Επιλεγμένες ετικέτες

Στην διάλεκτο των αγγλόφωνων μπουρδελιάρηδων το αρκτικόλεξο CIM σημαίνει Cum In Mouth, δηλαδή «εκσπερμάτιση στο στόμα», κι είναι υπηρεσία που περιέχει η κορασίς στις υπηρεσίες της ή την προσφέρει για κάποια έξτρα γιούρια. Στην διάλεκτο των ελληνόφωνων μπουρδελιάρηδων, η ως άνω κορασίς χαρακτηρίζεται «σιμαδεμένη» εκ του CIM δηλονότι, κι επειδή προφανώς «σημαδεύεται» από το σχετικό κατά ριπάς.

Σιμαδεμένη, όμως, μπορεί να είναι και μια οποιαδήποτε νοικοκυρά, που πιστεύει στο γνωμικό: «η καλή πίπα καταλήγει στο στομάχι».

Συνώνυμα: σιμαδιακή, σιμαδούρα, σιμαντική, σιμαίνουσα.

Διάλογος μπουρδελιάρηδων:

- Θα πάω με την Τζέσικα αύριο! Απ' όλες τις τουρίστριες είναι η πιο σιμαντική, αυτή με την πιο σιμαίνουσα προσωπικότητα!
- Ναι, κι εμένα μου έχει σταθεί σιμαδιακή στον μπουρδελιάρικο βίο μου!
- Λένε ότι είναι η πιο σιμαδεμένη! Μιλάμε για scarface καταστάσεις!

Scarface καταστάσεις! Κοστίζουν βέβαια κάτι παραπάνω!... (από Hank, 03/02/09)Όξινα φλόκια disaster (από Vrastaman, 04/02/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που συχνάζει σε μπαρ όπου γυναίκες οι λεγόμενες κονσοματρίς κάνουν παρέα στους άντρες με το αζημίωτο (για να σου κάνουν παρέα πρέπει να τις κερνάς). Στο τέλος της βραδιάς άμα σε γουστάρουν και έχεις ξοδέψει πολλά για πάρτι τους μπορεί να σε προσκαλέσουν στο διαμέρισμα τους για κοκό.

Πάλι στον Τοξότη ήσουν χθες βράδυ, κερδίζεις επάξια τον τίτλο του κονσομίστα.

Δες και κωλομπαράς.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παράγεται εκ των «καφενές» και «φραπέ». Οπότε είναι το φραπενείο, δηλαδή το ευαγές ίδρυμα, στριπτητζάδικο, κωλόμπαρο κ.ο.κ., που προσφέρει και ενθαρρύνει την υπηρεσία του φραπέ από τις κορασίδες. Σε σύγκριση με το φραπενείο, ο φραπενές είναι ακόμη πιο λούμπεν κατάσταση. Δηλαδή τον φαντάζομαι με πιο πολλά λαμπιόνια, κανά χριστουγεννιάτικο δέντρο τα Χριστούγεννα, ατμόσφαιρα σαν του «Ερωτοδικείου». Γενικά, πολύ πιο πολύ μαύρη παρακμή. Είναι γενικά ένας χώρος, που μαζί με τον μεταφορικό φραπέ, θα ήθελες κι ένα κυριολεκτικό φραπέ, μαζί με την μεταφορική χταποδιάρα, θα ήθελες κι ένα κυριολεκτικό χταποδάκι, κανά τάβλι κ.ο.κ.

Ευχαριστώ τον Vrastaman για την υπόδειξη του όρου.

Άσε, το Baby Ωχ έχει γίνει τελείως φραπενείο, τι φραπενείο λέω, σωστός φραπενές!

Φραπερομαντισμός (από Khan, 29/09/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ένα είδος καταναλωτικού δανείου που συνάπτει ο Νεοέλληνας για να έχει λεφτά για το στριπτητζάδικο, το φραπενείο ή τον φραπενέ. Κείται ανάμεσα στο μπουζουκοδάνειο και το πουτανοδάνειο. Μετά το ξεπληρώνεις στην υπόλοιπη ζωή σου με δανειοδάνεια.

-Λες τώρα με την κρίση να σταματήσουν οι τράπεζες να μας χορηγούν στριπτητζοδάνεια; Χαθήκαμε!

(από Khan, 08/03/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το στριπτητζάδικο που προσφέρει άφθονο φραπέ. Μπορεί να λεχθεί είτε με θετική, είτε με αρνητική αξιολογική σημασία.

Θετική: Το φτωχό πλην τίμιο φραπενείο είναι ο παράδεισος του φραπελάγνου φραπεδοκράτορα, ενδεχομένως και του ποδοφραπελάγνου.

Αρνητική: Λέγεται για στριπτητζάδικα που έχουν φύγει από το στυλ του κλαμπ και πλησιάζουν αυτό του κωλόμπαρου. Ή και αυτό του συνήθους καφενείου. Δηλαδή το φραπενείο είναι το παρακμιακό στριπτητζάδικο. Μερικά φραπενεία είναι τέτοιας αισθητικής, που όταν μπαίνεις σου έρχεται να παραγγείλεις κανένα χταποδάκι και καμία ποικιλία (όχι χταποδιάρα), ή κανά τάβλι σαν να βρίσκεσαι σε πραγματικό καφενείο.

  1. Το Club Cordonouris είναι το φτωχό πλην τίμιο φραπενείο, όπου κάθε φραπεδοκράτωρ θα βρει την υγειά του!

  2. Ξεχάστε το Baby Ωχ και το Murano που ξέρατε! Τα θρυλικά κλάμπ του χτες τείνουν να εξελιχθούν σε φραπενεία, που η μουσική και τα ντεκόρ είναι πλέον για την πούτσα!

(από BuBis, 07/05/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ερωτικός τύπος, που κύρια ερωτογενής του ζώνη είναι η Λεωφόρος Συγγρού.

Πού τον βρίσκεις, πού τον χάνεις τον Επαμεινώνδα, στη Συγγρού είναι. Αμιγής συγγρουσιακός τύπος!

Par excellence συγγρουσιακός τύπος (από HODJAS, 18/02/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Τεχνικός όρος στην διάλεκτο των μπουρδελιάρηδων, για τις δύο βασικές υπηρεσίες που προσφέρει μια κορασίς σε ένα στριπτητζάδικο. Το θέμα έχει περιγραφεί επαρκώς στο λήμμα «χορός, ο». Απλώς, να πω ότι ο τεχνικός όρος του φαινομένου είναι «πουτό-χουρός», όπως το προφέρουν με βαριά ανατολική προφορά οι κορασίδες. Και πως υπάρχει ένα δίλημμα ποια από τις δύο υπηρεσίες θα προτιμήσει ο στριπτητζόφιλος, αν και τις δύο, με ποια σειρά κ.ο.κ. Με λίγα λόγια το «πουτό-χουρός» υπήρξε το μεγάλο δίλημμα του Νεοέλληνα στα '90ς και '00ς, όπως το «Κιθαρίστας ή ντράμερ;» του Γιοκαρίνη το μεγάλο δίλημμα των '80ς.

Γενικά, είναι αξιοσημείωτο ότι ο χουρός είναι πιο φτηνός, και με κάτι εξτρά περιλαμβάνει και το περίφημο φραπέ. Ενώ το πουτό είναι γενικά πολυέξοδο και άχρηστο. Οπότε δεν θα έπρεπε να υπάρχει δίλημμα. Πλην πολλοί το σκέφτονται σύμφωνα με την αρχή του Αριστοτέλους ότι ο σκοπός κάθε όντος είναι η ειδοποιός διαφορά του. Και το πουτό είναι ακριβώς η ειδοποιός διαφορά του στρηπτιτζάδικου απ' το μπορντέλο (που θα μπορούσες εξαρχής να είχες πάει). Οπότε γενικά το δίλημμα παραμένει, ή μπορεί να λυθεί πραγματώνοντας και τα δύο σκέλη, εις βάρος βέβαια της τσέπης.

Συνώνυμα: «Κεράσει πουτό καυλιάρη;» (εντάξει, λέγεται μόνο από τις πλέον χυδαίες και ανένταχτες των κορασίδων, απλώς έχει μείνει ως πάγια έκφραση).

Τα κορίτσια όμορφα αλλά λίγο με υφάκι και σπασαρχίδες για να τις πάρει κάποιος με το ζόρι για χουρό ή πουτό.
(από το γνωστό bourdela.tv)

Λίλιαν! (από Khan, 22/02/15)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στην διάλεκτο των μπουρδελιάρηδων, η στρηπτιτζού/ λικνιτζού, που προσφέρει την υπηρεσία του φραπέ σε φραπεδοκράτορες.

Αντώνυμα: ντεκαφεϊνέ, ντικάφ, decaf, ντεφραπεϊνέ, ντιφραπ, περσόνα νον φράπα (persona non frappa).

-Είδες που πετυχαίνει το μποϊκοτάζ! Η Τζέσικα ήταν ντεκαφεϊνέ, η νο1 περσόνα νον φράππα του ευαγούς ιδρύματος! Αλλά απ' όταν συνεννοηθήκαμε όλοι οι μπουρδελιάρηδες και της κάναμε μποϊκοτάζ, είδε ότι δεν την παίρνει άλλο, κι έχει γίνει και η πρώτη φραπεδιάρα! Αυτό είναι η δύναμη του καταναλωτή!

(από Khan, 19/03/15)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Στην διάλεκτο των μπουρδελιάρηδων είναι ο στριπτητζόφιλος που ενδιαφέρεται μόνο για την υπηρεσία του φραπέ και αναδεικνύεται σε μάστορα του να ξέρει να δέχεται την ανάλογη υπηρεσία των φραπεδιάρων κορασίδων.

Συνώνυμα: Master Frappadar

Πρέπει να το παραδεχτούμε, ο Βασίλης είναι ο φραπεδοκράτωρ, ο Master Frappadar του σάιτ!
(από το bourdela.com, παραφρασμένο)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τεχνικός όρος των στριπτητζόφιλων για την στρηπτιτζού/λικνιτζού, που δεν σερβίρει φραπέ μεταξύ των υπηρεσιών της, και για τον λόγο αυτό καθίσταται persona non grata (ανεπιθύμητο πρόσωπο).

Συνώνυμα: ντεκαφεϊνέ, ντικάφ, decaf/ ντεφραπεϊνέ, ντιφραπ, defrap
Αντώνυμα: φραπεδιάρα.

Trivia: Ένα ευαγές ίδρυμα έχει στο μενού του τόσα διαφορετικά είδη φραπέ, όσες και οι φραπεδιάρες στρηπτιτζούδες. Γιατί, κατά βάθος, κάθε φραπέ είναι διαφορετικό, έχει διαφορετικές αναλογίες, ρυθμό, βγάζει διαφορετικό αίσθημα, μπορεί να έχει διαφορετική έκβαση, κατάληξη, απρόοπτα...
Οι ονομασίες των φραπέ σχηματίζονται από το όνομα της στρηπτιτζούς συν την κατάληξη -τσίνο. Έτσι υπάρχουν λ.χ. τα:
Τζεσικοτσίνο, Μαρινοτσίνο, Λιλιαντσίνο, Λαουροτσίνο, Κατριντσίνο, Εμανουελλτσίνο, Σαντροτσίνο κ.ο.κ.

-Η Τζέσικα κάνει φραπεδούμπα;
-Όχι ρε! Είναι η persona non frappa του ευαγούς ιδρύματος, ακόμη να το μάθεις;

(από Vrastaman, 06/05/09)(από Khan, 13/04/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία