

«ΝΤΡΙΙΙΙΙΝ!!!»

- Ωχ! Η κουνιάδα μου η ποντικοπηδιόλα θα είναι. Περίμενε μισό λεπτό να την τζάσω κι έρχομαι πίσω στο ρόφτε...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το σπέρμα που εκκρίνεται σε μεγάλες σχετικά ποσότητες κατά τον οργασμό του άντρα. Το ψωλόχυμα.

- Έλα ρε, τη γάμησες;;;
- Ναι ρε...
- Και τα φλόκια;;;
- Όλα στη μάπα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία