Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

- Τι είναι αυτά ρε; Winston μπλε πήρες ρε καρκινιάρη;

- Βρε καρκινιάρη, κι άλλο άναψες;»

- Δες τον καρκινιάρη, έχει να κάνει μπάνιο τρεις μέρες!

- Πω ρε μαλακα καρκινιάρη, πάλι dubstep ακούς;

Βλέπε και καρκίνος και φάρσες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η φράση χρησιμοποιείται για να τονίσει την επίδραση μιας ουσίας στην νοητική κατάσταση του ομιλούντα. Είναι συνώνυμο του την άκουσα, μόνο που εδώ χρησιμοποιείται για γενικότερο αποτέλεσμα ανεξάρτητα από θετική ή αρνητική σημασία.

  1. - Συγκεντρώσου λίγο στο παιχνίδι ρε, χάνουμε. - Άσε, μου την είπανε οι μπύρες και είμαι ζαβλακωμένος τώρα.

  2. - Τι έχει ο Σωτήρης; - Του την είπε ο μπάφος...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το υπερβολικό άκουσμα από φούντα. Συνήθως η ευφορία από το μαύρο μετατρέπεται σε άσχημη κατάσταση.

Μετά από μία μπαφοκατάσταση σε ένα μπαφόσπιτο ενός φίλου έχοντας πιει άγνωστη ποσότητα καλής φούντας (καλαματιανό, πυργιώτικο, skunk, κ.α.) ένας από την παρέα σκαλωμένος με το μωσαϊκό στο πάτωμα ξερνάει επί τρία λεπτά ασταμάτητα και μετά δεν μπορεί να κουνήσει ούτε το βλέφαρο του. Εκείνη τη στιγμή λέμε ότι ο φίλος είχε πάθει μπακακάου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δεν επρόκειτο αγαπητοί μου δια τον τεχνίτη οικοδομικών τε και μη εργασιών, αλλά δια τον ιδιαίτερα ικανό εις την ιεράν τέχνη του μπάφινγκ, κοινώς πάτα-ρούφα-τράβα-τόνε, άναφτώνε κτλ.

Μάστουρας καλείται όποιος ημπορεί να μεταλαμπαδεύση δε τας σ' εαυτόν γνώσεις εις νεοφώτιστον νεανίαν. The legend lives on!

Πρεζοκλής: - Καλημέρα νέοι μου, καλώς ήλθατε εις την σχολήν πρεζοκομικής, χασισοφουντικής, εμπορίας και διακινήσεως!

Χασικλόφρων: - Δάσκαλε... εεε μάστουρα εννοώ, πότε θα μάθουμε να στρίβουμε; Γουστάρω τρελά δικέ μου κι έτσι...

Πρεζοκλής: - Σιωπή αναιδέστατε! Οποία γλώσσα! Ίνα τιμωρήσω σε, φέρε μοι αύριο 100 στίχους του Βωβού Μάρλεϊου και 50 του Δημητρίου Μορρισωναίου!

(Ημερίς χασιστών τε και φουντικών)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που παρίσταται σε μπαφοκατάνυξη χωρίς να συμμετέχει άμεσα (χωρίς δηλαδή να φουμάρει), αλλά που φτιάχνεται (ή ισχυρίζεται πως φτιάχνεται) από τα ντουμάνια των άλλων. Εννοείται πως για να είναι στοιχειωδώς ακουστικά τα εν λόγω ντουμάνια, η φάση πρέπει να λαμβάνει χώρα σε κλειστό/εσωτερικό χώρο και ουχί δημοσία.

Ο ντουμανάκιας είναι μυστήρια περίπτωση ανθρώπου, έλκεται και ταυτόχρονα απωθείται από την παρακμή (την οποία εκπροσωπεί η μπαφοσύναξη). Κατά βάθος δε γουστάρει τα ντραγκς (ίσως γιατί του είχε πει η μαμά του να προσέχει) απ' την άλλη κωλοτρίβεται, επιθυμώντας να λογαριάζεται μέρος της ομάδας.

Διατρέχει κίνδυνο να τον ψιλοκράξουν ως φλωράντζα, το προτιμά όμως από το να την πουλέψει τελείως εκ του σκηνικού. Ντουμανάκιας είναι δύσκολο να παραμείνει κανείς για πολύ: ή που θα αρχίσει να φουμάρει κανονικά υπερνικώντας τις αναστολές του ή που θα ψάξει για άλλη παρέα. Αυτά.

- Που να στα λέω, λιώσαμε χτες, θα ήπιαμε και δώδεκα τσιγάρα μη σου πω...
- Ποιοι ήσασταν;
- Εγώ, ο Αλεξάκης, η Μαρία κι ο κατσαρίδας...
- Αυτός δεν έφερε κι έναν ξάδερφό του;
- Ναι ρε, αυτός είναι ντουμανάκιας, δεν πιάνεται...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το χασίς καθώς και η ανάλογη φυτεία. Συνθηματικός όρος που χρησιμοποιείται στην Κρήτη για τις χασισοκαλλιέργειες. Η λέξη παίζει και με το πράσινο μίας έτσι κι αλλιώς κατάφυτης περιοχής.

- Ωραίο χωριό το (Χ)...
- Ναι, έχει πολύ πράσινο...

Τhe Kinks - The Village Green Preservation Society (από allivegp, 06/07/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η συνήθεια αρκετών κατεστραμμένων παρεών ολκής να πηγαίνουν το βράδυ έπειτα από διαρκές κάψιμο με ξύδια και χόρτα στο σπίτι αυτού που του χουν μείνει αλκοόλ και φούντες, ώστε να λάβει η ανεπίσημη αυτή γιορτή ένα τέλος, πιθανότατα όντας όλοι αλοιφή σε καναπέ κρεβάτια, καρέκλες και πατώματα (λες και δεν τα χουν ήδη χορτάσει αυτά, όλοι οι ρούκουνες!)

- Έλα πάμε στον Στελάρα να φάμε, και μετά τελετή λήξης στου Μήτσου.
- Καλά ρε δράκε, κι άλλο θες; Δεν χόρτασες κραιπάλες για σήμερα;
- Μόνο με την τελετή λήξης σταματάει, αφότου παραδώσουμε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ως καρκινιάρικες χαρακτηρίζονται οι τελευταίες τζούρες του μπάφου. Και αυτό διότι είναι καυτερές και ιδιαίτερα ανθυγιεινές και καταστροφικές για τον λαιμό και τα πνευμόνια. Δεν τις φοβούνται οι πεπειραμένοι μπαφόβιοι και τα χαρμάνια, οι οποίοι τις παίρνουνε αναλαμβάνουν να τελειώσουν το τσιγαριλίκι μέχρι και την τζιβάνα.

Συζήτηση μπαφοκατάστασης όπου κάποιος τα έχει παίξει:
- Ω ρε πούστη μου όλα γυρίζουν, δεν θέλω άλλο, θα ξεράσω! Σβήσ'το το γαμίδι!
- Καλά, καλά, χαλάρωσε και άσε τις καρκινιάρικες για μένα...

(από danielo, 17/01/09)

Δες ακόμη: καυτή, μπριζολάτη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρησιμοποιείται, στην διάλεκτο των ναρκωτικών, όταν το stuff δεν είναι καλό.

-Χάλια η ζα (ηρωίνη), δεν την άκουσα καθόλου, κιούσπα θα ήταν.

-Kιούσπα το χόρτο (χασίσι), από κάνα νεκροταφείο θα το έμασαν.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κατά νεανικό ευφημισμό, το τσιγαριλίκι. Έκφραση που προέρχεται από το αποτέλεσμα της κατανάλωσης ινδικής καννάβεως, δηλ. τη δημιουργία καλής διάθεσης, χωρίς αιτία. Χαρακτηριστική εικόνα και από τον κινηματογράφο, όπου όσοι εμφανίζονται με νταφού στο στόμα, χαζογελάνε και βρίσκονται σε ευθυμία.

Στίχοι Τζίμη Πανούση:

«Μια αφίσα Τσε Γκεβάρα λίγα γελαστά τσιγάρα κλείνω στο δωμάτιο μου παίρνω τον ομματιών μου κάνω κότσο το μαλλί μου και μαθαίνω στο παιδί μου να μισεί το Φρανκ Σινάτρα να τη βγάζει τσάτρα-πάτρα»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία