Επιλεγμένες ετικέτες

Ευφημισμός για την putzfrau, που δραστηριοποιείται στο putzinstitut (πουτς ινστιτούτ).

Η Τζέσικα αποτελεί αξιολογοτάτη φερέλπιδα κορασίδα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μπουζουκική περιγραφή των γυναικών την ώρα που χορεύουν. Αναφέρεται κυρίως σε χορούς που σπάνε τη μέση, όπως το τσιφτετέλι.

- Κούνα το να σε δούμε ρε παιδί μου! Κορμάκια να σπάνε!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Ως εμφάνιση: Ο πολύ χοντρός άνθρωπος. Δηλαδή αυτός που έχει κρέατα όχι μόνο για τον εαυτό του, αλλά και για να πουλήσει το απόθεμα σε άλλους. Το -πωλείο εδώ μπορεί να συσχετισθεί και με το -εμπορας, λ.χ. στα κακαδέμπορας, κουραδέμπορας, όπου κάποιος εμφανίζεται να προτείνει προς πώληση αηδιαστικά μέρη του κορμιού του (και μεταφορικώς βεβαίως) ή με το αγγλικό -monger. Στο κρεοπωλείο βέβαια η έμφαση είναι περισσότερο στην περίσσεια των κρεάτων που επαρκούν και για εξαγωγή. Κυρίως λέγεται ως κινητό κρεοπωλείο.

  2. Στο μπουρδελοϊδίωμα είναι περίπου συνώνυμο του μπριζολάδικο, δηλαδή σημαίνει ευαγές ίδρυμα όπου προσφέρεται πλήρες σεχ. Βέβαια πρόκειται περισσότερο για ασθενή μεταφορά παρά για παγιωμένο τεχνικό όρο, όπως το μπριζολάδικο. Μια μεταφορά, η οποία έχει κάπως ηθικολογική χροιά και καυτηριάζει το γεγονός ότι πωλείται πλήρες σεξ, ως μή όφειλε. Λ.χ. θα χαρακτηριστεί λιγότερο ως κρεοπωλείο ένα μπουρδέλο, ενώ περισσότερο ένα στριπτιτζάδικο ή μασατζίδικο ή άλλα μέρη που δεν προσφέρουν επίσημα παρόμοιες υπηρεσίες. Η μεταφορά κρεοπωλείο θίγει εν προκειμένω α) το ότι δεν υποτίθεται ότι προσφέρεται η πλήρης αυτή υπηρεσία στο εν λόγω γαμαζί, β) ότι αυτό παρ΄ όλαφ τα γίνεται με την ενθάρρυνση της διεύθυνσης του γαμαζιού και όχι από πρωτοβουλία μιας επιμέρους κορασίδας. Εφόσον βέβαια πρόκειται για απλές μεταφορές, η χρήση ποικίλλει.

Εξάλλου, ο όρος κρεοπωλείο χρησιμοποιείται ευρύτερα ως ηθικολογική μεταφορά για να καυτηριαστεί η επίδειξη ή σεξουαλική εργαλειοποίηση ανθρώπινης σάρκας, λ.χ. και σε παραλίες, πλατείες, νυφοπάζαρα και όπου.

- Τον φίλο σου, το κινητό κρεοπωλείο τι τον έφερες; Αφού έχει τον γκομενοδιώκτη.

- Παλιά κάναμε και τον χαβαλέ μας στο γαμαζί, πίναμε το ποτάκι μας, λέγαμε καμιά μαλακιούλα. Τώρα που έχει γίνει κρεοπωλείο και μαζεύεται όλη η καυλοπιτσιρικαρία στην ουρά για να κουρτινιάσει, τι να ευχαριστηθείς;
(Παράπονο πουρέιτζερ για την εκτράχυνση των γαμαζιών).

Στο 0.20 γράφει "το κρεοπωλείο της νέας εποχής". (από Khan, 08/11/11)(από Khan, 09/11/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χαρακτηρισμός ανθρώπων που συχνάζουν σε κωλόμπαρα ή/και σεργιανίζουν τη νύχτα, καταφεύγοντας στον αγοραίο έρωτα. Χρησιμοποιείται και υποτιμητικά για ανθρώπους γλοιώδεις που δε συμπαθούμε.

Τον ξέρεις το Μάκη; Μεγάλος κωλομπαράς. Όλα τα λεφτά του εκεί τα τρώει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το νυχτερινό μαγαζί / μπαρ με γυναίκες.

Πήγαμε με τα παιδιά σε ενα κωλόμπαρο χτες βραδυ και ήταν φοβερά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κυριολεκτικά: συνώνυμη λέξη της πυγολαμπίδας.
Μεταφορικά: η ανάφτρα, η προκλητική γυναίκα.

  1. Είδα στο δάσος μια κωλοφωτιά και πήγε η καρδιά μου στην κωλότσεπα μαλάκα!

2.Κωλοφωτιά μου... Τι κόλπα είναι αυτά μάνα μου;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η γκόμενα-σκυλί των μπουζουκιών, της πίστας κ της νύστας. Ο όρος από το συμπαθές τρίποδο.

- Καλά μιλάμε χτες στον Καρρά ήταν τίγκα στο λαμπραντόρ!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τεχνικός όρος για την στρηπτιζού, λόγω του λικνίσματος στο οποίο επιδίδεται κατά τον χορό.

Ψηφοφορία: Ποια είναι η αγαπημένη σας λικνιτζού;

(από το πάλαι ποτέ διαλάμψαν www.bourdela.com)

ΑΜΑΝ, Γιάννης Σερβετάς, Αντώνης Κανάκης (από patsis, 20/07/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η μαντάμ, η τσατσά σε μπουρδέλο με σλανγκική αύξηση. Αν προαχθεί με το σπαθί της, λέγεται και μαντάμα σπαθί, κατά Γκάτσμαν.

Της μικρής η μαντάμα Ρόζα της έχει σγουρύνει τα μαλλιά και της έχει βάψει τα νύχια των χεριών και των ποδιών για να φαίνεται σαν ώριμο φρούτο, αλλά το μελένιο δέρμα της φαίνεται ταλαιπωρημένο. «Τα μικρά της στήθη έμοιαζαν με αγοριού, αλλά φαίνονται να ωθούνται προς τα έξω από μια μυστική ενέργεια, έτοιμα να σκάσουν». Είναι μουσκεμένη με έναν φωσφορίζοντα ιδρώτα παρά τον ανεμιστήρα που λειτουργεί στο φουλ. Ο γερο-δημοσιογράφος σκέφτεται: ένα ταυράκι για την ταυρομαχία... Θα τον κατανικήσει όμως όχι το πάθος του έρωτα αλλά ο πόθος της αγάπης. Σιγά σιγά ο 90χρονος θα αρχίσει να δένεται με τη 14χρονη παρθένα.

Από το αρρωστούργημα- ύμνο στην πουτανοκαψούρα «Οι θλιμμένες πουτάνες της ζωής μου» του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση με ρίμα και ρυθμό που εκστομίζεται (και καλά) από ένα εργαζόμενο κορίτσι προς τον πελάτη της για να του πει πως, την κούρασε μεν με τις απαιτήσεις, τα βίτσια του, τα σέα του και τα μέα του, αλλά στο τέλος την αποζημίωσε με το παραπάνω, κάνοντας όλη την προσπάθεια να αξίζει.

Σλανγκικώς, την έκφραση χρησιμοποιεί όποιος, από φιλότιμο ή από υποχρέωση, αναγκάστηκε να κάνει μια υπερπροσπάθεια για να ικανοποιήσει κάποιον και, λίγο πριν οι κόποι του του βγουν ξινοί, ο ευεργετημένος τον επιβράβευσε αρκούντως, επιφέροντας μιας μορφής δικαιοσύνη.

Ρητορική συμβουλή: χρησιμοποιείστε ελαφρώς ξενική προφορά για καλύτερα αποτελέσματα.

- Λοιπόν, σου έχω εδώ τρεις παλιές πτυχιακές με πάνω-κάτω το ίδιο θέμα, τους ισολογισμούς όλου του κλάδου των τελευταίων δύο ετών και δύο γίγκα κλασική μουσική να χαλαρώσεις και να καθήσεις να γράψεις. Τίποτις άλλο;
- Τίποτα ρε αδερφέ, και πολλά έκανες. Κι εγώ όμως ε; Τι σου έχω; Τσίμπα μια πρόσκληση για τον Τερζή που σ' αρέσει με μπουκάλι σπέσιαλ και ξηρακαρπά κομπλέ που κέρδισα στο ραδιόφωνο! Σωστός;
- Σοβαρά μιλάς; Καλά, τώρα μ' έφτιαξες! Με ίδρωσες αλλά με πλήρωσες! Χαλάλι σου!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία