Η λέξη προέρχεται εκ της λεκτικής συνουσίας των λέξεων παράθυρα και μουρμούρα. Μιλάμε για μια συνουσία χωρίς δημιουργία που οδηγεί στην πολλαπλή εκμετάλλευση του θεατή. Μιλάμε για τη διοργάνωση συζήτησης πάνω σε φλέγοντα θέματα που απασχολούν τον κόσμο (άρα προσδοκάται τηλεθέαση) από δημοσιοκάφρο, που για λόγους τηλεθέασης, έχει προσκαλέσει άτομα που με το παραμικρό παίρνουν φωτιά. Έτσι προκύπτει μια ατέλειωτη τηλεοπτική μουρμούρα μεταξύ των καλεσμένων των τηλεοπτικών παραθύρων. Κι όσο πιο πολλά είναι τα παράθυρα, τόσο πιο δυνατό γίνεται το κοκτέιλ της αναμπουμπούλας. Αυτό είναι λοιπόν το reality show που λέγεται παραθυρομουρμούρα.

Ο στόχος των προσκεκλημένων δεν είναι η αποκάλυψη της αλήθειας, η ενημέρωση του κόσμου, η καλοπροαίρετη εξέταση των απόψεων και η σύνθεση τους ώστε να δημιουργηθεί μια κοινώς αποδεκτή πρόταση που θα τυγχάνει της κοινής αποδοχής των παρισταμένων, αλλά και της αποδοχής των θεατών, αλλά το καπέλωμα των αντιθέτων μέσω τρικλοποδιών και φθηνών κόλπων εντυπωσιασμού.

Η ατέλειωτη μουρμούρα και χάβρα που επικρατεί μεταξύ των καλεσμένων στα τηλεοπτικά παράθυρα, διαθέτει διακοπές, επί διακοπών, ύβρεις τσαμπουκαλέματα, κινδυνολογίες, ψευδο-οράματα, αποτυχημένους σωτήρες, που θέλουν να ξανάρθουν για να σώσουν τον τόπο από τους νυν αποτυχημένους σωτήρες, που είχαν έρθει για να σώσουν τον τόπο απ’ αυτούς. Σωτήρες (νυν και τέως) που βουλιάζουν τον τόπο κάθε μέρα όλο και πιο βαθιά. Όλοι τους ποντάρουν στη λήθη του θεατή. Τον θεωρούν χαπατο και τον ταΐζουν κόντρα παραμύθι. Του πιπιλίζουν το μυαλό κι αυτός ελπίζει. Ελπίζει κι εμπιστεύεται. Το νοητικό επίπεδο του κόσμου μπορεί να είναι περισσότερο ανεπτυγμένο σε σχέση με το παρελθόν, αλλά φαίνεται πως οι λαοπλάνοι έχουν κάνει περισσότερα βήματα. Είναι απειροελάχιστες οι διαφορές των καλεσμένων, αλλά, σαν σωστοί λαοπλάνοι, τις μεγεθύνουν και ο καθένας ωραιοποιεί τη θέση του για να έχει λόγο υπάρξεως στο μέλλον. Αν βέβαια τεθεί θέμα που τους αγγίζει συλλογικά, όπως π.χ. η αύξηση των αποδοχών τους, ή το πόθεν αίσχος, τότε ισχύει η ρήση: Στη μάσα ενωμένοι στον αγώνα χωριστά.

Ο δε δημοσιοκάφρος, αντί να προσπαθεί να αμβλύνει τις αντιθέσεις ώστε να προκύψει ένα πολιτισμένος διάλογος που θα γεφυρώνει, τουναντίον με τις ενέργειες του προκαλεί και επιδιώκει τη βαβούρα και το μπάχαλο για να ανεβάσει τη θερμοκρασία και την ένταση και να εγκλωβίσει τους τηλεθεατές που έκατσαν να ενημερωθούν. Για το δημοσιοκάφρο, παρ' όλο που το κανάλι του έχει κάποια πολιτική γραμμή, το κύριο μέλημα του δεν είναι να υποστηρίξει τη γνώμη των καλεσμένων που τάσσονται πλησίον προς τη γραμμή του καναλιού, αλλά την αποτροπή του θεατή να κάνει ζάπινγκ και να πάει σε άλλη παραθυρομουρμούρα, γιατί, γι' αυτόν τα ποσοστά τηλεθέασης μετράνε. Κι αν καταφέρει να σκοράρει κόντρα στους απέναντι (απέναντι κανάλια) και το κανάλι του θα πάρει τα εύσημα κερδίζοντας κι απ’ τις διαφημίσεις που πέφτουν ανάμεσα στην «ενημέρωση». Έτσι κι αυτός εδραιώνεται καλύτερα στη θέση του. Γι' αυτό λοιπόν προκαλεί με τις ενέργειες του την παραθυρομουρμούρα, την ένταση και το χαλασμό. Κι όταν η κατάσταση, ξεφύγει, τότε προσπαθεί με στημένες κι άκομψες διαδικασίες να μαζέψει την κατάσταση που ο ίδιος δημιούργησε, τόσο με την επιλογή των ατόμων, όσο και με το δαύλισμα της φωτιάς, που έντεχνα κατά τη διάρκεια της κουβέντας μεθόδευε. Παίζει τη δική του θεατρική παράσταση, το δικό του Καραγκιόζ μπερντέ για να γοητεύσει το εγκλωβισμένο κοινό του, τους θεατές που, αντί να ενημερωθούν, γίνονται μάρτυρες σε μια ποδοσφαιροποίηση του πολιτικού λόγου. Στο τέλος αυτοί, αντί να είναι ανακουφισμένοι, αισθάνονται μπερδεμένοι και απογοητευμένοι. Ωστόσο, την άλλη μέρα θα επαναλάβουν το ίδιο λάθος. Θα κάτσουν ξανά σαν άλογα όντα να φάνε το τηλεοπτικό σανό που θα τους προσφέρουν οι λογής εισαγγελάτοι, που απ ότι φαίνεται είναι μάστορες στη δουλεία τους και δε διαθέτουν κανένα ίχνος τσίπας πάνω τους. Ο «καλύτερος» δε απ' αυτούς, καταλήγει αρχιδη(ι)μοσιοκάφρος. Αντί αυτοί να βρεθούν στο καρφί, συνεχίζουν τις μηχανορραφίες τους.

-Τι κάνεις ρε μαλάκα αποσβολωμένος μπροστά στην τηλεόραση;
-Σώπα… παρακολουθώ. Μιλάνε για το ασφαλιστικό. Σε ενδιαφέρει.
-Με ενδιαφέρει δε λέω… Αλλά αν αυτή την παραθυρομουρμούρα, τη λες ενημέρωση τότε εγώ... είμαι ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Λυμαίνομαι το slang.gr με την λημματολάσπη μου.

  2. Μαίνομαι με μανιώδη λημματοπλημμυρίδα.

Clopyright: Hank, Vrastaman.

Υπάρχουν διάφοροι τύποι, αυτοί που λημμαίνονται το σάιτ για κάνα μήνα και μετά εξαφανιζόλ, αυτοί που είναι αργές αλλά σταθερές αξίες, κι αυτοί που το λημμαίνονται για πάντα. Για τους τελευταίους ισχύει και το ρητό του Βράσταμαν:
«Λημματολάσπη and diamonds are forever»!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όταν μιλάμε για μηχάνημα μ' αρχίδια, μιλάμε για μηχάνημα που κάνει περήφανο τον ιδιοκτήτη του και προκαλεί το θαυμασμό. Μιλάμε για μηχάνημα που γαμεί και δέρνει. Μιλάμε για μηχάνημα με προσωπικότητα. Μιλάμε για την ονείρωξη, για το μηχάνημα που βρίσκεται στην αιχμή της τεχνολογίας, που έχει τις... ποιοτικές προδιαγραφές και την... τεχνική υποστήριξη.

Όταν μιλάμε για αρχίδια μηχάνημα, μιλάμε αντιθέτως, για μηχάνημα κακών ποιοτικών προδιαγραφών, που χαλάει συχνά, που έχει πλημμελή τεχνική υποστήριξη, που δεν μπορείς να βασιστείς πάνω του. Ωστόσο όμως, υπάρχουν και μηχανήματα αρχιδάτων τεχνικών προδιαγραφών, που έχουν όμως κακές ποιοτικές προδιαγραφές (π.χ.: που χαλάνε συχνά).

Ως αρχίδια μηχάνημα πάλι, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ένα μηχάνημα που ενώ πιστεύαμε, πως ήταν αρχιδάτων τεχνικών προδιαγραφών, στην πράξη μας βγήκε κατώτερο των προσδοκιών μας. Μπορεί αυτό να σημαίνει πως μας γέλασε ο πωλητής. Μπορεί όμως και εμείς, μη έχοντας την απαιτούμενη τεχνική κατάρτιση, να υποθέσαμε πως οι ζητούμενες από μας προδιαγραφές, πως καλύπτονται από την αγορά μας.

Επειδή τώρα, λόγω εταιρικού ανταγωνισμού, η ανάγκη για δημιουργία νέων μοντέλων είναι μεγάλη, είναι αναμενόμενο πως με τις ευλογίες του μάρκετινγκ, κάποιο μηχάνημα που κάποτε θεωρείτο μηχάνημα μ' αρχίδια, σε σύντομο χρονικό διάστημα, θα βρεθεί ουραγός της. Θα γίνει δηλαδή παρωχημένης τεχνολογίας και θα θεωρηθεί αρχίδια μηχάνημα. Ωστόσο ο ιδιοκτήτης ενός τέτοιου μηχανήματος δε θα παραδεχτεί εύκολα πως το καύχημα του, απέκτησε στο διάβα του χρόνου gtp προδιαγραφές.

Κάποιος γκατζετάκιας, ή κάποιος τεχνοκένταυρος (κολλημένος με την τεχνολογία, βλ. Δ.Π.) περνάει γρήγορα, σαν υαλοκαθαριστήρας, από τη μια κατάσταση στην άλλη. (π.χ.: ένα μηχάνημα που θεωρούσε πριν πέντε μήνες μηχάνημα μ' αρχίδια, το θεωρεί τώρα αρχίδια μηχάνημα).

Όταν εκφέρουμε τον όρο «μηχάνημα μ' αρχίδια ή αρχίδια μηχάνημα;» ρωτάμε σε δεδομένη χρονική στιγμή, αν το μηχάνημα στο ποίο αναφερόμαστε, είναι μηχάνημα αξιώσεων, ή μηχάνημα του πετάματού. (π.χ.: πατάτα, μαϊμού). Η ερώτηση αυτή γίνεται στις παρακάτω περιπτώσεις:

α)Όταν κάποιος ακούει ένα κατεβατό από χαρακτηριστικά, που δεν μπορεί να αξιολογήσει και θέλει να διαφωτιστεί με δυο λόγια, από κάποιον που θεωρεί γκουρού της τεχνολογίας. Εδώ όμως εγκυμονεί κίνδυνος. Γιατί ναι μεν υπάρχουν άτομα άξια εμπιστοσύνης, υπάρχουν όμως και κάποιοι που νομίζουν πως ξέρουν κι υπάρχουν και κάποιοι άλλοι που θέλουν να σπρώξουν, αυτό που θέλουν να ξεφορτωθούν. Για την παραπάνω περίπτωση, βλ. παρ.1.

β)Όταν θέλουμε να μάθουμε με δυο λόγια, αν η αγορά κάποιου χαρακτηρίζεται καλή, τα κριτήρια με τα οποία έγινε η αγορά και μέσω αυτών, να μάθουμε ή να επιβεβαιώσουμε γενικότερα στοιχεία που αφορούν το χαρακτήρα και τις συνήθειες του αγοραστή (μόνιμα, ή περιστασιακά, π.χ.: λόγω κάποιων συγκυριών). Π.χ.: αν κάποιος είναι μόνιμα ή περιστασιακάαρχισπάγκος, σκορποχέρης, επιπόλαιος, αν εντυπωσιάζεται εύκολα, αν το ψειρίζει το θέμα, αν έχει σχέση με το άθλημα, κ.λπ. (βλ.παρ.2).

Σημείωση:

1)Για ευνόητους λόγους, μια τέτοια ερώτηση γίνεται συνήθως με άτομο, με το οποίο έχουμε κάποια εξοικείωση.

2)Σε μια τέτοια ερώτηση, πέραν των στοιχείων υποκειμενισμού που αναφέρθηκαν παραπάνω, ελλοχεύει κι ο εξής κίνδυνος: Προσπαθούμε μέσω της ερωτήσεως, να κάνουμε τον άλλο να κατατάξει ένα μηχάνημα στα δυο άκρα του φάσματος. Κι αυτό αυξάνει ακόμα περισσότερο τον υπάρχοντα υποκειμενισμό.

  1. Κάποιος ρωτάει ένα φίλο του που δουλεύει ως τεχνικός σε μια εταιρεία.
    -Θέλω να αγοράσω το τάδε μηχάνημα (αναφέρει μάρκα, μοντέλο). Τι λες; Καλό είναι;
    -Κοίτα, το μηχάνημα αυτό έχει τις παρακάτω προδιαγραφές: μπλα... μπλα... μπλά....
    -Κοίτα, επειδή δεν καταλαβαίνω απ' αυτά, πες μου με δυο λόγια. Μιλάμε για μηχάνημα μ' αρχίδια, ή αρχίδια μηχάνημα;

  2. Κάποιος ρωτάει ένα φίλο του, που θεωρεί πως έχει τις... γνώσεις, σε θέματα τεχνολογίας.
    -Μου λέγε ο Μήτσος πως αγόρασε το τάδε μηχάνημα. Καλή αγορά έκανε;
    -Κοίτα το μηχάνημα αυτό, μπλα... μπλα... μπλά....
    -Κοίτα δε θέλω να μάθω τέτοια πράγματα. Θέλω να μάθω αν έκανε καλή αγορά. Με δυο λόγια: Πήρε μηχάνημα μ' αρχίδια, ή αρχίδια μηχάνημα;
    -Το δεύτερο.
    -Γιατί το λές; Φέρθηκε αυγοζύγικα, δεν το 'ψαξε, τι;
    -Επιπόλαιος μια ζωή μωρέ. Τοντύλιξε ο πωλητής κανονικά. Τον εντυπωσίασε με κάποιο φαντεζί μπάζο.

(από pavleas, 08/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο όρος προκύπτει από εκ της αγγλικής λέξης fuck (φακ) που σημαίνει συνουσιάζομαι και της επίσης αγγλικής λέξης backup (μπακάπ), που σημαίνει εφεδρικός, λέξης που χρησιμοποιείται κατά κόρον στην ορολογία των Η/Υ, με την έννοια του αντιγράφου ασφαλείας των δεδομένων (π.χ. μεταφορά των αρχείων του σκληρού δίσκου σε DVDs, σε άλλον σκληρό δίσκο, στο σκληρό δίσκο ενός άλλου Η/Υ ενός δικτύου Η/Υ, κλπ).

Όταν λοιπόν οι δυο παραπάνω λέξεις (φακ και μπακάπ), παντρεύονται (εκκλησιαστί έσονται εις σάρκα μία), προκύπτει ο όρος φακ απ. Τι θέλει να πει ο Δροσίνης εδώ πέρα;

Όταν εκφέρουμε τον όρο, αναφερόμαστε στο γεγονός πως το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας bakup είναι: γάμησε τα στην κασέτα.

Αυτό θα μπορούσε να συμβεί, π.χ: όταν συμβεί διακοπή ρεύματος, ή πτώση τάσης κατά τη διαδικασία (μ' αποτέλεσμα να διακοπεί η ροή των δεδομένων, ή ακόμα χειρότερα, θα μπορούσε και να καταστραφεί κι ο σκληρός δίσκος που περιέχει τα πρωτότυπα αρχεία), όταν γίνεται η μεταφορά των αρχείων στο δίσκο προορισμού χωρίς να υπάρχει εκεί ο απαιτούμενος χώρος, όταν το σετ των πρωτότυπων αρχείων είναι μολυσμένο από ιό κλπ.

  1. – Που λές χθες πήγα να γράψω τα αρχεία του σκληρού μου δίσκου σε ένα DVD και τσουπ στην τηλεόραση εμφανίζεται ο Μητσοτάκουλας κάνοντας δηλώσεις για την οικονομική στύση και τσουπ πέφτει το ρεύμα, και τσουπ έρχεται το ρεύμα, και τσουπ, το back up είχε γίνει φακ απ, ενώ... ο εθνικός γκαντέμης συνέχιζε απτόητος να κάνει δηλώσεις.
    – Καλά άσ' τα αυτά. Τι είπε ο Μητσοτάκης; Αυτό μας καίει!
    – Ε... είσαι και ο... μαλάκας.
    – Εντάξει μωρέ. Μια τουκανιά έκανα για να γελάσουμε.
    Βάλε τη γαργαλιέρα στο maximum.

  2. Πέρι: Που λές Μιστόκλα, χθες πήγα να πάρω backup τα αρχεία του Η/Υ μου, σε ένα δίσκο, στο τοπικό μου δίκτυο. Βάζω να γίνει κόπι το πίτα, λέω στον αδελφό μου να προσέχει τη διαδικασία και φεύγω για να πάω σε ένα μπαράκι για να συναντήσω το Λίλιαν. Και αυτός μου τα 'κανε μούτι.
    Μιστόκλας: Γιατί;
    Πέρι: Παρακολουθούσε βλέπεις παράλληλα και Star channel. Κι όταν βγήκε η Πετρούλα να πει τον καιρό, αποσβολώθηκε. Κι όταν την άκουσε να λέει: «μόλις τελείωσα», ενστικτωδώς σταμάτησε κι αυτός το backup. Οπότε το βράδυ που γύρισα, δε βρήκα backup, φακ απ βρήκα. Ευτυχώς αυτό διορθώνεται.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παρτούζα συνειρμών στη λέξη αυτή.

Ο όρος θα μπορούσε να προκύπτει εκ:

α) παράφρασης της λέξης προλετάριος, (δες εδώ και εδώ). Μιλάμε για τον κατ' επίφαση προλετάριο, τον κατ' όνομα προλετάριο που λειτουργεί με χρηματοκεντρικά κριτήρια (λεφτά).

β) της λέξης προ (που παραπέμπει στην αγγλική λέξη pro, εκ του professional που σημαίνει επαγγελματίας) και της λέξης λεφτά. Το πακέτο παραπέμπει δηλαδή σε κάποιον που είναι επαγγελματίας λεφτάς. Και επειδή οι λέξεις προλετάριος - προλεφτάριος μορφολογικά μοιάζουν, ο συγκεκριμένος επαγγελματίας λεφτάς αναδίνει, κάπου στο βάθος, άρωμα προλετάριου. Σε πολλές περιπτώσεις θα μπορούσε να γίνει και επαγγελματική αξιοποίηση αυτού του αρώματος (επαγγελματίας πολιτικός, επαναστάτης, κλπ., δες σχετικά το παράδειγμα 3 και το λήμμα Μαρξορθόδοξος).

γ) εκ της λέξης προ (που παραπέμπει στην αγγλική λέξη pro από professional που σημαίνει επαγγελματίας) και της λέξης left (αριστερός). Εδώ το πακέτο παραπέμπει σε κάποιον που είναι επαγγελματίας αριστερός.

δ) εκ της λέξης προ (που παραπέμπει σε πρώην) και της αγγλικής λέξης left (αριστερός). Εδώ το πακέτο παραπέμπει σε κάποιον που είναι: πρώην αριστερός.

  1. Εκ των παραπάνω συνειρμών, αντιλαμβανόμαστε πως η λέξη ενσωματώνει συναφείς νοηματικές παραπομπές.

Εκφέροντας τον όρο, θα μπορούσαμε βάσει των παραπάνω, να χαρακτηρίσουμε ως προλεφτάριο κάποιον πρώην αριστερό, που έχει από χρόνια αντικαταστήσει το σύνθημα «Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», με το σύνθημα «Νόμος είναι το δίκιο του Σωκράτη», κάποιον κατ' επίφαση αριστερό, κάποιον γιαλαντζί κομμουνιστή, κάποιον Μαρξ εντ Σπένσερ, που 'χει κάνει θεό του, το μαρούλι, τις αστικές απολαύσεις, που 'χει τα ... κονέ, που κάνει τις μπίζνες, που μπορεί να 'ναι και σκαφάτος και που επιδιώκει πάντοτε να τα περνά ζωή και κότα.

Χαρακτηριστικό τύπο προλετάριου που μεταμορφώθηκε σε προλεφτάριο είχε ενσαρκώσει στην ταινία «Ξύπνα Βασίλη» ο Αλέκος Αλεξανδράκης, όπου το κέρδος ενός λαχείου, μετέβαλλε άρδην τον τρόπο ζωής του, μεταβάλλοντας τον από μαχητικό αγωνιστή της Αριστεράς σε άνθρωπο του κεφαλαίου. (Βλ. παραδείγματα 1, 2 ,3)

  1. Στα πλαίσια χιουμοριστικής εκφοράς του λόγου, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ως προλεφτάριο κάποιον παντελώς άσχετο με την αριστερά, που ζει μέσα στη γκλαμουριά και στη χλίδα. (βλ. παράδειγμα 4)
  1. Και εμείς θα καμαρώνουμε για τον άνθρωπό μας που «νίκησε» και μπήκε στη Βουλή, γεμίζοντάς μας προσδοκίες και όνειρα καλοκαιρινής νυκτός, για να γίνει από προλετάριος, προλεφτάριος. Ναι, μιλάμε γι’ αυτόν το μασκαρά που μόλις εκλέχθηκε, έκλεισε το κινητό του… Και πήρε καινούριο, για να μιλάει με επιχειρηματίες. Μιλάμε γι’ αυτόν που μόλις εκλέχθηκε και ζητήσαμε να τον δούμε, μας παρέπεμψε σε κάτι παρατρεχάμενα και θρασύτατα λαμόγια, κάτι ανεκδιήγητους αλεξιπτωτιστές, που ποτέ πριν δεν είχαμε ξαναδεί. Που θεωρούν ότι μας έκαναν χάρη που άκουσαν το πρόβλημά μας, ή το (κατ’ εμάς πάντα εύλογο, αλίμονο) αίτημα μας. Τα θέλει ο οργανισμός μας. Δες εδώ

  2. Ηταν ένας φτωχός προλεφτάριος που για να αποκτήσει αστικές απολαύσεις έγινε επαγγελματίας επαναστάτης και τώρα ζει σε μια χλιδάτη βίλα κάπου στο Παρίσι. Δες εδώ

  3. - Οι προλετάριοι, κατά τον Μαρξ, έπρεπε να επαναστατήσουν γιατί δεν είχαν να χάσουν τίποτα άλλο, πέρα από τις αλυσίδες της σκλαβιάς τους. Τώρα ο προλεφτάριος, αλυσόδεσε τον Μαρξ και 'φύγε με το γκλαμουράτο αμάξι του για το εξοχικό του, δίπλα στο κύμα, αφήνοντας την Αλέκα να παλεύει για την απεργία και τη Λιάνα για την ορθοδοξία.
    - Υπάρχει ένας προλεφτάριος συγγραφέας, στο ίδιο στιλ που περιγράφεις. Απομονώνεται στην παραθαλάσσια βίλα του και αξιοποιεί επαγγελματικά τις αναμνήσεις του ως παλιός λαϊκός αγωνιστής, γράφοντας βιβλία για την ανανέωση της αριστεράς κι άλλα τέτοια. Έτσι θα αποκτήσει περισσότερο μπαγιόκο, που σημαίνει πως θα γίνει πιο προλεφτάριος απ' ότι είναι, θα δώσει ελπίδες στον κόσμο κι αυτοί θα του ξαναδώσουν λεφτά για να γίνει ακόμα πιο προλεφτάριος.

  4. - Που λες, ο φίλος μου, ο Μάνος, είναι προλεφτάριος.
    - Πρώην αριστερός;
    - Ούτε πρώην, ούτε νυν. Μιλάμε για έναν φραγκάτο, που η μόνη κοπιαστική δουλειά που ξέρει να κάνει, είναι να εισπράττει ενοίκια από τα καταστήματα τριών μεγάλων εμπορικών κέντρων που πήρε κληρονομιά από τον πατέρα του.

Μπένυ  (από GATZMAN, 16/03/09)GAP: Ο Θεός μου είπε... μπλα μπλα μπλα (από GATZMAN, 01/07/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Με την κλασσική έννοια του όρου, κερατίτιδα είναι η φλεγμονή που προσβάλλει τον κερατοειδή χιτώνα (τον εξωτερικό διάφανο χιτώνα που περιβάλλει τον βολβό του ματιού). Η ασθένεια αυτή προκαλεί κοκκίνισμα των ματιών, ενώ σε προχωρημένη version, μπορεί να παρατηρηθεί ισχυρός πόνος, θάμπωμα, απώλεια της όρασης, κλπ

Σλανγκιστί, αναφερόμαστε στην υποτιθέμενη ασθένεια που προσβάλλει τα απανταχού κερατωμένα άτομα, ένεκα του έντονου πόνου που και καλά προκαλείται, λόγω της ανάπτυξης των κεράτων.

Κι όσο το πράγμα εξακολουθεί, τόσο πιο δυνατή είναι η προσβολή από την ασθένεια, αφού τα κέρατα σχηματίζουν αλσάκι, το οποίο προστατεύει από την άγρια κακοκαιρία, προσφέροντας τη... μόνωση (μη φυσική μόνωση). Λέμε τώρα!. Κι αν το αλσάκι μεγαλώσει και γίνει κερατόδασος... ε τότε πια μιλάμε για ανίατη ασθένεια. Λέμε!

Ο Μήτσος, ο Γιώργος κι ο Βασίλης κάθονται σε ένα καφέ και συζητούν.
Μήτσος: - Αισθάνομαι ρε παιδιά, έναν πονοκέφαλο... μα τι πονοκέφαλο. Και τον αισθάνομαι συχνά ρε γαμώτο. Έχω πάει στους... γιατρούς, έχω κάνει τις... εξετάσεις, μα τίποτε δε μου βρίσκουν. Μου λένε πως είμαι κατά φαντασίαν ασθενής κι ότι πρέπει να με δει ειδικός γιαλομολόγος. Με συγχωρείτε ρε παιδιά αλλά πάω σπίτι να την πέσω λίγο γιατί έχω τρελαθεί στον πόνο.
Ο Μήτσος φεύγει. Οι άλλοι σχολιάζουν το θέμα.
Γιώργος:
- Τι να του συμβαίνει ρε; Δεν είναι τύπος που κάνει την τρίχα τριχιά.
Βασίλης:
- Φως φανάρι. Έχει προσβληθεί από κερατίτιδα.
Γιώργος:
- Μα τα μάτια του είναι φυσιολογικά.
Βασίλης:
- Τα μάτια του είναι εντάξει. Τα μάτια της γυναίκας του όμως...ε ίναι μονίμως πεταμένα έξω. Τον έχει ταράξει στις απιστίες. Μιλάμε τον έχει κάνει Αγιοβασιλιάτικο τάρανδο. Τον έχει μουρλάνει στις περικοκλάδες τον δόλιο, τον Μήτσο. Γι 'αυτό κι όταν πάνε να να βγουν τα κέρατα νέας εσοδείας, αυτός αισθάνεται τον... πονοκέφαλο. Είναι πίσω η ιατρική ρε πστ!. Δεν βρίσκει τα πλέον στοιχειώδη. Οποία κατάντια... χαχαμπουχα!

(από GATZMAN, 27/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

(άκλ.) Ο χώρος. Λογοπαίγνιο με τις λέξεις χώρος και horror (αγγλ.: τρόμος, φρίκη). Μαθηματικό χούμορ.

Τα Μαθηματικά, από καθαρά φορμαλιστική άποψη, πραγματεύονται πάντοτε χώρους, ή αλλιώς δομές, σύνολα πάντως από πράγματα, τα οποία σχετίζονται μεταξύ τους είτε με απλούς είτε με φρικιαστικά πολύπλοκους τρόπους. Η δεύτερη κατηγορία μάλιστα έχει τέτοιο εύρος, που στην πιάτσα θ' ακούσεις να λεν ότι έτσι παίρνουν οι περισσότεροι χώροι τ' όνομά τους: προστιμήν δηλαδή του ανθρώπου που τρελάθηκε πρώτος, όταν τους βρήκε και τους μελέτησε. Πρώτος, μα όχι και τελευταίος...

Ευκλείδης λοιπόν και Μινκόβσκι, και Χίλμπερτ και Μπάναχ και Σομπόλεφ, και Κολμογκόροφ και Φρεσέ και Χάουσντορφ και Τιχόνοφ, καί καί καί —μα τί λεμε τώρα, εδώ κοτζαμάν πολωνικό έθνος έχει βογκήξει κάτ' απ' το αφύσικο βάρος αυτού που είν' εκεί, εσύ όμως δέν το βλέπεις (αυτό είναι σχήμα λόγου για τα μαθηματικά).

Κι' αν ποτέ —κούφια η ώρα που διαβάζει— ακούσετε για «χώρο vikar» στα μαθηματικά, μη με κλάψτε, αλλά να φέρνετε τσιγάρα, κάπου εκεί στο Άρκαμ θα μ' έχουνε, πιστεύω πως ξέρω και πού, τρίτη πόρτα κάτω, τρίτη κόμμα πρώτη τέταρτη πρώτη πέμπτη ένατη, δεύτερη έκτη πέμπτη τρίτη πέμπτη, όγδοη ένατη έβδομη ένατη τρίτη, και τα λοιπά και τα λοιπά και τα λοιπά, εις τους αιώνας των αιώνων, αατά.

– Δίνω μεθαύριο γραμμική άλγεβρα κι' έχω καραφρικάρει ρε φίλε. Τί σκατά είναι διανυσματικός χώρος ακόμα δεν έχω καταλάβει. Κοιμάμαι κι' ονειρεύομαι βαθμωτά να με κυνηγάν με τόξα και να μου πετάν διανύσματα ντουγρού για την καρδιά...
– Και σε πετυχαίνουν;
– Αμέ, πού και πού. Να, δες εδώ...
– Πό ρε φίλε μου, είσαι και πρωτοετό. Πού να κάνεις και συναρτησιακή ανάλυση να δεις τι εστί χώρορ... Εκεί τον λένε Μπάναχ...

O  χώρος ... ο χώρος ... (από Vrastaman, 31/05/09)(από jesus, 18/08/09)(από BuBis, 19/08/09)Υπερβολικός χώρορ... (από vikar, 30/11/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δάνειος όρος από το Εμπράγματο Δίκαιο. Χρησιμοποιείται σε εύκολες γυναίκες οι οποίες όμως έχουν απαιτήσεις προτού σου κάτσουν. Κυριολεκτικά το τυχόν καταβληθέν τίμημα για την επίτευξη συνουσίας ή σαρκικής συνάφειας με την εν λόγω εύκολη κυρία. Με την κάλυψη των απαιτήσεων αυτής, αποκτάται το παρόν δικαίωμα, η δουλεία εισόδου ή διέλευσης.

Ρε τον κακομοίρη, έχει φάει άπειρα λεφτά για να αποκτήσει δουλεία διόδου στην γκόμενα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παίδες δε γνωρίζω αν έχει ξαναμπεί κάπως παρόμοια το θέμα. Σε μια πρόχειρη αναζήτηση δε μου βγήκε κάτι σχετικό. Λοιπόν, πάω στο θέμα κι άμα έχει ξαναμπεί με ειδοποιάτε.

Οι τραβηχτικές, λοιπόν, είναι ένα μυστήριος όρος τής Οικονομικής Επιστήμης. Παρουσιάζει το εξής παράδοξο δε: αντίθετα με όλα τα σχετικά τής Οικονομίας, που είναι πανεύκολα στη θεωρία, αλλά παπάρια στην πράξη, οι τραβηχτικές είναι πολύ δύσκολες στη θεωρητική εξήγηση, αλλά πανεύκολες στην πράξη. Τι εννοεί τώρα ο ποιητής; Λοιπόν, ως τραβηχτικές εννοούμε τα, με διάφορους τρόπους, ποσά που ρουφάνε από τα διάφορα αρσενικά τα πάσης φύσεως θηλυκά.

Φυσικά υπάρχουν κι οι τραβηχτικές των παιδιών από τούς γονείς τους, αλλά αυτές εμπίπτουν σε άλλη κατηγορία. Τα ανά τις εποχές ευκατάστατα αρσενικά αποτελούσαν κι αποτελούν μόνιμο στόχο για κάθε θηλυκό που σέβεται τον εαυτό του και πιστεύει ακράδαντα ότι το μοναδικό μουνί που υπάρχει και αξίζει στον κόσμο όλο είναι το δικό του.

Πολύ πρόσφατα κάποια... χμ...χμ... γκεχ-γκεχ... «κυρία« Τζούλια (γνωστότατη τοις πάσι, θεωρώ) έκανε την εξής συνταρακτικότατη δήλωση: «Δεν κάνω βίζιτες, επειδή δεν υπάρχει στον κόσμο άντρας που θα πληρώσει τόσο πολλά λεφτά προκειμένου να με έχει».
Μάλιστα, κι ας πάμε παρακάτω.

Εδώ στο παρακάτω είναι και το όλο θέμα. Άμα το θηλυκό αρχίσει τις τραβηχτικές του δεν έχει τελειωμό, όλο στο φέρε-φέρε και δώσε-δώσε θα είναι. Κάποιοι τής Ψυχολογίας το λένε αυτό «γυναικεία απληστία», όμως αυτά είναι θεωρίες τής επιστήμης.

Πιστεύοντας ακράδαντα ότι μέχρι και οι πέτρες κατάλαβαν το θέμα, προχωρώ πάραυτα στα παραδείγματα, μην και τυχόν ξέφυγε κάτι.

  1. - Τζουτζούκο μου πάλι τέλειωσαν τα λεφτά που μου έδωσες, λίγα ήταν.
    - Βρε Καιτούλα, την τελευταία φορά σού έδωσα αρκετά για να χτίσεις σπίτι, τι τα κάνεις τα λεφτά βρε αγάπη μου;
    - Γλυκούλη μου είσαι πολύ πίσω, κάθε μέρα οι τιμές ανεβαίνουν.
    πώς νομίζεις τα καταφέρνω κι εγώ; Πολύ στενά ζω, το ξέρεις.
    - Καλά γλυκιά μου, πάρε τώρα αυτά κι άμα τελειώσουν πες μου.
    - Είσαι ένας άγγελος τζουτζούκο μου.

  2. - Ζιζή μου, σού άνοιξα λογαριασμό στην τράπεζα για να έχεις να παίρνεις όποτε έχεις ανάγκη, αλλά κάθε τόσο με ειδοποιούν ότι ο λογαριασμός σου είναι μείον, τι γίνεται βρε καρδούλα μου;
    - Τι θες να γίνεται Ζαχαρία μου; Βάζεις πολύ λίγα και τελειώνουν γρήγορα, γυναίκα είμαι κι εγώ, τι θες να κάνω; Έχω ανάγκες.
    Αν δε με θες πες μου να φύγω απ' τη ζωή σου και να πάω να κλειστώ σε μοναστήρι.
    - Όχι βρε Ζιζίκα μου, δεν είπα αυτό, σε αγαπώ πολύ και σε θέλω αλλά κι εσύ βρε λατρεία μου κάνε και λίγο κράτει.
    - Τι εννοείς Ζαχαρία; Να πάω τώρα αμέσως στο μοναστήρι;
    - Αμάν βρε αγάπη μου, τι είσαι εσύ; Λέω μονάχα να μην παίρνεις μαζί σου τον ταμία κι όλο το χρηματοκιβώτιο κάθε φορά που πας στην τράπεζα.

(εδώ πέφτει ο μπερντές)

(από Stravon, 09/06/10)Πολιτικής εγχειρίδιον!!! (από Stravon, 09/06/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κατάσταση κατά την οποία η κατανάλωση υπερβολικής ποσότητας κάνναβης έχει εξαντλήσει πλήρως τους εκάστοτε pot-ες. Υπό αυτή την κατάσταση δεν είναι σε θέση να κάνουν ο,τιδήποτε άλλο, παρά να κουνήσουν τις κόρες των ματιών τους - με εξαντλητική προσπάθεια - και να γελάνε ασταμάτητα, από μέσα τους.

Σπάνια κάποιος φτάνει στα επίπεδα της υπερχόρτωσης στη σύγχρονη Ελλάδα λόγω ανεργίας, που ως αποτέλεσμα έχει την εξαιρετικά περιορισμένη αγορά κάνναβης και φυσικά την προσεκτική κατανάλωσή της. Παρ' όλα αυτά, όλοι οι pot-ες κάποτε φτάσανε στην απόλυτη αυτή κανναβική νιρβάνα.

Η λέξη είναι βέβαια συνδυασμός των: υπερφόρτωση + χόρτο.

Τιμή και Δόξα στη Μπιζελόσουλα, δημιουργό της λέξης αυτής.

- Στρίψε ακόμη ένα τρίφυλλο ρε!
- Μαλάκα θες κι άλλο; Εγώ δεν την παλεύω πια, έπαθα υπερχόρτωση!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία