Ετυμολογικά σχετίζεται με το χάρχαλο.

Κατά τον Αντώνιο Ν. Βάλληνδα (Πάρεργα: Φιλολογικά πονημάτια 1887) σημαίνει «κώδων κακοήχως σημαίνων».

Επίσης, «το βελανίδι που μαζεύεται το φθινόπωρο» (όπως αναφέρει εδώ ο xalikoutis).

Σήμερα:

1. Όταν πρόκειται για γυναίκα,

  • σημαίνει την άσχημη γεροντοκόρη, τη χοντρή και πλαδαρή γυναίκα.
  • σήμερα χρησιμοποιείται σαν το πουτάνα και τα συναφή όπως λέει εδώ ο xalikoutis. Συνώνυμο το χαρχάλω (κατά μια έννοια).

    Όμως, αρχικά, σήμαινε τη χοντρή και πλαδαρή πουτάνα που ‘χε χρόνια στο κουρμπέτι (οπότε αφενός πεπειραμένη, αφετέρου γριά, για το λειτούργημα) στυλάκι: «κλάσε λιγάκι μωρή, να βρω το δρόμο» -ίσως εδώ(;!) να έγκειται κι η πιθανή συγγένεια με το «χαρχαλεύω».

2. Τρύπα (που εύκολα συσχετίζεται με το πουτάνα).

3. Όταν πρόκειται για κάποια μηχανή (συνήθως αυτοκινήτου ή μοτοσικλέτας, αλλά όχι μόνο) ουσιαστικά έχει την ίδια ακριβώς έννοια με το χάρχαλο, το χάρβαλο και (κατά μια έννοια) με το χαρχάλω με έμφαση στο ό,τι κάνει θόρυβο λόγω παλαιότητας και/ή υπερβολικής χρήσης, ενώ εννοείται πως είναι προς αντικατάσταση (που θα έπρεπε να έχει ήδη γίνει αλλά αναβάλλεται για οικονομικούς λόγους) γιατί είναι ξεχαρβαλωμένη, σαραβαλιασμένη.

4. 'Οταν πρόκειται για χρήματα σημαίνει

  • το εύκολο, μαύρο χρήμα που προέρχεται από διαπλοκή,
  • τη μεγάλη μάσα, το φαγοπότι μεγάλων ποσών.

    5. Η έκφραση μ’ έφαγε η χαρχάλα κατά το Λαρ’σινό Λεξ’κό σημαίνει τον ήπια, τα ‘παιξα, τα ‘φτυσα, τα είδα όλα.

6. (Στην Κρήτη, κυριολεκτικά), η σφενδόνα. Προέρχεται απ’ τη διχάλα κι αυτή απ’ το αρχαίο χαλή (χηλή) - αφιερωμένο στον xalikoutis που το ‘χε απορία εδώ.

Παρεμπιπτόντως, απ’ εδώ προέρχονται:

  • τα Κρητικά: το χαχάλι, η χαχαλόβεργα και τα Χιώτικα: το χάχαλο, ο χάλος, το χαλούνι, ο χαχάλης (το κλαδί ή το ξύλο ή σίδερο που καταλήγει σε διχάλα –το δικράνι - αλλά και το σχήμα V),
  • η Κρητική χαχαλιά (η χούφτα - και σαν μονάδα μέτρησης μικροποσοτήτων).
  1. «…Όντας όμως πρακτικός άνθρωπος, σκέφτηκε πως αν έλεγε πως παντρεύεται για την περιποίηση του ορνιθώνα του, σίγουρα θα τον εκλάμβανε (η γριά προξενήτρα) για κανέναν αγροίκο ορεσίβιο και ασφαλώς θα του φόρτωνε καμιά χαρχάλα…»

  2. «…Παραπονείται επίσης, στον έναν από τους δυο σιδηροδρομικούς …. ότι στις τουαλέτες του τρένου που πήγε πριν από λίγο να κάνει την ανάγκη της, δεν είχε νερό. Ο σιδηροδρομικός, …., το παίρνει κατάκαρδα. -Έλα εδώ μωρή καριόλα!.. Που θα μου πεις εμένα πως δεν έχει νερό το βαγόνι!.. Που δεν ξέρεις που παν τα τέσσερα, κωλόβλαχα!.. Έλα εδώ μωρή φακλάνα. Να σου δείξω εγώ αν έχει ή δεν έχει νερό το τρένο... Γιατί φεύγεις μωρή χαρχάλα; Έλα ‘δω!....»

  3. «… η ωραία κίνηση ήταν η πάσα πριν το γκολ! Εκεί που αδειάστηκε η άμυνα! Από κει και πέρα ο παίκτης ήταν ελεύθερος πια με καθαρό οπτικό πεδίο είδε την χαρχάλα που άφησε ο πορτιέρο και με ένα καλό τωόντι σουτ έγραψε…»

  4. «…Και με αυτά τα λόγια σηκώνει το μαστίγιο και το κατεβάζει πάνω στον πισινό μου. Αυτή τη φορά, το χτύπημα δίνεται έτσι ώστε η λουρίδα να χωθεί σαν φίδι ανάμεσα στα σκέλια και να προσβάλει την χαρχάλα που χάσκει ανοιχτή…»

  5. «…Ναι, υπάρχει το ταξί. Αλλά κοστίζει περισσότερο από μια κακοσυντηρημένη χαρχάλα που δυστυχώς τα ΚΤΕΟ επιτρέπουν να κυκλοφορεί….»

  6. «…Εδώ συζητιέται αν το Samsung Omnia (WM 6.1) θα είναι καλύτερο από το iPhone και θα είναι η χαρχάλα της Nokia με το «φοβερό» Symbian Touch UI καλύτερο; Χα Χα….»

  7. «…Μα η τελευταία Νομαρχιακή απόφαση του Ψωμιάδη δεν ήταν και πάλι χαρχάλα χρήμα στον εξυπνάκο μας από την καύση σκουπιδιών; έλεος πια!! …»

  8. «…Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης επί ΠΑΣΟΚ έβγαζε από τις επιτροπές 19,000€. Αυτό είναι γραμμένο σε αγωγή Πασοκτζή Προϊσταμένου που αντικαταστάθηκε τον Αύγουστο του 2004 και ζητάει αποζημίωση γιατί αντικαταστάθηκε «παράνομα» και ζημίωσε. Γι' αυτό και το μένος της κυρίας που φαίνεται ότι είχε γλυκαθεί στην χαρχάλα. Όλα τα άλλα (διδακτική εμπειρία κλπ) είναι φούμαρα για αφελείς….»

  9. «…ο “τζάμπα” λιγνίτης δυστυχώς η ευτυχώς τελείωσε για τις επόμενες γενιές. Τώρα τα κοράκια βάλαν μάτι στα υδροηλεκτρικά Αώο, Αχελώο, Αξιό κλπ. Εκεί είναι το ζουμί και η χαρχάλα….»

  10. «…Γιατί μ’ έφαγ’ η χαρχάλα μαζί σ’ πια Νάσου. 2 χρόνια μι πιλατέβεις…»

  11. «…Η χαρχάλα στην κολότσεπη μία φέτα ψωμί με ζάχαρη ή ξυσμένη ντομάτα με ρίγανη στο χέρι, δίπλα μας το αυτοσχέδιο πατίνι με ρόδες τα μεγάλα ρουλεμάν της παλιάς αλωνιστικής και μπρος για κατηφόρες, φωνάζοντας στους άδειους δρόμους και στις όμορφες γειτονιές...»

(όλα απ’ το δίχτυ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επειδή είναι εξαιρετικά σπάνιο να τελειώσει το γκάζι στον αναπτήρα του αρειμάνιου καπνιστού, εάν δεν τον χάσει ή κάποιος συνδαιτυμόνας του τον καβαντζώσει κατά λάθος (λέμε τώρα), η συγκεκριμένη έκφραση χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει συνήθειες από κάτι τύπους ξεζουμίστρες, που καταναλίσκουν όλα τα ενδεχόμενα, τα εναλλακτικά σενάρια, την υπομονή των συνεργατών τους κ.α., μέχρι τελικής πτώσεως.

Ως εκ τούτου, με κάπως ελεύθερη προσέγγιση θα μπορούσε να αντικαθιστά το «διυλίζω τον κώνωπα» ή το «κάνω την τρίχα τριχιά». Επιπλέον, θα μπορούσε να αναρτηθεί και στη μακρά λίστα των αιτιατικών του γκέουλα (τον ξυρίζει τον σκίουρο, τον φυσάει τον κουραμπιέ), ένεκα που δεν σημαίνουν τίποτις ιδιαίτερο, όπερ και χάριν διακριτικότητος εκφέρονται.

  1. - Πω ρε Μάικ, τι ψείρας είσαι; Ξεκόλλα επιτέλους! Τον άδειασες τον αναπτήρα!

  2. - Τον είδες τον μικρό φιρφιρίκουλα που έφερε τους φραπέδες στον δεύτερο; Μάλλον τον αδειάζει τον αναπτήρα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνώνυμα: λέει μαλακίες, τον γράφω στα αρχίδια μου.

- Άμα έρθω εκεί θα σου πω εγώ ποιος είναι μαλάκας...
- Ρε δε πά' να γαμηθείς να ασπρίσεις;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η μεταφορά αυτή λοιπόν χρησιμοποιείται για τους μουνόδουλους, τα όντα που όταν δουν οτιδήποτε θηλυκό γίνονται μπουχοί και το παίρνουν από πίσω. Περιγράφει γλαφυρά την δύναμη της γυναίκας και την επιρροή της πάνω στο ανδρικό φύλο.

Εγώ πάντως το εκλαμβάνω ως εξής: ο άντρας για να ρίξει σεχ θα κάνει ότι πιο μαλακισμένο θέλημα του ζητηθεί από το εν λόγω θηλυκό.

— Πάει και ο Σάκης, τον είδες; Όλα τα ψώνια τις πληρώνει.
— Μουνόδουλος τέζα. Αν δεις καράβι στο βουνό, μουνί θα το 'χει σύρει...

(από Galadriel, 14/09/12)

Βλ. επίσης και το μουνί σέρνει καράβι και το αιδοίο σύρει πλοίο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παλαιά ιαχή της μαρίδας κατά αγριοπουστάρας στην παλιά Αθήνα.

Βέβαια, η Φτερού κι η Πάολα, που σύχναζαν στο «Καφέ Σπορ» κοντά στην Ομόνοια (όπως κι ο «Σωτηράκης» Μπέλλου), έβαζαν στη θέση τους τυχόν κουραδόμαγκες και τους βλάχους που τις έκραζαν.

Κάποιος θηλυπρεπής ντιστεγκές, καλούμενος από τον Φωτόπουλο να πάρει παραγγελία, αφού τον πέρασε για γκαρσόνι (φορούσε άσπρο κοστούμι με μαύρο παντελόνι), απήντησε με χάρη: Δεν θα μπορέσωωω!

Οι νεοέλληνες (όπως κι οι νεότουρκοι) αυτο-θεωρούνται πολύ άντρηδοι και σκώπτουν ανηλεώς τις αδερφές, αλλά τα φαινόμενα απατούν.

Αποκαλούν με θυμηδία «πούστηδες» τους Εγγλέζους, επειδή οι αδερφές στην Αλβιόνα κυκλοφορούν ελεύθερα, αλλά όλο σ’ αυτούς τρέχουνε για να σπουδάσουνε. Κατά την ίδια λογική, οι Εγγλέζοι θα πρέπει να είναι και ανάπηροι, αφού τα καροτσάκια μηδαμώς εμποδίζονται να κυκλοφορούν ισότιμα.

Καλύτερα να μην κατεβάσουμε κανα σεντόνι, με παράξενες ιστορίες για κωλοχανεία (τουρκ. κιουλ-χανέδες), τα κιοστέκια, τα ιτς ογλάνια, τα τσιμπούκ τσογλάνια των καπετανέων του βουνού (από Αντρούτσο μέχρι Βελουχιώτη), την μύηση στα επαγγελματικά ινσάφια (σινάφια) της καθ’ ημάς Ανατολής, ούτε και στα καφέ-πουστ της Ευρώπης, όπου μόνιμοι θαμώνες ήταν (και είναι) Ρωμηοί, Άραβες και Τούρκοι...

Εξ άλλου, οι εν Ελλάδι τραβεστί ιερόδουλες πολλαπλασιάζονται σήμερα σαν τα μανιτάρια, ενώ ο Άνταμ Σμίθ διετύπωσε την θεωρία προσφοράς – ζήτησης εδώ και τρεις αιώνες...

- Μαλάκες! Πουστράκι!
- Όοοοοοοοοοοααααααααααα! Πνίχτε τον με λουκουμόσκονη!

Ν. Ασιμος - Όλοι Δηλώνετε Ιδιότητα (από johnblack, 11/09/09)ο Ανδρέας, "η Φτερού" (από ΠΡΩΤΕΥΣ, 16/07/10)ALOMA (από ΠΡΩΤΕΥΣ, 16/07/10)...έγραφε η "Αυριανή" για τον Μάνο Χατζιδάκι (από σφυρίζων, 04/10/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρονικά μεταβαλλόμενη φράση (παίζει η ημέρα), με την οποία κρίνεται η εξωτερική εμφάνιση κάποιας.

Δηλώνει τον μη ενθουσιασμό για την εμφάνιση τη κρινομένης, μη απορρίπτοντας όμως την υποβόσκουσα επιθυμία για βραχύβια και βραχυχρόνια σεξουαλική συνεύρεση μαζί της.

Χρησιμοποιείται κατά κανόνα από τον ερωτικά πεινασμένο, ο οποίος κοιτά και κρίνει οτιδήποτε περνάει από μπροστά του, προσπαθώντας, πάντα ανεπιτυχώς, να κρύψει την αγαμοσύνη του. Το εν λόγω άτομο συνοδεύεται συνήθως από φίλο αντιστοίχων επιδόσεων.
Η κατάληξη της βραδιάς είναι σχεδόν πάντα ίδια και δεδομένη.

(Γνωστή μπακουροσυζήτηση: )
-Δες αυτή ρε μαλάκα! (σωστή χρήση του όρου)
-Ποια ρε μαλάκα;
-Αυτή που περνάει με το μαύρο κολάν
-Ε!, για Δευτέρα βράδυ, καλή είναι.

Δε γίνεται Σάββατο! (από Galadriel, 19/11/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επιχείρημα απελπισμένου και πάσχοντος από χρόνια αγαμία, ο οποίος διακατεχόμενος επίσης από εκφυλιστικές τάσεις, προσπαθεί να κάμψει τις όποιες αναστολές του εταίρου παρόντος, που δείχνει να θέλει αλλά ταυτόχρονα να φοβάται τους χαρακτηρισμούς πούστης, λόμπας, πισωγλέντης κλπ φαντάζοντας δε στα μάτια του πρώτου ως ξερολούκουμο, τρυφερό πόδι, κλπ.

- Πω-πω αδερφέ μου έχω κάτι κάβλες!!! -Σιγά-σιγά θα μας γαμήσεις όπως πάς.
- Μην ανησυχείς μωρέ, με μια φορά, πούστης δε γίνεσαι.
(30' αργότερα)
-Με την δεύτερη γίνεσαι;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είμαι τόσο αδερφή που, όταν κρατάω τσιγάρο, τσακίζω στο ύψος του ώμου τον καρπό του χεριού που κρατάει το τσιγάρο, για να μιμηθώ την κομψή γυναίκα. Έτσι λοιπόν, καίω τη βάτα του σακακιού μου...

Βλ. και πνίγω το λαγουδάκι, την τρίζει την όπισθεν, κλπ

- Καλά, δεν βλέπει η Μαρίνα πως αυτός που παντρεύτηκε είναι αδερφάρα; - Τι να σου πω, δεν ξέρω... Φαίνεται όμως με τη μία ότι ο τύπος την καίει την βάτα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία