Ένα από τα εκατοντάδες συνώνυμα του γκέι. Η λέξη πιθανόν είναι ηχομιμητική, αλλά αγνοείται τι ακριβώς μιμείται. Θα έλεγα αγνώστου ετύμου. Επίσης αγνοείται ο τυχόν συσχετισμός της με τον επιθετικό προσδιορισμό φιρολί φιρολά, που κατεχώρησε σλανγκιστής σύντροφος. Αντιθέτως, πιθανολογείται σχέση με τον όρο «φιρφιρής», που σημαίνει φλώρος, χλεχλές.

Trivia: Σλανγκικό αίνιγμα παραμένει η φράση «Γεια σου ρε (τάδε) φιρφιρή, πού 'χεις μια πούτσα σα σφυρί»! Πώς μπορεί να συνδυαστεί με τον ορισμό του «φιρφιρή» ως φλώρου, όθεν πιθανώς και ο όρος «φιρουλί φιρουλό»; Καταθέτω την απορία μου στην σλανγκική κοινότητα...

- Μου φαίνεται πως ο Σάκης την ρουφαέι την λάβα σοκολάτας!
- Λες να είναι φιρουλί φιρουλό; Έπρεπε να τό 'χα καταλάβει...

Έφη Σφυρή! (από Hank, 05/01/09)Γεια σου Νεκτάριε φιρφιράκη... (από Vrastaman, 06/01/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνήθως χρησιμοποιείται ως «νάνος - νάνος, αλλά με κάτι αρχίδια να!» Σημαίνει ότι παρόλο που κάποιος είναι κοντός και, ωσεκτουτού, όχι ιδιαίτερα δυνατός και άρα θα έπρεπε να «κάνει την κότα» σε καταστάσεις σύγκρουσης, αυτός δεν «μασάει» και αντιδρά επιθετικά. Το πρώτο μέρος της πρότασης μπορεί ν' αλλάξει κατά την περίσταση. π.χ. «Χαλβάς - χαλβάς, αλλά με...» ή «Μαλάκας - μαλάκας, αλλά με...».

Κοντός πελάτης σε πορτιέρη: - Τι θα γίνει ρε μεγάλε, μια ώρα είμαστε εδώ! Θα μπούμε καμιά φορά;
Πορτιέρης Α: - Γάμησέ μας ρε νάνε βραδυάτικα, που βιάζεσαι κιόλας...
Κοντός πελάτης: (ορμώντας)
- Τι είπες ρε αρχίδι μη σου γαμήσω...
(Αφού τελειώνει το συμβάν)
Άσχετος παρατηρητής σε άσχετο παρατηρητή: - Νάνος - νάνος, αλλά με κάτι αρχίδια να...

O νάνος, έργο του Braccio di Bartolo. (από Khan, 15/08/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο όρος χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει άτομα, τα οποία γνωρίζουν τους πάντες, είναι δικτυωμένα, έχουν όλα τα κονέ και υπόσχονται ότι μπορούν να εξυπηρετήσουν οποιοδήποτε αίτημα.

Η λέξη προέρχεται από το χαρακτηριστικό των υποψηφίων της επαρχίας, όπου βασική προϋπόθεση νίκης είναι η προσωπική, εις βάθος γνωριμία με το σύνολο του εκλογικού σώματος και κυριότερα, η αποδεδειγμένη ικανότητα ικανοποίησης κάθε αιτήματος.

Χρησιμοποιείται η λέξη «-δήμαρχος», καθώς υφίσταται η εξής αλληλεπίδραση:
α. στην επαρχία υπάρχει πολύ πιο άμεση σχέση των κατοίκων με τους τοπικούς άρχοντες.
β. οι τοπικοί άρχοντες στην επαρχία έχουν πολύ μεγαλύτερη επιρροή απ' ότι στα αστικά κέντρα.

Ωσεκτουτού, ο Βλαχοδήμαρχος γνωρίζει τους πάντες και πιο σημαντικά, γνωρίζει τι χρειάζεται και ταυτόχρονα, τι μπορεί να του προσφέρει ο καθένας. Με τον τρόπο αυτό, μπορεί να πιέζει ή/και να εξυπηρετεί διάφορα αιτήματα και έτσι να εξασφαλίζει περαιτέρω υποστήριξη.

Στην καθομιλουμένη, η λέξη χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει άτομα τα οποία έχουν έναν ευρύ κύκλο γνωριμιών και μπορούν να εξυπηρετήσουν διάφορες δουλειές, οι οποίες υπό Κ.Σ. είναι αδύνατον ή εξαιρετικά χρονοβόρο/κοστοβόρο να ολοκληρωθούν.
Ο σωστός Βλαχοδήμαρχος, δεν θα δεχτεί χρήματα για τις υπηρεσίες του, αντιθέτως θα αρνηθεί σθεναρά οποιαδήποτε προσπάθεια άμεσης αποζημίωσης. Αντ' αυτού, ο εξυπηρετούμενος εντάσσεται στη «λίστα» γνωριμιών και κάποια στιγμή, μπορεί να κληθεί να εξυπηρετήσει με τη σειρά του, κάποιο αίτημα.

Στην κατηγορία των Βλαχοδήμαρχων, εντάσσονται επίσης και άτομα τα οποία λόγω της δημοσιότητας τους (π.χ. αθλητές, ηθοποιοί, τραγουδιάρηδες, κλπ.), απολαμβάνουν ταχύτερης, καλύτερης και αποτελεσματικότερης εξυπηρέτησης στην καθημερινή τους ζωή, ειδικά σε δημόσιες υπηρεσίες. Ομοίως, αλλά σε σαφώς μικρότερη κλίμακα, λειτουργεί και η «ιδιαίτερη πατρίδα» (π.χ. οι κύκλοι γνωριμιών που δημιουργούν οι Κρητικοί εκτός Κρήτης).

Παραδόξως, ο όρος δεν χρησιμοποιείται για τους «μεγάλους» πολιτικάντηδες (βουλευτές, υπουργούς), αλλά συχνά για τους «παρά τω» αυτούς (γραμματείς και παρατρεχάμενους), οι οποίοι ως γνωστόν, αποτελούν την πραγματική ραχοκοκαλιά αυτού που ονομάζουμε «κράτος».

Παρόλο που ο χαρακτηρισμός είναι σχετικά ειρωνικός λόγω του πρώτου συνθετικού, συνήθως χρησιμοποιείται ως εκδήλωση θαυμασμού ή αξιοσύνης του φέροντα τον τίτλο.

Παρόμοια έκφραση είναι και ο Γυφτοπρόξενος.

- Τι πράγμα είναι αυτός ο Κώστας;
- Γιατί τι έκανε;
- Δύο μήνες τραβιόμουνα στη Νομαρχία και την Πολεοδομία με κείνες τις άδειες και δεν έβγαζα άκρη. Το είπα στον Κώστα, έκανε μερικά τηλέφωνα, μου έδωσε δύο ονόματα και μέσα σε δύο ημέρες τα κανόνισα όλα.
- Αφού είναι μεγάλος Βλαχοδήμαρχος ρε συ...

(από Desperado, 29/12/08)Βλαχοδήμαρχος Δημητσάνας Αναστάσιος Βλάχος. Κύριο μέλημά του η αποδόμηση του έργου του προκατόχου του. (από Vrastaman, 29/12/08)(από MXΣ, 06/09/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ρατσιστική έκφραση που βασίζεται στο δόγμα: πας μη Έλλην βάρβαρος και λέγεται ειρωνικά μεταξύ ελληναράδων, με στόχο τον περιπαικτικό χαρακτηρισμό αλλοδαπών που ζουν στην Ελλάδα και το διαχωρισμό τους από «τα βλαστάρια» της χώρας.

Οι αλλοδαποί για τους οποίος γίνεται λόγος, προέρχονται όχι μόνο από την Τσετσενία, αλλά από περιοχές της ανατολικής Ευρώπης γενικότερα, από τα Βαλκάνια καθώς και από περιοχές της δυτικής Ασίας. Ο όρος έχει παρεμφερή σημασία με τη λέξη ατζγκόνια.

Ο όρος αφορά είτε ομάδα ατόμων ή και μεμονωμένες περιπτώσεις αφού, για πολλούς από αυτούς, ο κάθε αλλοδαπός που προέρχεται από τις παραπάνω περιοχές είναι μέλος ενός κλαμπ, ενός κλαμπ που απαρτίζεται από πλήθος ετερόκλητων κουλτούρων που έχουν όμως για αυτούς ως κοινό χαρακτηριστικό τη διαφορετική πολιτισμική ταυτότητα μη προοδευμένων λαών.

Ο όρος Τσετσένια κλάμπ ή εναλλακτικά Τσέτσεν κλαμπ αποτελεί έναν εύηχο, για αυτούς όρο, όρο που τους βοηθά να εκφράσουν την ξενοφοβία τους για τους συγκεκριμένους αλλοδαπούς, ξενοφοβία που αντανακλά και έναν ενδόμυχο φόβο για ενδεχόμενη αλλοτρίωση τους. Η ξενική δε εκφορά του όρου σχετίζεται με την αντιμετώπιση των αλλοδαπών ως ξένο σώμα.

Συζήτηση φίλων. - Πάμε για καφέ στο μαγαζί του Δημήτρη στην πλατεία;
- Τι λες ρε βαρεμένε; Μες στο Τσετσένια κλαμπ θες να πάμε;

"...Well the Chechen girls really knock me out they leave the west behind..."  (από Vrastaman, 31/10/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τα ΜΜΕ των κίναιδων και των οπισθογεμών πάνε να μας παίξουνε πουστιά, ότι και καλά οι Έλληνες είναι ομοφοβικοί. Η παλιά αυτή παροιμία και ορισμός του άντρα, αποδεικνύει τη μεγάλη εξοικείωση και κατανόηση των Ελλήνων προς τα πουστριλίκια, σε βαθμό ώστε

- να μην ορίζουν τον πούστη ως τον άντρα με ομοφυλοφιλικές εμπειρίες
- αλλά αντίστροφα, τον άντρα ως τον πουστεύσαντα και ερευνήσαντα, ο οποίος συνειδητά και έχοντας δοκιμάσει κατάλαβε ότι δεν του πάει, δεν τη βρίσκει, ή και δεν την παλεύει ως άνθρωπος να την την τρίζει την όπισθεν.
Για άλλη μια φορά η εμπειρία ζωής και τα βιώματα είναι αυτά που κάνουν τον άντρα - άντρας γίνεσαι, δε γεννιέσαι, και αυτό απαιτεί να γίνεις αντρείος της ηδονής που έλεγε κι ο Καβάφης.
Η φράση λέγεται προς βαρέους αρσενικούς, που έχουν κάνει το κράξιμο καραμέλα, και αποτελεί υπενθύμιση ότι το πολύ αντριλίκι πολλές φορές συνορεύει με τις αντρίλες.

- Ο βρωμόπουστας, η παλιαδερφή, ο πισωγλένταρος, εγώ ρε φίλε είμαι άντρας, δεν είμαι λουκρητία, άντρας...
- Καλά, χαλάρωσε....το ψωμί σου δε στο τρώει....εξάλλου, άντρας είναι αυτός που τον έφαγε και δεν του άρεσε...
- Μπαρδόν...τι λες ρε Λευτέρη;
- Που λέει ο λόγος ρε Μπάμπη, που λέει ο λόγος....

"Ωρέ, πονούν τα παλλικάρια;" (από Vrastaman, 03/10/08)(από xalikoutis, 03/10/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Άλλος ένας ελληνικός ορισμός για τους ομοφυλόφιλους άντρες.

- Πολύ στο σούξουμούξου την έχει την Μαρία ο Μάκης και θα μου την φάει στο τέλος.
- Ποιος μωρέ; ο τσιριμπίμ τσιριμπόμ; Σαν φιλενάδες τα λένε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο Σκοπιανός.

Μας ζαλίσανε τα αρχίδια οι φυροματσεντόνες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Η αδερφή, ο πούστης, ο gay, η παλιόπουστα, η σκατολουγκρητία.

Αναφέρεται σε εκείνο το άτομο το οποίο συμπεριφέρεται ακριβώς σαν κοπέλα. Έχει επέλθει η πλήρης μετεξέλιξη και ο τύπος πλέον ταυτίζεται ψυχή τε και σώματι με το άλλο φύλο. Η κοπέλα η τελειωμένη συμπεριφέρεται με πουτανιά και δεν αφήνει τίποτα όρθιο στο πέρασμά του (ναι πάλι στα πέη αναφέρομαι).

Γιαννάκης: - Μπαμπά είμαι Gay
- Τι λες παιδί μου... Έχεις εσύ φίλες μοντέλα;
- Όχι μπαμπά.
- Έχεις σπίτι στη Μύκονο;
- Ούτε.
- Δουλεύεις στην τηλεόραση; - Όχι μπαμπά.
- Τότε τι gay είσαι ρε μαλακισμένο. Παλιόπουστα του κερατά είσαι, κοπέλα τελειωμένη...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η Ρωσίδα χορεύτρια σε σκυλάδικο (και δευτερευόντως σε στριπτιζάδικο)

Μπαλαλάικα = παραδοσιακό έγχορδο μουσικό όργανο

Η λέξη επεκράτησε λόγω της μουσικής χρήσης της, της εθνικότητας του οργάνου και την κατάληξης λάικα (που σχετίζεται με τα λαϊκά μαγαζιά αλλά και με την σκυλίτσα Λάικα από την Ρωσία.

- Πως θα γίνει να γνωρίσουμε καμιά μπαλαλάικα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σημαίνει ότι κάποιος είναι πούστης. Σε αντίθεση με άλλες εκφράσεις με την ίδια σημασία (π.χ. το πνίγω το λαγουδάκι κλπ.), η έκφραση αυτή δεν είναι διακριτική ούτε ιδιαίτερα κομψή. Από την άλλη, είναι σαφής, παραστατική και δεν αφήνει περιθώρια για αμφιβολίες. Ωσεκτουτού, μια μικρή δόση υπερβολής που περιέχει συγχωρείται.

- Ρε συ, έχω ένα θέμα αλλά είναι λίγο λεπτό...
- Ορίστε, ακούω.
- Ρε συ, ο Σούλης... Καλό παιδί, δε λέω, μουστάκι Κολοκοτρωνέικο, αλλά κάπου έχει μπει στο μυαλό μου ότι τον πασπαλίζει τον κουραμπιέ... Γιατί έχω δει κάποιες τάσεις...
- Τάσεις; Τι τάσεις, ρε μαλάκα; Αυτός τον παίρνει καδρόνι και τον βγάζει ροκανίδι... Έχουν βουίξει τα Πετράλωνα και συ έχεις μείνει ακόμα στις τάσεις. Άει καλά ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία