Ο μεγάλος σωλήνας. Xρησιμοποιείται όμως και για τις χοντρές εξατμίσεις που έχουν τα πειραγμένα αυτοκίνητα. Τέτοιες εξατμίσεις βάζουν συνήθως τα σπατάνια, οι κάγκουρες και οι μπουρναζιώτες.

Κοίτα ρε το μπουρί που 'χει βάλει το άτομο στο αμάξι, λες και είναι καμιά φερράρι 5000 κυβικών!

(από protnet, 26/09/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αναφέρεται σε κάτι το οποίο είναι γνήσιο και δεν έχει υποστεί μεταγενέστερες μεταβολές. Χρησιμοποιείται κυρίως σε μηχανολογικές συζητήσεις.

  1. Το αυτοκίνητο το έχω μαμά ακόμα, αλλά σκοπεύω να το αγριέψω.

  2. Πωλούνται εξατμίσεις μαμίσιες.

Δες και σετ α λα μαμά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτοκίνητο (συνήθως) που βγάζει συνεχώς προβλήματα και θέλει να του ρίχνεις συνεχώς λεφτά. Η έκφραση χρησιμοποιείται και για άλλα μηχανήματα (π.χ. βάρκες) και, σπανιότερα, για σπίτια.

- Αχ, ερωτεύθηκα ...
- Ποιαν, ρε; Την ξέρω; Όνομα;
- Τζούλια ... Αααχ ...
- Τζούλια; Δεν την ξέρω ... Ελληνίδα είναι;
- Όχι ... Ιταλίδα ... Αααχ ... άααχ ...
- Ιταλίδα, ε; Και πόσω χρονών είναι ...
- Του '72 ... - Μεγάλη, ρε ... Κοντεύει τα 40
- Ναι, αλλά είναι σε άριστη κατάσταση ... 160 τελική και 12.6 τα 100 επιτάχυνση ... - Επιτάχυνση; Καλά, ρε μαλάκα, για αυτοκίνητα μιλάμε τόση ώρα; - Εμ, γιατί μιλάμε ... Μια Αλφα Ρομέο Τζούλια GT 1300 Tζούνιορ ... σε τιμή ευκαιρίας ... Την έκλεισα και αύριο πάω να την πάρω ... - Όχι, ρε αγόρι μου ... μη το κάνεις αυτό ... κουμπαράς σκέτος είναι ... είχε ο Πάνος και την έδωσε προ διετίας ... συνέχεια τούβγαζε κάτι και δεν μπορούσε να βρει κι ανταλλακτικά ... άσ' το, μεγάλε ...

(από poniroskylo, 18/05/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση που ακούγεται συνήθως σε μηχανουργεία και υποδηλώνει τα αυθεντικά εξαρτήματα και τα συνιστώμενα ανταλλακτικά μιας μηχανής ή ενός αυτοκινήτου από τη μαμά εταιρία. Έχει δε ακριβώς την αντίθετη σημασία από τον όρο μαϊμού.

Σε μηχανουργείο:
Μάστορας:
- Μπορεί τα σετ α λα μαμά υλικά να είναι ακριβότερα από τις μαϊμούδες που κυκλοφορούν, αλλά από την άλλη αποτελούν εγγύηση για τη σωστή λειτουργία του αυτοκινήτου σας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Το ηλεκτρικό κατσαβίδι τύπου μπλακεντέκε. Λέγεται τεμπέλης γιατί όχι μόνο εξυπηρετεί αυτούς που πρέπει να βιδώσουν πολλές βίδες σε λίγο χρόνο αλλά και αυτούς που έχουν πολύ χρόνο, λίγες βίδες και μεγάλη τεμπελιά.

  2. Είναι στο κάθισμα του αυτοκινήτου η βάση στήριξης του χεριού του οδηγού. Ανασηκώνεται και χρησιμεύει και ως ντουλαπάκι. Συναντάται στα νεότερα μοντέλα που ακολουθούν το πρότυπο της μερσεντές.

  1. Ρε Μήτσο, άσ' το κατσαβίδι και πιάσε τον τεμπέλη να τελειώνουμε!

  2. - Ρε Κατερίνα, πού στομπούτσο έχεις βάλει τα τσιγάρα;
    - Κάτω από τον τεμπέλη αγάπη...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Το έξτρα εισόδημα που τσακώνουν ορισμένοι ταρίφες. Οι πονηροί αυτοί ταρίφες συνεχώς σκαρφίζονται λύσεις για να διατηρήσουν και να επαυξήσουν τα ταριφιάτικα. Ευτυχώς υπάρχουν πολλοί σωστοί στον κλάδο τους.

Για παράδειγμα, θα αναφέρουμε, πως κάποιοι εξ αυτών των μπαγαπόντηδων τυπάδωντης κίτρινης φυλής, επικαλούμενοι πως δεν έχουν ρέστα για να σου δώσουν, σε κάνουν να προτιμήσεις φεύγοντας να τους αφήσεις τα ψιλά (παρά να γυρνάς μαζί τους σαν την άδικη κατάρα μέχρι να χαλάσεις, χάνοντας εν τω μεταξύ το χρόνο σου). Ετσι λίγα από δω, λίγα από κει βγαίνει το κομπόδεμα.

Ενα άλλο παράδειγμα αφορά αυτούς που, θεωρώντας πως στο ελληνικό αίμα τρέχει καθάριο αίμα ομάδας Ε, βλέπουν όποιον αλλοδαπό τολμήσει να τους σταματήσει, σαν το ψάρι, σαν το χάπατο που πρέπει να μαδήσουν ζητώντας του ένα κάρο χρήματα.

Ευτυχώς, βέβαια, κάποιοι ξένοι, που δε μασάνε από τέτοια τους καταγγέλλουν. Έτσι, οι ξύπνιοι αυτοί ταρίφες θεωρώντας πως οι αλλοδαποί κοιμώνται όρθιοι, κατορθώνουν να κάνουν ρόμπα τη χώρα.

Σημείωση: Αν και το ανέφερα παραπάνω, αισθάνομαι την ανάγκη να πώ πως το λήμμα εστιάζει στους ταξιτζήδες που αποτελούν κακό παράδειγμα για τον κλάδο και αμαυρώνουν με τις κινήσεις τους την εικόνα που έχουμε για τον Ελληνα ταξιτζή.

- Άστα, χθες σταμάτησα έναν Ομάρ Ταρίφ για να με πάει κάπου που είχα ραντεβού ... Μου ζήτησε ο τάριφμαν 8 ευρώ. Του δίνω δεκάευρο, αλλά δεν είχε ρέστα. Προσπαθούσαμε να βρούμε περίπτερο για να χαλάσω, εντωμεταξύ ο χρόνος κυλούσε. Βλέπεις, είχα επείγον ραντεβού και δεν έπρεπε να καθυστερήσω.
- Και τι έκανες;
- Τίποτα. Είπα ... ασταδγιαλα, προκειμένου να χάσω το ραντεβού μου ... δε γαμιέται, ας του αφήσω τα ρέστα.
- Εμ ... έτσι βγαίνουν τα ταριφιάτικα, φίλε μου

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μικρό συνήθως αντικείμενο άγνωστης προέλευσης και χρήσης. Το βρίσκουμε κατά την συναρμολόγηση παντός είδους κινητήρα ή μηχανής γενικά. Συνηθίζεται να περνά απαρατήρητο ή να χάνεται.

- Ρε μαλάκα! Μήπως είδες εκείνο το παπαράκι;

- Γαμημένο παπαράκι, πώς μπαίνει τώρα αυτό!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βρακί [sic] αυτοκινήτου / εσώρουχο με τρύπα: αποκαλείται το εσώρουχο με τρύπα στο επίμαχο σημείο (βλ.μήδια).

Η σχετική τρύπα προσφέρει εύκολη πρόσβαση χωρίς να χρειαστεί να ξεβρακωθείς εντελώς σε αυτό το τόσο άβολο (αλλά και τόσο ερεθιστικό κατά περίπτωση) χώρο διεξαγωγής σεξουαλικών περιπτύξεων.

Απλά σηκώνεις το μινάκι και γίνεται η δουλειά όπως πρέπει.

Βεβαίως το ίδιο εσώρουχο μπορεί να φορεθεί παντού, στο σπίτι, στο γραφείο, στην εκδρομή και προσφέρει την αβάντα της άμεσης αρπαχτής.

Ας σημειωθεί ότι οι κυρίες καλύτερα να το δοκιμάζουν πρώτα, δεδομένου ότι η τρύπα του βρακιού δεν είναι απαραίτητο ότι θα συμπέσει με την τρύπα του αιδοίου. Αν διαθέτουμε μεγάλο κώλο ή είμαστε ψηλές, μπορεί η τρύπα να βρεθεί στο ηβικό οστό, οπότε τσάμπα τα λεφτά.

(στο κατάστημα εσωρούχων)
- Ρένα μου, ήρθα με κέφια για κάτι καλό, τί μου 'χεις;
- Έλα, ήρθες στον άνθρωπό σου, έχω φέρει κάτι καλά αυτοκινήτου να τον αφήσεις σέκο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επίσης και μαμά και μανίσιο.

Νεολογισμός που αναφέρεται σε ανταλλακτικά παντός τύπου. Παραχθείς από τη λέξη μάνα, αναφέρεται σε ανταλλακτικά μηχανών, μηχανημάτων και γενικότερα συσκευών, τα οποία προέρχονται από το εργοστάσιο κατασκευής. Ο κατασκευαστής με άλλα λόγια, ταυτίζεται με τη μάνα, είναι αυτός που «γεννάει» το ανταλλακτικό.

Συχνότατα, και ειδικά στην επαρχία, παρατηρείται πτώση του «ι» προ του «ο», με αποτέλεσμα να προφέρεται κοφτά (μανίσο). Είμαι αυτήκοος μάρτυς και σε συζήτηση με τεχνικό/ψυκτικό, ερωτηθείς αν το κλιματιστικό του αυτοκινήτου είναι «μανίσιο».

  1. Αγγελία πώλησης στο διαδίκτυο (Ι):
    Θέμα: Μανίσιο ηχοσύστημα Aura (Αναγνώστηκε 231 φορές)

  2. Αγγελία πώλησης στο διαδίκτυο (ΙΙ):
    Ζητήται μανίσιο μεσαίο κομμάτι εξάτμισης 206 1.6 16v (sic)

  3. Σχόλιο διαδικτυακού forum:
    ΠΑΙΔΙΑ ΔΕΝ ΚΟΛΛΑΕΙ ΜΕ ΚΑΜΙΑ ΠΑΝΑΓΙΑ!! ΠΟΛΥ ΚΟΦΤΟ! ΜΑΝΙΣΙΟ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΜΑΝΙΣΙΟ!!!!!!!!!!!!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αποστάτης στη γλώσσα του ποδηλάτου ονομάζεται ο μεταλλικός δακτύλιος που τοποθετείται μεταξύ συναρμολογημένων μερών του ποδηλάτου, ώστε να καλυφθεί τυχόν απόσταση μεταξύ τους και να επιτευχθεί σταθερότερη εφαρμογή (λ.χ. μεταξύ τιμονιού και σκελετού, πιρουνιού και σκελετού, ακόμα και στη σέλα ή στους άξονες των τροχών).

Εντάξει, δεν είναι πιουρ σλανγκ, αλλά δεν είναι ωραίο που αυτός ο αποστάτης προέρχεται από την απόσταση και όχι την αποστασία;

Να μη συγχέεται με τον Αποστάτη και τους πολιτικούς του επιγόνους: ο μεν ποδηλατικός αποστάτης αποτρέπει το τζόγο, ο δε πολιτικός αποστάτης συνέβαλε στο να ζήσει το Ελλαδιστάν μια περιπετειώδη και γεμάτη ζωή.

(αντί τεχνικού παραδείγματος, πχ «Αγόρασα ένα αποστάτη 2 cm κλπ κλπ, ένα ποιηματάκι από κάποιον παραληρηματικό εδώ)

Πριν τον Αντρέα ο Αποστάτης, μετά τον Αντρέα ο Χατζηαβάτης,
μετά εσύ ο Υπνοβάτης και τώρα έρχεται ο Ποδηλάτης.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία