Δεν είναι μόνο ο οικοδόμος που χτίζει κτήρια με τούβλα, αλλά και ο μπασκετμπολίστας που ρίχνει καθ' έξιν τούβλα. Αν είναι μετεγγραφή από την Πρώην Γιουγκοσλαβία λέγεται τούβλοβιτς.

Πάσα: Mr Cadmus.

Τουβλατζής Καλάθης contradictio in adjecto;:

πάντως ο Καλάθης και πολύ χρόνο και ευκαιρίες πήρε και αξιοπρεπέστατο ποσοστό στα 3ποντα είχε. Γύρω στο 40% αν δε κάνω λάθος. Να υποθέσω ότι όσοι τον αποκαλείτε τουβλατζή τον είδατε μόνο με την εθνική το καλοκαίρι και στα playoff; Καλό θα ήταν να είστε λίγο πιο επιεικής με ένα ρούκι 20 χρονών που πρέπει να προσαρμοστεί και στο διαφορετικό τρόπο παιχνιδιού και το βάρος της φανέλας της κορυφαίας ευρωπαϊκής ομάδας άλλα και το διαφορετικό τρόπο ζωής. Φέτος θα είναι πιο ξεψαρωμένος και προσαρμοσμένος και θα δείξει αυτό που μπορεί. (Από μπάσκετ φόρουμ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Ο εκθηλυμένος γκέι. Μαρτυρείται στην Ελληνοφρένεια, στον διάλογο με τον καμπαρετζή (βλ. μήδι).

Υπάρχουν διάφοροι ευσεβείς σλανγκο-λογισμοί για την προέλευση της έκφρασης, από τους οποίους ο σημαντικότερος είναι ότι για να θυμιάσεις πρέπει μοιραία να σπάσεις καρπό. Πλην, το σπάσιμο του καρπού, γνωστό και ως σύνδρομο καρπιαίου σωλήνος αποτελεί την διαφορική διάγνωση με την οποία διακρίνεται ο λεβεντομαλάκας απ' τον τρεντόπουστα. Σε περαιτέρω εκφυλιστική μορφή του, γίνεται αυτό που οι επιστήμονες ονομάζουν τσαγιέρα, ενώ μια ακραία παρενέργεια αν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα είναι και αυτό το κάψιμο της βάτας. Όλα αυτά αρχίζουν, λοιπόν, από το απλό σπάσιμο ή και τίναγμα του καρπού που θυμίζει θυμιάτισμα στην εκκλησία.

Σύμφωνα με άλλες ευσεβείς θεωρίες, το ίδιο το θυμιατό παρομοιάζεται με άνθρωπο, ο οποίος περπατά λικνιστά σαν λικνιζόμενο θυμιατό. Είναι δηλαδή ο τοιούτος συμπολίτης μας, αυτό που αποκαλείτο από τους αρχαίους ημών προγόνους ως ἁβροβάτης. Εξ ου και η έκφραση το κουνάει το θυμιατό.

Εφόσον μάλιστα η υποδοχή του θυμιατού παρομοιαστεί ανατομικώς με την ανθρώπινη έδρα, τότε μπορούμε να πούμε βάσιμα για τον τοιούτο ότι το βάζει το καρβουνάκι στο λιβανιστήρι. Η υποδοχή του λιβανιστηριού συνδέεται εξάλλου στο φαντασιακό με την έδρα που περιμένει το «καταναλίσκον πῦρ», όπως φαίνεται και στην αντιστροφή θα σου χέσω το λιβανιστήρι, όπου το Πονηρόσκυλο αναφέρει και την σχετική θεολογική αλληγορία. Σχετική, επίσης, και η απειλή «θα σου κάνω τον κώλο βουλγάρικο θυμιατήρι».

Ασφάλουσλυ στην γκεουλοπρεπή εσάνς του όρου έπαιξαν ρόλο και όλοι οι όλα τα θυμιατά πάνω μου μιτρομανείς πρωκτοσύγκελοι, (μην ξεχνούμε ότι ο Γιάννης Τσαρούχης συνήθιζε να ζωγραφίζει την αυτοπροσωπογραφία με πλήρες outfit ρωμηού μητροπολίτη να θυμιατίζει), και, κυρίως, το ανέκδοτο με τον παπά που θυμιάτιζε στην Μύκονο, βλ. εδώ.

Μεγεθυντικό: βουλγάρικο θυμιατήρι.

  1. Εναλλακτικώς, ως θυμιατό μπορεί να χαρακτηριστεί ο αρειμάνιος καπνιστής, βλ. θυμιατίζω.

Πάσα: κυρ-Πατσούλης.

  1. (Δες)
    - ΣΚΑΙ εκεί; Θα ήθελα για μια διαφήμιση...
    - Τι διαφήμιση;
    - Για ένα καμπαρέ στον Πειραιά...
    - Καμπαρέ στον Πειραιά; Έχει και ναύτες;
    - Ωχ ρε Μήτσο, σε θυμιατό πέσαμε ρε πούστη...
    - Θυμιατό;
    - Λιβανιστήρι!
    - Εξαπτέρυγο...
    - Σε θυμιατό πέσαμε. Μπορείς να μου δώσεις κάποιον να μιλήσω σοβαρά;
    - Για τον Τσαρούχη τι γνώμη έχετε;
    [...]
    - Δηλαδή τα κορίτσια εκεί στο καμπαρέ πετάνε τα στήθη έξω;
    - Ρε θυμιατό δεν είναι για σένα αυτά... Εσύ είσαι σκέτο λιβανιστήρι!

(από Khan, 30/08/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Η μπάλα που είναι άσχημα φουσκωμένη ή απλά για επισκευή και πέταμα, και είναι πολύ ελαφριά χωρίς καθόλου βάρος και ωσεκτουτού απολύτως ανεξέλεγκτη. Έτσι ήταν πολλές μπάλες από αυτές που παίζαμε στα παιδικά μας χρόνια (πλαστικές και όχι δερμάτινες). Ααααααάχ (επιφώνημα νοσταλγίας).

Στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο (ή και άλλα αθλήματα) λέγεται σκωπτικά για μια απολύτως ερασιτεχνική μπάλα. Η αερόμπαλα και η βουβουζέλα ήταν τα δύο σήματα κατατεθέντα του Μουντιάλ 2010. Γενικά, η διαφορά της μπάλας από την αερόμπαλα είναι ό,τι και της πίπας από την αερόπιπα.

  1. Στο μπάσκετ, μεταφορά του air-ball, δηλαδή ένα σουτ που βγαίνει έξω χωρίς να ακουμπήσει τίποτα ούτε σίδερο ούτε ταμπλό.

  1. Φαίνεται πως η επίσημη μπάλα του παγκοσμίου κυπέλλου μοιάζει περισσότερο με «αερόμπαλα» παρά με επαγγελματική μπάλα ποδοσφαίρου! Θα αρχίσω με το όνομα της περιβόητης μπάλας το οποίο είναι «Jabulani». Στην γλώσσα των ζουλού ή των μασάι (ή κάποιας άλλης αφρικάνικης φυλής, δεν είμαι σίγουρος) σημαίνει «ας γιορτάσουμε» και αυτό, βέβαια, είναι ελεύθερη μετάφραση! Ωστόσο κανένας από τους παίχτες που θα πάρουν μέρος στο παγκόσμιο κύπελλο δεν φαίνεται να γιορτάζει, τουλάχιστον όχι επειδή θα χρησιμοποιήσει την συγκεκριμένη μπάλα. Ο επιθετικός της Βραζιλίας Luis Fabiano έκανε πλήρη περιγραφή: «Είναι πολύ παράξενη. Ξαφνικά αλλάζει τροχιά. Μοιάζει να μην θέλει να την κλωτσήσεις, σαν κάποιος να την κατευθύνει. Πας να την κλωτσήσεις και αλλάζει δρόμο. Νομίζω πως είναι υπερφυσική, είναι πολύ άσχημο αυτό. Ελπίζω να προσαρμοστώ αλλά θα μου είναι πολύ δύσκολο.» Ο τερματοφύλακας της Βραζιλίας, Julio Cesar, την χαρακτήρισε απαίσια και την σύγκρινε με τις πλαστικές μπάλες που παίρνουμε από το σουπερμάρκετ (κοινώς αερόμπαλα). Το ίδιο φαίνεται να είπε και ο Giampaolo Pazzini της Ιταλίας, ο οποίος πρόσθεσε και την λέξη «καταστροφή»! Και συνέχισε «κινείται τόσο γρήγορα και δεν μπορείς να την κοντρολάρεις. Πηδάς να πάρεις κεφαλιά, ξαφνικά κινείται και την χάνεις».
    (Βλ. εδώ)

  2. Καταπληκτική άμυνα του Διαμαντίδη, αναγκάζει σε αερόμπαλα τον σούτινγκ-γκαρντ της Ακτής Ελεφαντοστού.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στο μπάσκετ είναι το πολύ άστοχο σουτ. Κυρίως λέγεται έτσι το σουτ που πετυχαίνει μόνο ταμπλό και καθόλου στεφάνι.

Έτσι τα σουτ διακρίνονται ως εξής:

  • άγγιχτο, χλατσωτό: Μπαίνει μέσα χωρίς να ακουμπήσει τίποτα και παράγει έναν πολύ ηδύωτο ήχο χλατς (χχλααατς) απ' το χάδι στα δίχτυα, που μπορεί να συγκριθεί σε ευχαρίστηση μόνο με τον ήχο του πέοντα όταν διεισδύει σε στενή οπή.
  • σίδερο : Χτυπάει την στεφάνη και βγαίνει έξω. Διακρίνεται σε ντανννγκ αν χτυπήσει την έξω πλευρά του στεφανιού και γκ(ου)π αν χτυπήσει την μέσα μεριά.
  • αερόμπαλα : Έξω χωρίς να ακουμπήσει τίποτα.

    Το τούβλο πιθανολογώ ότι λέγεται έτσι επειδή καθώς πέφτει με δύναμη πάνω στην μασίφ επιφάνεια του ταμπλό, παράγει έναν δυνατό υπόκωφο ήχο σαν να ρίχνεις τούβλο σε συμπαγή επιφάνεια. Ίσως και να σημαίνει ότι αυτός που τό 'ριξε είναι τούβλο και δεν αξίζει τα τούβλα από γιούρια που παίρνει. Πολλά δυνατά τούβλα ρίχνονται όταν τελειώνει ο χρόνος, είτε της επίθεσης είτε, κυρίως, της περιόδου, οπότε ο παίκτης βαράει από του διαόλου το μπαμπά.

Πρβλ. και τούβλοβιτς.

- Διαμαντίδης από το κέντρο... [Διακοπή, κράτημα της ανάσας]. Με ένα τούβλο θα τελειώσει το ημίχρονο.

(από Khan, 26/12/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στο μπάσκετ είναι α) η στεφάνη του καλαθιού, και β) το άστοχο σουτ που χτυπάει στην στεφάνη και βγαίνει έξω.

Ανάλογα με το ποιο μέρος της στεφάνης χτύπησε, μπορεί να προκαλέσει έρρινο ήχο νταννννγκ ή υπόκωφο γκ(ου)π, που αμφότεροι και οι δύο προξενούν απογοητευτική ματαίωση στους επιτιθέμενους και ανακούφιση στους αμυνόμενους, ιδίως αν πρόκειται για τριποντίδι.

- Διαμαντίδης για τρεις! [Παύση, στιγμιαίο κράτημα ανάσας] Σίδερο! Και πάλι σίδερο ο Διαμαντίδης, το δωδέκατο σήμερα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στην μπασκετική ιδιόλεκτο, η πολύ σκληρή, στιβαρή και αδιαπέραστη άμυνα.

- Δεν μπορούσαν να περάσουν τον γρανίτη. Μόλις περνάγαν την γραμμή του κέντρου πέφτανε πάνω σε ντουβάρια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παιδικό μπασκετικό παιχνίδι, όπου οι παίκτες διαγωνίζονται στο να βαράνε ελεύθερα σουτ από διάφορες θέσεις κυρίως γύρω από την γραμμή των 6.25 (αλλά και πιο μέσα, από την γραμμή της ρακέτας και των ελευθέρων βολών). Δηλαδή η ημικυκλική γραμμή των 6.25 (και, δευτερευόντως, της ρακέτας) παρομοιάζεται με ρολόι και οι θέσεις με τους αριθμούς του ρολογιού.

Στο επαγγελματικό μπάσκετ και τις αναμεταδόσεις του χρησιμοποιείται σκωπτικά για να περιγράψει αφενός μια ομάδα που επιμένει να βαράει τρίποντα και να μην κάνει διεισδύσεις, και αφεδύο μια ομάδα που επιμένει να παίζει άμυνα ζώνης/ άμυνα χώρου κλείνοντας την ρακέτα, αλλά αφήνοντας πολλά ελεύθερα σουτ τριών πόντων. Η λοιδορία αφορά στο ότι ο τοιούτος τρόπος παιχνιδιού είναι υπερβολικά παιδιάστικος και απλοϊκός.

Ε, άμα παίζεις επί τριάντα λεπτά ρολόι με την Κίνα, κάποια στιγμή θα την φας!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Ό,τι μεταφέρεται μαζικά σε κουβάδες, και είναι ωσεκτουτού πολύ κακής ποιότητας, ιδίως σε υπηρεσίες όπως ο στρατός κ.τ.ό. Κατ' επέκταση, ό,τι είναι κακής ποιότητας, σαν να έχει φτιαχτεί μαζικά και απρόσεκτα (σ.ς.: εξαιρείται το σπέρμα). Η έκφραση μπορεί επίσης να υποδηλώνει ότι το εν λόγω αντικείμενο είναι άξιο μόνο για να πεταχτεί στον κουβά των απορριμάτων.

  2. Αντιστρόφως, πανάκριβο υλικό που παραγγέλνεται από τα ελληνικά νοσοκομεία μόνο για να εισπραχθεί η προμήθεια, και προορίζεται για τον κουβά των αχρήστων.

  1. Είδα επίσης να φτιάχνουν, σε μαζικές περιστάσεις, και καφέ στην κυριολεξία κουβαδίσιο, δηλ. μέσα σ’ ένα πλαστικό κουβά, όπου η τύπα έβαζε καφέ κατευθείαν απ’ τη σακούλα, υπολογίζοντας με το μάτι. Η ακριβής διαδικασία μού ξέφυγε, πάντως ήταν κι αυτός καλός κι όχι κουβαδίσιος με τη μεταφορική έννοια.
    (Εντυπώσεις από Βιετνάμ στο sarantakos.com).

  2. Εκει πάνω λοιπόν το φαι έσκαγε από την ταξιαρχία μέσα σε κουβάδες από αυτούς που βάζουνε το αλάτι ή το γιαούρτι. Κοτόπουλο κουβαδίσιο, πατάτες κουβαδίσιες και όλα αυτά μετά από 45 λεπτά από το Σταιγκερ.
    (Φοράδα της Θητείας).

  3. δε μιλάω για ηθική. τα εκκλησιαστικά αλλού. Διότι ως γνωστόν, άλλο παπάδες κι άλλο θρησκεία. Υπάρχει κάτι εκεί. ένα ψέμα. ενα τεραστιο κουβαδίσιο ΨΕΜΑ!! ΨΕΜΑ ΓΙΑ ΓΕΛΙΑ!!! ας μη μιλούν για θρησκεία οι παπάδες καλύτερα, ας περιοριστούν στο κουτάκι με τα ψιλά που βάζουν οι πιστοί. (Από (φοράδα)

  4. (Εχει ενδιαφέρον να πληροφορηθεί ο πολίτης, τι αποκαλούν οι εργαζόμενοι στα χειρουργεία «τα κουβαδίσια»: πανάκριβα αχρησιμοποίητα υλικά προορισμένα για τον κουβά των αχρήστων, παραγγελμένα μόνο για να εισπραχθεί προμήθεια). Αυτή η χυδαία καταλήστευση είναι αδύνατο να τιμωρηθεί ή να εκλείψει, διότι είναι... νόμιμη! Η σημερινή υπουργός Υγείας, ως Γενική Γραμματεύς Εμπορίου στην κυβέρνηση Σημίτη, εξειδίκευσε νόμο που όριζε ότι κάποια συγκεκριμένα ιατρικής χρήσης προϊόντα, συγκεκριμένων εταιρειών είναι «μη συγκρίσιμα», δηλαδή «εκτός πλαισίου διαγωνιστικών διαδικασιών»: τα δημόσια νοσοκομεία μπορούν να τα προμηθεύονται χωρίς μειοδοτικό διαγωνισμό!
    (Επιφυλλίδα Χρήστου Γιανναρά στην Καθημερινή).

Κουβαδίσιοι κάβουρες, for old times\' sake! (από Vrastaman, 27/08/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σημαίνει τον υπερβολικά παρωχημένο, παλαιάς κοπής, οπισθοδρομικό. Αποτελεί τον υπερθετικό σε μια σειρά από εκφράσεις που βαίνουν από το μικρότερο προς το μεγαλύτερο ως εξής:

πίσω απ' τα γελάδια (εντός της ζωικής εξέλιξης)
πίσω από τις λάσπες (ανόργανη ύλη)
πίσω από τον ήλιο, δηλαδή πάνω από 4,57 δισεκατομμύρια χρόνια παλιός, οπισθοδρομικός.

Πιθανόν να παραπέμπει και σε μια ανήλιαγη, ζοφερή, σκοτεινή και σκοταδιστική φανταστική τοποθεσία, που βρίσκεται πάντα πίσω από την φωτοδότρα τροχιά του ηλίου. Επίσης, μπορεί να συγκριθεί με τις φράσεις «οὐδὲν καινὸν ὑπὸ τὸν ἥλιον» και «τὸ μόνον καινὸν ὑπὸ τὸν ἥλιον», οπότε αν κάτω από τον ήλιο δεν συμβαίνει τίποτα καινούργιο με ελάχιστες εξαιρέσεις, ακόμη περισσότερο πίσω από τον ήλιο, η πρωτοτυπία είναι ακόμη περισσότερο ανύπαρκτη.

Πάσα: Μες.

Ο πιο σκληρός πόλεμος είναι ο Εμφύλιος. Εκεί χάνεις τα όρια της ανθρώπινης διάστασης. Και οι δύο πλευρές για μια Ελλάδα που αγαπούσαν πολεμούσαν. Ήταν μια σκοτεινή περίοδος με σκοτεινά αισθήματα, που δεν έκανε κανέναν ευτυχή και από τις δύο πλευρές. Ήταν ένας παρανοϊκός πόλεμος που ξέσπασε όταν όλη η άλλη Ευρώπη προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια της, ενώ εμείς σφαχτήκαμε μεταξύ μας και πήγαμε πίσω από τον ήλιο. (Παντελής Βούλγαρης εδώ)

(από Khan, 19/02/15)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Ο ρυθμός Baroque έχει ως χαρακτηριστικό τον horrorem vacui, δηλαδή τον φόβο του κενού και την παρεπόμενη διάθεση να παραγεμίσεις ασφυκτικά έναν χώρο με κάθε λογής ψιψιψόνια, ματζαφλάρια, καυλιτζέκια, μπλιμπλίκια, κρεμαντζόλια κ.τ.ό. Ωσεκτουτού, νομίζω ότι όταν φτιάχνουμε ένα συνθετικό με την λέξη μπαρόκ, εννοούμε μια ασφυκτική υπερφόρτωση από περιττά αντικείμενα, προκειμένου να διεκδικήσουμε ένα χλυδαίο ιδεώδες. Πιθανολογώ ότι αποφασιστικός υπήρξε ο όρος τουρκομπαρόκ, ο οποίος όμως αναφέρεται σε ένα υπαρκτό νεο-μπαρόκ στυλ αρχιτεκτονικής στην Τουρκία. Στα ελληνικά, όμως, το τουρκομπαρόκ, ακούγεται κάπως σαν δυσφημιστικός όρος (και παρόλο που ορισμένα τουρκομπαρόκ κτίσματα είναι αριστουργηματάκια), όπως φαίνεται λ.χ. εδώ. Κατά αντιστοιχία, λοιπόν, πλάστηκαν όροι όπως το γυφτομπαρόκ και το βλαχομπαρόκ για να λοιδωρήσουν την χλυδαία πτωχαλαζονεία.

Το βλαχομπαρόκ σημαίνει πρωτίστως ένα συγκεκριμένο αρχιτεκτονικό στυλ στην σύγχρονη Ελλάδα, το οποίο η Φρικηπαίδεια το περιγράφει ευστόχως ως εξής: «Σπίτια τέρατα απείρων τετραγωνικών χωρίς κήπους αλλά με αρχαιοελληνικά αγάλματα και χρυσά κάγκελα, ειδικά στα βόρεια προάστια της Αθήνας». Χαρακτηριστικό της βλαχομπαρόκ αρχιτεκτονικής (όχι μόνο στα βουπου) είναι οι Καρυάτιδες ή αγάλματα δισκοβόλων/ κούρων / κορών που στηρίζουν τα μπαλκόνια. Το πολύ μάρμαρο, χρυσάφια κ.ο.κ. Η Φρικηπαίδεια, προσθέτει και τα εξής: «Πολυκατοικίες »κουτιά από τσιμέντο« πολλών ορόφων κυρίως στην Αθήνα. Καφετέριες που πληρώνουν το δήμο και καταλαμβάνουν με τραπεζοκαθίσματα κάθε σπιθαμή του πεζοδρομίου, της πλατείας ακόμα και της ασφάλτου πανελλαδικώς». Κρίσιμες περίοδοι για την εξάπλωση του βλαχομπαρόκ ήταν η εποχή Καραμανλή, η επταετία 1967-1974, και η ένδοξη εϊτίλα, (χωρίς να είναι οι μόνες).

Κατ' επέκταση, ως «βλαχομπαρόκ» μπορεί να χαρακτηριστεί οποιαδήποτε καρακιτσάτη επίδειξη νεοπλουτισμού και χλυδαίας βλαχοκυριλοσύνης, και κυρίως όσες διαθέτουν και κόμπλεξ τόσο του χωριάτη που θέλει να κραυγάσει τον εξαστισμό του, όσο και της Ρωμηοσύνης που θέλει να δείξει την τρεντοσύνη της παραμένοντας όμως στα όρια του hellenarically correct. Λ.χ. δύο πρόσφατα σύμβολα βλαχομπαρόκ Κυρίλλων και Μεθοδίων είναι τα Porsche Cayenne, και οι διακοπές στο Μπαλί, ενώ από άποψης συνδυασμού Ρωμηοσύνης και τρεντοσύνης είναι οι παρουσίες μας στην γιουροβύζιον. Η Φρικηπαίδεια διαθέτει εδώ μια μεγάλη λίστα, (μεταξύ τους διάφορες καγκουριές και μπουζουκαγκουριές) από την οποία αξίζει να συγκρατήσουμε το: «Οι ντυμένοι- ντυμένες στην τρίχα στις 7 το πρωί ή για να πάνε στο supermarket. Αγνοούν την πρακτική πλευρά των πραγμάτων και γελοιοποιούν τον εαυτό τους και τη σημασία του σοβαρού ντυσίματος».

Να παρατηρήσουμε ωστόσο ότι ως βλαχομπαρόκ χαρακτηρίζονται και φαινόμενα εκτός Ελλάδος, όπως φαίνεται στα παραδείγματα.

  1. Από φοράδα:

Καταναλωτική συμπεριφορά του βλαχομπαρόκ Ελληνάρα.
Λοιπόν, διάßασε ένα στοιχείο: Η Ελλάδα είναι η Νο1 αγορά πολυτελών προϊόντων στον κόσµο. Στον Κόσµο. Στη Γη. Νούµερο ένα. Numero Uno. Δεν το λέω εγώ, private έρευνα της Nielsen το λέει για λογαριασµό µεγάλης εταιρίας. Είµαστε Νο1 σε κατά κεφαλήν κατανάλωση Porsche Cayenne, Νο2 στην κατανάλωση La Prairie, στην πρώτη πεντάδα σε όλες (όλες) τις µεγάλες και διάσηµες µάρκες. Παγκοσµίως. [...] Το συµπέρασµα είναι προφανές: Είµαστε µικροµεσαίοι και ψωνίζουµε σαν µεγιστάνες. Δεύτερο συµπέρασµα (ίδιο µε το πρώτο, µε άλλα λόγια): Είµαστε αδαείς και ελαφρώς µπουρτζόßλαχοι, που ξοδεύουµε λεφτά που δεν έχουµε για να πάρουµε ρούχα που έχουνε απάνω το logo του brand φαρδύ-πλατύ.

  1. Από το Βήμα:

Η βλαχομπαρόκ εξουσία: Η εξουσία αναδίδει μια οσμή trash. [...] Πάρτε παράδειγμα τα ανακριτικά γραφεία των τηλεπαραθύρων: Στο ένα, μαινόμενοι, ασώματοι σχολιαστές των 20.000, 30.000 και 40.000 ευρώ μηνιαίως κατηγορούν τους απεργούς ότι θέλουν να διατηρήσουν τα... προνόμιά τους σκοτώνοντας γριούλες. [...] Περιμένω από τη μια στιγμή στην άλλη, ξεφυλλίζοντας κάποια εφημερίδα, παρακολουθώντας κάποιο κανάλι, να πέσω σε κάποιον της βλαχομπαρόκ ελίτ που θα αναφωνεί: «Δεν έχουν ψωμί; Ας φάνε κρουασάν».

  1. Ομώνυμο ποίημα εδώ:

Ο κόσμος πια ξεκάθαρος μπροστά μας
εμείς δεν θέλουμε ομως να τον δούμε
και αν τον θωρουμε στα γλυκα τα ονειρα μας
τον προσαρμόζουμε εκει που θα μας πουνε
σε μια εσωτερίστικη βλαχομπαρόκ
σε μια εσωτερίστικη βλαχομπαρόκ
μυθολογία

  1. Και εκτός Ελλάδας,εδώ:

Ορκωμοσία Ομπάμα:η αποθέωση της βλαχομπαρόκ αμερικ(λ)ανιάς,με επιστροφή σε ναζιστικές φιέστες!

  1. Οι σκατόφλωροι-βλαχομπαρόκ τσομπάνοι του «Κωλονακίου» με «Μερτσεντέ», «Μπεμβέ» που οδηγούν ΜΟΝΙΜΩΣ στην αριστερή λωρίδα με 60 και όταν τους κάνεις σινιάλο να κάνουν δεξιά σε αγνοούν επιδεικτικά(σιγά μήν κάνουν δεξιά να περάσεις εσύ ο «πτωχός» με το «Φιατάκι»)
    (Δες).

  2. η απολυτη εξαψη για το απολυτο τιποτα! σιγα τη μεγα καλλιτεχνιδα, το συμβολο του παγκοσμοιοποιημενου βλαχομπαροκ λαϊφστυλισμου
    (Για τη Μαντάνα στο Ινσόμνια).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε