Αυτός που κάθεται συνέχεια σπίτι και σπάνια βγαίνει έξω για βόλτα ή γενικότερα.

- Σταύρο, θα έρθεις μαζί μας σήμερα για ταινία;
- Μπα, δεν έχω όρεξη ρε. Θα μείνω στο σπίτι.
- Πάλι σπίτι; Πολύ σπιτόγατος είσαι τελευταία! Δε βαριέσαι συνέχεια κλεισμένος στους 4 τοίχους;

"Θα κάτσω σπίτι", Λουκιανός Κηλαηδόνης  (από Hank, 20/01/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Mέλος της ΟΝΝΕΔ (νεολαία της ΝΔ). Κατά πάσα πιθανότητα θα 'χει και τρελά κονέ μέσα στο κόμμα.

- Γαλάζιο παιδί είναι αυτός, κάπως θα βρει να βολευτεί από δουλειά, μην τον φοβάσαι.

Βλ. και σχετικό λήμμα bluetooth

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κάτι μεγάλης σημασίας, με αρνητική έννοια. Το λέμε συνήθως για κάτι που οδηγεί σε καυγά ή τσακωμό (π.χ. όταν ο άλλος σου παίξει πουστιά).

- Είδες καθόλου το Μανώλη τελευταία;
- Όχι, έχουμε να μιλήσουμε 2 μήνες. Βασικά έχουμε τσακωθεί.
- Ναι ε; Γιατί;
- Άσε, δεν έχω όρεξη τώρα να σου εξηγώ... έγινε κάτι χοντρό.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κοροϊδευτικά το black metal, επειδή τα περισσότερα συγκροτήματα του είδους το παρακάνουν με το μακάβριο βάψιμο (corpsepaint), τις βίαιες ενέργειες στα live τους και τους «σατανιστικούς» στίχους, τόσο που να δείχνει πια βλακώδες.

- Ρε συ πώς μπορείς να ακούς Χατζηγιάννη; Εγώ τον απεχθάνομαι, παραείναι μαλακός και εμπορικός για τα γούστα μου.
- Ε τι θα ακούσω, βλακ μέταλ και τις άλλες καφρίλες που ακούς εσύ;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δηλώνει μεγάλη περηφάνια, ή μεγάλη ομορφιά όταν λέγεται για γυναίκες.

  1. - Ο θείος μου, όταν συνειδητοποίησε τι ψαρούκλα έπιασε, στάθηκε και πήρε ένα χαμόγελο όλο καμάρι!

  2. Γκόμενες όλο καμάρι
    όλοι οι άντρες πρώην φαντάροι
    μια ζωή θητεία,
    ξεφτίλα και βόλεμα

Τζίμης Πανούσης - «Γαμάτε γιατί χανόμαστε»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο συστηματικός χρήστης ηρωίνης (πρέζας). Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και μεταφορικά, για να δηλώσει πολύ δυνατή εξάρτηση σε κάτι.

  1. (με κάφρικο ύφος)
    - Ρε συ πάμε μετά μια βόλτα Ομόνοια να χαζέψουμε τα πρεζόνια;

  2. - Καλά ο ξάδερφός μου ακόμα να κόψει το WoW. Αυτό το παιχνίδι τον έχει κάνει πραγματικά πρεζόνι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το λέμε μετά από φτάρνισμα κάποιου, για να του ευχηθούμε καλή υγεία, δηλαδή να μην κρυώσει ή αρρωστήσει γενικά (προφανώς είναι από το «υγιείτσες» -> «γείτσες»).

Είναι συνωνύμο με την κάπως λιγότερο slang έκφραση «με τις υγείες σου».

- Αψούουου!
- Γείτσες!!
- Ευχαριστώ!

(από joe909, 18/01/12)

Βλ. και α-ψάρια!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υποτιμητική συνήθως προσφώνηση που συνδυάζεται με αυταρχικό ή πονηρό ύφος π.χ. «πού ήσουν πουλάκι μου;», «ώστε έτσι πουλάκι μου!».

(διοικητής προς απλό φαντάρο, φωναχτά)

- Πού ήσουν πουλάκι μου το μεσημέρι που σε φωνάζαμε; Δεν είχες υπηρεσία θαλαμοφύλακα;
- Εμ... κοιμήθηκα, κύριε διοικητά.
- Κοιμήθηκες ε; Ώστε έτσι πουλάκι μου! Πάρε τώρα 5 φυ να έχεις.

σ.σ. το παράδειγμα είναι πολύ στο περίπου, δεν έχω πάει ακόμα φαντάρος.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Ο παχύς και μαλθακός. Βλέπε και μοσχάρι.

- Άρχισε κανα γυμναστήριο, τελευταία έγινες λαπάς από το πολύ φαϊ και καθησιό!

"Και σ\' έπιασα στα πράσα μια πρωία με κάποιον μικρομέγαλο λαπά!". (από Hank, 08/02/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το λέμε για άτομο που δεν του δίνουμε σημασία, που δε μας αφορούν τα λόγια του και οι πράξεις του. Συνήθως το λέμε επειδή για κάποιο λόγο υποτιμάμε τον άλλο. Επίσης μπορεί να απευθύνεται και στο β' ενικό («σε έχω χεσμένο»).

- Ρε συ είναι αλήθεια αυτά που μου έλεγε χθες για σένα ο Λάκης;
- Τον έχω χεσμένο το Λάκη! Μην τον παίρνεις στα σοβαρά, όλο βλακείες και ψευτιές λέει.

Το έχουν χεσμένο. (από Galadriel, 02/12/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία