Γενικά ο καραγκιοζαίος, ο λεβιές, ρόμπα ξεκούμπωτη, τύπος που καταφέρνει πάντα να ξεφτιλίζεται δημοσίως. Κανένα επίπεδο ή αξιοπρέπεια. Αγνώστου προελεύσεως η λέξη. Ίσως από τους λουστράκους, υποθέτω...
Γενικά ο καραγκιοζαίος, ο λεβιές, ρόμπα ξεκούμπωτη, τύπος που καταφέρνει πάντα να ξεφτιλίζεται δημοσίως. Κανένα επίπεδο ή αξιοπρέπεια. Αγνώστου προελεύσεως η λέξη. Ίσως από τους λουστράκους, υποθέτω...
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Παραφθορά της έκφρασης «την κάνω» με την έννοια φεύγω, σπάω, παίρνω τον λοπού, την κανά κ.λπ. Χρησιμοποιείται μόνο στο πρώτο πρόσωπο (ενικό και πληθυντικό). Απλά, όπως κι οι παρόμοιες εκφράσεις, είναι πιο cool τρόπος να πεις ότι φεύγεις.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Το ζέουλο που γίνεται με χάπια, ο χαπάκιας που τρώει κουμπιά οποιουδήποτε είδους. Υποτιμητικός χαρακτηρισμός που λέγεται από τα άλλα πρεζάκια που δεν πολυπάνε τους χαπάκηδες.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Απαρχαιωμένος χαρακτηρισμός του πρεζάκια. Αυτός που «πίνει» λάβδανο, παραμύθα, ζουζού κ.ά. Σήμερα έχει λίγο πολύ περιπέσει σε αχρησία.
- Τζάσε τον λαβδανάκια από τη μέση γιατί κάνει στα χάπατα τη ζωή πατίνι!! (έκφραση των πρεζάκηδων)
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Πολύ παλιά έκφραση, συνήθως την ακούμε από τους παππούδες ή τους γονείς. Σημαίνει βασανίζω, τυραννώ, δυσκολεύω τη ζωή κάποιου.
-Χρήστο παιδί μου, τι θα γίνει επιτέλους; Θα βγεις ποτέ από την τουαλέτα; Μία ώρα περιμένω! Αμάν, μου' χεις κάνει τη ζωή πατίνι!
-Τώρα μπαμπά βγαίνω. (ΦΛΛΑΠ!ΦΛΛΟΥΠ!)-ήχος από καζανάκι-
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Υπερ-cool λέξη για τα γυαλιά ηλίου. Συνήθως για oakley, arnette και τέτοια...
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Όρος της punk και metal κοινότητας που βρίσκεται όμως ακόμα σε μικρή ηλικία ή που αποτελείται από κατσαπάνκηδες και ποζέρια. Βασικά είναι το mosh. Θρυλικό στις χοροσπερίδες και στις συναυλίες, ειδικά με fear of the dark και αντίδραση.
-Πωπω ρε μαν! Πώς έγινες έτσι; Στην πέσανε τίποτα μουνοπανάδες για φέρμα;
-Όχι ρε μαλάκα. Είχα πάει που λες χτες στην χοροσπερίδα του σχολείου της έτσι μου, κι εκεί που την μπαλαμουτιάζω χαλαρά βάζει fear of the dark και με παρασέρνουν τα φρίκουλα μες στη σχιζοφρένεια! Γάμησέ τα....
Ακόμη: πόγκο, κολυμπηθρόξυλο.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Υπερτούμπανο γκόμενα, τοπαδούρ, που χύνεις και μόνο με το τσεκερά. Συνηθίζεται για πιπινάκι νεαρής ηλικίας, αλλά ενίοτε μπορείς να το πεις και για μεγαλύτερη, ειδικά αν έχεις θέμα με τους flintstones. Αρκετά ποιητική και εύηχη λέξη όπως ταιριάζει στα νιαμού τέτοιου τύπου.
Προφανώς προέρχεται από την χαρακτηριστική ομορφιά που διακρίνει τα αντικείμενα που είναι κατασκευασμένα από αλάβαστρο.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Κατάσταση τελείως ξενερουά, απάλευτη. Συνήθως ξεκινάει με καλές προυποθέσεις και ειλικρινείς προσπάθειες των συμμετεχόντων σ' αυτή με σκοπό να γίνει τέφα, αλλά διάφοροι αστάθμητοι παράγοντες ή τυχόν λουστραρίες, δαραβίγγες και λοιποί ζεβουαζιόν τύποι τελικά την μετετρέπουν σε θρίαμβο βαρεμάρας και ξενερώματος. Παρατηρείται κυρίως στις διάφορες απόπειρες διοργανώσεως πάρτυ.
-Σπρέχαρε μαν, τι έκοζε τελικά με το παρτάκι σας;
-Δικέ μου σιλάνς! Μη μου το θυμίζεις ναούμ'!
-Γιατί ρε yo;
-Άκου μαλάκα. Είχαμε ψήσει πόσα νιαμού να σκάσουν! Αλάβαστρα σου λέω. Aπό διαξί είμασταν κομπλέντερ. Για τη μουσική είχε κανονίσει ο Τζων να φέρει έναν έτσι να παίξει. Και τι λες να έφερε ο μαλάκας;! Τον Πητ Βοδινό!
-ΚΟΦΑ!!!!!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Cool λέξη που αντικαθιστά το μαλάκα στα επιφωνήματα θαυμασμού, έκπληξης, πώρωσης κλπ. Κάτι αντίστοιχο του μαλέλουρα, αλλά όχι τόσο βάρβαρο.
Δύναται να συνοδεύεται από χαρακτηριστική κίνηση του χεριού σα χάδι στο μούσι ή στο πηγούνι, προφανώς μία εμπνευσμένη αναφορά στον χαρακτήρα του ΑΜΑΝ Μαέβιους Παχατουρίδη (τον ακατανόητο κουλτουριάρη ζωγράφο για όσους δεν θυμούνται).
Ευγένιος: Μαλάκα Τεό, μην είσαι δραπέτης! Τσεκέραρε νιαμού στο smart!
Τεό: Πω μαέβιους!!! Ελευθέρας βοσκής...
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!