Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Υπάρχει και το υποκοριστικό, κλανοβαλβιδάκι.
Ανάλογα από τον ήχο που παράγει.

Μετά από μιά υγρή πορδή:

Να ρυθμίσεις το avance στο κλανοβαλβιδάκι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Καθαρό συνώνυμο της λέξης «κάρκαδο», «καρκάδι». Χρησιμοποιείται κυρίως για να δώσουμε έμφαση με υποτιμητικό τρόπο στην συνήθεια που έχει κάποιος να σκαλίζει τη μύτη του.

- Ρε συ Μήτσο, τη βλέπεις αυτήν εκεί στη γωνία που σκαλίζει τη μύτη της;
- Πω ρε φίλε, ναι! Κοίτα μια καρκαδομπαρμπαλίγκρα που έβγαλε η μπιχλιάρα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Το άτομο που μονίμως επιτυγχάνει να έχει το εσώρουχό του χεσμένο!

Χ: - Πάλι έκλασες ρε βρωμύλο;
Ψ: - Μακάρι νά 'κλανε μόνο ο τσιλοβράκας! Κόβω την πούτσα μου ότι χέστηκε πάλι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παγκοσμίου φήμης σκηνοθέτης με τάση προς στην κοπρολαγνία.

Εκ του Francis Ford Copprola.

- Γάμησε με από κώλο και μετά έλα να σου γλείψω την τσαπού.
- OMG ρε Κόπρολα!

(από Khan, 30/03/15)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το δύσοσμο αέριο που απελευθερώνεται κατά των αερισμό (πορδή, κλανιά) των ζωντανών οργανισμών. Το αέριο αυτό είναι τόσο δυσάρεστο για την αίσθηση της όσφρησης, ώστε μπορεί, όπως λέει και το όνομά του, να σε οδηγήσει σε αργό και βασανιστικό θάνατο...

- Κατά τον αερισμό των ζωντανών οργανισμών απελευθερώνονται κυρίως υδρατμοί και μεθάνιο.
- Εγώ θα έλεγα κυρίως υδρατμοί και πεθάνιο...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δυνατός θόρυβος από νερουλή αφόδευση.

πρααααααουουουουουουσλιτςςςς

(από panos1962, 09/12/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οι βρωμερές κλινάμαξες του ΟΣΕ (Ούτε Σιδηροδρόμους Έχουμε) με τα έξι κρεβάτια σε ένα χώρο 1X1m όπου στοιβάζονται ρωσοπόντιοι, φοιτητές, γύφτοι, φαντάροι, αλβανοί και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς για να ταξιδεύσουν βραδινές κυρίως ώρες από Αθήνα-Θεσσαλονίκη... Από το πολύ κλάσιμο (κλάνω...) που έπεφτε εκεί μέσα, τη ζέστη που έκανε λόγω του χαλασμένου εξαερισμού των βαγονιών και την ποδαρίλα, έπρεπε να ήσουν εφοδιασμένος με ειδική στολή ραδιοβιοχημικού πολέμου προκειμένου να βγεις ζωντανός. Ανώνυμες δημοσιογραφικές πηγές αναφέρουν ότι ο Σαντάμ Χουσεϊν είχε χρησιμοποιήσει τις κλανάμαξες στην προσπάθειά του να αναπτύξει όπλα μαζικής καταστροφής. Οι κλανάμαξες ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς την προηγούμενη δεκαετία και όλοι όσοι τις χρησιμοποίησαν θυμούνται με νοσταλγία τις ωραίες ευωδιαστές ώρες που πέρασαν σε αυτές και τους τόσους ενδιαφέροντες ανθρώπους που γνώρισαν κατά τη διάρκεια των πολύωρων ταξιδιών τους (τη δεκαετία του 90 ο μέσος χρόνος Αθήνα-Θεσσαλονίκη κάποιες φορές ξεπέρναγε τις 12 ώρες).

- Ρε μαλάκα Τάκη πάλι με κλανάμαξα θα ταξιδεύσουμε για Θεσσαλονίκη;
- Και τι θες να κάνουμε ρε Γιώργο, με 20 ευρώ τι περιμένεις να νοικιάσουμε, κάνα αεροσκάφος;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αποτελεί περιγραφή χρώματος (!) και εντάσσεται σε μία ευρύτερη ομάδα λέξεων που προσπαθούν να προσδιορίζουν ακαθόριστα χρώματα και αποχρώσεις.

Όλα ξεκίνησαν πριν από πολλά χρόνια με τις γυναίκες κυρίως να χρησιμοποιούν κάτι περίεργες λέξεις για να περιγράψουν διάφορα χρώματα και αποχρώσεις, κυρίως ρούχων και υφασμάτων, ενίοτε και άλλων πραγμάτων όπως μαλλιών, ψιμυθίων, αξεσουάρ, κ.λπ. Οι λέξεις αυτές ήταν εντελώς ακατανόητες από την πλειονότητα των αρσενικών που στην καλύτερη περίπτωση ζητούσαν επεξηγήσεις, συνήθως όμως περιορίζονταν σε συγκαταβατικό κούνημα του κεφαλιού. Το ελληνικό λεξιλόγιο εμπλουτίστηκε πάραυτα με λέξεις αμφίβολης προέλευσης που επιπλέον τις χαρακτήριζε η θολούρα ως προς την ουσία του χρώματος που σκόπευαν να περιγράψουν, όπως για παράδειγμα:

Εκρού - καθώς και εκρού του νεκρού (σε μια απέλπιδα προσπάθεια επεξήγησης) -, ιβουάρ, εκάι, πετρόλ, αρζάν, βεραμάν, καφέ-ο-λέ, παστέλ, οφ-μπλακ, λιλά, άσπρο του πάγου, αλλά και λουλακί, κροκί, κοραλί, ουρανί, κ.λπ. Καθώς το πράγμα ξεσάλωνε περαιτέρω, επιστρατεύτηκε το φυτικό βασίλειο (σαπιομηλί, λαχανί, φυστικί, ροδί, κανελί, λαδί, κυπαρισσί, καροτί, ροδακινί, κ.λπ) αλλά και το ζωϊκό (ποντικί, ελεφαντί, τιγρέ, λεο-παρδαλέ, καναρινί, κορακί, κ.λπ).

Μέχρι εδώ, οι λέξεις αυτές δεν συνιστούν αργκό παρά την εισβολή τους στην καθομιλουμένη. Το θέμα που μας αφορά όμως εδώ είναι η εξέλιξη αυτής της παλέτας που συν τω χρόνω πήρε τη μορφή καζούρας. Πολλοί ήταν αυτοί που, ορμώμενοι από αυτές τις περίεργες περιγραφές χρωμάτων, άρχισαν να τις περιπαίζουν και να αυτοσχεδιάζουν με αποτέλεσμα την επέκταση σε ακόμη πιο σουρεάλ αποχρώσεις.

Στην αρχή έκαναν αθώα την εμφάνισή τους πιο χειροπιαστά χρώματα όπως το σκατί, το κουραδί, το τσιρλί, το κατρουλί, το μυξί, για να προστεθούν σύντομα πιο αφηρημένα «χρώματα» όπως το κλανί, το πορδί, το καμπινεδί (το οποίο απαντάται ως προσδιορισμός, π.χ. ροζ καμπινεδί), το κομοδινί κ.ο.κ., καθώς και το κλασικό πλέον σιμπιζάκι (από το γνωστό ανέκδοτο).

Έτσι πλέον μιλάμε για μία γκάμα λέξεων που χρησιμοποιούμε πια στην καθομιλουμένη και μπορεί να χαρακτηριστεί αργκό, όταν θέλουμε να περιγελάσουμε πρόσωπα, αντικείμενα και καταστάσεις που χαρακτηρίζονται από περίεργες έως ανέφικτες πλην όμως γελοίες «χρωματικές αποχρώσεις». Το «κλανί» αποτελεί αντιπροσωπευτικό παράδειγμα της εν λόγω συλλογής.

1
- Χρυσή μου, πού να στα λέω... εχτές έπεσα πάνω στην Σούλα που έβγαινε από το κομμωτήριο και κόντεψα να παραπατήσω! καλέ τι φανταχτερό κομοδινί έβαψε το μαλλί της!
- Α ναι, την είδα κι εγώ το πρωί στη στάση, καλέ αυτό δεν είναι κομοδινί, προς το πορδί φέρνει για την ακρίβεια!

2
- Κόψε σαραβαλάκι ο παππούς, πώς κυκλοφορεί ρε τούτο ακόμη!
- Κορόλα του '60 φίλε, η πρώτη που κυκλοφόρησε! και από χρώμα δεν μπορείς να πεις ε; σκίζει το τσιρλί!
- Τι τσιρλί ρε, κλανί δε λες καλύτερα;!

Οινοπνευματί Χριστουγεννιάτικη μπάλα. Η συγκεκριμένη απόχρωση απαντάται και στο μαλλί κυριών μιας κάποιας ηλικίας. (από allivegp, 17/09/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συγχορδία ονομάζεται στη θεωρία της μουσικής το σύνολο τριών τουλάχιστον φθόγγων που ηχούν ταυτόχρονα.

H συνπορδία αποτελεί παράφραση του όρου και ονομάζεται το σύνολο δύο και παραπάνω κλανιών που απελευθερώνονται με μικρή ή με καθόλου χρονική διαφορά μεταξύ τους, επηρεάζοντας το ηχόχρωμα του χώρου.

Όταν επικρατεί πορδοχαρά, κάποιες εκ των κλανιών που δραπετεύουν, συμπίπτουν χρονικά με κάποιες άλλες, οπότε και προκύπτει το φαινόμενο της συνπορδίας. Οι κλανιές μπορεί να είναι κράμα από κομπολογάτες, κούφιες, ξυπόλητες, κλπ. Όλες έχουν ρόλο στην παράσταση. Η φάση θυμίζει πεδίο βολής απελευθέρωσης αερίων.

Η φάση γίνεται καλύτερη μεταξύ παρέας που βρίσκεται εντός κλειστού χώρου και που έχει πρωτύτερα χλαπακιάσει τροφές (φασολάδα, φακές, κουνουπίδια, κρεμμύδια, μπρόκολα, κουνουπίδια κλπ) που επιβοηθούν το κλασίδι και την έκταση του χημικού πολέμου. Σε αυτή την περίπτωση πέφτει το γέλιο της αρκούδας, ενώ ο ένας περιμένει την ανταπόκριση ή το negotiation του άλλου (κατά την κομπιουτερική ορολογία) για τη δημιουργία συνπορδιών και τη συνέχεια των κλανιοβομβαρδισμών. Η φάση αυτή λειτουργεί ως θεατρική παράσταση, με live σενάριο, χωρίς δοκιμές, σκηνοθέτες κλπ, κλπ. Όλοι οι συνδαιτυμόνες πρωταγωνιστούν και αποτελούν παράλληλα το κοινό της παράστασης. Η ευρηματικότητα τους και ο συγχρονισμός των κλανιών κατά τη συνπορδία συγκαταλέγονται στα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτής της μοναδικής, απρογραμμάτιστης παράστασης (μια φορά παίζει το έργο).

Σύμφωνα με τα παραπάνω θα μπορούσαμε να εντρυφήσουμε στην προσφορά του ρόλου της συνπορδίας σε μια ομήγυρη. Η συνπορδία αποτελεί ένα πρόσθετο κανάλι επικοινωνίας, υποστηρικτικό προς την υπάρχουσα επικοινωνία, αρκεί βέβαια να υπάρχει εξοικείωση μεταξύ των ατόμων και να υπάρχει συμβατότητα και διάθεση για τέτοιου είδους πλάκα.

- Αστα μας είχαν καλέσει για ΣΚστο εξοχικό του Βασίλη. Μαζί με τα άλλα φαγητά είχαν φτιάξει φασόλια γίγαντες. Σε λίγο όταν πήγαμε να ξαπλώσουμε. .άρχισε το κλάσιμο της αρκούδας
- Κατάλαβα...γιγαντομαχία
- Μιλάμε για επαναλαμβανόμενες συνπορδίες. Μπάχαλο. Αφού να φανταστείς, πάρα την ψύχρα ανοίξαμε τα παράθυρα για να εξαεριστεί ο χώρος.
- Μάαααλιστα…μάλιστα
- Δεν τελείωσα. Σε λίγο παγώσαμε και κλάναμε και γελάγαμε δυνατότερα, ώσπου ενοχλήσαμε τους γείτονες και έγινε βραδιάτικα το έλα να δεις και το κάτσε να ακούσεις
- Α….έτσι εξηγείται το ότι είσαι κρυωμένος και το ότι έχεις μαυρισμένο μάτι.
- Κι όλα αυτά από ένα κλάσιμο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το χαρακτηριστικό χνουδάκι που αφήνουν σημάδι στον ομφαλό τα εσώρουχα και μας ενημερώνει πως το μπλουζάκι, ή το κασκορσεδάκι για τους μερακλήδες, ήταν μάλλινο. Αν φανταστήκατε κάτι σε «Minerva Was Here» είστε μέσα. Ανήκει στην κατηγορία από βρωμιές που όλοι μας βλέπουμε ότι υπάρχουν αλλά ντρεπόμαστε να το παραδεχτούμε μιας και νομίζουμε πως μόνο σε εμάς συμβαίνει. Έτσι η φυσιολογική ηλικία που κανείς μαθαίνει την (διαβάστε αν είστε τύποι «Αν έχω εγώ να έχουν όλοι») ανακουφιστική/ (διαβάστε αν είστε τύποι «Καλύτερα κανένας παρά όλοι») πικρή, αλήθεια είναι στην πρώτη μεγάλη σχολική εκδρομή του. Για την ιστορία, οι υπόλοιπες βρωμιές αυτής της κατηγορίας είναι, και μη περιοριστικά, τα ταρζανίδια, το περιστασιακό σουσαμάκι στα αρχίδια, το χλίπι χλίπι στα δάχτυλα των ποδιώνε και το ξεραμένο σάλιο γύρω από τα χείλη που ασυναίσθητα μασουλάμε αγουροξυπνημένοι.

Ο ομφάλιος βρώμος λοιπόν δεν είναι κάτι για το οποίο πρέπει να ντρεπόμαστε. Ίσα ίσα. Αναδεικνύει την περιοχή των κοιλιακών, μιας και τα βλέμματα στρέφονται απευθείας εκεί. Σας χαρίζει 2 λεπτά απόλυτης ηρεμίας αφού όταν τον βγάλουμε από τη θέση του τον κοιτάμε αποσβολωμένοι με εντελώς κενό μυαλό και τέλος αποτελεί απόδειξη πως φοράτε βαμβακερά εσώρουχα, δείγμα γνώσης της ποιότητας.

Επειδή πολύ συχνά θεωρείται εξαιρετικά ντεκαβλέ καλό θα ήταν να παραθέσετε το λινκ για να πειστεί και ο πιο δύσπιστος ότι συμβαίνει σε όλους και είναι υγεία! Άρα δικαιολογίες «Θεέ μου, τι είναι αυτό; Ξενέρωσα τελείως...» ισοδυναμούν με την αντίστοιχη «Έχω πονοκέφαλο». Δηλαδή είναι τελείως αβάσιμες.

(Σε δωμάτιο σε πενθήμερη, αφού έχουν φύγει οι καπνοί από τα τσιγάρα ο Γιώργος αλλάζει)

- Πω ρε φίλε, τι είναι αυτό εκεί;
- Ε τι να κάνω ρε. Ό,τι εσώρουχο και να δοκίμασα μου αφήνει το χνούδι...
- Ποιο χνούδι ρε φίλε! Ομφάλιος βρώμος είναι! Κοίτα έχω και 'γω!
- Πω ρε δικέ μου δεν το πιστεύω! Νόμιζα μόνο σε εμένα συνέβαινε! Για κατέβασε παντελόνι, σκύψε και άνοιξε πόδια να δω και κάτι άλλο.
- Γιωργάκη, ένα τη φορά...

Ομφάλιος βρώμος (από Vrastaman, 15/11/08)(από xalikoutis, 15/11/08)βρωμοκολος... (από BuBis, 10/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία