Ζάκιας, ζέουλο, πρέζακλας, ή πιο απλά πρεζάκιας. Η χρήση των όρων αυτών ποικίλει ανά περιοχές, με την τελευταία να συναντάται σε περιοχές όπως Νεάπολη, Εξάρχεια, Μοναστηράκι.

- Φάε μια μπύρα ζέος στην γωνία εκεί! Αραχτός και cool!

(από doodoon, 15/04/11)(από doodoon, 15/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το άγιο δισκοπότηρο του Αθηναίου και μη ganjaman. Γάρο με παραπάνω του ενός μακαρόνια λάτας (τσοκό) με βάση oldholborn εμποτισμένο με χασισέλαιο.

Καλά, ήπιαμε πριν το μάθημα μια μακαροναδούλα με παρθένο ελαιόλαδο... τι να σου πω! Ποιος Μποτρίνι; Ζάχαρη και μέλι!

(από Vrastaman, 14/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μεγάλος είρωνας και χαβαλετζής. Με τον τίτλο «λόρδος» τονίζεται το ποιοτικό στάτους του χιούμορ του.

  1. - Εσύ ακόμα παίζεις με G.I Joe
    - Όπως λέει κι ο Σεφερλής, τι ήταν αυτό, ειρωνία, χλευασμός; Ποιος είσαι, ο Λόρδος Είρων; (από εδώ)

  2. [...] είμαι εκ φύσεως πειραχτήρι! Και είρων. Δηλαδή δεν είμαι είρων. Σιγά μην ήμουν. Είμαι ο Λόρδος Είρων. (από εδώ)

  3. Είμαι γω ο Λόρδος Είρων
    απ' το γένος των Σατύρων
    όμως αν υπάρχει τζόγος
    γίνομαι κι ηθικολόγος
    ήτοι είμαι ταυτοχρόνως
    Άνθρωπος, Θεός και Όνος
    και για δικαιολογία
    πλάθω ιδεολογία
    άγια καταραμένη
    και στα μέτρα μου ραμμένη
    τα παράσημα ξηλώνω
    και πολιτικώς δηλώνω
    δεξιός σοσιαλίζων
    και αριστερά ψηφίζων
    που αποφασιστικά
    χαιρετά φασιστικά.

(από εδώ)

(από doodoon, 31/07/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ζέλα τσιγάρων με φουντί αξίας €10.

Ετυμολογικά προέρχεται από την ποδανάν έκδοση του «δεκάρικο». Παραπέμπει επίσης στην λέξη καρύκευμα.

Πήγα χθες στα Πατήσα και τσίμπησα ένα καρικοδέ... σκέτη μουχλιά...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ένα ξεχασμένο διαμαντάκι κατευθείαν από τα πιο τρυφερά μας χρόνια. Το αμερικάνικο (ποδοσφαιράκι) είναι μία ακραία μετάλλαξη του γερμανικού, και οι κανόνες είχαν ως εξής:

Δύο αντίπαλοι, ο καθένας με τέρμα το τέλος της ρακέτας ενός γηπεδακίου μπάσκετ, ή ποδοσφαίρου για τους πιο τυχερούς, όπου ο καθένας βαρούσε σουτ από την μισή πλευρά του γηπέδου που του άνηκε, με την γραμμή του τζάμπολ να είναι διαχωριστική, προς το αντίπαλο τέρμα. Ο τερματοφύλακας δεν δικαιούτο να χρησιμοποιήσει χέρια, και τα σουτ γινόνταν εναλλάξ. Νικητής, ο πρώτος που θα έφτανε τα 10 τέρματα.

Το αμερικάνικο ήτανε μαστ για τις βραδινές ώρες του καλοκαιριού, όπου οι υπόλοιποι πιτσιρικάδες κουρασμένοι από το μονάκι, το γερμανικό και το διπλό, πήγαιναν σπίτι για μάσα ή ύπνο, και μόνο οι πιο hardcore παρέμεναν, συρρικνωμένοι σε αριθμό.

-Έ καμιά μπαλίτσα θα παίξουμε ρε μαλάκες, κουραστήκατε;
-Άσε ρε νικόλα, δεν βλέπεις, όλοι την κάνουνε οι δυό μας θα παίζουμε βραδιάτικα;
-Ε ψήσου τότε για κανά αμερικάνικο στα 10, οι δυό μας, σε πάει ή κοκοκό;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το άτομο μέσα σε μία παρέα χορτοκαπνιστών που καταναλώνει πολύ μεγαλύτερη ποσότητα του φέου, απ' ό,τι του αναλογεί. Από πού προέρχεται αυτή η χρήση δεν γνωρίζω, όποιος μπορεί ας συμπληρώσει.

Μαλάκα Μήτσο πάλι ξηγιέσαι κροκόδειλο, αν συνεχιστεί αυτό το καλαμπαλίκι θα χύσεις κροκοδείλια δάκρυα!

(από doodoon, 15/04/11)(από Vrastaman, 15/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μακ-άριος, το άτομο που θα ήθελε πολύ να ναι άριος, προκειμένου να ενταχθεί στα μετερίζια της ρατσιστικής προπαγάνδας του, αλλά δυστυχώς για αυτόν, η εμφάνισή του παραπέμπει σε Iνδό, Aιγύπτιο Tούρκο, οτιδήποτε τέλος πάντων μη-ευρωπαϊκό.

- Tον έχεις τσεκάρει τον αρχηγό της χρυσής αυγής; Kατευθείαν μετάθεση από Kασμίρ!
- Ποιον ρε, εκείνον που 'ναι πιο μακάριος και από τον Μακαριότατο;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μπαφοτσίγαρο, συνήθως στριμμένο με άσπρα ή πράσινα χαρτάκια, εξού και το έντονο άσπρο χρώμα. Προέρχεται από την λέξη γάρο, καμουφλαρισμένη για χρήση μπροστά σε τρίτους.

- Αλάνια, να γυρνάει ο γλάρος...
- Πάει ο γλάρος, πέταξε, τον τζιβάνιασε ο Τάκαρος!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μπάφος που έχει καβατζωθεί στα αρχίδια κάποιου προς αποφυγή δυσάρεστων αποκαλύψεων από τσέους, λήττες ή αστυνομικά ντόγκια.

Ως εκ τούτου διακρίνεται από μία γαργαλιστική υποψία αρχιδίλας.

- Μανώλο, κοίτα, για να' μαι ειλικρινής μου' χει μείνει ένα παπάδι, αλλά παίζει να ναι αρχιδόφεος πλέον. Σόρρυ μαν.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προέρχεται από την σύνθλιψη των λέξεων μπάφος / μπαφάρα και αφάνα. Αναφέρεται στις δυσάρεστες στιγμές κατά τις οποίες είσαι ανέμπαφος και μες την απελπισία σου ψάχνεις στο πάτωμα τρίμματα, άσχετα αν καταλήγεις ένα γάρο με τρίχες του φρίσκυ, του ζαμπόν ή της Αλίκης, συνθέτοντας έτσι, αισίως, μία μπαφάνα.

Μαλάκα Μανώλη, δεν μου έχει μείνει τίποτα, εκτός αν διατίθεσαι να καπνίσεις πιτυρίδα, να έχει λίγα τρίμματα κάτω από το ψυγείο, φτάνει για ένα μονοφυλλάκι μπαφάνα...

(από allivegp, 14/04/11)Bafana Bafana λέγεται η εθνική ομάδα της Νότιας Αφρικής. Bafana στα Ζουλού σημαίνει αγόρια. (από poniroskylo, 17/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία