Ο καμένος μικροβλογοτέχνης τουιτεράς, ο νυχθημερόν τοιουτίζων τσίου με το κάθε του εγκεφαλοκλάνι.

- Aναγκαίο κακό να γίνεις «φεϊσμπουκάκιας» και «τουιτεράκιας» (εδώ)

- Όταν ο Υπουργός της Λετονίας έγραψε στο Twitter του οτι είναι ομοφυλόφιλος, πως το σχολίασε ο γνωστός τουιτεράκιας του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Παπαδημούλης; (εκεί)

Tουιτεράκιας τ. Καζαντζίδης

Εκ του Twitter και του γαμοσλανγκοτέτοιου -άκιας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οι (φανατικοί ή μη) χρήστες της δημοφιλής ιστοσελίδας Luben.gr, που συχνά αναλαμβάνουν τον ρόλο του λαϊκού διαδικτυακού δικαστηρίου σε πολιτικά, καλλιτεχνικά ή άλλα δημόσια πρόσωπα όταν δηλώσεις των τελευταίων δεν συμφωνούν με τα πολιτικώς ορθά πρότυπα της στιγμής.

Σάκης Νανιάκατος: Είδες τι έγινε με τον Νικήτα Κλιντ;

Νίκος Πόπολος: Τι έγινε ρε μανμου;

ΣΝ: Έκανε μια δήλωση πως προτιμάει να βγάζει τον γκόμενό του για μπύρα στα παγκάκια των Εξαρχείων παρά να πηγαίνει σε καταλήψεις στις βραδιές στήριξης μεταναστών. Το ανέβασε το Luben σε GIFάκι χτες.

ΝΠ: Ωχ, τη γάμησε τώρα ο Νικήτας από το λουμπεναριό.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φαντασίωση παραδοσιακών (traditional στα αγγλικά, τραντ στα κομμέ) για μια γυναίκα η οποία θα τηρεί τα κλασικά πατριαρχικά στερεότυπα, ήτοι να κάνει οικιακές δουλειές, να έχει σεμνή εμφάνιση, να είναι χαμηλοβλεπούσα ή κατ' ελπήδα χαμηλοβλεπούτσα στη λογική reject modernity- embrace tradition. Χρησιμοποιείται στους ιδεολογικούς πολέμους των συντηρητικών ενάντια στη woke κουλτούρα. Από το αγγλικό trad wife. Χρησιμοποιείται και ως αυτοπροσδιορισμός από γυναίκες pick me με εσωτερικευμένη πατριαρχία, οι οποίες προβάλλουν τον παραδοσιακό τους ρόλο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ώστε να προτιμηθούν αυτές και οι αξίες τους.

Θέλω μια τραντ γουάιφ που να μην έχει γκέι ως καλύτερο φίλο, να μην έχει τατουάζ, να μην είναι πολιάμορους, ε, και να σιδερώνει και κάνα πουκάμισο. Ζητάω πολλά;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Από το αγγλικό cyber-dyke, σημαίνει τη λεσβία, η οποία έχει έντονη δραστηριότητα στο διαδίκτυο, ως ίνφλουενσερ, ΛΟΑΤΚΙ ακτιβίστρια και trend-setter ή και ως δραστήρια σε online-dating. Για την ετυμολογία της λέξης dyke δες εδώ.

Είναι σελεμπριτόνι του Φέισμπουκ ως σάιμπερ ντάικ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Αυτός που στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προσπαθεί να σε αποτρέψει από το να καταναλώσεις ένα συγκεκριμένο προϊόν με το επιχείρημα ότι είναι ανήθικο. Επιτελεί δηλαδή τον αντίθετο ρόλο από τον ίνφλουενσερ.

Μας τα έχει κάνει τσουρέκια ο ντείνφλουενσερ με το διαρκές virtue-signalling του.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Κατά τα «κριτικός θεάτρου», «κριτικός σινεμά», «κριτικός τέχνης». Ή «μπουρδελοκριτικός» κατά τα «θεατροκριτικός», «σινεκριτικός», «τεχνοκριτικός».

Είναι μια νεοεμφανιζόμενη ειδικότητα, που αναπτύσσεται τα τελευταία χρόνια χάρη στα διαδίχτυα, σε ειδικά σάιτ και φόρα (παρτίδα), όπου ευδοκιμεί.

Ο κριτικός μπορντέλου έχει υψηλό κύρος, σαν έναν ας πούμε Κακομύρη, καθώς κάνει την διαμεσολάβηση ανάμεσα στην πουτάνα και τον μπουρδελιάρη. Υπάρχουν διάφορα θέματα που τον απασχολούν όταν καλείται να κρίνει ιδίοις πούτσασι. Ένα από τα καίρια είναι ο συσχετισμός μεταξύ GFE και PSE, δηλαδή μεταξύ Girl-friend experience και Porn-Star experience.

Εκεί χρειάζεται το ένστικτο, γιατί και το να βγάλεις την φιλενάδα, και το να βγάλεις την πορν-σταρ από μια πόρνη δεν είναι καθόλου αυτονόητα. Οπότε γι' αυτό χρειάζεται η έμπειρη πούτσα του κριτικού, που θα μπορέσει μετά να ενημερώσει τον απλό φίτσουλα για τις κακοτοπιές, αλλά και για τις δυναμικές. Υπάρχουν ειδικές βαθμολογικές κλίμακες που μετρούν τα δύο μεγέθη, αλλά χρειάζεται και μια περαιτέρω ανάλυση από τον κριτικό.

-Τι έχει γράψει ο Μπουρδελίδης για την Τζέσικα;
-Κακά μαντάτα! Στην κριτική του έγραφε κατά λέξη «αυτοί που πάνε για PSE θα μείνουν με το GFE, κι αυτοί που πάνε για το GFE θα χάσουν και το PSE».
-Έλα μωρέ τον πιστεύεις; Μια ζωή μίζερος και Κακομύρης είναι! Ο Γεωργουσόπουλος της μπουρδελοκριτικής!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από το facebook και την τουρκική κατάληξη -κλού.

Κυριολεκτικά, αυτή που ασχολείται με το facebook.

Λόγω όμως...

...η λέξη φεϊσμπουκλού αποκτά επιπλέον βάθος (όχι πολύ όμως) προσδίδοντας στο άτομο που χαρακτηρίζει αρκετά υπονοούμενα κι έτσι μπορεί να χρησιμοποιείται χαλαρά και ως πασπαρτού (χωρίς φυσικά να θέλει να πει κάτι το ιδιαίτερο).

- Είσαι μια φεϊσμπουκλού εσύ..!
(Το άκουσα ανάμεσα σε δύο κάγκουρες στα Ταμπούρια)

Θώδη στη νοηματική (από protnet, 17/09/10)(από Khan, 01/04/15)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τύπος ανθρώπου που βάζει like σε κάθε post στο facebook, από διαφήμιση ψαροταβέρνας μέχρι site υπέρ της ευθανασίας, ενίοτε με απώτερους σκοπούς, αν γίνεται στο προφίλ γκόμενας. Κάνει like σε κάθε τραγούδι που ποστάρει, από Ημισκούμπρια μέχρι Κάρμινα Μπουράνα και από Τερλέγκα έως στρουμφάκια.

Το παρωχημένο μοντέλο λαϊκισμού της «Αυριανής» των 80's συναντάται σήμερα ως like-ισμός με ακραία μορφή του τον επονείδιστο εις εμέ αυτο-like-ισμό, ο οποίος είναι η υπέρτατη μορφή βλακείας. Για να ποστάρεις κάτι ρε μάστορα σημαίνει ότι σου αρέσει. Τί το βάζεις το like; Είναι σαν αυτοϊκανοποίηση σε ντο ματζόρε συνοδεία κουαρτέτου από τρόμπες ποδηλάτου.

Ρε συ ο Μάκης γουστάρει την Ντιάνα!
— Έλα ρε, πού το ξέρεις;
— Όλη μέρα κάνει like στα ποσταρίσματά της! Έκανε μέχρι και σε γκρουπ απολέπισης δέρματος με σαγόνια καρχαρία!
— Like-ιστής παιδί μου... τί περιμένεις;

(από σφυρίζων, 01/08/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο φεϊσμπουκλής, ο φεϊσμπουκάτος που φεϊσμπουκώνει νυχθημερόν στο άγιο φεϊσμπουκάκι.

- Aναγκαίο κακό να γίνεις «φεϊσμπουκάκιας» και «τουιτεράκιας» (εδώ)

- Γιατι να ειμαι υποχρεωμενος να σπαζω τα ματια μου προκειμενου να μπορεσω να καταλαβω τι θελει να πει με τα greekλις του, ο καθε βλαμενος Φεησμπουκακιας που μπαινει και γραφει εδω μεσα???? (εκεί)

Φιξάκι για τον φεϊσμπουκάκια

Εκ του φεϊσμπούκ και του γαμοσλανγκοτέτοιου -άκιας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

τρολ, τρόλι

Έτσι λέγεται στη διαδικτυακή αργκό ο χρήστης του ίντερνετ με διάφορα απωθημένα, ο οποίος κάτω από το πέπλο της ανωνυμίας μπαίνει σε forums, chat rooms ή blogs και γράφει άσχετα ή επιθετικά σχόλια με σκοπό να διαταράξει τη συζήτηση.

Ο όρος troll μάλλον προήλθε από την έκφραση trolling for suckers (= ρίχνω δόλωμα για να πιάσω κορόιδα), όπου trolling είναι μια μέθοδος ψαρέματος με πολλαπλά δολώματα από κινούμενο σκάφος. Πέρα από αυτό όμως, troll είναι και ένα κακόβουλο τέρας της σκανδιναβικής μυθολογίας, οπότε ήρθε κι έδεσε.

- Τι γίνεται ρε Γιώργο; Όλο ξενέρωτα θέματα βάζεις στο blog σου τώρα τελευταία...
- Άσε με ρε, κάθε φορά που βάζω τίποτα «εθνικά ευαίσθητο», μου την πέφτουνε τα τρολ εθνίκια... Βαρέθηκα το ίδιο βιολί όλη την ώρα!

βλ. και τρολιά, τρολάρω, τρολιάζω

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία