Επιλεγμένες ετικέτες

Παρατσούκλι που είχαν δώσει κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου 1946-49 οι μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού στους άνδρες της νεοσύστατης Εθνοφρουράς. Τα μέλη της (οπλίτες και αξιωματικοί) ήταν παλαιοί έφεδροι προπολεμικών κλάσεων που αξιοποιούνταν σε δευτερεύουσες αποστολές, δηλαδή δεν ήταν μάχιμοι πρώτης γραμμής.

Η ονομασία αποτελεί προφανή αναφορά στον υπέργηρο πρωθυπουργό του Εμφυλίου Θεμιστοκλή Σοφούλη, πιθανώς δε και στη σχετικά προχωρημένη ηλικία των εν λόγω ενστόλων (32-35 ετών).

Ο γούγλης δίνει δύο χτυπήματα αλλά η πρώτη καταγραφή έχει πάρει το μπούλο με συνοπτικές διαδικασίες. Το βιβλίο με τη δεύτερη, ατυχήσατε. Ένεκα η στενότης προτίμησα να ξαναπάρω την Ιλιάδα που μου έλειπε χρόνια (φτου μου). Να βολευτείτε με τα βρισκούμενα, α μα πιά.

Το νέο σώμα της Εθνοφρουράς προέκυψε από την ανάγκη να περιοριστούν οι μονάδες των ΜΑΥ και ΜΑΔ [...] κατέληξαν στην απόφαση για την δημιουργία εκατό ταγμάτων [...]. Ο τελικός στόχος ήταν η πλήρης απαλλαγή του στρατού εκστρατείας από στατικές αποστολές και υποχρεώσεις φρούρησης. [...] κλήθηκαν υπό τα όπλα κλιμακωτά οι παλαιές κλάσεις του 1934 ως και του 1936 [...]. Η ονομασία πάντως που τους έδωσε ο αντίπαλος, οι μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού ήταν "γεροσοφούληδες"!

Γιώργος Μαργαρίτης, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ 1946-1949. Εκδ. Βιβλιόραμα 2001.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Περισσότερο στη Θεσσαλονίκη και μία-δύο γενιές πριν, το γκαγκάν, (άπαξ αυτή τη φορά) σημαίνει κάτι ωραίο και πετυχημένο. Όπως το τζιτζί.

Πρέπει να είναι προϊόν της γενιάς των γουέστερν, αλλά σαν τον μπρούκλη, στην αρχή ήτανε ο πλούσιος ελληνοαμερικάνος, ντυμένος στην πένα, με αμάξι, που τον ζηλεύανε όλοι, ενώ μετά έγινε ο κιτσάτος, κραυγαλέος τύπος που κάνει τον καμπόσο.

  1. - Περνάμε ζωή γκαγκάν

  2. - Σου έφτιαξα το αμάξι και στο έκανα γκαγκάν!

(από joe909, 08/08/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γκαζοζέν ήταν κάτι τρόλεϊ που κάναν δρομολόγιο Κολιάτσου - Παγκράτι στην δεκαετία του 50 και για καύσιμο χρησιμοποιούσαν φιάλες υγραερίου.

Παραληρηματικά, γκαζοζέν, σύμφωνα με το νέο αλεφάντειο θεώρημα, είναι ο Ζιλμπέρτο Σίλβα, κατά τα άλλα εξέχων βραζιλιάνος ποδοσφαιριστής του βάζελου, ο οποίος γυρνάει άσκοπα δεξιά αριστερά στο γήπεδο αγκομαχώντας σαν το παλιό υγραεριοκίνητο τρόλεϊ.

- ... στο κέντρο έπρεπε να παίξει ο Ζιλμπέρτος και όχι σέντερ μπακ που τον έβαλε ο Νιόπλιας, και τον εξέθεσε μου θύμιζε γκαζοζέν! Σαν τα λεωφορεία στην Κατοχή, που είχαν πίσω κάτι μπουκάλες με υγραέριο, ανέβαιναν τους δρόμους και αγκομαχούσαν! Δεν μπορούσε να στρίψει ο κακομοίρης ο Ζιλμπέρτος...

(από polemarxos90, 06/10/10)For Italians Adequate Technology= FIAT (από anchelito, 07/10/10)

Ο κυριολεκτικός αυτός ορισμός του χρήστη δεν είναι σωστός, συμπληρώνεται όμως ορθά από τον χρήστη anchelito σε σχόλιο κάτω από το λήμμα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ξεκομμένος στρατιώτης, συνήθως φρουρός σε προκεχωρημένο φυλάκιο, αγγελιαφόρος κλπ που σβερκώνεται από τους οχτρούς με σκοπό την απόσπαση πληροφοριών.

Μαλερεζμάν δεν έχω το πρωτότυπο κείμενο του β' παραδείγματος για να δούμε την αντίστοιχη αγγλική ορολογία, και δεν έχω ιδέα κατά πόσον η προφανής εννοιολογική σύνδεση είναι ντόπια ή εισαγωγής.

Όταν τέλειωναν -πολύ γρήγορα- "τα πολιτικά", αρχίζανε οι ατέλειωτες διηγήσεις για μάχες [...] για την προσωπική παλικαριά [...] για τον Θεσσαλό ομαδάρχη που [...] αναποδογύρισε ολόκληρη διμοιρία του αντιπάλου. Ή για την μικρόσωμη λαζού αντάρτισσα που [...] περνά μόνη, ντυμένη γυναικεία, στα μετόπισθεν, "πιάνει γλώσσα" σε μιά πηγή κι οδηγεί στη βάση της έναν λοχία -κοτζάμ άντρακλα- του κυβερνητικού στρατού.

Θωμάς Δρίτσιος, Από τον Γράμμο στην πολιτική προσφυγιά, εκδ. Δωρικός, 1983.

Οι λόχοι αναγνώρισης των σοβιετικών μεραρχιών έβγαιναν έξω κάθε βράδυ προσπαθώντας να αιχμαλωτίσουν όσο το δυνατόν περισσότερες "γλώσσες". Δύστυχοι φρουροί και στρατιώτες που μετέφεραν μερίδες συσσιτίου αιχμαλωτίζονταν και μεταφέρονταν πίσω από τις ρωσικές γραμμές για ανάκριση.

Antony Beevor, Στάλινγκραντ, εκδ. Γκοβόστη 2004.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Κουμμούνι, σε πιο μπρουτάλ εκδοχή. Παλαιότατης κοπής ψυχροπολεμικό μπινελίκι σε βάρος αθεοαναρχοκουμμουνιστοσυμμοριτών κουκουέδων, σταλινοτσολιάδων, τσιπραλαβάνων αριστεριτζήδων, κ.ταλ. Μετά από πολυετή αφανισμό, η χρήση του μπινελικίου εσχάτως σαν να μπήκε σε τροχιά απενοχοποίησης.

Δέον να σημειωθεί ότι ορισμένοι λεβέντες απευθύνουν τον χαρακτηρισμό σε ευρύτερο πληθυσμό αποδεκτών, πιχί σε σοσιαλδημοκράτες, γιεγιέδες, οικολόγους, βενιζελόμουτρα, τεντυμπόυδες, ανάρχες, άπλυτα ταγάρια, και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις.

Αγγλιστί commie, γαλλιστί coco.

Από το δουπού: Khan.

- Τσε γκεβάρα ρε; Τι είσαι κομμούνι; Κομμούνια, κομμούνια θα γίνεται σαπούνια!!!
(εδώ)

- Χρυσαυγίτες μου φώναζαν «φύγε ρε κουμμούνι
(Νταλάρας, εκεί)

- Τα Κομμούνια και τα Μνημούνια.
(παραεκεί)

- Κομμούνι φαίνεσαι από τα μούσια σου!
(παραπέρα)

- Aντε ρε παλιοκομμούνι που δεν ασχολείσαι με φασισταριά!
(Η. Κασιδιάρης προς Λ. Κανέλλη).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εφήμερη σλανγκιά σε χρήση τη χρονική περίοδο πριν και μετά τις εκλογές του 1946, δηλαδή ακριβώς στην κόψη του ξεσπάσματος του Εμφυλίου. Με τη λέξη χαρακτηρίζονταν οι ξένοι (πλην ΕΣΣΔ που δεν συμμετείχε) παρατηρητές για την ομαλή διεξαγωγή των εκλογών.

Το προσωνύμιο οφείλεται στο περιβραχιόνιο που έφεραν οι εν λόγω λεβέντες, το οποίο παρίστανε μια κουκουβάγια, πανάρχαιο σύμβολο της σοφίας.

Η οριστική, όμως, απόφαση για αποχή αποδείχτηκε πως δεν ήταν αυτή που επιβαλλόταν. Γιατί, ενώ υπήρχε δυνατότητα πάλης τουλάχιστον στα μεγάλα αστικά κέντρα, αφέθηκαν εντελώς ασύδοτοι και ανεξέλεγκτοι οι εκλογομάγειροι ξένοι παρατηρητές, που αποκαλούνταν ειρωνικά «κουκουβάγιες», να εμφανίσουν την εκλογική δύναμη του ΚΚΕ και του ΕΑΜ με το απαράδεκτο ποσοστό 9,3%.

εδώ

     Για το αδιάβλητο των εκλογών ο ΟΗΕ αποφάσισε να στείλει 1.200 περίπου παρατηρητές (οι Ρώσοι αρνήθηκαν να συμμετέχουν), αυτοί έφεραν περιβραχιόνια με μια κουκουβάγια και την επιγραφή AMFOGE (Συμμαχική Αποστολή για την παρατήρηση των Ελληνικών Εκλογών), ο λαός τους ονόμασε οι «**Κουκουβάγιες**»

εκεί

The Insignia

A sleeve patch was authorized for wear by members of the three of AMFOGE contingents. According to one of the Mission's senior officers, there was hesitation on the part of the Army to authorize a shoulder sleeve insigne (SSI) for a unit that would exist for so brief a period. But given the importance and the international flavor of AMFOGE's mission, it is probable that the Army found itself pressured to approve an insigne by elements of the US Government.

The basic SSI depicts an owl (a symbol of wisdom) embroidered in blue on a central white field with a red border. Embroidered in white in the red border vertically flanking the owl are the words PAPATHPHTHS and EKLOGWN, which translate "observer of elections." Above the basic SSI, each contingent wore its own white on red tab: AMEPIKH (America), AGGLIA (Britain), and GALLIA (France). Those acting as interpreters wore a brassard bearing the SSI and a DIEPMHNEYS tab. Additionally, special ID cards were issued.

παραπέρα

Έβλεπα την "βοήθεια" των Άγγλων, τους χίτες, τις ψευτοεκλογές με κουκουβάγιες και το ψευτοδημοψήφισμα και στριφογύριζαν μέσα στο μυαλό μου Άγγλοι, Γάλλοι, Γερμανοί, Αμερικάνοι, λογής λογής ξετσίπωτοι "προστάτες" που έμπαιναν ως την κρεβατοκάμαρά μας [...]

Εγώ, ο Μανώλης Αξιώτης...Η περιπετειώδης ζωή του ήρωα των "Ματωμένων Χωμάτων".

Εκδ. Μπαλτά, 2016

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μέρα που είναι, ας καταγραφεί η λαϊκή ονομασία του φράκου στα χρόνια του '40 και πιο πίσω. Για πιο μετά δεν ξέρω, ούτε ξέρω αν στέκει ο ενικός που έβαλα στο λήμμα. Αυτά.

Έτσι ήλθαν οι Γερμανοί στον τόπο μας και μας σκλαβώσανε. Μα για μας, για το λαό μας, καμιά κηλίδα δε θα μπορούσε να προσαφθεί, ότι εγκαταλείψαμε τα εδάφη μας. Αυτή θα κολλούσε, όταν δεν ξεσηκωνόμαστε. Τι μπορούσαμε να περιμένουμε απ' αυτούς που φορούσαν τα κλακ και τα μπακαλιαράκια; Τι μπορούσαν να μας πούνε αυτοί; Το μόνο που βρίσκανε να μας λένε ήτανε: «Ησυχία, παιδιά, και τάξη. Κάναμε κυβέρνηση, ησυχάστε»!

Από τον λόγο του Άρη στην απελευθερωμένη Λαμία, εδώ

Οι μαέστροι και οι μουσικοι ορχήστρας φορούν φράκο(ιματίδιον). Οι δυο πλευρές του ιματιδίου λέγονται μπακαλιαράκια. εκεί

Μπακαλιαράκια είναι οι βελάδες, αν δεν κάνω λάθος. Και φράκο να το πεις, μέσα είσαι. Νομίζω ότι ονομάστηκαν έτσι (ασεβώς) επειδή οι δυο ουρές του ενδύματος κρέμονταν από πίσω σαν την ουρά μπακαλιάρου. Από συζήτηση στη Λεξιλογία

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο στόκος, ο μπουνταλάς, ο μπουμπούνας, το χάπατο. Τύπος αφελής, χοντροκέφαλος και πεισματάρης.

Πάντα στο ουδέτερο, το ντουρντουβάκι. Βορειοελλαδίτικη λέξη. Ειδικότερα, συνηθίζεται στην Ανατολική Μακεδονία - και υπάρχει λόγος για αυτό.

Η λέξη χρονολογείται από την εποχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, όταν η Ανατολική Μακεδονία και η Θράκη βρισκόταν υπό Βουλγαρική κατοχή. Πολλούς νέους τότε οι Βούλγαροι τους έπαιρναν ομήρους και τους έστελναν στη Βουλγαρία σε καταναγκαστικά έργα. Οι όμηροι αυτοί λεγόταν ντουρντουβάκια. Η λέξη ντουρντουβάκι είναι παραφθορά του βουλγάρικου тру̀дови войски, τρούντοβι βόιτσκι = τάγματα εργασίας ή, ίσως, του тру̀дов войник, τρούντοβ βόινικ = φαντάρος αγγαρείας. Ανάλογα στη μετεμφυλιακή Ελλάδα ήταν τα τάγματα σκαπανέων στη Μακρόνησο.

Γι΄αυτούς που υπηρέτησαν στα βουλγάρικα τάγματα εργασίας, το όνομα ντουρντουβάκια έγινε μετά την απελευθέρωση τίτλος τιμής. Αλλά, οι αγγαρειομάχοι είναι πάντα παιδιά ενός κατώτερου θεού - και η λέξη αναπόφευκτα κράτησε και την απαξιωτική σημασία που είχε και το тру̀дов войник στα Βουλγάρικα.

  1. - Μα τι ντουρντουβάκι είσαι... τι πόντιος... αντί να μου πάρεις τηλέφωνο για να το προλάβω...μα είναι δυνατόν...! (Από φόρουμ)

  2. Τώρα θα πεις: και πού πάει η ιδεολογία; Ε, είπαμε και αυτή είναι καλή, όταν ταιριάζει ο ωροσκόπος και όταν ο οπουρτουνισμός το επιτάσσει, ενώ πάντα τα ντουρντουβάκια υπακούουν στο όνομα της σοφίας του κόμματος. (Δ. Σκαμπαρδώνης στην εφημερίδα «Μακεδονία», 07/12/08)

  3. Για να μην υπάρξει αντίσταση οι Βούλγαροι έπαιρναν όλους τους νέους σε τάγματα εργασίας, τα Ντουρντουβάκια (στα βουλγάρικα μπουνταλάς στρατιώτης), 70.000 συνολικά παληκάρια.

Τα ντουρντουβάκια τα έπαιρναν στη Βουλγαρία για καταναγκαστική εργασία, μέσα στο λιοπύρι, στα βουνά και τους κάμπους φτιάχνοντας δρόμους, σιδηροδρομικές γραμμές, με πενήντα δράμια νερό κάθε δύο ώρες, με ελάχιστο φαγητό και άγριους ξυλοδαρμούς. Οποιος απαρνιόταν την Ελληνική καταγωγή και γραφόταν Βούλγαρος γλύτωνε από όλα αυτά.

(Από συνέντευξη του Δημήτρη Μπατσιούλα, συγγραφέα του βιβλίου «Τα Ντουρντουβάκια»)

Όμηροι σε βουλγάρικο τάγμα εργασίας (από poniroskylo, 20/03/09)Το εξώφυλλο του βιβλίου του Δημήτρη Μπατσιούλα (από poniroskylo, 20/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παλιομοδίτικη, απ' όσο ξέρω παροπλισμένη έκφραση που σημαίνει: απολύω / ξηλώνω κάποιον από θέση που κατέχει. Όσον αφορά την απίστευτη παραστατικότητά της δεν θα επεκταθώ. Σταματήστε να τα ξύνετε, πιάστε καμιά σπάτουλα για εξάσκηση και κυρίως βάλτε λίγο τη φαντασία σας να δουλέψει.

Ξέρω μόνο πως αν σταματήσω να βαράω θα πάθω τόσα, που κανένας από σας δεν έπαθε. Ποιά ειν' αυτά? Δεν τα ξέρω. Ξέρω πως αν με ξύσουνε θα χάσω το ψωμί μου. Το ξέρεις κι εσύ αυτό.

Μ. Λουντέμης, Το κρασί των δειλών (1965).

Εγώ πέταξα στην άκρη πέννες και χαρτιά, ζώστηκα τη ζώνη μου κι έφυγα. "Το ξέρω, τους λέω, πως η μαφία σας θα φροντίση να με διώξη από 'δω" [...] Έτσι κι έγινε. [...] Η "μαφία" συνεννοήθηκε με τον δεκανέα του λοχαγού και με έξυσε. Δέχτηκα ατάραχος την...ποινή.

Δημ. Λουκάτος, Οπλίτης στο Αλβανικό μέτωπο, Ημερολογιακές Σημειώσεις 1940-41. Εκδ. Ποταμός.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Χαρακτηρισμός για τους δεξιούς στο ελληνικό γεωγραφικό διαμέρισμα της Μακεδονίας. Μέχρι τα τέλη του 20ου αιώνα (τουλάχιστον) το άκουγες από στόματα αριστερών και πασοκατζίδων για τους νεοδημοκράτες, νωρίτερα για τους ερετζίδες και λοιπούς δεξιούς της εποχής.

Ετυμολογείται από το σλαβομακεδόνικο/βουλγάρικο Охрана που σημαίνει "προστασία".

Στο Β'ΠΠ στη Βόρεια Ελλάδα έλεγαν επισήμως Οχράνα τα ένοπλα τμήματα δεξιών σλαβόφωνων Ελλήνων που τάχτηκαν υπέρ της Βουλγαρίας. Επειδή όμως η ελληνική δεξιά τα είχε συνήθως καλά με τους καταχτητές και είχε τη τάση συνεργασίας με αυτούς, αλλά και με τους Βούλγαρους και Έλληνες σλαβόφωνους φασίστες στην κατοχή, οι βορειοελλαδίτες έβγαλαν τους Έλληνες δεξιούς οχράνες. Δεν συσχετίζεται με τη ρωσσική Οχράνα των Τσάρων. Δεν γνωρίζω αν πλέον χαρακτηρίζουν έτσι και τα ναζίδια.

-Κουπούκι, οχράνα, δραμινέ θα σι πιτάξω τη τσάσκα στο κιφάλι άμα ξαναπείς τέτοια για τον Αντρέα (σ.σ. Αντρέα Παπανδρέου), άιντε από 'δω παλιοκουπούκι ακάθαρμα...

:S

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία