Περασμένη ώρα, όταν έχει πάει αργά.

- Λοιπόν τι ώρα δείχνει τον αγώνα αύριο;
- Δεν θυμάμαι ακριβώς. Κατά τις αργάμιση πάντως, και θα τον χάσω γιατί μεθαύριο πρέπει να ξυπνήσω πολύ νωρίς να μαζέψω χόρτα.

βλ. και σλανγκιές διαφημιστών

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αγγλιστί: half past late.

Τουρίστας: - When will our flight leave?
- Half past late...

βλ. και σλανγκιές διαφημιστών

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνδυασμός των λέξεων σκατά + καλά. Τροπικό επίρρημα που χρησιμοποιείται όταν τα πράγματα δεν είναι ούτε καλά, ούτε κακά.

- Πώς είσαι τώρα;
- Ε, τι να λέμε... Σκααλά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι συνδυασμός του μετά και του αργότερα...

- Θα έρθεις τώρα;
- Όχι. Θα έρθω μετότερα....

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παρεμπιπτόντως με την αγγλική επιρρηματική κατάληξη -ly, χρησιμοποιούμενο σ' ένα αν πασάν αφ' ενός μεν για να δείξουμε τον άριστο χειρισμό της αγγλικής και αφ' ετέρου για να δούμε αν ο συνομιλητής μας προσέχει ή τον πήρε για κανά τεταρτάκι.

- Α, και παρεμπίπταμπλυ, πού είναι εκείνα τα 300 ευρώπουλα που μου χρωστάς και θα μου έδινες πέρσι τα Χριστούγεννα;
- Παρεμπ... τι; Πώς το είπες αυτό το αγγλικό ρε γίγαντα; Μ' έστειλες μεγάλε. Τι γλωσσομάθεια! Τι εύρος γνώσεων! Τι-
- Ναι, ΟΚ, πέφτε τα 300 τώρα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τουλάχιστον. Προσδίδει γελοιότητα στο λόγο. Θεωρείται ίδιας συνομοταξίας με το «λουκλάνικο», το οποίο δράττομαι της ευκαιρίας να καταδικάσω ως κακόγουστη λέξη.

- Ψήνεσαι να βγούμε να πιούμε την ποτάρα μας;
- Άσε ρε, βαριέμαι. Πού να βγαίνουμε τώρα...
- Έλα μωρέ. Να πιούμε ένα ποτάκι τουλάστιχον...

Δες και Tούλα, χύσ' το! και αρκούδως.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

... Επίρρημα... ο γνωστός αρχαιοελληνικός τρόπος γραφής και ανάγνωσης (βουστροφηδόν), με αλλαγή της κατεύθυνσης ανά στίχο, κατά την τροχιά του βοός στο χωράφι... έγινε στα νεοελληνικά η τροχιά που διανύει το πουστρόνι προκειμένου να πάει από το α στο β: τροχιά λοξή και κουνιστή, με πολλά τσαλίμια και κωλοαναστροφές .
Ε; Ζόρικος όποιος (λαός) το έβγαλε αυτό.

η τελευταία στροφή από ποιηματάρα με άγνωστες λέξεις -οδοντιάτρου (;)- από εδώ.

αναζητούμε τη μισκοτίνη
την άλλη πλευρά της ζωής
να θρονιαστούμε
μα όλα τα όνειρα τελειώνουν
σε πολυθρόνα οδοντιατρική
οδεύοντας πουστροφηδόν
στην έσχατη
τη μάχη

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το παρόν αποτελεί προσφορά της ταπεινότητάς μου στο σλανκγεπώνυμο πλήθος κι εκτιμώ ότι έρχεται να καλύψει το κενό που δημιουργήθηκε με τη μετάβαση από την καθαρεύουσα στην δημοτική, κατά την οποία πολλές εκφράσεις μεν διασώθηκαν αλλά χωρίς ο εκάστοτε χρήστης να είναι 100% σίγουρος τι στο μπούτσο σημαίνουν.

Φύρδην μίγδην. Εκ των ρημάτων φύρω / συμφύρω και μείγνυμι / μιγνύω που σημαίνουν ανακατεύω, με την αρχαία επιρρηματική κατάληξη -δην. Σημαίνει ανακατεμένα. Ασ' τα να παν. Μπερδεμένοι; Όχι πια. Τώρα υπάρχει το νέο, βελτιωμένο φύρδην μίγδην, το...

Φίδιν μύδιν. Εκ του φιδιού και του μυδιού. Στην φύση τα δύο αυτά απλώς δεν συμπίπτουν. Δεν έχουν σχέση, δε γνωρίζονται, δεν μπορεί να τα δει κανείς να πίνουν καφέ παρέα σε μιά καφετερία στο Μπουρνάζι. Όταν μία κατάσταση είναι φίδιν μύδιν είναι απλώς ανακατεμένη ως μη όφειλε.

Με το νέο φίδιν μύδιν, επιτυγχάνεται το ίδιο αποτέλεσμα με την αρχική έκφραση και ακούγεται και το ίδιο. Αν ο συνομιλητής σας δεν προσέξει πολύ θα νομίζει ότι χειρίζεστε άριστα την καθαρεύουσα και θα εντυπωσιασθεί. Αν πάλι πέσετε σε προσεκτικό ακροατή και πάει να σας διορθώσει, θα επικαλεσθείτε την νέας κοπής εκδοχή της αρχαίας φράσης και θα είστε πάλι από πάνω. Κι έτσι κι αλλιώς κερδισμένοι.

Φίδιν μύδιν. Με όλη τη γεύση και λιγότερες θερμίδες.

Φίδιν μύδιν. Τώρα απολύτως δωρεάν για τους χρήστες του σλάνγκ τζιάρ.

Ασφαλές και για τους ασιγματιστέσ φίλους μας.

- Γιωργάκη, τι χάλια είναι αυτά παιδί μου; Τι δωμάτιο είναι αυτό; Βιβλία, παιχνίδια, βρακιά, φαγητά, όλα φίδιν μύδιν... Δε ντρέπεσαι λιγάκι;
- Άτσα η γριά... «Φίδιν μύδιν»; Τι έγινε; Αφήσαμε τα βραζιλιάνικα και ξημεροβραδιαζόμαστε στο σλάνγκ τζιάρ; Σιγά σιγά θα μας πεις ότι ξέρεις και τη Λίλιαν.
- ΤΟ Λίλιαν είναι. Άσχετε... Και φτιαξ' το δωμάτιο σου μη σε πάρει κανας διάολος πρωινιάτικα, την περεστρόικα μου μέσα!
- ...

O μικρος Διαμαντης και τα fruits de mer (από Vrastaman, 26/11/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εις τους χαλεπούς καιρούς εις τους οποίους ζούμε, θα ήτο καλό να ενθυμούμεθα την γαλλικήν ίνα εκφραστούμε σλανγκικώς με στυλ και απόψεως! Τουτέστιν, μάλλον βάρβαρες εκφράσεις όπως: εις τα καπάκια, καπάκι, πώμα, φελλός κτλ παρακαλούνται όπως αντικατασταθούν με την λέξιν: καπακουάζ!

Εμπεριέχει την ευχρηστίαν της βάρβαρης λέξης «καπάκι» μετά γαλλικής φινέτσας! Très magnifique, non;

- Καυλαγόρας: «Σπεύδε Σταρχίδαμε! Το λεωφορείο αναχωρεί δι’ Ελευσίναν! Δεν θα προλάβουμε τη τελετή ενάρξεως των Ελευσίνιων Μυστηρίων!»

- Σταρχίδαμος: «Έρχομαι εν τω λόγω! Καπάκι!»

- Καυλαγόρας: «Και αργοπορημένος και βάρβαρος! Καπακουάζ λέγεται ούτη λέξη!»

- Σταρχίδαμος: «Μολών περδέ (μτφ: έλα να μας τα κλάσεις)!»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τεχνητό επίρρημα που δηλώνει τη συνουσία από μπροστά, από τον κόλπο, σχηματισμένο κατά άλλα αρχαιοπρεπή επιρρήματα εις -(η)δόν (π.χ. πρυμνηδόν, αναφανδόν, ομοθυμαδόν κ.ά.).

Αντώνυμο: πρωκτηδόν

Πάρε μου το κωλαράκι, τώρα το θέλω.
— (ατάραχος) Ας ξεκινήσουμε κολπηδόν, και βλέπουμε, τέκνον μου!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία