Επιπλέον ετικέτες

Μονάδα μέτρησης πρέζας με χωρητικότητα ενός καπακιού στυλό Bic.

Καπάκια ενίοτε και επίχρυσα χρησιμοποιούν επίσης οι κοκάκηδες για να χορηγούν τις ρουθουνιές τους.

- Για την ηρωίνη μονάδα μέτρησης είναι το καπάκι από το στιλό Bic, περίπου 3/4 του γραμμαρίου, και πωλείται 120 ευρώ η δόση. (εδώ)

- Εμπόριο (στην φυλακή) γίνεται με τα ψυχοφάρμακα. Αν και τους τα δίνουν «σπασμένα», τα μεταφέρουν στο στόμα τους και τα μεταγγίζουν στο στόμα κάποιου άλλου με ένα φιλί. Ενα Ipnostedon π.χ. έχει την ίδια αξία όσο το 1/15 από το «καπάκι», δηλαδή 10 ευρώ.
(εκεί)

Ξυρίζει ανάβει, γράφει και όχι μόνον! (από Vrastaman, 18/09/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υποκοριστικά των γνωστών ελληνικών τσιγάρων «Καρέλια».

Χρησιμοποιούνται κυρίως μεταξύ τρακαδόρων ή τραμπαδόρων ή απλά λάτρηδων των συγκεκριμένων τσιγάρων.

- Πσιτ, έχει κανείς κανα Καρελάκι;

- Έι, ψηλέ! Τράβα στο περίπτερον για ένα καρέλι μαλακό.

(από OstySan, 16/05/10)(από Khan, 25/01/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από ένα γούγκλισμα στα γρήγορα ανακάλυψα ότι είναι αφενός ένα βάραθρο κάπου στην επικράτεια και αφεδύο ένα χαμηλό όρος με βάραθρα.

Επειδή δεν μου είναι και γνωστό το έτυμον του όρου, πιθανολογώ ότι και η σημασία αυτή επίσης προέρχεται από ανά την επικράτεια σλαγκόφώνους Έλληνες. Στα σλαγκολευκαδίτικα όμως. σημαίνει το κακομαγειρεμένο ψητό, σε σημείο που να έχει γίνει εντελώς μαύρο και να μην τρώγεται με τίποτα. Όταν δηλαδή οι συνδαιτυμόνες αναφωνούν «άνθρακες ο θησαυρός». Σαν έξυπνος σλάνγκος όμως που είμαι κτοκττμγ βρίσκομαι κοντά στο να συνδέσω τις δύο σημασίες εκ του κοινού χρώματος που έχει το στόμιο του βαράθρου με το καμμένο φαγητό.

  1. για την πρώτη εκδοχή: ... μέσ τη βροχή και το κρύο, για το όρος Κάρκανο, προέκταση του όρους Πούλου πριν το διάσελο της Κουλοχέρας ,πριν ξημερώσει και τους δουν οι αντίπαλοι. Μερικοί μπορεί να είναι και στενοί συγγενείς και παλαιότερα πολύ αγαπημένοι, ενώ τώρα σε αυτές τις μαύρες μέρες με το μίσος όλα είναι αλλόκοτα.. και επίσης: Ένα βαθύ κάρκανο στο Χιονοβούνι είναι μακρινή αποστολή και δεν πήγαμε για εξερεύνηση, ενώ έχει κάποια αξία ιστορική. Σε αυτό ο Ιμπραήμ έριξε τους Κρεμαστιώτες που απέφευγαν την κίνησή του για να γλιτώσουν τα κοπάδια τους και κάποια στιγμή τον χτύπησαν σε στενά και μερικοί σκοτώθηκαν. Αυτούς τους έριξε με τον ελαφρύ οπλισμό τους μέσα στο κάρκανο αυτό υποτιμώντας τα όπλα των μπροστά τα δικά του.

  2. ... και για την δεύτερη:
    - Ελάτε να φάτε που να με φάει κακός λέφας κι επέθανα στα ποδάρια μου, να νετάρω!!!
    - Έτσι που τό' καψες και τό' καμες κάρκανο δεν είναι κρέας αυτό μάνα, διαλούπι είναι!

very well done (από perkins, 10/09/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όρος που χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράφει κινητήρες πετρελαίου που κροταλίζουν περισσότερο από το κανονικό. Ενδεικτικό είτε αρρύθμιστου κινητήρα, είτε σοβαρότερης βλάβης.

Έχει να κάνει με τον τενεκεδένιο ήχο που κάνει το καπάκι στις φθηνές παλαιές κατσαρόλες, όταν αυτό χτυπάει επάνω της όταν βράζει το νερό / φαγητό.


Ο ίδιος όρος επίσης χρησιμοποιείται και για τα «απρόσωπα» αυτοκίνητα, δηλαδή εκείνα που έχουν φτιαχτεί κυρίως για να εξυπηρετούν απλώς τις ανάγκες μεταφοράς από ένα σημείο στο άλλο και όχι για, ή και για οδηγική απόλαυση.

Έχει να κάνει με το ότι μία κατσαρόλα είναι ένα απλό χρηστικό αντικείμενο που υπάρχει απλά και μόνον για να κάνει την δουλειά του και όχι για να προσφέρει διασκέδαση, απόλαυση ή χαρά (το φαγητό που μαγειρεύεται μέσα στην κατσαρόλα είναι άλλη ιστορία βέβαια...).

  1. Σαν κατσαρόλα ακούγεται το μοτέρ σου...

  2. Αυτό το αυτοκίνητο δεν έχει «ψυχή», σκέτη κατσαρόλα είναι...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πετραδάκι, μικρή πέτρα στα Γιαννιώτικα. Επίσης κασκαρίκι και κατσκαρίκι.

Η λέξη φαίνεται να προέρχεται από το αρμένικο khachkar (խաչքար) που σημαίνει πέτρα με σταυρό. Βλ. επίσης και την οροσειρά Kaçkar στον Πόντο και την έκφραση κασκαρίκα.

- Πώς έγινες έτσι ρε;
- Έφαγα μια σαβούρδα σε κάτι κατσκαρίκια στο χωριό!
- Σε κάτι τί;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Καθώς η υπερδύναμη τείνει να μεταφερθεί απ' τις ΗΠΑ στην Κίνα, μαζί τείνει να μεταφερθεί κι η αντίστοιχη βλακεία. Έτσι κατά τα αμερικανιά και αμερικλανιά, σχηματίστηκε το «κινεζιά», για να δηλώσει ακριβές υπερπαραγωγές ενός Χόλλυγουντ στα κινέζικα, ή οποιαδήποτε άλλη πατάτα προερχόμενη απ' την Κίνα και ιδίως αντίγραφα κακής ποιότητας. Κι ενώ στο σινεμά τα έργα ενός Γιμού, ενός Καρ Βάι, ενός Ανγκ Λη τίμησαν το είδος του βούξια, ή την βουξιά ελληνιστί, μετά έγινε μανιέρα ένα είδος βουξιών δεύτερης ποιότητας, που συναγωνίζονται τις κακές χολυγουντιάνικες ταινίες.

Χαρακτηριστικά της κινεζιάς στο σινεμά: Οι ήρωες πετάνε, πηδάνε, κάνουνε τούμπες με τέλειο υπερφυσικό τρόπο. Στην αρχή αυτό ήταν μέσα στους κώδικες του βούξια, αλλά μετά έγινε πρόσχημα για να φεσωθούμε. Οι διάλογοι ζηλώνουν την δόξα κάθε Φωσκολιάδας. Μέχρι το τέλος της ταινίας, όλοι οι ήρωες έχουν βρει κάποιον λόγο για να αυτοκτονήσουν μελοδραματικά. Και στο τέλος νικάει κάποιος σαδιστής αφέντης πατέρας, που έχει στο μεταξύ προσφέρει άπλετη ικανοποίηση στον κάθε μαζόχα της ταινίας. Όλα αυτά σε πανάκριβα σκηνικά με τείχη, φανάρια, δράκους, παλλακίδες κτλ. Οι τίτλοι αποτελούν συνήθως ένα συμπίλημα απ' τα παραπάνω.

- Πάμε να δούμε το «Καταραμένο Μυστικό του Χρυσού Δράκου»;
- Βουξιά;
- Φαίνεται;
- Μόνο να μην είναι πάλι καμιά κινεζιά σαν το «Κλάμα της Παλλακίδας πίσω απ' το Τείχος με τα Φανάρια». Δεν θα το αντέξω!

(από Khan, 30/10/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το τεράστιο κινητό. Συνήθως είναι (πολύ) περασμένης γενιάς αλλά υπάρχουν και κινητούμπες σύγχρονες, οι οποίες λόγω των αυξημένων δυνατοτήτων τους είναι μεγάλες και βαριές. Γκουμούτσες ένα πράμα.

  1. - Τι κινητούμπα είναι αυτή ρε άχρηστε;
    - Ήταν της γιαγιάς μου, κειμήλιο...

  2. - Πω ρε μια κινητούμπα! Σαν παντόφλα είναι.
    - Μη μιλάς γιατί εκτίθεσαι ανεπανόρθωτα. Είναι το Communicator το καινούργιο. Άσχετε. Αλλά πού να ξέρεις εσύ από τέτοια...

"Αγαπιτέ ΤΙΜ, θα ήθελα να κάνω διακουπί συμβούλιο (μτφ. συμβόλαιο), διώτη έχω κάνι άλλι σύνδεση ΤΙΜ. Σας ευχαριστό." (από Galadriel, 01/03/09)

Βλ. και παντόφλα, -ούμπα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρησιμοποιείται, στην διάλεκτο των ναρκωτικών, όταν το stuff δεν είναι καλό.

-Χάλια η ζα (ηρωίνη), δεν την άκουσα καθόλου, κιούσπα θα ήταν.

-Kιούσπα το χόρτο (χασίσι), από κάνα νεκροταφείο θα το έμασαν.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κλέφτης ή κλεφτής αποκαλείται είδος αυτοσχέδιου αποστακτήριου στην ψειρού.

Η μαγκαϊβεριά αυτή αποτελείται από αντίσταση ηλεκτρικού ρεύματος που βράζει φρούτα μέσα σε ένα τσίγκινο κουβά με νερό μέχρι να δέσει το τσίπουρο-μπόμπα των φυλακόβιων.

Η διαδικασία είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη και πολλοί χειριστές κλέφτη (οι επονομαζομένοι και τσιπουράδες) τα έχουν κακαρώσει εν ώρα εργασίας (βλ. ρεπορτάζ).

  1. - Στις φυλακές Κορυδαλλού -και όχι μόνον, αφού τα οινοπνευματώδη ως γνωστόν απαγορεύονται- με τον επονομαζόμενο «ΚΛΕΦΤΗ» γίνεται το ναρκωτικό των φτωχών, που είναι ένα είδος αυτοσχέδιου τσίπουρου ή κρασιού. (εδώ)

  2. - κλέφτης: το αποστακτήριο όπου φτιάχνουν τσίπουρο.
    (Το γλωσσάρι πίσω από τα σίδερα της φυλακής)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Το μεγάλο κλουβί

  2. Ημιφορτηγό σε στυλ βαν

  3. Όχημα που διαθέτει κάγκελα στα παράθυρά του και χρησιμεύει για την μεταφορά κακοποιών ... ή αστυνομικών. Στην πρώτη περίπτωση τα κάγκελα είναι για να μην δραπετεύσει ο κακοποιός, στην δεύτερη για να προστατευθούν οι μπάτσοι.

  4. Το καφάσι

  1. Το κατάστημά μας διαθέτει κλούβες αναπαραγωγής, διαβίωσης, πτήσης, μεταφοράς σε ό,τι τιμές και μεγέθη θέλετε.

  2. από αγγελία
    Πωλείται Ford Transit κλούβα με ανοιγόμενες πόρτες (€ 6.000,00)

  3. Επίθεση σε κλούβα των ΜΑΤ Νεαροί πέταξαν μολότοφ σε κλούβα των ΜΑΤ
    Ομάδα κουκουλοφόρων κινήθηκε στη 1:00 μετά τα μεσάνυχτα εναντίον κλούβας των ΜΑΤ που βρίσκονταν στην οδό Αγγελάκη στη Θεσσαλονίκη. από δελτίο του ΣΚΑΪ

  4. - Και πώς θα τα κουβαλήσουμε όλ' αυτά ρε μάνα στην Αθήνα;
    - Μα θα σας τα βάλω εγώ παιδάκι μου σε δύο κλούβες, μην έχεις έγνοια για τίποτα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία