Το φέρετρο, η κάσα.

Ήρθε η σειρά του να μπει στο κουτί.

Χρόνια πολλά... (από Marco De Sade, 14/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οι τραχειοτομημένοι, διασωληνωμένοι και ενίοτε χωρίς εγκεφαλική λειτουργία ασθενείς που δέχονται περίθαλψη μέχρις εσχάτων σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας.

Μακάβρια ιατρική αργκό.

- Πως πάει η δουλεία;
- Κλασικά στον ΕΚΑΒ... όλη μέρα παραλαμβάνω πτώματα με εξιτήριο από ιδιωτικές κλινικές και τα περιφέρω από νοσοκομείο σε νοσοκομείο του Ε.Σ.Υ. μπας και βρεθεί κρεβάτι σε Μ.Ε.Θ....

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το φέρετρο στα καλιαρντά.

1. Παραλίγο να αβέλει τη γκόντα της στο αδικοκούτι με τις κουρούνες που του βούελε.

  1. - Και δηλαδή θέλετε να μου πείτε, ότι αν ήσασταν γονιοί άνεργοι χωρίς στον ήλιο μοίρα και χωρίς φράγκο σε μια χώρα που ψυχορραγεί πνευματικά και οικονομικά, θα λέγατε στο γιο σας να μη πάει στη σχολή γιατί θα επιβαρύνει τους μη επαναστάτες συνεπιβάτες;
    - Όχι. Θα του πω μπες όπου θες, κάν' τα όλα τάνα, άρπαξε, δείρε (αν σε παίρνει ε ;), και γενικά κάνε όπως καταλαβαίνεις. Και αν, ω μη γένοιτο, πέσεις σε κανένα πιο νταή από εσένα, και σε γυρίσουν μέσα σε αδικοκούτι, θα τραβήξουμε και μια αγωγή (θα τα βρούμε λεφτά τότε) και θα καταδικάζουμε αυτόν που σε έφαγε και δεν έκατσε να τον πηδήξεις, που το 'χες και ανάγκη. Καλύτερα να μείνει εδώ μαζί μου και να κόβουμε χόρτα στους λόγγους. Καλύτερος άνθρωπος θα γίνει, από όποια μόρφωση αποκτήσει πατώντας σε τέτοιες αρχές. Και το λέω ως γονιός. Τραμπούκους δεν επιθυμώ να προσφέρω στην κοινωνία. Όσο σκατένια και να είναι. (Τι γίνεται αν δεν πληρώσεις το πρόστιμο μετρό;).

3. Ζήσε και εσύ τον μύθο σου για όσο διαρκεί, περιτριγυρισμένος από φρεσκοκομμένα λουλούδια μέσα στο αδικοκούτι που σε φιλοξενεί, στον αιώνιο ύπνο σου.

(από Khan, 06/02/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στα καλιαρντά σημαίνει το δηλητήριο ή τη φόλα, εκ των τζάζω (=διώχνω) και τιραχό (=παπούτσι), -αμφότερα προερχόμενα από τη ρομανί-, ενώ όλο μαζί τζάζω τα τιραχά σημαίνει πεθαίνω, και το σεκέρι που σημαίνει γλύκισμα από το τουρκικό şeker (=ζάχαρη).

- Βουέλω βιζιτασιὸν κουραβὲλ στὸ ἐμάντες τσαρδὶ τῆς καμπανίας. Ἀβέλω πάρτυ γιὰ ὀχτὼ καθιστούς, κι ἡ μαμὰ θὰ μαγειρέψῃ φακές.

- Ἄχατα, ἄχατα, ἀλλὰ τὸ λοιμόρο τὸ λυσσαγμάν, τὸν ἀγριογουγουλφάκη νὰ τὸν τζάσῃς, γιατὶ θὰ τοῦ ἀβέλω τζαστιραχοσεκέρι.
Τουτέστιν: - Θέλω νὰ μ’ ἐπισκεφθῆτε γιὰ γαμήσια στὸ ἐξοχικό μου. Θὰ κάνω πάρτυ γιὰ ὀχτὼ καθιστούς, κι ἡ μαμὰ θὰ μαγειρέψῃ fuckιές (παραπλανητικὲς πουστοκουβέντες κενὲς ἀκριβοῦς περιεχομένου, μεστὲς ὅμως νοήματος)

- Σύντομα, σύντομα, ἀλλὰ τὸν ἀπεχθῆ λυσσάρη σκύλο νὰ τὸν διώξῃς, γιατὶ θὰ τοῦ ρίξω φόλα. (Παράδειγμα Αἴαντος).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από το αγγλικό ρήμα slay που σημαίνει φονεύω ή εντυπωσιάζω, σημαίνει κάτι το πολύ εντυπωσιακό και τρομερό.

Σλέι η μαθηματικού! (Εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Ειρωνικά, το πολύ έντονο φτηνό ανδρικό άρωμα (το γυναικείο λέγεται πατσουλί / πατσουλιά), όπως ακριβώς το περιγράφει ο Βασίλης στην «Κάντιλακ» (...σπρέι με βαρύ αποσμητικό...).

Η έκφραση προέρχεται απο την ταπεινή κολώνια (κατ’ ευφημισμόν-καμία σχέση με το νερό βορείου αποικίας των Ρωμαίων), με την οποία ξεπλένουν τους μεταστάντες στο φέρετρο πριν την κηδεία, προκειμένου να μη βρωμάνε...

Χαρακτηριστικό της είναι η έλλειψη διακριτικότητας (σου’ ρχεται στη μάπα και σε πνίγει). Την φορούν συνήθως κάτι γερο-τζόβενα, που δεν ξέρουν να διαλέξουν ούτε τις καλές φίρμες, ούτε τα εύοσμα αρώματα-αποσμητικά, αλλοδαποί του ανατολικού μπλoκ (που έχουν ξωμείνει στο βουλγαρικό «ροδόνερο»), καθώς και τα 13-16χρονα έντονα μαλακιζόμενα μειράκια, που την βουτάνε από τους πατεράδες τους και «λούζονται» μ’ αυτά (αφού κανείς δεν τους είπε πως χρησιμοποιούνται).

Συνήθως ευτελούς ποιότητας με βαρύγδουπη λεζάντα (στη συσκευασία), θα τα βρεί κανείς σε πάγκους γύφτων στα γιουσουρούμια, κατάχαμα στρωμένες κουβέρτες μαύρων-Πακιστάνων, που πουλούν όλων των ειδών τα «ορίτζιναλ» κυριλέ προϊόντα σε παραδόξως χαμηλές τιμές, σε κεντρικές λεωφόρους (μέχρι το επόμενο σφύριγμα τσιλιαδόρου), παλιότερα στις βιτρίνες του υπόγειου ηλεκτρικού της Ομόνοιας, σε περίπτερα και εν γένει «στα καλάθια», όπως λέμε.

Συνώνυμα: Μπακουραμπάν, Μυρτώ, Περιπτερέξ, Πάρε-νάεις (Fahrenheit) κ.α.

(Νυχτερινή έξοδος φίλων):

- Καλώστονε κι ας άργησε!
- Λοιπόν, φύγαμε;
- Μπα πανάθεμάσε, τη νεκροκολώνια λούστηκες πάλι; Μας μπάφιασες...
- Ξέρεις πόσο έχει αυτό το άρωμα ρε άσχετε; 30 γιούρο! Παραπάνω απ' το ρολόι σου!
- Να σου δώσω ένα τάληρο να πά’ να την πετάξεις;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πεθαίνω. Συνήθως λέμε «τα τίναξε τα πέταλα».

Το τίναγμα προέρχεται από την αποκοπή της σπονδυλικής στήλης. Καθώς σπάει ο νωτιαίος μυελός κατά το κρέμασμα, τα ποδιά τινάζονται σπασμωδικά.

Λέγεται επίσης (ως προς «τα πέταλα») επειδή όταν πεθαίνει το άλογο συμβαίνει το ίδιο και μπορεί να εκσφενδονιστεί κάνα πέταλο.

Στα αμερικλάνικα είναι he kicked the bucket, κλώτσησε τον κουβά.

Τα τίναξε τα πέταλα η καβατζόπουστα, άντε τώρα να καθαρίσουμε τα σκουπίδια του.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σακάκι το οποίο φοριέται σε κηδείες, γάμους, βαφτίσια, λοιπές εκδηλώσεις, αλλά και σε συνεντεύξεις για δουλειά και άλλες επίσημες εμφανίσεις, από άτομο το οποίο συνήθως δεν φοράει τέτοιου είδους ρούχα (γεροντοφρικιό, λέτσος, μπίχλας, άνετος, μοντέρνος κλπ, κλπ, το πιάσατε το νόημα ελπίζω) ή τα φοράει σε συνδυασμό με τελείως φευγάτα ρούχα, χρώματα, αξεσουάρ, κλπ.

Ονομάζεται έτσι, γιατί είναι σαν να το έχει υφαρπάξει ο φορών από το φέρετρο του παππού του λίγο πριν τον παραχώσουν. Όπερ, στραβοχυμένο, τριμμένο, παλιάς μόδας, ψιλο-λερωμένο και χοντρο-τσαλακωμένο, και κάνα δυο νούμερα μικρότερο ή μεγαλύτερο από το δικό του.

- Και εκεί που περίμενα στην σειρά μου για συνέντευξη, σκάει μύτη ρε ένας παίχτης με εμφάνιση γάμησέ τα, λέχρα, αλλά με σακάκι του παππού! Ξεκαρδίστηκα στο γέλιο…
- Και τι έγινε την πήρες την δουλειά;
- Τα αρχίδια μου πήρα… ο τύπος ήταν ο υπεύθυνος Ανθρωπίνου Δυναμικού… Τώρα θα συνδυάσω το δικό μου Armani με γραβάτα του κρεμασμένου…

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το φέρετρο.

Συνεκδοχικώς φυσικά -ξύλο το ένα, ξύλο και τ' άλλο.

Το έχω ακούσει σε συμφραζόμενα απειλής/τσαμπουκά:

- Θα σε στείλω σπίτι σου σε έπιπλο.

Ενδεχομένως να χρησιμοποιείται και από κηδειάδες και κατασκευαστές όταν αναφέρονται στη δουλειά τους.

- Μάθε αγορίνα μου να μη τσαμπουκαλεύεσαι για ψύλλου πήδημα όταν είσαι με τ' αμάξι στο δρόμο. Δεν ξέρεις ποτέ ποιος είν' ο άλλος και τι έχει κάνει στη ζωή του, αν έχει κάνει δέκα χρόνια φυλακή ή αν είναι κανας μουρλάκιας που μόλις πήρε εξοδόχαρτο απ' το Δαφνί... Στο λέω σε περίπτωση που θες το βράδυ να γυρίσεις σπίτι στη γυναικούλα και τα παιδάκια σου όρθιος, κι όχι μέσα στο έπιπλο...

(από Vrastaman, 22/11/10)Ντελιβεράγγελος ψυχών--Στο δρόμο σου φτιάχνει κι ένα τελευταίο φραπεδάκι (της παρηγοριάς) (από GATZMAN, 22/11/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το φέρετρο.

- Μάγκα άραξε, γιατί θα 'ρθει το πρωινό που θα μας φορέσουνε τις ξύλινες πιτζάμες και ύστερις μεδέν εις το πηλίκον, γκεγκε;

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΩΓΟΥ. ΤΟ ΞΥΛΙΝΟ ΠΑΛΤΟ (από soulto, 13/03/15)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία