Συνήθης απάντηση στην ερώτηση «Ποιος;» με παράλληλη μέτρηση του σκορ από τον αδιαφιλονίκητο σκόρερ. Συνοδεύεται με κάποιον από τους ποικίλους τρόπους να υποδεικνύει κάποιος τ' αχαμνά του στον ηττημένο.

- Ποιος;
- Αυτός! 1-0!
- Ε, είσαι μαλάκας...

Περίπτωση βρώμικου στησίματος: Πολύ συχνά, η ερώτηση «Ποιος;» προκαλείται από τον ίδιο τον θύτη-σκόρερ με την αόριστη αναφορά κάποιου ονόματος που το θύμα δεν αναμένεται ν' αναγνωρίσει.

- Ωχ, κοίτα εκεί, ο Αριστοτέλης ο Σκορδομπούτσογλου.
- Ποιος;
- Αυτός! 1-0!
- Μουνάκι! Αυτό σημαίνει πόλεμο...

Επίσης ποια Ελένη;.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εξαντλούμαι, κουράζομαι υπερβολικά, κλατάρω.

Προέλευση:

Η μπιέλα είναι ένα εξάρτημα της μηχανής, συνήθως κυλινδρικό, με το οποίο μεταβιβάζεται η κίνηση από ένα τμήμα της μηχανής σε άλλο (από το «Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής» του Τριανταφυλλίδη).

Όταν η μπιέλα «χτυπήσει», χαλαρώνουν οι σχέσεις στην τοποθέτηση των τμημάτων της κι ακούγεται ένας επαναλαμβανόμενος μεταλλικός θόρυβος απ' τον κινητήρα, που σημαίνει ότι αν δεν πάει για επισκευή θα τον πάρουμε στο χέρι.

- Πού είναι ο Μίμης να τον βάλω στα καλάθια; Κώλωσε;
- Άσε ρε το μαλάκα... πήγε να παίξει προχτές με κάτι πιτσιρικάδες και χτύπησε μπιέλα. Είναι για την ηλικία μας αυτά;

(από leouras, 20/01/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ανοησίες. Δηλαδή παπάρια, τρίχες, μπούρδες, μαλακίες κ.λπ.

Είναι ανεξερεύνητο το αν αναφέρεται στην Καλαβρία ή στα Καλάβρυτα.

- Το Pitsos-Cool γαμάει τo Bosch-Ice όποτε θες.
- Αρχίδια καλαβρέζικα. Και τι ξέρεις εσύ ρε μαλάκα από ψυγεία;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Άγαρμπα εξελληνισμένη εκδοχή του ονόματος ενός παλιού δημοφιλούς ηλεκτρονικού παιχνιδιού (arcade) πλατφόρμας, του «Bubble Bobble» (εκείνο με τις φούσκες, τις τσίχλες, τη διαμαντόπιστα και τη φάλαινα).

Εμφάνιση:
Ο όρος έκανε την εμφάνισή του τη δεκαετία του '80, τη χρυσή δεκαετία των ηλεκτρονικάδικων, όταν και το Lower στα εγγλέζικα ισοδυναμούσε με διδακτορικό.

- Μαλάκα, πάω να φέρω πιτόγυρα στο Βαγγέλη που παίζει μπούμπλε στου Τζάννη. Το 'χει τερματίσει 3 φορές και συνεχίζει.
- Όχι ρε πούστη μου. Πάω να φωνάξω τη μάνα του. Κάποιος θα πρέπει να τον ταΐζει για να μη σταματήσει...

Σχετικό: Λούσας

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Η παλινδρομική κίνηση του πέους επάνω στην κλειτορίδα λίγο πριν τη διείσδυση.

  2. Η παλινδρομική κίνηση του πέους επάνω σε άλλα μέρη του γυναικείου (ή ανδρικού για την... άλλη ομάδα) σώματος για πρόκληση πλήρους στύσης.

- Και τι έγινε μόλις άνοιξαν οι πόρτες; Μπήκες με φόρα;
- Όχι ρε μαλάκα... δούλεψα λίγο πινέλο πρώτα. Έτσι, για την καύλα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο χώρος που έπαιζε κανείς ηλεκτρονικά παιχνίδια, φλιπεράκια και μπιλιάρδο ή πινγκ-πονγκ σε παλιότερες δεκαετίες. Ο διάδοχος του σφαιριστηρίου και πρόγονος του νετ-καφέ.

- Πάλι στα ουφάδικα ξημεροβραδιάζεται το ρεμάλι ο αδερφός σου;
- Έλα μωρέ γέρο, μην του τη βγαίνεις με κόκκινο. Αφού ξέρεις ότι έτσι τη βρίσκει καλύτερα, του την δίνει η φάση που λένε.
- Ποιοι;

Η NASA επιθυμεί την συνεργασία σας. (από Galadriel, 28/02/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο επαρχιώτης νεαρός, που προσπαθεί ν' ακολουθήσει την τελευταία λέξη της μόδας σε μουσική και ντύσιμο χωρίς παράλληλα ν' απωλέσει τη γοητεία του πρωτόγονου που τον διακρίνει απ' τους φλώρους της πόλης. Το αποτέλεσμα όμως, ακροβατεί συχνά στα όρια του κιτς και του νεοπλουτίστικου.

Εξέλιξη:

Προ δύο δεκαετιών, που η μέση ελληνική επαρχιακή οικογένεια δε μπορούσε να συντηρήσει 2 αυτοκίνητα (έστω και κορεάτικα) πλέον του αγροτικού (ή «αγρότη»), το τελευταίο ήταν και το όχημα που συνόδευε τον αγροτινέιτζερ στις εξόδους του. Την περίοδο δε των ποτισμάτων, έφευγε συχνά απ' το κλαμπ στη μέση της νύχτας για την καθιερωμένη «αλλαγή» (όχι του ΠΑΣΟΚ αλλά των σωλήνων). Σήμερα ενδέχεται να έχει εκλείψει το φαινόμενο αυτό, με τις εξελίξεις στην τεχνολογία αλλά και τη γενικότερη κρίση στην ελληνική γεωργική οικονομία.

- Για πού είμαστε απόψε; Κλαμπ «Γιδοκίνηση» για πριόνια ή στου «Τσέλιγκα» για ψητό και μπίρα;
- Κοψίδια ρε μαλάκα, η «Γιδοκίνηση» θα 'ναι ζίγκα στον αγροτινέιτζερ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φοιτητική μπουάτ με ροκ κι έντεχνη μουσική.

Συνήθως ο κιθαρωδός (είτε ελπιδοφόρος εικοσάχρονος είτε αποτυχημένος τριάντα-και-κάτι), υποχρεούται απ' τους θαμώνες να παίξει το «Να μ' αγαπάς» του Παύλου Σιδηρόπουλου κατά ν φορές ανά βραδιά, όπου ν ο εκάστοτε μέσος όρος ηλικίας στο κοινό. Συνήθεις τιμές ν: 17≤ν≤23.

  1. (ροκ πρωτοετής και κιθαρωδός)
    - Φίλε θα παίξεις άλλη μια φορά το «Να μ' αγαπάς»;
    - (Μέσα απ' τα δόντια του) ...Να σας γαμήσω κωλόπαιδα... (Φωναχτά) Έγινε φιλαράκι!

  2. - Πάμε στο ναμαγαπάδικο ν' ακούσουμε τον Τέλη και την κιθάρα του;
    - Και να φάμε και κανένα πρωτοετάκι; Γαμώ... Βάζω τη μπαντάνα μου και φύγαμε.

Επιτέλους! Ο γουτσισμός υφίσταται βαρύ πλήγμα από τους Χατζηφραγκέτα! (από Khan, 14/10/10)(από Τσακ εις την μέσην, 01/11/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γκομενάκι που, στη σχετική κλίμακα, κυμαίνεται από θεόμουνο έως γαμήσιμο με εμφάνιση που αντιστοιχεί σε εργαζόμενη ή θαμώνα νυχτερινών κέντρων διασκέδασης της κατηγορίας: μπουζούκια.

Βασικά γνωρίσματα:

  • Ένα τουλάχιστον προκλητικό μέρος του σώματος (ντεκολτέ, πλάτη, πόδια, ώμοι, κοιλιές, σπάλα, κιλότο, ποντίκι κλπ.) γυμνό.
  • Επίσημο υπόδημα τύπου γόβας (μυτερή ή κυρτή), πέδιλου (ανοιχτό ή μιουλ) ή μπότας (σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και καουμπόικη αλλά με βγαλμένα τα σπιρούνια).
  • Κόμμωση (κούρεμα, χτένισμα ή φορμάρισμα) από χέρια ειδικού (μέ όνομα όπως «Λέλος Κανέλλος» κ.λπ.) και απαραιτήτως με τον επιθυμητό όγκο και γυαλάδα.
  • Εντυπωσιακό μέικ-απ με ανεκτές έως εκθαμβωτικές ποσότητες στρας.
  • Προσεγμένο μανικιούρ (συμβατικό ή γαλλικό) με βαφή νυχιών σε χρώματα από τα βασικά έως και «σάπιο μήλο».

Ένα μέρος όπου απαντάται συχνά:

Σε μεγάλες οδικές αρτηρίες, ενώ περιμένει ταξί τουρτουρίζοντας με τα χέρια σταυρωμένα, αφού το ζακετάκι (ή το μπολερό) που πήγαινε με το φόρεμα και τα παπούτσια δεν πήγαινε καθόλου με τον καιρό.

- Πω πω σου λέωωω! Κόψε τα ξέκωλα μπροστά στο Praktiker.
- Μπουζουκομούνια φίλε μου. Όχι σαν τα λέσια που παρακαλάμε να μας κάτσουν στο BIOS.

(από Khan, 09/07/14)

Δες και μπουζουκογκόμενα, καθώς και -μούνα, -γκόμενα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εμφατικά η κωλοτρυπίδα. Προκύπτει προφανώς απ' το κωλόφαρδος.

- Εξάρες ρε μουνί! Γύρισε το γαμημένο.
- Πάλι ρε πούστη μου... μου' χεις σκίσει τα κωλοφάρδουλα με το ζάρι σου σήμερα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε