Οι μεγάλοι πόται γνωρίζουν ίσως τη φιάλη του ποτού ουίσκι φέρον την εμπορική ονομασία «100 pipers» ελληνιστί εκατό αυληταί.

Εις τα ορεινά χωριά της Κρήτης, οι Κρήται χωριάται περιοίκιοι αποκαλούν τιαύτο ουίσκι ως «Εκατό πίπες» δια λόγους συντομίας! Ευρηματικότατο, εάν και εφόσον το οινοπνευματοποτείον (κοινώς μπαρ) απασχολεί άνδρα και ουχί γυνή εις την θέσιν του μπαρ.

Μανούσος: «Μπρε συ, ήντα γίνεται εδά γύρω γύρω! Να μου βάλεις θέλει ένα από κιονά του ουίσκτσι, πώς το λένε δα, το εκατό πίπες; (μτφ: χαίρετε ω φίλε! Πώς διαβιώνεις; Θα ήθελες να μου σερβίρεις ένα ουίσκι, δεν ενθυμούμαι καλώς το όνομά του, εκατό πίπαι αν δεν απατώμαι;»)

Σήφης: «Εδά πάλι! Εξετέλεψε μπλιό! Θές ένα δίμπλε; (Ωωω, φοβούμαι πως τιαύτο ουίσκι έχει πλέον τελειώσει... θα ήθελε ανταυτού ένα dimple;»)

101 damnations, Σήφη, το Dimple μου μέσα! (από Vrastaman, 11/02/09)

Δες και Διακόσιες Πίπες. Επώνυμα ξίδια: μαλάμω (Μαλαματίνα), Ιωάννης Βαδιστής, ο Γιάννης που πορπατάει, Περπατόγιαννος (Johnnie Walker), πέρδικα, φάμους γκράους (Famous Grouse), εκατό πίπες (100 Pipers), δεκατεσάρ' (Cutty Sark), θείος Τζακ (Jack Daniels).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επρόκειτο δια χαρακτηρισμό κατάστασις η οποία είναι εξαιρετικά δυσμενής δια τον λέγοντα (και εννίοτε δε κλαίγοντα)! Συνιρμηκώς προέρχεται παρά της λέξεως «πουταναριό». Ενδεχομένως, συμφωνα με άλλη ερμηνεία, αι καταβολαί της λέξεως προέρχονται από τον κόσμο των οίκων ανοχής και υποδηλεί (τοιαύτη λέξη) τον χαμηλής υποστάθμης οίκο ανοχής.

Κλέων, εν ώρα αναμονής στο ΙΚΑ: «Μα αγανακτώ και εξίσταμαι πλέον! Περιμένω εις την ουρά ήδη μίαν ώρα δια μίαν σφαγίδα μετ' υπογραφής!»

Μήτρουλας: «Εμ, κι τι να γίν' δηλαδ' κύριος; Δε ξες ούτι ιδώ γίνεται καραπουτσαριό;»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Τοιαύτη λέξη προέρχεται παρά γνωστό «δικηγόρο» ο οποίος εσυννελήφθει από το μικρόφωνο του υποκλοπέα να ονοματίζει εαυτόν ως «πεντακαθαρίδης», λόγω ευθέων εξηγήσεων και υποτιθέμενης εντιμότητός του εν ώρα... εκβιασμού γνωστού επιχειρηματία! Διότι πλέον, τη σήμερον ημέρα η έννοια της εντιμότητος υφίσταται και εις τας κομπίνας, εις τας λοβιτούρας καθώς δε και εις τας πάσης φύσεως παρανομίας. Εύγε.

(Αντιγράφω αυτολεξεί ως απομαγνητοφωνήθειν εν ώρα ειδικής συνεδριάσεως της Βουλής, 18/11/2008)
Κοκοβίνος: «σου μιλώ παντελονάτα. Θέλω ένα ακίνητο και όχι τέσσερα που κάνουν ένα εκατομμύριο διακόσιες χιλιάδες. Σου μιλώ πεντακάθαρα και όμορφα. Πεντακαθαρίδης!» (sic).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σε πολλά νυκτερινά καταστήματα διασκεδάσεως παρατηρείται το φαινόμενο της ακατάσχετης οινοπνευματοποσίας (και άλλων... μεθυστικών ουσιών...!), τόσο εκ μέρους των πελατών, όσο και των υπαλλήλων του καταστήματος και βέβαια των τραπεζοκόμων.

Αυτό το φαινόμενο καθιστά την συνεννόηση δύσκολη. Στην περίπτωση δε, κατά την οποία ο τραπεζοκόμος έχει κάμει χρήση των άλλων... πιο μεθυστικών ουσιών, ε, τότε μιλάμε για τραπρεζοκόμο και η συνεννόηση καθίσταται αδύνατη αλλά και διασκεδαστική!

Καυλαγόρας (πελάτης): «Θα μπορούσα να έχω ένα ουίσκι με πάγο παρακαλώ;»
Μήτρουλας (τραπρεζοκόμος): «Χε χε χε! Ιγώ δηλαδίς... Δε γίνιεται φλαράκιε, χε χε, ετελείωshε το Ντραμπούιε...»
Καυλαγόρας: «Μα περί ποίου Ντραμπούι ομιλείτε;»
Μήτρουλας: «Ούι ούι ούι, τελείωshε το Ντραμπούι! Χα χα χα»
Καυλαγόρας: «Ωχ... εις τραπρεζοκόμο ήπεσα...»

(από jesus, 29/04/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οι Σπαταναίοι αποτελούν ένα ιδιαίτερο είδος εις την ανθρώπινην εξελικτική αλυσίδαν... Ο Homo Spataneus διαφέρει από εμάς τους κοινούς θνητούς ως προς την αισθητική του (καρακιτσαριό του κερατά), ως προς την μετακίνησή των (καράκωλοφτιαγμένα αυτοκίνητα-άρματα μάχης-λούναπαρκ) και ως προς τα μουσικά ακούσματα (Έφη Βόδη, Χαρά Βέρρα, «πάρε το scania και τράβα στο καλλό κτλ»). Σκέτη ποιότητα. Πλέον, διαφοροποιούντο και εις τον τομέαν της γραμματικής! Η οδική αρτηρία η οποία οδηγεί εις τα Σπάτα δεν αποκαλείται λεωφόρος Σπάτων αλλά Σπατών (όπως λέμε σκατών!). Φαίνεται ότι τα Σπάτα στην πραγματικότητα λέγονται Σπατά, δεν εξηγείται άλλως... Περιττεύει δε να ειπωθεί ότι επιμένουν σθεναρώς παρά τις αποδείξεις του εναντίου...

Φαίδων, εποχούμενος, εν ώρα στάσης εις το φωτεινό σηματοδότη: «Ω Ηφαιστίων, κύττταξε εκεί! Ο αερολιμήν Αθηνών! Μα που είμεθα τέλοπσπάντων;»
Ηφαιστίων: «Ας ρωτήσουμε τον διπλα οδηγόν... Συγγνώμη που είμεθα;»
Δίπλα οδηγός, καθήμενος εν κάθισμα με ροζ γούνινη επένδυση εν αυτοκίνητο χρώματος φωσφωρίζοντος λαχανί φέροντας σεμέν εις τον καθρέπτη: «Ρε φλαράκιεεε... στιε λεουφώροου Σπατών είshαι να ούμ...» Φαίδων: «Εννοείται: Σπάτων;»
Δίπλα οδηγός: «Ουόχιεεε, Σπατών!»
Ηφαιστίων, σκεπτόμενος: «Ευρισκόμεθα εν τη λεωφόρο Σπατών, δίπλα σε αυτοκίνητο καυτόν!»

βλ. και σπατάνι

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο Πανγαμάτωρ είναι ο άνδρας ο οποίοις συνουσιάζεται ή ευβρίσκεται εις συνουσιαστικήν διάθεσην καθόλην την διάρκεια της ημερός!

Θέλγεται από όλα τα θηλυκά και η ερωτική του ζωή είναι... γαργαλιστική έως πικάντικη! Εύχρηστη δε η λέξη εις την φράση: «Ο Πανγαμάτωρ Χρόνης», εις την περίπτωση κατά την οποία γιγνώσκετε κάποιον ονόματι Χρόνη ή απλά ως λογοπαίγνιο!

Φιλήμον: «Α κοίταξον, ο Άδωνις!»
Σαρπηδόνας: «Αχ ναι, ο Άδωνις! Γνωστός και ως: ο Παναγαμάτωρ Χρόνης!»
Φιλήμον: «Αχχ και πότε θα έχομεν την ευφροσύνη να... περάσει και από μας! Αχχχ...!»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ως γνωστόν, ως εισπράκτωρ ορίζονταν ο εργαζόμενος εις τα λεωφορεία, ο οποίος ήτο καθήμενος εν τω μέσω του οχήματος και εισέπραττε χρηματικό αντίτιμο του εισιτηρίου, ήτοι ναύλα.

Ο εισπρώκτορ (εκ των λέξεων: εισπράκτορας + πρωκτός) δεν εισπράττει χρήματα αλλά πέη παρά τον πρωκτό, ήτοι καυλ(ι)ά.

Ενίοτε η λέξη χρησιμοποιείται αναλλοίωτη μετά της σχετικής κινήσεως (σχηματισμός κύκλου αυξομειούμενης διαμέτρου με τον αντίχειρα και τον δείκτη, δηλωτικού της κινήσεως της πρωκτικής οπής του ομοφυλόφιλου κατά την... πρωκτοδιεύρυνση!).

Ευτέρπη: «Α, κοίταξον! Ο Νικόλας! Οποίος ανδρας!» Χαρίκλεια: «Ματαιοπονείς φιλτάτη! Ούτως ανήρ, εστί... τοιούτος ανήρ! Ήτοι εισπρώκτωρας!»
Ευτέρπη: «Οϊμέ!»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όλοι γνωρίζομεν τας αρνητικάς επιπτώσεις της ανδρικής αλωπεκίασης, ειδικά όταν επρόκειτο δια να προσεγγίσομεν το έτερο φύλο. Ωσεκτουτού, ίνα διασκεδάσωμεν την όλη κατάσταση και δια να σατυρίσομεν το γεγονός της μη χρήσης πλέον σαμπουάν, χρησιμοποιούμεν τον όρο «Karafline» (εκ του καράφλα και line) δια να δώσουμε μία πιο μονδέρνα εκδοχή στο όλο θέμα.

Αρίστανδρος: «Εμ, Υφικλή... δεν θέλω να σε απογοητεύσω αλλά... τα μαλλιά σου σού λένε αντίο!»
Υφικλής: «Δεν υφίσταται τέτοιο θέμα φίλτατε, αφού κάμω χρήσιν ειδικού σαμπουάν!»
Αρίστανδρος: «Και ποίο λέγω είναι αυτό;»
Υφικλής: «Χρησιμοποιώ μόνο προϊόντα της σειράς Karafline!»
Αμφότεροι: «Χε χε χε!!!»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αποτελεί την γνωστή και μη εξαιρετέα λέξη «καύλα» ειπωμένη όμως παρά ατόμου με εμφανή δυσχέρια στην εκφορά του φθόγγου «ρ».

Ο φθόγγος προφέρεται ως «β» και το αποτέλεσμα είναι η διπλή επανάληψη του φθόγγου «β» και η παραφθορά τοιαύτης λέξεως.

Τα ονόματα εις το παράδειγμα είναι κωδικοποιημένα καθότι το λήμμα απευθήνεται εις... ειδικούς παραλήπτας!

Ι. Καβάτος-Πελεγκρίνο: «Μαλάκα, γνώβισα μία γκόμενα χτες από την Κέβκυβα και το κάναμε τβεις φοβές!»
Ν. Προγούλιας-Σουπλίν: «Και πώς σου φάνηκε;»
Ι. Καβάτος-Πελεγκρίνο: «Καύβααααα!!!»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ολίγοι γνωρίζουν ότι εν Ρόδω παράγεται ουίσκι-απομίμηση του εν τω προηγούμενο λήμμα αναφερθέν, 100 pipers, Εκατό Πίπες, ονόματι «200 pipers». Εις τα εν Κρήτι οινονευματοποτεία to παρόν ουίσκι φέρει την εύλογη ονομασία «Διακόσιες Πίπες»!!!

Φέρει δε αυτοκόλλητη ετικέττα σχεδιου μετα τετραγώνων, ήτοι καρώ, και χαρακτηρίζεται από γεύση... πετρελαίου μετά χρώματος!

Προς όποιους το πίνουν: Άφεσον Πάτερ, ου γαρ οίδασι τι πίνουν...

Σηφαλιός: «Ω αναθεμάτο μρε, ήντα τα ναι εκιονά το ουίσκι απού ήπια οπροχτές, παραντουρώ και εγίνηκα ντελόγο κουδούνι!» (μτφ: Ήτο πολύ βαρύ το ουίσκι το οποίο ήπια προ δύο ημερών, ζαλίστηκα αμέσως!)
Γιώργης: «Ε μα έχω σου το πομένο: μη πίνεις ώστε να ζεις από το διακόσιες πίπες! Δες τα δα! Τόσανα ουίσκια υπάρχουν, τόσανα!» (μτφ: Σου του έχω ξαναειπεί: απέφευγε το ουίσκι ονόματι διακόσιες πίπαι! Ιδού τώρα! Τόσες κατηγοριαι ουίσκι υπάρχουν πλέον!)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία