Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Ο ρουφιάνος, ο σπιούνος, ο καταδότης, το καρφί, ο undercover πληροφοριοδότης, αυτός που σε δίνει, συνήθως στεγνά. Μισητό και επίφοβο πρόσωπο.

Έκφραση που χρησιμοποιείται ευρύτατα στο Πολεμικό Ναυτικό, αλλά και γενικότερα - όπως πιθανολογεί βάσιμα ο υποφαινόμενος - στις Ένοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας. Η χρήση της επεκτείνεται εν δυνάμει και σε πολιτικά συμφραζόμενα. Δεν θα είναι άλλωστε η πρώτη φορά που θα συμβεί κάτι τέτοιο.

Στο Πολεμικό Ναυτικό, η θέση του δώστη είναι θέση θεσμική. Σε κάθε υπηρεσία, π.χ. ένα πολεμικό πλοίο, υπάρχει κι ένας δώστης, τον οποίο κανείς δεν γνωρίζει. Αυτός επικοινωνεί απευθείας με την Ασφάλεια, π.χ. αν παρατηρήσει να παίζουν τίποτα ναρκωτικά κλπ, καρφώνει όμως αρμοδίως και τυχόν παρατυπίες σχετικές με εκτέλεση καθηκόντων. Αν δλδ ο καθένας πάνω στο πλοίο, από τον καπετάνιο μέχρι το τελευταίο ΕΠΟΠ αρμένι, κάνει καλά τη δουλειά για την οποία πλερώνεται. Σε μεγαλύτερες υπηρεσίες, π.χ. φρεγάτες, οι δώστες μπορούν να είναι και δύο. Πάντως ένας υπάρχει στάνταρ.

Κανείς δεν ξέρει ποιος ειναι ο δώστης. Όλοι υποπτεύονται όλους. Δώστης μπορεί να είναι οποιοσδήποτε, δεν παίζει ρόλο ο βαθμός. Εξαιρείται ίσως ο καπετάνιος, ακριβώς διότι αυτός λόγω θέσης δεν έχει κανέναν πάνω απ' το κεφάλι του, δεν δίνει λόγο σε κανέναν άλλο μέσα στο πλοίο. Κάποιος λοιπόν πρέπει να τον τσεκάρει κι αυτόν.

Αυτό το κλίμα καχυποψίας συντηρείται έντεχνα, έτσι ώστε κανείς να μην μπορεί να επαναπαυτεί και να χαλαρώσει. Πρέπει όσο μπορείς να είσαι προβλεπέ, ποτέ δεν ξέρεις από που μπορεί να σκάσει η πούτσα. Διαίρει και βασίλευε με δυο λόγια. Όλοι αλληλοϋποβλέπονται, και έτσι εξασφαλίζεται η πειθαρχία και η συνοχή του στρατεύματος.

Τη σημερινή εποχή, ο δώστης έχει υποκατασταθεί σε μεγάλο βαθμό από εξελιγμένα ηλεκτρονικά συστήματα παρακολούθησης. Βέβαια ο ανθρώπινος παράγοντας παραμένει εξαιρετικά χρήσιμος και αναντικατάστατος.

(πραγματικό περιστατικό από ναυτική άσκηση)

Το πλοίο βρίσκεται κάπου ανοιχτά της Σύρου. Η άσκηση τελειώνει σύμφωνα με το πρόγραμμα στις 12.00. Ο καπετάνιος μιλά στο κινητό με τη γκόμενά του, η οποία τον περιμένει σε δωμάτιο ξενοδοχείου στο νησί.

- Έλα μωρό μου, με κόβω κατά τις 11.30 να είμαι κοντά σου. Θα το λήξω νωρίτερα, δε βλέπω την ώρα να σε δω.

Με το που κλείνει ο κάπταιν, σκάει τηλέφωνο από «ψηλά»:

- Παρακαλώ κύριε, η άσκηση τελειώνει κανονικά στις 12.00. Να τηρηθεί το πρόγραμμα.
- Μάλιστα....

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ευκαιρία ονομάζουν οι ναύτες τα καράβια μεταφοράς προσωπικού Πανδώρα και Πάνδροσος που εκτελούν δρομολόγιο από το Ναύσταθμο Σαλαμίνας στον Πειραιά το μεσημέρι και αντίστροφα το πρωί, επειδή είναι δωρεάν η μεταφορά.

Το μεσημέρι που έχω έξοδο, θα πάρω την ευκαιρία και βουρ για τον Πειραιά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρόκειται για το γνωστό σαπιοκάραβο που ταξιδεύουμε όταν είτε δεν βρίσκουμε θέσεις στο «γρήγορο», είτε το προτιμούμε για το φθηνό εισιτήριο.

Γνωστά πλοία τέτοιου τύπου (μερικά δεν υπάρχουν) είναι τα: Ροδάνθη, Δημητρούλα, Παναγιά Εκατονταπυλιανή, Ποσειδών Εξπρές κτλ. Και αν απορείτε γιατί είναι σκυλοπνίχτες... ταξιδέψτε με λίγα παραπάνω μποφώρ :)

- Τελικά δε βρήκα εισητήρια με το γρήγορο για Νάξο. Θα πάμε με το... πώς το λένε...
- Κατάλαβα... με την Παναγιά την Σκυλοπνίχτρα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ἀπαξιωτικὸς χαρακτηρισμὸς, ἀρχικὰ γιὰ σκὰφη (συνώνυμο τοῦ σκυλοπνίχτη) στὴ συνέχεια δὲ καὶ γιὰ ὀχήματα διαφόρων τὺπων, μὲ ἀφορμὴ τὸ πολύνεκρο ναυάγιο τοῦ ὀχηματαγωγοῦ "Ἡράκλειο" κοντὰ στὴν βραχονησίδα Φαλκονέρα στὶς 8/12/1966.

Ὁ ὅρος χρησιμοποιήθηκε κατὰ τὰ τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ '60 καὶ τὴ δεκαετία τοῦ '70 καὶ μετὰ ξεχάστηκε.

Καὶ τὴ λὲς βαπόρι αὺτὴ τὴ φαλκονέρα; Ἐγὼ οὔτε γράμμα δὲ στέλνω.

Γιὰ ἄλλα ὀχήματα βρῆκα αὐτὸ:

Δύο μνημειακά τρόλεϊ, ένα εκ των οποίων μοναδικό στον κόσμο, παραλίγο να δημοπρατηθούν την Τετάρτη για σκραπ, αφού εκ παραδρομής είχαν μπει σε κατάλογο οχημάτων της ΟΣΥ ΑΕ προς εκποίηση.

H ιστορική «Φαλκονέρα», το μοναδικό τρόλεϊ που κατασκευάστηκε στην Ελλάδα, εν ώρα υπηρεσίας

Το πρώτο όχημα, με αριθμό κυκλοφορίας 1127, είναι η διάσημη «Φαλκονέρα», η οποία κατασκευάστηκε το 1967 και κυκλοφόρησε στους δρόμους της Αθήνας, με πλαίσιο Lancia, ηλεκτρικό εξοπλισμό CGE και αμάξωμα ελληνικής κατασκευής Βιαμάξ. Πρόκειται για το μοναδικό τρόλεϊ που παράχθηκε στην Ελλάδα και είναι ανυπολόγιστης ιστορικής αξίας. ἐδῶ

Βλ. και Φαλκονέρα lines.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

συμπλοιοκτήτης, συνιδιοκτήτης, μεριδιοῦχος.

Τὸ εἶχα ἀκούσει μὲ αὐτὴν τὴν ἔννοια ἀπὸ κάποιον παλιὸ ναυτικὸ πρὶν ἀπὸ ἀρκετὰ χρὸνια. Ὅπως λέει καὶ τὸ wiktionary ἦταν "όρος ιδιαίτερα διαδεδομένος στη νησιωτική Ελλάδα, στην ελληνική επανάσταση του 1821 οι περισσότεροι καραβοκύρηδες ήταν παρτσινέβελοι, αργότερα ο όρος εξελίχθηκε σε επίθετο." ἐδῶ

Κατὰ τὰ τελευταῖα χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας, τὴν ἐποχὴ τῆς μεγάλης ἀνάπτυξης τῆς ναυτιλίας στὴ νησιωτικὴ Ἑλλάδα (ἐξ αἰτίας τῆς συνθήκης τοῦ Κιουτσοὺκ Καϊναρτζῆ καὶ τῶν Ναπολεοντίων Πολέμων) ἦταν πολὺ διαδεδομένος καὶ ὁ θεσμὸς τοῦ συντροφοναύτη, δηλ. τοῦ ναύτη ποὺ πληρωνόταν, ὄχι μὲ μισθὸ, ἀλλὰ μὲ ποσοστὰ ἀπὸ τὰ κέρδη τοῦ πλοίου. ἐδῶ

Στα 15 τον έβαλε ο πατέρας του παρτσινέβελο, δηλαδή μεριδιούχο στο πλοίο του, και στα 18 του ναυπήγησε την πρώτη γαλιότα. (Ιωάννης Βαρβάκης) ἐδῶ

Ἡ λέξη μὲ σχεδὸν τὴν ἴδια ἔννοια (συνιδιοκτήτης) χρησιμοποιεῖται καὶ σχετικὰ πρόσφατα:

Τα βιβλία του τυπώνονταν στα καλύτερα τυπογραφεία της Αθήνας και, όπως γράφει στην Προσωπική Ικαρολογία το 1993 ο Γ.Π. Σαββίδης, «σιγά-σιγά, όλες οι εκδόσεις του Ίκαρου απόκτησαν ένα διακεκριμένο ύφος, εν μέρει οφειλόμενο στην εικαστική ευαισθησία των δύο παρτσινέβελων (συνιδιοκτητών), και στην προσωπική τους φιλία με τον Μόραλη και τον Τσαρούχη». (Εφημερίδα Το Βήμα, 10/8/1997) ἐδῶ

Τὀ wiktionary δίνει ὡς πιθανὲς ἐτυμολογίες: < ἰταλικά barcaiuolo / barcaiolo (βαρκάρης) ἤ τουρκικά parça (κομμάτι). Ἡ ἔννοια τῆς συνιδιοκτησίας μᾶς ὁδηγεῖ μᾶλλον στὴ δεύτερη.

Στὸ wiktionary καὶ στὸ Κερκυραϊκὸ Λεξικὸ τὴ βρίσκουμε μὲ 2η ἔννοια νοικοκύρης, ἀφεντικὸ.

Ὅλα κι ὅλα! Δὲ θὰ σὲ βάλω καὶ παρτσινέβελο στὸ κεφάλι μου!

  1. Τέλος στὸ γλωσσάρι τοῦ Τσιφόρου τὴν βρίσκουμε μὲ 3η ἔννοια

παρτσινέβελος = σύρτης

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

βαρδαμάνα η (ουσιαστικό) ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ :‹ βενετ. varda mano εδώ. Κυριολεκτικά σημαίνει : φυλάει (προφυλάσσει) το χέρι.

Πάνινο ή δερμάτινο κατασκεύασμα που τοποθετούμενο στον αντίχειρα καταλαμβάνει τη μισή επιφάνεια του χεριού και χρησιμοποιείται από τους ιστιοράφτες για τη διευκόλυνσή τους στο ράψιμο των ιστίων με την ειδική, χοντρή και μεγάλη βελόνα.

βαρδαμάναβαρδαμάνα

Επίσης χειραγωγός που σε περίπτωση τρικυμίας συγκρατεί αυτούς που βαδίζουν στο κατάστρωμα

ή

σκοινί απ` το οποίο κρέμονται τα σωσίβια

ή τέλος

βαρδαζέντα: ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ :‹ ιτα varda gente :φυλάει τους ανθρώπους εδώ

α) σκοινί που διευκολύνει τους άντρες του πληρώματος ν` ανεβοκατεβαίνουν κατά μήκος της κλίμακας,

β) βαρδαζέντες, σκοινιά χρήσιμα για την πρόληψη της πτώσης των αντρών του πλοίου στην κεραία (των παλιών ιστιοφόρων).

Δεν τρυπιέται το πανί με τη βελόνα σκέτη, θα φας τα χέρια σου! Πάρε τη βαρδαμάνα.

Πρόσεχε έχει πολύ θάλασσα! Κρατήσου από τη βαρδαζέντα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όρος ο οποίος προέκυψε από φίλο, ο οποίος διατηρούσε την δεκαετία του '90 κοσμηματοπωλείο στην Μύκονο.

Πέρα από την στάνταρ πελατεία που προερχόταν είτε από τους ντόπιους είτε από τους τουρίστες, σημαντικό ποσοστό της πελατείας του μαγαζιού ήταν τα ξένα κρουαζιερόπλοια τα οποία έδεναν για λίγες ώρες στο λιμάνι. Οι καταστηματάρχες είχαν τα δρομολόγια των κρουαζιερόπλοιων και, όταν κόντευε κάποιο, όλοι έβγαιναν περιχαρείς στα σοκάκια και φώναζαν για παράδειγμα: Το Queen Elizabeth φτάνει σε τρία τέταρτα!!!Ετοιμαστείτε!!!

Με το πέρασμα του καιρού όμως και με την οικονομική ύφεση, τόσο το επίπεδο των τουριστών, όσο και η συχνότητα των περασμάτων των ξένων κρουαζιερόπλοιων, άρχισαν να φθίνουν. Οι καταστηματάρχες τοποθέτησαν λοιπόν τις ελπίδες τους και στα Ελληνικά πλοία και τουρίστες. Οι ελπίδες όμως αποδείχθησαν φρούδες,καθώς οι περισσότεροι τουρίστες αυτών των πλοίων ήταν συνήθως αδέκαροι ή πολύ μεγάλοι σε ηλικία (groups ΚΑΠΗ), με αποτέλεσμα οι πωλήσεις να μην ήταν αντάξιες των προσδοκιών τους.

Πολλές φορές μάλιστα απασχολούσαν τα μαγαζιά με πολλές ερωτήσεις για πανάκριβα κοσμήματα και για πολύ ώρα, μέχρι τελικά να αγοράσουν κάποιο τσαρμάκι ή «γκρέκα» (τα γνωστά δελφινάκια, Μεγαλέξανδροι, κίονες κ.τ.λ.) ευτελούς αξίας. Έτσι λοιπόν όταν ανακοινώνοταν η άφιξη αντίστοιχου πλοίου, όλοι περιλυπείς αυτήν την φορά φώναζαν: Το «Κούλα Εξπρές» πιάνει σε λίγο, κουράγιο...

Σημ.: Το «Κούλα» μπορεί κάλλιστα να αντικατασταθεί και με άλλα λαϊκά γυναικεία ονόματα, όπως Πίτσα, Τούλα, Πόπη κ.τ.λ.

Στην καθημερινότητα λοιπόν έχει περάσει πιά ο όρος, για να περιγράφει λούμπεν καταστάσεις και ξεπεσμένες/καγκουρέικες ορδές πληθών.

- Ρε μαλάκα σε τι κλάμπ μας έφερες; Τι γκόμενες είναι αυτές που μαζεύει το μαγαζί;
- Έλα ρε μην κάνεις έτσι. Θα έπιασε το Κούλα Εξπρές φαίνεται σήμερα. Αύριο θα είναι καλύτερα...

Κούλα καλεί Χαράλαμπο.... οβερ (από GATZMAN, 26/07/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ενίοτε εργοταξιακός ή και ναυτικός-βαπορίσιος (ανάλογα με το πού βρίσκεσαι).

Δεν διαφέρει σε τίποτα με τον κανονικό στιγμιαίο καφέ, νες ή φραπέ (δεν ισχύει για άλλου είδους καφέδες), παρά μόνο στον τρόπο ανακατέματος-χτυπήματος. Κοινώς, είσαι στην οικοδομή, δεν παίζει να κουβαλήσεις μαζί σου μιξεράκι και η γυναίκα σου ξέχασε να σου βάλει το σέικερ. Δεν πίνεις καφέ; Όχι βεβαίως. Παίρνεις δυο πλαστικά ποτηράκια, ε του πούστη, κάπου θα βρεις, και ρίχνεις τον καφέ με το νερό από το ένα ποτήρι στο άλλο (αρκετές φορές) καταφέρνοντας έτσι την τέλεια, λέμε τώρα, ανάμιξη. Βέβαια να μην περιμένουμε να κάνει και ΤΟΝ αφρό, μην το χέσουμε κιόλας, αλλά από τον αχτύπητο είναι καλύτερος.

Η ετυμολογία θαρρώ είναι αυτονόητη.

Ρε πούστη μου πάλι ξέχασα το σέικερ, έχει κανένας ποτήρια να κάνουμε κανένα οικοδομικό;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όργανον της τάξεως ανήκον εις το Λιμενικόν Σώμα.

Καλείται με απαξία έτσι, διότι κουρνιάζει στον προλιμένα σαν τους γλάρους, δηλαδή είναι γιαλατζή ναυτικός αλλά και διότι δεν είναι βεριτάμπλ μπάτσος (βλοσυρός, απειλητικός κτλ), είναι άοπλος και έχει μικρή γκάμα αρμοδιοτήτων, όπως άλλωστε και οι παρκόμπατσοι (δημοτική αστυνομία).

Αυτά όμως, μέχρι πρόσφατα (90'ς), που ήταν ακόμη κλειστά τα σύνορα (δηλ. χωρίς εκτεταμένη λαθρομετανάστευση-διεθνές έγκλημα κτλ) και που περιορίζονταν συνήθως σε καθήκοντα τροχονόμου των πλοίων και επεδίδοντο μετά μανίας στο τάβλι και στο καμάκι.

Μάλιστα, οι αδερφές τους εσνόμπαραν προτιμώντας τους άνδρες του πολεμικού ναυτικού, (που έχουν παρόμοια στολή), θεωρώντας τους τελευταίους πιο αρρενωπούς.

Τα παλιά χρόνια (μέχρι το '70), το ελληνικόν κράτος διέθετε αξιωματικούς του Λιμενικού Σώματος, αλλ' όχι λιμενοφύλακες, δουλειά την οποίαν έκαναν αμισθί τα, υπηρετούντα την θητεία τους, ναυτάκια επί 36-38 μήνες (χώρια οι φυλακές)...

Σε πολλές ταινίες του ελληνικού σινεμά, φαίνονται ναυτάκια εν στολή, με κορδέλα «Λιμενικόν Σώμα» στην ασπιρίνη, που δένουν και λύνουν κάβους ή κατεβάζουν κλίμακες εμπορικών (δηλ. ιδιωτικών) πλοίων, φυλάνε περίπολα στα λιμάνια κτλ.

Εξ άλλου, τα μεγάλα μηχανικά ή κατασκευαστικά έργα μέχρι πρότινος, τα αναλάμβανε ο Στρατός, που είχε (και έχει) τζάμπα εργατικό δυναμικό.

Σήμερα, οι περισσότεροι γλαρόμπατσοι είναι μοριοδοτημένοι πρώην μπακακοί (βατράχια των Ο.Υ.Κ.), ζόρικοι, ένοπλοι, φοράνε κάτι ξεγυρισμένες παραλλαγές, αντιμετωπίζουν τρελό λαθρεμπόριο στην ανοικτή θάλασσα (αλιευτικές παραβιάσεις Τούρκων-Ιταλών, μετανάστες, trafficking ανθρωπίνων ιστών/παιδιών/πορνών/ναρκωτικών κτλ), συχνά συνοδευόμενο από πιστολίδι και κάνουνε και search and rescue επιχειρήσεις άμα λάχει.

Οπότε, δέον όπως επινοηθεί νέος χαρακτηρισμός.

- Τί έγινε, γιατί δε μας αφήνουνε να μπούμε στο καράβι;

- Τσακώνονται οι νταλικέρηδες για τη σειρά με κάτι γλαρόμπατσους...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Απαξιωτική ατάκα που τονίζει την έλλειψη ουσίας και την ηλιθιότητα που χαρακτηρίζει την κατάσταση. Ετυμολογικά αν το πάρεις το ζήτημα, χέζεις και υποστηρίζεις ότι η βάρκα γέρνει, λες και είσαι κάνας ελέφαντας να χέσεις 25 κιλά σκατά. Συνώνυμα αυτής της έκφρασης είναι «τ' αρχίδια μου κουνιούνται δεξιά και αριστερά», «χέστηκε η φοράδα στ' αλώνι».

-

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία