Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Σλανγκασίστ σφυρίζων: Πως λέμε νετάρω - θεώρησε το παραγγελιά :-) Από εδώ

Το νετάρω στην ναυτική ορολογία το βρίσκουμε με την έννοια του τελειώνω μιά δουλειά.

Μόλις νετάρουμε με το καλαφάτισμα του καϊκιού, θα πιάσουμε να μινιάρουμε. Τη μουράβια θα τη περάσουμε στο τέλος, λίγο πριν το ρίξουμε στη θάλασσα.

καλαφάτισμα: τοποθέτηση βαμβακερού κορδονιού στους αρμούς ξύλινου σκάφους για στεγανοποίηση.

μινιάρω: βάφω με μίνιο (υπόστρωμα για να "πιάσει" η μπογιά).

μουράβια: υφαλόχρωμα

Επίσης με την έννοια του ξεμπερδεύω κυριολεκτικά

Τι ρέματα ήτανε αυτά ρε φίλε! Το παραγάδι ήτανε όλο στριμένο, είδα κι έπαθα να το νετάρω.

και μεταφορικά

Πλάκωσε το λιμεναρχείο, δεν είχαμε και τις άδειες μαζί μας, πώς νετάραμε είναι θαύμα!

Τέλος το νετάρω χρησιμοποιείται και με την έννοια του εξαντλούμαι, που αναφέρεται σε κάθε είδους ασχολία, όχι κατ' ανάγκην ναυτική.

Ρε τί γυναίκα ηφαίστειο ήταν αυτή! Δε μ' άφησε να κοιμηθώ όλη νύχτα. Με νετάρισε!

Ετυμολογία: [βεν. netar -ω (ιταλ. [nettare])] από εδώ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το μουνί, το μπουγαδοκόφινο. Κυρίως στη φράση «της μάνας σου ο μπουγαδοτρίφτης» (στην πυργιώτικη slang).

- Τι μουνάρα είσαι εσύ, μάνα μου!
- Της μάνας σου ο μπουγαδοτρίφτης, παλαιόπουστα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από την παλιά διαφήμιση απορρυπαντικού πιάτων «στη Βιλαρίμπα ακόμα τρίβουνε» (τα ταψιά).

Έχει γίνει συνώνυμο της αγγαρείας στα μαγειρεία.

- Γεωργίου και Δημητρίου, απόψε θα πάτε στη Βιλαρίμπα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στο στρατιωτικό ιδίωμα, κατά το anti-doping control, σχηματίζεται το αντιγόπινγκ κοντρόλ, ή, συνηθέστερα, απλώς αντιγόπινγκ, που σημαίνει το μάζεμα αποτσίγαρων- γοπών από χώρους του στρατοπέδου. Αποτελεί καψώνι ή και αναγκαία μορφή καθαριότητας. Λέγεται και γόπινγκ (ένα από τα πολλά στρατιωτικά γερούνδια, όπως έρπινγκ, πύλινγκ, πευκοβελόνινγκ κ.τ.ό.) ή ξεγόπιασμα.

Πλέον έχει ξεφύγει από τον στρατό, και γίνεται ιδιαίτερα σε παραλίες τα καλοκαίρια, από άτομα που είναι επιφορτισμένα με την καθαριότητά τους ώστε να μην είναι αντιτουριστικές. Επίσης, αναλαμβάνεται ενίοτε από ακτιβιστές ως προσφορά στην οικολογία και την πατρίδα. Σ' αυτήν την μη στρατιωτική χρήση έχει, κττμγ, περισσότερη σημασία ο όρος κοντρόλ, αφού υπάρχει σύντονη προσπάθεια να ελεγχθεί η παραλία (ή άλλος χώρος) από γόπες που μας εκθέτουν.

Στη σημερινή συγκυρία, όπου ασκείται κριτική στην ελλαδιστανική νοοτροπία του «καθαρίζω το σπίτι μου, και πετάω τα σκουπίδια στο δρόμο», το αντιγόπινγκ κοντρόλ είναι επίκαιρο, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε ευγενείς μορφές εθελοντισμού (ή και επαναστατικού δεθελοντισμού) και σε συναφή αυτοκριτική της νοοτροπίας του πετάω τη γόπα μου όπου νά 'ναι, η οποία χρονικώς συνέπεσε με το ντοπάρισμα της μεταπολίτευσης, το οποίο έχει ήδη υποστεί αντιντόπινγκ κοντρόλ (κυριολεκτικά και κυριολεκτικά).

  1. μικροί ψαράδες έτοιμοι;;;;; σήμερα το πρόγραμμα έχει αντιγοπινγκ control. (Εδώ).

  2. Αντιγοπινγκ σφουγγριστρα και καλλιοπη ειναι για σας τους Ι4.
    Ο στρατος ειναι εκπαιδευση και επιστημη.Εκτος και εχετε δει ποτε Spetsnaz να σφουγγαριζουν.
    Σε μας τα κανανε αυτα οι Ι3 θαλαμοφυλακες και οι Ι4 σαν εσας που ηταν να φυγουν και τελειως με μεταταξη συνηθως. (Εδώ).

  3. Βοήθησε τους προσκόπους στο «αντιγόπινγκ« (Εδώ).

  4. ετσι μου τη ΄δίνει η απαισιοδοξία του ΕΛΛΗΝΑ(ΡΑ) (και ο καναπες του ....) ε αφου και ο αλλος αφηνει την μπανανόφλουδα στην παραλία εγω θα κανω αντιγοπινγκ ; ε αφου δεν υπαρχει αξιοκρατια στις προσληψεις εγω θα παω με το σταυρο στο χερι ;
    ε αφου παρκαρουν ολοι παρανομα εκει εγω γιατι να πληρωσω παρκινγκ; ε αφου λαδώνουν για να κανουν τη δουλεια τους εγω να μη λαδωσω ; και ποιος θα τρεχει στα δικαστηρια μωρε ;;;;;;;;;;
    ΕΓΩ ΘΑ ΣΩΣΩ ΤΟ ΚΟΣΜΟ ΜΩΡΕ ΩΧΟΥΥΥΥΥΥΥΥΥΥ..... !!! ;;;;; (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όταν, κατά το σκούπισμα με ηλεκτρική σκούπα, περνάω ένα κομμάτι χνούδι ή κλωστούλα τουλάχιστον δέκα φορές με τη σκούπα, αλλά δεν το ρουφάει, οπότε τελικά σκύβω και το πιάνω, το εξετάζω και μετά το ξαναρίχνω χάμω για να δώσω μια ευκαιρία στη σκούπα να το πιάσει.

Πηγή: Λύο Καλοβυρνάς.

- Πέντε σκουπευκαιρίες της έδωσα της Μίλε, καιρός να το πετάξω στον σκουπιδοτενεκέ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ξεθερμάω, ξεθερμίζω: Κάνω λάντζα, πλένω πιάτα. Έκφραση από νησιά.

Ενίοτε λέγεται καί σκέτο ξεθερμίζω, αλλά μπορούμε να προσθέσουμε τα πιάτα, αν και είναι πλεονασμός γιατί εννοείται.

Έχω να ξεθερμίσω τα πιάτα και μετά θα αράξω.

Βλ. και αξεθέρμιστα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το άτομο του οποίου βρομάνε οι πατούσες.

Έχει ρίζα από γαριδάκια Cheetos και την ευχάριστα εμετική μυρωδιά τους.

Έτσι και βγάλει τα παπούτσια του ο Βαγγέλης ο "Τσιτοπόδαρος" θα πεθάνουμε όλοι εδώ μέσα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Σλανγκ της Μαίρης της Παναγιωταρά, μιας εργαζόμενης μητέρας, μιας καλής νοικοκυράς.

Χαλώνουμε (βάζουμε τα χαλιά) με το που πιάνει κρύο, ξεχαλώνουμε (βγάζουμε τα χαλιά όταν ζεστάνει ο καιρός).

-Ε Μαράκι, χάλωσες ακόμα;
-Μπα, ακόμα αντέχεται ο καιρός. Λέω να χαλώσω τον επόμενο μήνα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το σαμπουάν, κατά Παπουτσάνη. Ουδέν σχόλιον.

από παλιά διαφήμιση, δεκαετίας 70:
«Ο Παπουτσάνης έχει βγάλει
για όλη σας τη φαμελιά
ένα τεράστιο μπουκάλι
λούσιμο για τα μαλλιά»
...
(για τις ανάγκες της μελωδίας τονίζεται λουσιμό...)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο προσεκτικός, ο τελειομανής, ο νοικοκύρης και με αρνητική σημασία ο ψείρας, ο υπερβολικά τελειομανής, από την τουρκική λέξη titiz. (Δες).

Είμαι τιτίζης, αλλάζω λάστιχα κάθε τρία χρόνια σε όποια κατάσταση κι αν βρίσκονται. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε