Περιγράφει την πλήρη απώλεια επικοινωνίας στην οποία έχει περιέλθει ένα άτομο, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατη η επικοινωνία μαζί του. Η κατάσταση «οφλάιν» συνδέεται άρρηκτα με την προσωρινή προβληματική εγκεφαλική επεξεργασία, που συνήθως οφείλεται είτε:

  • Στην άγνοια του ατόμου επί του θέματος, ή
  • Στην ανεπαρκή αντιληπτική λειτουργία, ως νομοτελειακό επακόλουθο μιας προηγηθείσας κατάστασης νιρβάνας.

    Πατέρες του λήμματος είναι οι nerds που περνούν αναρίθμητες ώρες στα netcafe cyber-iάζοντας, και παραλληλίζουν την ανικανότητα κάποιου να γίνει δέκτης πληροφοριών με αυτή ενός αποσυνδεδεμένου από το internet υπολογιστή.

  1. - Έχω παπάδες... πάμε για προ...;
    - Προ...; μα δεν έχουμε playstation...
    - Omg ρε μαν... είσαι οφλάιν τελείως... να πιούμε κάνα γάρο εννοώ...

  2. - Πωωω , φίλε!! Βγήκε το ironman 2, πάμε να το δούμε;;
    (ξύπνημα από φάση νιρβάνας) - Εεεεε; τι είπες ρε ;
    - Καλά... άσ' το... τσάμπα χάνω τα λόγια μου... εσύ είσαι οφλάιν...

(από Galadriel, 12/10/11)

βλ. και σιζοφλάει, οφ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αλλάζω επίπεδο, γίνομαι καλύτερος.
Χρησιμοποιείται για οποιαδήποτε φάση που παρατηρείται βελτίωση-πρόοδος.

  1. — Έλα το βράδυ ρε να σε παίξω ένα pro.
    — Αφού όλο χάνεις!
    Μεγάλε, προπονήθηκα από τότε. Έχω ανέβει τσάκρα.

  2. — Πώς έγινε έτσι το Κατερινάκι ρε παιδιά!
    Ανέβηκε τσάκρα, άσ' τα.
    — Και τώρα μας το παίζει κυρία, κατάλαβα...

τσακρα! (από MXΣ, 29/04/10)

Σχετικά: περνάω σε άλλη σφαίρα, λεβελιάζω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σύνθετη λέξη απο τις λέξεις κάγκελο και LOL .
Η σημασία καθώς και η χρήση της είναι προφανής, χρησιμοποιείται όταν μένουμε κάγκελο, αλλά η κατάσταση είναι ταυτόχρονα αστεία.

- Ρε Γιώργο, τα 'μαθες; Το Μαράκι χώρισε τον Πάνο... Μετά από 4 χρόνια του είπε ότι είναι λεσβία!!!
- ΚαγκεLOL!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τηλεφωνώ σε call girl (c.g., προφ. σι τζι) με στόχο το ξεφόρτωμα (ή την ειλικρινή σχέση, αν είμαι πολύ-πολύ μαλάκας).

Παράγωγα: σιτζάρισμα, σι τζι μαν (= αυτός που σιτζάρει), σιτζάτος (= αυτός που μόλις σιτζάρησε).

- Πάλι σιτζάρισες ρε αυνανιστή;
- Τι να κάνω, Αλαριχάκο μου, αφού δεν μου κάθεται ούτε θηλυκιά κατσίκα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέγεται για πράγματα χωρίς νόημα, ανυπόστατες δηλώσεις και σχέδια χωρίς λογική, αλλά και σε περιπτώσεις που αναφερόμαστε σε ένα εξόφθαλμο ψέμα.

Πρόκειται για έκφραση συγγενή της φράσης πούτσες μπλε, με της οποίας την έννοια και ταυτίζεται. Ωστόσο, αποτελεί μια πιο εξευγενισμένη έκδοση, καθώς δεν περιέχει ύβρεις. Σημειώνεται σε αυτό το σημείο ότι, αν και μπλέ πούτσες έχουν εντοπιστεί στο ουτοπικό στρουμφοχωριό, ακόμα δεν υπάρχουν μαρτυρίες για την ύπαρξη πουά πεών.

Το λήμμα αυτό, είναι εμφανώς επηρεασμένο από τη γαλλική γλώσσα, όχι μόνο όσον αφορά τη λέξη πουά (στα γαλλικά point=βούλα, τελεία, σημείο), αλλά και όσον αφορά το ηχητικό μέρος όλου του λήμματος, το οπόιο μοιάζει σαν να έχει γαλλική προφορά. Ιδιαίτερα, αν ειπωθεί εσκεμμένα με γαλλική προφορά, μπορεί να περάσει απαρατήρητο και σε δημόσια δεξίωση.

Το ότι αυτό το λήμμα γαλλοφέρνει έως ένα σημείο, του προσδίδει τη μοναδική ιδιότητα, να μπορεί μεν να εκφράζει με ακρίβεια το περιεχόμενο της έκφρασης πούτσες μπλε, να μπορεί, δε, να ειπωθεί ελεύθερα, χωρίς ο ομιλών να κινδυνεύει να χαρακτηριστεί ως κάφρος.

Και όχι μόνο ο ομιλών δεν θα κακοχαρακτηριστεί, αλλά απεναντίας, θα δείξει ότι διαθέτει ιδιοσυγκρασία και δημιουργικό μυαλό. Αρκεί να μην το παρακάνει βέβαια...

Ασσίστ: kondr.

- Άκουσες τι είπε ο Τάκης ρε; Πήγε λέει το σαββατοκύριακο στο Παρίσι και είδε τα αξιοθέατα λέει, και έκανε και σαματά στα κλαμπ λέει, και του έκατσαν και δύο χορεύτριες του Moulin Rouge, και...
- Καλά, εντάξει... πέη πουά! Πόσες φορές θα σου πώ να μην ακούς τις μαλακίες που λέει; Το σαββατοκύριακο έπαιζε πασιέντζες στο καφενείο ο γκιόζης. Ρε πούστη, μια ζωή σε δουλεύει, και εσύ μια ζωή τσιμπάς σαν μαλάκας! Έλεος πια!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκ του αγγλικού freelancing, ήτοι παροχή υπηρεσιών (δηλαδή ουσιαστικά εξάσκηση ελεύθερου επαγγέλματος) με την ιδιότητα του εξωτερικού συνεργάτη.

Συναντάται περισσότερο συνεκδοχικά με πιο καλλιτεχνικά επαγγέλματα, όπως σκιτσογράφοι, φωτογράφοι, μεταφραστές, σύμβουλοι κλπ., αλλά και σε σχέση με τον χώρο της ελεύθερης δημοσιογραφίας. Τρανό παράδειγμα οι φωτορεπόρτερ.

Δεν συναντάται στην περίπτωση χειρωνακτικών επαγγελμάτων (εργάτες / εργατοτεχνίτες, υδραυλικοί κλπ.).

Να μην συγχέεται με τις κάθε είδους λάντζες, αυτές αφορούν άλλου είδους εργασιακά καθεστώτα.

Και με την οίστρος συμφωνώ, αλλά επειδή μάλλον δεν φτάνει, γύρνα στην “φρηλάντζα” γλυκιά μου και Αγνόησε τον πρώην!!! Ως ανεξάρτητη κειμενογράφος σου μιλώ... (από εδώ)

Η Dr M (όπως είναι το καλλιτεχνικό της ψευδώνυμο) είναι International freelance Head Hunter, φρηλάντζα που λέμε στα ελληνικά και έχει κοντράκτο με την Microsoft για $420.000 προμήθεια. Σε «τσεκάρει». (από εκεί)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παραλλαγή του «ντεκαφεϊνέ». Εκφράζει με αστείο τρόπο τον ξενέρωτο, τον βαρετό, αυτόν που φέρει ως αποτέλεσμα το αντίθετο της κάβλας.

- Πώς περάσατε στο τραπέζι;
- Ντε καβλεϊνέ, πολύ κυριλάδικο, βαρεθήκαμε τελείως με τους μεγάλους... Και δεν είχα και κάρτα να στείλω μήνυμα σε κανέναν να περνάει η ώρα...

βλ. και ντεκαυλέ, ντεκαβλέ, αντισέξ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όταν κάποιος νοιώθει έντονη περιέργεια να γευθεί μια αποκλίνουσα για αυτόν σεξουαλική εμπειρία ή παραφιλία.

Ως νεολογισμός, αποδίδει τις αγγλικές εκφράσεις bi-curious, gay-curious, κ.α.

  1. - Τόσο οι straight όσο και οι gay μπορούν περαιτέρω να προσδιοριστούν ως «curious» και «non-curious» («περίεργοι» και «μη-περίεργοι», αντίστοιχα).
    (εδώ)

  2. (πριν από μερικά χρόνια)
    - Βαγγέλη μου, δεν σου κρύβω ότι είμαι περίεργος. Θέλω να δοκιμάσω τις λανθάνουσες ορμές μου.
    - Πρόσεχε Πέρι, γαμάω περίεργους!
    - Τι ωραία που τα λές!

  3. - (Το ποδοφραπέ είναι) value-for-money υπηρεσία φραπέ-με-το-πόδι που προσφέρουν τα κορίτσια ορισμένων στριπτιζάδικων σε ποδοφετιχιστές ή ποδοπερίεργους.
    (εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ειρωνικό επιφώνημα τρέντι αφύπνισης προς κάποιον που βρίσκεται εκτός πραγματικότητας.

Νεοεισαχθείσα αμερικλανιά εκ του «hellooo!», που χρησιμοποιείται με το ίδιο πνεύμα.

Βλ. επίσης: Χελώνα, κούκου!, ξεκόλλα!, πάρε το μηδέν!, εκτροπή του a-hellow, πας καλά;

- Έκπληκτος αρχιδιευθυντής ζήτησε επιβεβαίωση ότι άκουσε καλά όταν τα χείλη μου σχημάτησαν τις λέξεις «βρε δημήτρη μου, αυτή η διαδικασία υπάρχει από τότε που βγήκαν οι λάσπες» - «οι ποιες;» - «οι λάσπες. Άντε από τότε που βγήκε το νερό και το χώμα, από τότε που άρχισε η γη να γυρίζει; χελόου
(Μες, εδώ)

- χαλοου ειμαι τριχοφοβικη
(Μαριαχόμορφη, εδώ)

- χελοου = hellooo = αμερικανικη βλακεια απο τα 16χρονα brats...μην το λετε ρε παιδια ελεος...gayiko ειναι..
(εδώ)

(από Khan, 03/12/09)(από Khan, 03/12/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χαιρετισμός, απάντηση στο «hello», ειδικά όταν προέρχεται από άτομα που «αμερικανίζουν» ασύστολα.

- Χελώνα guys, πώς πάει;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία