Το μέρος όπου συχνάζουν με τις ώρες τα starbuckακια.

- Πού θα πάμε για καφέ;
- Πάμε στην starbuckούπολη να βρούμε και τους άλλους;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το διεθνές, large, εναλλακτικό τοπωνύμιο του Lεκανοπεδίου Αττικής. Προφέρεται φυσικά Ελέι.

- Από που 'σαι ρε φιλαράκ' εσύ; - LA μάγκα μου... - Πιο συγκεκριμένα; - Μπουρνάζ' δικέ μου...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σημαίνει Lαϊκή Aγορά, συνήθως για ειρωνεία.

- Από πού πήρες την μπλούζα και είναι τόσο χάλια; Από L.A.;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πόλη στο Μεξικό... όπου όλοι γελάνε πολύ.

Το πιάσατε, έτσι;

- Πάμε διακοπές στο el oel;
- Χάχαχαχα. Μέσα. Με χίλια.

Αν δέν το πιάσατε, δείτε και lol, λολ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο όρος προέρχεται από τη σύνθεση της λέξης ''κακουχία'' και την κατάληξη -ισταν στην οποία τελειώνουν οι ονομασίες των κεντροασιατικών κρατών που, κατά κανόνα, ειναι μακριά στην απόσταση, δύσκολο να πας και είναι εντελως υπανάπτυκτα.

Χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει μια διαδρομή, έναν δρόμο ή ένα ταξίδι... δηλαδή ότι το ταξίδι ήταν πολύ μακρινό, με κακό δρόμο, ότι η διαδρομή ήταν δύσκολη και με ώρες ταλαιπωρίας κτλπ. Μερικές φορές χρησιμοποιείται και για την περιγραφή γενικά καταστάσεων που είναι κουραστικές.

  1. - Μήτσο τι κάνεις ρε; Πώς ήταν το ταξίδι που πήγατε;
    - Άστα! Πώς να είναι; Το μέρος που βρήκε να πάμε η Βέρα ήταν μέσω κακουχιστάν να πούμε! Όλο στροφές, γκρεμούς, 8 ώρες μέσα σε ένα αμάξι και δεν μπορούσα να σταματήσω πουθενά ούτε να φάω κάτι... ούτε μια καντίνα, κάτι ρε....τόσες ώρες σε έναν κωλόδρομο...

  2. - Τι λέει, πώς τα πήγες στις εξετάσεις;
    - Σκατά, πώς να τα πάω... η όλη φάση ήταν κακουχιστάν, μαλάκα... τόσος κόπος ενώ ήξερα ότι τίποτα δεν θα κατάφερνα στο τέλος...

  3. - Πήγα σήμερα να καταθέσω κάτι χαρτιά στην νομαρχία και μου έβγαλαν το λάδι οι άνθρωποι! Από γραφείο σε γραφείο... μιλάμε για κακουχιστάν... όλο το πρωί έφαγα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λογοπαίγνιο που λεγόταν κατά κόρον τις προηγούμενες 2-3 δεκαετίες, τότε που σκάσαν τα πρώτα ενοικιαζόμενα δωμάτια στα νησιά, μικρά, άθλια, ζεστά, υγρά, που ήταν θαύμα το ότι είχαν τουαλέτα. Έτσι λοιπόν, την πινακίδα που έλεγε ROOMS TO LET και που την συναντούσαμε όπου (ή που κραδαινόταν στα χέρια κάποιου ζήτουλα ντόπιου πάνω που βγαίναμε από το πλοίο) την παραφράζαμε ως ROOMS TOILET, καθότι το Ι, παρόλο που δεν γράφεται, είναι σα να το βλέπεις.

Η έκφραση έχει μείνει μέχρι τα τώρα για τους παλιούς, για τους δε νέους δεν λέει μάλλον τίποτα, δεν αποτελεί ούτε καν μπαμπαδισμό.

Τι λες, να κλείσουμε από πριν, ή να κατέβουμε στο νησί και να κάνουμε μια γύρα για κανα ROOMS TOILET του γούστου μας;

Βλ. και ρουμλετάς, ρεντεκάρος και ρεντρούμης

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ενώ άλλες κλείνουν κι άλλες βαράν κανόνια, αυτή γνωρίζει μεγάλες πιένες. Κι όχι άδικα.

Όταν άρχισαν να επιβεβαιώνονται οι φήμες πως ο λαϊκατζής πουλούσε Λουί-Γυφτόν και αναβαθμισμένα σινουά στο πέμπτο της τιμής από ότι κυριλέ μπουτίκ, ένα ακόμη καταναλωτικό ταμπού κατέπεσε για το απειλούμενο από τροϊκανούς και σία είδος «μέση Ελληνίδα».

Με ζαρζαβατικά στο ένα χέρι, ξεκίνησε από τις ντάνες με τις πετσέτες, τσίμπησε βρακιά (για το σύζυγο) και μετά από τα απαραίτητα τεστ πλυντηρίου και σιδερώματος, την έπεσε στα μπλουζάκια και τα ζακετάκια (που φαίνονται). Άμφια και νυφικά ακόμη λείπουν από τους πάγκους, αλλά ποτέ δεν ξέρεις.

Ακούγεται και με τα αρχικά της: L.A.

1.
Σήμερα πχ στη παραλία παρατηρούσα τις γυναίκες. Ήταν μία σαν ρινόκερος το κέρατο της έλειπε. Μιλάμε για πάχος και δίπλες τρίπλες. Πήρε και έφαγε και ένα σάντουιτς νααααα (με το συμπάθειο) Ήταν μία άλλη σαν καμηλοπάρδαλη (μάλλον μπασκετμπολίστρια ήταν ) δίμετρη και ατσούμπαλη. Σκεφτόμουν για να τη γλύψεις αυτή τη γυναίκα θα έβγαζε η γλώσσα σου ρόζους. Δεν έλειπαν και οι φοραδίτσες. Με σανδάλι δεκάποντο σεξουαλικό μπικινάκι από τη Μπουτίκ Λάικα απαραίτητα το κινητό ε; χαϊμαλιά κλπ γυαλί Ρέιμπανμπαν και όλο χάρη. Να σιέται η παραλία. Και τσιγαράκι πάντα σλιμ. Και οι κατσικούλες βέβαια εκείνα τα πιπινάκια με το μπλαζέ ύφος τη φραπεδιά με το μπικίνι χωμένο στο κώλο για να μαυρίσουν οι μαγούλες. Και φυσικά πάμπολλες φώκιες εκείνα τα κοντόκωλα με χαμηλό διαφορικό και κυτταρίτιδα ζωάκια που ξαπλώνουν στις παραλίες.

2.
Μωρέ κι εμάς θεία του καλού μου έφερε σεντόνια από μπουτίκ λάικα σε σακούλα καταστήματος. Πήγα να τα αλλάξω και μου έπεσαν τα μούτρα...

3.
(…)χωρίς να θέλουμε, βοηθάμε στο κατρακύλισμα της μικρομεσαίας ελληνικής επιχείρησης είτε αυτή είναι ένα κατάστημα είτε, μια μικρή βιοτεχνία που με τη σειρά της και αυτή, κάποια μέρα θα κλείσει. Ευθυνόμαστε εμείς όμως γι' αυτό; Ο συνταξιούχος των 450 ευρώ, αυτός των 300; Ο άνεργος με 300 ευρώ επίδομα, ή μήπως ο μισθωτός των 580 ή και 800 ευρώ; Με αυτούς τους μισθούς μπορούν άραγε να ψωνίζουν από τις βιτρίνες; Λέτε άραγε ο συνταξιούχος ή ο μισθωτός, δεν ξέρει ποιο είναι το καλό και ποιοτικό ρούχο και ποιό το σκάρτο; Δεν προτιμά να κάνει τις αγορές του από τα καταστήματα και έτσι, από βίτσιο και μόνο ψωνίζει από τις «ντάνες» της «Μπουτίκ Λάικα»; Δεν φταίει ούτε ο Έλληνας καταναλωτής, ούτε ο μικροπωλητής των λαϊκών, ούτε ο Κινέζος που κατάφερε να πουλά και να ευδοκιμεί η επιχείρησή του σε βάρος των ελληνικών.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Επίσης η Λεωφόρος Αλεξάνδρας.

Κατέβηκα όλο το LA με πράσινα φανάρια, δεν το έχω ξαναδεί!

Μπλαστ φρομ δη παστ. (από Vrastaman, 13/07/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χαρακτηρισμός μιας άκρως βαρετής καταστάσης, πληκτικής και κοψοφλεβίτικης φάσης, που λίγο πολύ έχουμε όλοι μας συναντήσει. Θα μπορούσε να χαρακτηρίσει και μια κακή ταινία.

Ξενερουά ματ: δίνουμε έμφαση στην ξενέρα, όταν μάλιστα ακολουθείται από απανωτά και όχι τόσο ευχάριστα γεγονότα!

  1. Κόντεψε να με πάρει ο ύπνος στο σινεμά, ξενερουά ματ η ταινία, άσε που μετά με τραβολογούσαν από τις καφετέριες στα μπαράκια.

  2. Η συνάντηση παλιών συμμαθητών ήταν ότι πιο ξενερουά, ήμασταν ό,τι να 'ναι, σαν άγνωστοι, σαν χαμένοι συγγενείς. Βαρέθηκα τη ζωή μου!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η Lαϊκή Aγορά. Χρησιμοποιείται ιδιαίτερα προς ενημέρωση ηλιθίων που πληρώνουν υπέρογκα ποσά για ρούχα.

- Πήγα και πήρα με 200 μόνο ευρώ ένα τζηνάκι από τη νέα σειρά Calvin Klein!
- Από που το πήρες 200 μόνο ευρώ κοπέλα μου;
- Από ένα μαγαζί στο κέντρο... Γιατί;
- Ε γιατί LA κάνει μόνο 10.
- Τι, Αμερική;
- Λαϊκή Αγορά βρε ζώον.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία