Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Το Μασελίνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα, το παλιό καλό ΠΑΣΟΚ, χωρίς εκσυγχρονισμούς και άλλους δράκους.

Για την ώρα παράδειγμα δεν υπάρχει. Από του χρόνου πάλι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παραλλαγή του άσματος «ηθοποιός σημαίνει φως» του Δημήτρη Χορν, προκειμένου για τους πολιτικούς. Το εκτέλεσε ο Χάρρυ Κλυνν.

-Και τα δύο κόμματα μπλεγμένα στην Miesens!
- Τι το ψάχνεις; Πολιτικός σημαίνει τρως, πού 'λεγε κι ο Χορν...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τοιαύτη λέξη προέρχεται παρά γνωστό «δικηγόρο» ο οποίος εσυννελήφθει από το μικρόφωνο του υποκλοπέα να ονοματίζει εαυτόν ως «πεντακαθαρίδης», λόγω ευθέων εξηγήσεων και υποτιθέμενης εντιμότητός του εν ώρα... εκβιασμού γνωστού επιχειρηματία! Διότι πλέον, τη σήμερον ημέρα η έννοια της εντιμότητος υφίσταται και εις τας κομπίνας, εις τας λοβιτούρας καθώς δε και εις τας πάσης φύσεως παρανομίας. Εύγε.

(Αντιγράφω αυτολεξεί ως απομαγνητοφωνήθειν εν ώρα ειδικής συνεδριάσεως της Βουλής, 18/11/2008)
Κοκοβίνος: «σου μιλώ παντελονάτα. Θέλω ένα ακίνητο και όχι τέσσερα που κάνουν ένα εκατομμύριο διακόσιες χιλιάδες. Σου μιλώ πεντακάθαρα και όμορφα. Πεντακαθαρίδης!» (sic).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η λιγούρα για ευρωπαϊκά κονδύλια. Παράγεται από το «λόρδα» και τον πολιτικό Jacques Delors, γνωστό για την διοχέτευση των ομώνυμων «πακέτων Ντελόρ». Το φαινόμενο ήταν παλιότερο κυρίως στην Ελλάδα, γιατί τώρα με την κρίση είναι σκούρα τα πράγματα. Αλλά σαν νοοτροπία, αίσθημα, αλλά και πρακτική ακόμη, παραμένει.

Η σλανγκενεργός έκφραση χρησιμοποιήθηκε και ως τίτλος επιθεώρησης.

Ορθογραφική παρατήρηση (αφιερωμένη στον Πάνο Β'): Ίσως το «λόρδα» προέρχεται ετυμολογικά από το «λωρίδα», που σημαίνει την ταινία, το παράσιτο των εντέρων. Γι' αυτό λέμε και «με κόβει λόρδα». Οπότε σε αυτήν την περίπτωση, που είναι πάντως αβέβαιη, η σωστή ορθογραφία θα ήταν «λώρδα» και «ντελώρδα».

- Τι έγινε με όλες αυτές τις νέες χώρες, Βουλγαρία, Ρουμανία, Σλοβακία, κτλ, τις έκοψε κι αυτές ντελόρδα;
- Εμ! Εκεί που είναι ήμασταν, κι εδώ που είμαστε θά 'ρθουν.
- Όχι ακριβώς! Είναι δύσκολες οι συνθήκες τώρα Μήτσο! Κι εμάς μας ένοιαξε μόνο πώς να καλμάσουμε την ντελόρδα μας, δεν κοιτάξαμε να αναβαθμίσουμε μακροπρόθεσμα την οικονομία μας...

Jacques Delors (από Hank, 10/01/09)(από Khan, 25/12/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οι εργασίες που γίνονται νύχτα, όταν δηλαδή κανείς δεν βλέπει ή/και δεν μπορεί να ελέγξει. Συνήθως αφορούν αυθαίρετες κατασκευές ή τεσπα μπλεγμένες κι αξεμπέρδευτες ιστορίες για αγρίους με πολεοδομίες κλπ.

Καμία σχέση με τη Νύχτα, της οποίας αξίζει ειδικό λήμμα και το καβαντζώνω και μην τολμήσει κανείς γιατί τον έφαγα.

- Τι έγινε τελικά, επισκεύασες τη μάντρα;
- Μπα... έχω μπλέξει, δεν βρίσκω σε ποιανού την αρμοδιότητα εμπίπτει, δε βγάζω άκρη ούτε με το λιμενικό, ούτε με τον δήμο, ούτε με την πολεοδομία...
- Σε βλέπω για νυχτικές δουλειές...
- Α να γεια σου... Λίγο τσιμεντάκι από δω κι από κει και τελειώσαμε, κανείς δεν θα το πάρει πρέφα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τα τσιμπάω: άγνωστο ποια, αλλά σημαίνει τα παίρνω στο κρανίο, νευριάζω, τσαντίζομαι σε σημείο που είμαι έτοιμος να πάθω κρίση υστερίας ή να κάνω χοντρό τσαμπουκά.

Εναλλακτικά, λαδώνομαι.

- Άσε μλκ ήμουνα σε φάση να τον αρπάξω απ' το γιακά το γ***ταρίφα και μου λέει μια μαλακία και τα τσιμπάω σου λέω δικέ μου, βγαίνω απ' τ' αμάξι και τόνε κάνω τόπι στο ξύλο το μπουταναζγιό...

- Τα τσιμπάει χοντρά ο διαιτητής μου φαίνεται, δε γίνεται να μην είδε το μπέναλτι μπροστά στα μάτια του.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κατέληξε να σημαίνει το λαμόγιο, ύστερα από το έπος της Ζαχοπουλιάδας, που είδαμε όλοι στις οθόνες μας. Εννοείται ο «κομιστής του DVD» με τις ερωτικές περιπτύξεις του Ζαχόπουλου και της Τσέκου, που ψιλομάθαμε ποιος ήταν, αλλά αυτό δεν τον εμποδίζει να συνεχίζει να βγάζει χοντρά λεφτά, με καλό χιούμορ τουλάχιστον...

- Καλύτερα να με πουν κυρία Υπουργού, παρά κυρία κομιστού.

(Η Μάρω Ζαχαρέα σε διένεξή της με τον Θέμο Αναστασιάδη).

- Πάντως είσαι μεγάλος κομιστής, μα τον Χριστόφορο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λεφτά που βγάζει κάποιος ανεπίσημα ή παράνομα, που δεν φαίνονται.

- Τελικά βρήκες καμμιά δουλειά;
- Ε όχι τίποτα φοβερό, βοηθάω ένα γνωστό μου στη δουλειά του και παίρνω κάτι μαύρα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χώρος όπου κανονίζονται ρουσφέτια με αντάλλαγμα ψήφους, χρήματα ή άλλα ρουσφέτια. Μπορεί να είναι το πολιτικό γραφείο βουλευτή, τα τοπικά γραφεία κόμματος ή κάποιο Υπουργείο ή δημόσια υπηρεσία. Μπορεί, κατά συνεκδοχή, να αναφέρεται και σε έναν ολόκληρο πολιτικό σχηματισμό, ειδικά όταν βρίσκεται στην εξουσία και προβαίνει π.χ. σε συλλήβδην διορισμούς ημετέρων.

Ρουσφετοπώλης είναι αυτός που κάνει ή μεσολαβεί για τα ρουσφέτια.

Σχετικά λήμματα: δόντι, βύσμα, κονέ

- Τους έχει σιχαθεί η ψυχή μου όλους ... Βάλανε τους πρασινοφρουρούςσε όλα τα πόστα οι μεν, ήρθανε οι άλλοι και μας άλλαξαν τα φώτα στο bluetooth ... Δεν είναι κόμματα αυτά, ρε ... ρουσφετοπωλεία έχουν καταντήσει ...

Βλ. και χαυλιόδοντας, bluetooth

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Διακρίνεται σε 3 μορφές:

- Περιστασιακή (μόνο ό,τι ακούσουμε στο ραδιόφωνο)
- Κατινοειδής (όταν κουτσομπολεύουμε αυτά που ακούμε )
- Οξεία (όταν έχουμε τάσεις αυτοκτονίας)

Ουδέν σχόλιον...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία