Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Λέγεται και ως: το καλό το δέκα

Ο όρος προέρχεται από τον όρο: 10 το καλό της κολτσίνας (ή κοντσίνας, ή ακόμα και κολιτσίνας). Το 10 το καλό είναι το 10 καρό.

Τα κριτήρια επιτυχίας που αποτιμώνται μετά το τέλος μιας παρτίδας κολτσίνας είναι: το να έχεις το 10 το καλό, το να έχεις το 2 το καλό (2 σπαθί), το να υπερέχεις σε αριθμό φύλλων και σπαθιών.

Έτσι λοιπόν μπορεί με την εύνοια της τύχης να έχεις ένα δεκάρι στα χέρια και μ’ αυτό να χτυπήσεις το δέκα το καλό που βρίσκεται στο τραπέζι, γιατί ο κάτοχος του είχε την ατυχία την ώρα π.χ: που γινόταν το κόψιμο των φύλλων, να κοίταξε τηλεόραση και να 'δε τον Μητσοτάκη και να γκαντεμιάστηκε και να μην κατόρθωσε να το αξιοποιήσει.

Ή ακόμα να ’χει ρίξει ο άλλος κάποιο δεκάρι ως τελευταίο φύλλο μιας χαρτωσιάς και στην επόμενη χαρτωσιά να σου ‘ρθει από κωλοφαρδία το δέκα το καλό και να το πάρεις.

Ωστόσο μπορεί να χρειαστείς με ή άνευ τύχης, μόνος, ή μαζί με αυτόν που είσαστε ομάδα να οργανωθεί σχέδιο, ή και να παιχτεί και μπλόφα ακόμα, προκειμένου να κερδηθεί το δέκα το καλό.

Άρα το δέκα το καλό εκφράζει είτε:

α)μια καλή ευκαιρία, ένα καλό συμβάν, μια καλή κατάσταση που μας έτυχε ώστε να νιώσουμε λίγο σαν τον Γκαστόνε, αφού ως γνωστόν η τύχη είναι τυφλή (η καλοτυχία δεν μας ακολουθεί πάντα).

β)αξιοποίηση μιας ευκαιρίας που μας παρουσιάζεται. Πολλές φορές θα χρειαστεί ακόμα και ολοκληρωμένη στρατηγική, καθώς και καλή κριτική ικανότητα προκειμένου να επιτευχθεί ένας πολύ επιθυμητός στόχος, μια ονείρωξη. Ωστόσο και στην περίπτωση αυτή η επίδραση του παράγοντα τύχη είναι υπολογίσιμη.

γ) Επιλογή της κατάλληλης, ή της περισσότερο κατάλληλης ευκαιρίας από ένα τσούρμο περιπτώσεων που μας παρουσιάζονται.

Σημείωση: Αντίθετα με την τράπουλα, είτε είναι μία η ευκαιρία, είτε πολλές, ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός. Μπορεί δηλαδή κάποια ευκαιρία να μοστράρει σαν το καλό το δέκα, χωρίς όμως να είναι. Εδώ λοιπόν χρειάζεται και καλή διακριτική ικανότητα, διαίσθηση, εμπειρία, καπατσοσύνη. Χρειάζεται να 'ναι κανείς γριά πουτάνα.

Συνώνυμη έκφραση, από τον αθλητικό χώρο: λίρα εκατό

  1. - Πω ρε, τι γκομενάρα κυκλοφορεί ο Μάκης; Και ξέρεις, ε; Είναι και ματσό η γκόμενα και μου 'πε, που λες, ο Μάκης πως πάνε και για γάμο.
    - Ξέρω...ξέρω. Τον ταλαιπώρησε κάπως στην αρχή βέβαια, αλλά αυτός τό ’βαλε πείσμα και τελικά τα κατάφερε.
    - Εμ… είχε κίνητρο ο άνθρωπος. Το δέκα το καλό τού 'τυχε.

  2. Διευθυντής: - Ανδρεόπουλε, με τα προσόντα σου και με την εξειδικευμένη προϋπηρεσία που έχεις, μας έλυσες τα χέρια. Δεν στο κρύβω, πηγαίναμε για φούντο, μέχρις ότου προσλήφθηκες. Χάρη σε εσένα απογειωθήκαμε. Είσαι το δέκα το καλό της επιχείρησης, γι' αυτό και προάγεσαι άμεσα. Συγχαρητήρια. Ανδρεόπουλος: - Συγχαρητήρια και σε εσάς κύριε διευθυντά, που χάρη στην εμπειρία σας καταλάβατε πως ήμουν ο καλύτερος από τους συνυποψήφιους μου για τη θέση.

  1. Ένα αντρόγυνο λογομαχεί. Άνδρας: - Αχ …είχε δίκιο ο Λεπά όταν, την εποχή της Λεπανάστασης, έλεγε: Να πεθάνουν οι γυναίκες, να πεθάνουνε... Γυναίκα: - Δεν ξέρω τι λέει αυτός. Εγώ ακούω Σόφη Κωνσταντάκη. Κι αυτή λέει: το καλό το δέκα είναι η γυναίκα, από μας γεννιόσαστε και μας παντρευόσαστε, άνδρες που δεν έχετε στην καρδιά σας μπέσα.

1993,Στις 10(εθνικές εκλογές,10/10/93) με το καλό, με το δέκα το καλό,με τον πρωθυπουργό τον Κώστα τον ψηλό...Χέρι χέρι με τον Καρατζαφέρη...  (από GATZMAN, 23/09/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κούκος (μονός - διπλός) με ή χωρίς καπέλο: Παραλλαγή της γνωστής σε όλους μας πόκας .

Συνήθως το λέει κάποιος μάγκας στον άλλον, ενώ έχουν κάνει μαύρο, προτρέποντας τον , να παίξουν αυτήν την συγκεκριμένη παραλλαγή της πόκας ως ένδειξη ανδρείας...

- Έχεις κανα χαρτάκι μαζί σου ; - Φυσικά, πάμε κανένα κούκο μονό a volonte' (αβολοντέ)!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μεγαλύτερος σε μέγεθος βόλος. Κάτι μεταξύ μπίλιας και ογκόλιθου. Δεν είναι τυχαίο ότι στην Αμερική λεγόταν boulder που σημαίνει ογκόλιθος, κροκάλα.

τζιτζιλόνι > μπίλια > γκαζά --> γαλατάς

Οι βόλοι αυτού του μεγέθους ήταν κυρίως πήλινοι και άσπροι - εξ ου και η ονομασία. Συχνά, μέσα στο άσπρο υπήρχαν και νερά, φλέβες σε άλλο χρώμα.

Οι γαλατάδες ήταν εντυπωσιακοί αλλά στο παιχνίδι είχαν περιορισμένη χρησιμότητα. Ήταν πολύ ογκώδεις να τους έχεις για αμάδες και δεν είχε νόημα να τους έχεις στόχο γιατί δύσκολα μπορούσες να τους κουνήσεις χτυπώντας τους με άλλες μπίλιες. Τους βάζαμε όμως για σημάδια - μάνα στο μπαζ-παραμπάζ και μπάστακα στο δελτάκι. Είχαν και μια ειδική αποστολή: όταν η γκαζά σου σχεδόν ακουμπούσε σ' ένα βόλο-στόχο είχες, κατόπιν συμφωνίας, το δικαίωμα την επόμενη φορά να σταθείς όρθιος και να ρίξεις τη μπίλια σου κατακόρυφα -το λεγόμενο ματάκι- και γι' αυτή τη δουλειά ο γαλατάς ήταν τέλειος και μπορούσες να τον χρησιμοποιήσεις αντί της γκαζάς, επίσης κατόπι συμφωνίας.

Ο μικρός ήρωας μπορούσε να ανταλλαγεί. Ως σκληρό νόμισμα! Με γκαζές, βόλους γαλατάδες, κλασσικά εικονογραφημένα, Καραγκιόζηδες, παραμύθια, Πηνελόπη Δέλτα, Ιούλιο Βερν και -στις καθώς πρέπει συνοικίες- ακόμη και με τη Διάπλαση των Παίδων. (Από blog)

(από poniroskylo, 16/04/08)(από poniroskylo, 16/04/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η μονολεκτική εκδοχή της φράσης «ψήσου για τίτσου». Γιατί όταν σε έχει πιάσει η γκάβλα να παίξεις, δε μπορείς να λες πολλές κουβέντες. Απαντάται και ως ψήτσου. Φυσικά δεν υπάρχει β' πληθυντικό στην έκφραση, γιατί πάντα ένας είναι ο ξενέρωτος που δεν ψήνεται να παίξει.

Έλα ρε, έχω φέρει τράπουλα. Μη μας το χαλάσεις πάλι. Ψίτσου!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στα μπαζοπαίχνιδα, λόγω της διάταξης των παιγμένων φύλλων πάνω στην τσόχα ανά μπάζα, προκύπτει αυτή η φράση. Τα φύλλα τοποθετούνται κάθετα, και μπροστά από τον κάθε παίκτη με αποτέλεσμα ανά άξονα, όταν τραβήξουμε δύο νοερές γραμμές ανάμεσα στα απέναντι φύλλα, μία για το καθένα, προκύπτει απ'το σημείο του σταυρού.
Η λέξη "κόλπο" είναι μια από τις πολλές που έχουν υιοθετηθεί στα ελληνικά για να περιγράψει την μπάζα, που στα αγγλικά λέγεται "trick", δηλαδή κόλπο.
Η φράση "σταυρώνω κόλπο" σημαίνει πως στη συγκεκριμένη διάταξη 4 φύλλων με το σημείο του σταυρού που αποτελείται από τους δύο νοερούς άξονες, κάθετα ο ένας με τον άλλον, το δικό μου φύλλο ήταν το ισχυρότερο και κέρδισε την μπάζα (λέγεται και "λεβέ" από τα γαλλικά). Όταν "σταυρώνεις κόλπο" κάνεις τις μπάζες σου, δεν είσαι για τα μπάζα! Όχι παίζουμε!


- Άσε με ρε φίλε, στην πρέφα σήμερα δε σταύρωσα κόλπο, δε σταύρωσα και κοντεύει να μού'ρθει κόλπος! Γλυκάθηκα και την πάτησα. Πάει το μηνιάτικό μου και ποιος την ακούει τη γυναίκα τώρα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σύμφωνα με το «Λεξικό Της Πιάτσας» του Βρασίδα Καπετανάκη (όπως μνημονεύεται σε ένα site για το ρεμπέτικο), τα λιμά είναι: 1. Κάτω του 8 χαρτιά της τράπουλας, 2. ψιλά κέρματα ή χαρτονομίσματα.

Το πρώτο παράδειγμα παρακάτω είναι από το ρεμπέτικο «Το Παιχνίδι Του Αμερικάνου» (στίχοι Κώστα Σκαρβέλη, ερμηνευμένο αρχικά από την Ρίτα Αμπατζή - ναι, παλιά...) και αναφέρεται σε μία από τις δύο αυτές ερμηνείες.

Μεταφορικά χρησιμοποιείται και ως παραπειστική φλυαρία ή, απλά, μπαλαμούτι. Το δεύτερο παράδειγμα παρακάτω, που αναφέρεται σ' αυτή τη μεταφορική έννοια της λέξης, είναι από το «...καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς» του Χρόνη Μίσσιου. Όπως και το τρίτο, που είναι από το ρεμπέτικο «Δε Παύει Πια Το Στόμα Σου» του Μάρκου Βαμβακάρη.

  1. Με τα λιμά τον έμπλεξα / στο πόκερ στην πασιέντζα / κι όλο το χτένι δούλευε ωχ αμάν / στη ζούλα κι η σκαλέτα.

  2. Καλά, μωρ' αδερφάκι μου, μια κουβέντα είπα και με μαστούριασε στα λιμά.

  3. Δε με κόβεις μάγκα μου βρε πια με τα λιμά σου / δε περνάει αλάνι μου βρε πια για με η μπογιά σου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αλλιώς, είμαι σε απελπιστική κατάσταση και δεν αντέχω άλλο, βαράω μπιέλα, τα παίζω. Η λέξη «τιλτ», προέρχεται από τα παλιά φλιπεράκια, τα οποία, εάν κουνούσες για πάνω από 2-3 δευτερόλεπτα, μπλόκαραν σκόπιμα και έχανες τη μπάλα, ενώ σε εμφανές σημείο αναβόσβηνε η ένδειξη «tilt» («κλίση»).

- Ρε φίλε δεν αντέχω άλλο με αυτή τη δουλειά, κάθε μέρα με πάει γαμιώντας. Όπου να 'ναι θα βαρέσω τιλτ μου φαίνεται...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τσίκεν ή τσίκεν γκέιμ είναι ένα παιχνίδι όπου δύο οδηγοί κατευθύνουν τα οχήματά τους ο ένας πάνω στον άλλο προς μία σύγκρουση. Ο ένας από τους δύο θα πρέπει να στρίψει, αλλιώς θα συγκρουστούν και θα σκοτωθούν ή έστω χτυπήσουν άσχημα και οι δύο. Όμως αν τελικά ο ένας κ(ι)οτέψει και στρίψει, σώζοντας τη ζωή και των δύο θα στιγματιστεί ως τσίκεν (=κοτόπουλο στα αγγλικά), δηλαδή ως κότα, ως κλασομέντας, ως δειλός και θα θεωρηθεί ότι έχασε το παιχνίδι και την πρόκληση. Για περισσότερα, δες στη Βικούλα. (Ίσως και να λανθάνει υπαινιγμός στις κοκορομαχίες, αν και πιθανότερος φαίνεται ο υπαινιγμός στο κοτόπουλο ως μεταφορά για τον δειλό άνθρωπο).

Από το παιχνίδι αυτό μεταξύ οχημάτων, το τσίκεν έχει περάσει στη θεωρία παιγνίων, όπου έχει αναλυθεί και μαθηματικώς (βλ. εδώ και εδώ), καθώς και σε εφαρμογές της στην οικονομία και την πολιτική. Δύο παραδείγματα μεταξύ πολλών είναι: Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η κούρσα πυρηνικών εξοπλισμών μεταξύ Η.Π.Α. και Ε.Σ.Σ.Δ., με πιθανή κατάληξη την καταστροφή όλου του πλανήτη (η οποία προς το παρόν ευτυχώς αποφεύχθηκε). Προσφάτως, τη διαπραγμάτευση στην Ευρωζώνη, μεταξύ ισχυρών χωρών, όπως η Γερμανία, και της αδύναμης Ελλάδας, όπου όμως υπήρχε η εντύπωση ότι αν η Ελλάδα εγκατέλειπε την Ευρωζώνη, η ίδια μεν θα καταστρεφόταν, αλλά ενεδέχετο να συμπαρασύρει σε καταστροφικές συνέπειες και την υπόλοιπη Ευρωζώνη. Το ιδιότυπο αυτό τσίκεν φαίνεται ότι προσπάθησε να παιχτεί από τον σενσέι της θεωρίας παιγνίων Γιάνη Βαρουφάκη, ο οποίος φιλοδόξησε να βαρουφακήσει ή βαρουfuckήσει τους ισχυρούς της Ευρωζώνης πλην μάλλον με τον κώλο. Σημειωτέον πάντως ότι το ασύμμετρο τσίκεν όπου λ.χ. ο ένας οδηγός έχει τριαξονική νταλίκα και ο άλλος οδηγός Fiat Punto (πού ν' το;) είναι μία από τις πιθανές μορφές τσίκεν, καθώς ο αδύναμος οδηγός ευελπιστεί ότι ναι μεν ο ίδιος θα κινδυνεύσει να καταστραφεί ολοσχερώς, πλην όμως αν κάνει την καμικαζιά, μπορεί να κιοτέψει ο ισχυρός φοβούμενος τις έστω μικρές ζημιές που μπορεί να του επισυμβούν. Βεβαίως το ασύμμετρο τσίκεν μπορεί να αποβεί μονομερώς καταστροφικό για τον αδύναμο.

  1. Δηλαδή δεν βλεφάρισαν οι Γερμανοί στο τσίκεν γκέιμ του Γιάνη; Ποιος να το φανταζότανε. (Από το Τουίτερ).
  2. Επικοινωνιακό τσίκεν γκέιμ, μήπως φοβηθούν και παζαρέψουμε τίποτα ευρώ απ' τους κουτόφραγκους, γιατί τον Πούτιν κότσο δεν μπορεί να τον πιάσει ένας Τσίπρας. Σχόλιο: τα μόνα τσίκεν εδώ είναι όσοι νομίζουν ότι "οι κουτόφραγκοι" δεν καταλαβαίνουν την ανούσια μπλόφα του Τσίπρα. Πρέπει να είναι πολύ μπουνταλάδες οι "οι κουτόφραγκοι" για να μην κατάλαβαν ότι ο Πούτιν είπε νιετ σε δανεισμό της Ελλάδος, είπε νιετ σε αγορά ελληνικών ομολόγων, είπε νιετ σε αγορά αγοτικών προϊόντων, η δήθεν συμφωνία για αγωγό είναι άνευ αξίας, και ο Λαφαζάνης θα περιμένει του Αγίου Ποτέ να εισπράξει τα €5 δισ. (Πχόρουμ).
  3. Επειδή η κατάσταση που ζούμε δεν είναι λιτότητα για να σωθεί η χώρα αλλά τσίκεν γκέιμ για να τα τσεπώνουν οι τραπεζίτες. (Αλλού στο Διαδίκτυο)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αναθέτω αυθαιρέτως και ευθαρσώς σε κάποιον (οποιονδήποτε αρκεί να μην είμαι εγώ) την ευθύνη ή την συνέχεια / τις συνέπειες των λόγων, των πράξεων, των αποφάσεών μου.

Ένα παμπάλαιο παιχνίδι συναναστροφής, είναι η πηγή της έκφρασης: στην παρέα, τίθεται κάποιο θέμα προς ανάλυση ή προς επεξεργασία. Πχ: «Ωραία μέρα σήμερα». Αυτός που μιλάει πρώτος και αναλύει ή περιγράφει το κυρίως αυτό θέμα, κρατάει ένα μπαλάκι. Λέει ό,τι έχει να πει και, τη στιγμή που τελειώνει τον λόγο του, πετάει αίφνης το μπαλάκι σε κάποιον άλλον της παρέας, ο οποίος είναι απροετοίμαστος όσο και αναγκασμένος να συνεχίσει πάνω στο ίδιο θέμα. Όποιος μείνει με το μπαλάκι στο χέρι χωρίς να έχει να προσθέσει ούτε μια ατάκα, χάνει και βγαίνει από το παιχνίδι. Και πάει λέγοντας μέχρι τον τελευταίο.

Το παιχνίδι αυτό είναι παρομοίας εμπνεύσεως με τις «Καρέκλες» και με τα τρισχιλιάδες τέτοια παιχνίδια, τα οποία κάποτε παιζόντουσαν στα σαλόνια, ενώ τώρα έχουν αποκλειστεί στις κατασκηνώσεις προσκόπων, μαζί με τους προσκόπους.

  1. Ααααααααα, μη μου πετάς το μπαλάκι τώρα! Το ξέρεις καλά ότι εσύ έκανες τη μαλακία...

  2. Το «μπαλάκι» στους ευρωπαίους ομολόγους του «πετά» ο Γκόρντον Μπράουν για τα τραπεζικά μπόνους και τα Golden Boys.
    (από μπλογκ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Εννοείται το θρυλικό ξύλινο ποδοσφαιράκι, το οποίο στοίχειωσε (με την καλή έννοια) τα νεανικά χρόνια πολλών. Η μη χρήση της δεύτερης λέξης (ποδοσφαιράκι), μαρτυρά το μέγεθος της νοσταλγίας που νιώθει ο εκάστοτε χρήστης του λήμματος αυτού, για το εν λόγω ευγενές σπορ.

Διαφοροποιείται απο τα ποδοσφαιράκια, τα οποία αναφέρονται στα σφαιριστήρια και τις λοίπες αίθουσες αναψυχής, ιδιαίτερα κατά τις δεκαετίες του '70 και '80.

...Ας μιλήσουμε όμως για το Ξύλινο. Έχει μια διαφορετική αίγλη σαν παιχνίδι. Είναι ευγενές. Το μυστικό είναι στον καρπό. Πασάρεις με σπόντα από τη μία γραμμή στην άλλη, με το κοντρόλ σφηνώνεις τη μπάλα στα πόδια, κάνεις προσποίηση αριστερά δεξιά για να μπερδέψεις την αντίπαλη άμυνα και, πάνω στην κίνηση, εξαπολύεις μια καραβολίδα...

από εδώ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία