Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Σιδηροδρομικός όρος για τις ελαφρού τύπου (αυτοκινούμενες) αυτοκινητάμαξες. Από το αγγλικό railbus. Στην Ελλάδα ο όρος εισηχθεί μάλλον πρόσφατα, παλαιότερα χρησιμοποιούνταν η γαλλικής προέλευσης λέξη οτομοτρίς. Συχνά είναι ηλεκτρικά ή ντίζελ. Στην Ελλάδα ως ρέιλμπας χαρακτηρίζεται κυρίως το υπόθετο γνωστο και ως Stadler 560 και Stadler 4501(μετρικό). Τα ρέιλμπας είναι σε χρήση σε σύντομα δρομολόγια όπως τα προαστιακά, τα μητροπολιτικά και τα τοπικά.

-Πήραμε το ρέιλμπας και πήγαμε από την Ολυμπία στο Κατάκωλο, καλά ήτανε, αλλά καλύτερη φάση θα ήτανε αν έβαζαν και καμιά ατμομηχανή με βαγόνια εποχής για το καλοκαίρι.
Ρέιλμπας Stadler 4501 του ΟΣΕ σε δρομολόγιο Ολυμπία-Κατάκωλο Ρέιλμπας Dodge στη Ν.Αμερική, στη προηγούμενη ζωή του ήταν... μπας(schoolbus)!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο θρασύς αυτός βλάκας που συναντάται σε στάσεις μέσων μαζικής μεταφοράς, κυρίως λεωφορείων και μετρό, και που, με το που κάνει στάση το όχημα και ανοιγουν οι πόρτες, ενώ βλέπει ο εν λόγω βλάκας οτι το όχημα είναι φίσκα στον κόσμο, προσπαθεί να χωθεί κι αυτός και κάνει και υποδείξεις κιόλας λ.χ. "Κάντε πιο μέσα, έχει χώρο, είναι άδειο μεσα, προχωράτε..." !!

- Κάντε πιο μέσα, έχει χώρο, είναι άδειο μεσα, προχωράτε...
- Πού να πάμε ρε φισκάβλάκα, πού το βλέπεις άδειο, δεν βλέπεις οτι δεν χωράει ούτε καρφίτσα;;

Επίσης: φισκαμαλάκας, τιγκαβλάκας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

  1. Ο ειδικός υπόγειος εκσκαφέας που χρησιμοποιείται στη διάνοιξη μιας σήραγγας του Μετρό. Παράφραση του τυφλοπόντικας = ζώο που σκαλίζει υπογείως για να κινηθεί.

  2. Μεταφορικά: το μεγάλο μέσο που χρειάζεται να επιστρατευθεί στην περίπτωση που μια γυναίκα είναι πολύ σφιχτή ή μεγαλοπαρθένα.

- Τα έμαθες; Επιτέλους η Λένα πηδήχτηκε!
- Ποιος ήταν ο τυχερός; - Δεν ξέρω, αλλά ο τύπος θα χρειάστηκε μετροπόντικα για να τα καταφέρει!
- Μπα, κάτι τέτοιες μην τις φοβάσαι, τα έχουν κανονίσει όλα μόνες τους!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μια και ανοίξαμε τη συζήτηση με τον ταμπαβιόλη/παρμπριζουόζο για τους αλλοδαπούς συμπολίτες μας και τα σπορ στα οποία επιδίδονται, η συνέχεια έρχεται με τον πορτοφολέσκου, τον Ρουμάνο (με την έννοια του κατέχοντα Ρουμανική υπηκοότητα και όχι του κλασσικού σλανγκικού ρουμάνου) πορτοφολά, κλέπτη δηλαδή πορτοφολιώνε.

Οι πορτοφολέσκου δρουν σε μέρη όπου επικρατεί συνωστισμός (αστικά λεωφορεία, στάσεις, ουρές, γήπεδα κ.λπ.) και στοχεύουν κυρίως στα πορτοφόλια ανυποψίαστων πολιτών που διατηρούνται στην κωλότσεπη. Άλλες τακτικές των πορτοφολέσκου περιλαμβάνουν την δια τέμνοντος οργάνου διάρρηξη τσαντών και αφαίρεση του περιεχομένου τους καθώς και την όροφο-προς-όροφο λεηλασία κλειστών χώρων όπως Νοσοκομεία όπου οι άνθρωποι δεν έχουν την προσοχή τους στα πράγματα τους.

  1. (Από βλόγιο:)
    Ανεξέλεγκτη η δράση πορτοφολέσκου στο Ηράκλειο. Πάνω από 100 κρούσματα κλοπών πορτοφολιών σε μία εβδομάδα.

  2. (Μέσα σε αστικό:)
    - Το νου σου στον πορτοφολέσκου που σε πλευρίτωσε!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ως «Καναδέζες» χαρακτηρίζονται από το προσωπικό του σιδηροδρόμου και τους ασχολούμενους με αυτόν οι μηχανές MLW που έλκουν πλέον εμπορικούς συρμούς.

Ήμουν στην Τραχίνα και πέρασαν 2 καναδέζες με 10 καρότσες!

(από imaginas, 09/08/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η μπουρέζα είναι σιδηροδρομικό μηχάνημα που μπουράρει, δηλαδή «πατάει» τη ράγα για να «κάτσει» μετά την τοποθέτησή της.

Η μπουρέζα εχθές ήταν στο Χιλιομόδι για να μπουράρει τη γραμμή.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ταμπόνι είναι το στρογγυλό μεταλλικό «βαρελάκι» στο τέλος του βαγονιού, στο οποίο ακουμπάει το αντίστοιχο ενός άλλου προκειμένου να δεθούν μεταξύ τους.

- Πού είναι το σφυρί ρε Κώστα;
- Το ακούμπησα στο πίσω ταμπόνι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Το τσαπόνυχο, το γνωστό βρωμερό νυχάκι που αφήνουν στο μικρό δαχτυλάκι κάτι σκατόγεροι, συνήθως ταρίφες.

  2. Το φτηνό και καλά δέρμα (δερματίνη της κακιάς ώρας) σε παλιά ταξί, σε φερυμπότ, σε καναπέδες κωλάδικων κ.ά., συχνά βαθέως κόκκινου χρώματος, με καμια-δυο μαχαιριές να βγαίνει όξω το αφρολέξ.

  1. - Κόψ' το πια αυτό το ταξιτζίδικο ρε Λεωνίδα, τι το θέλεις; Έχουμε γιομίσει μικρόβγια!
    - Τι λες μωρή; Καλύτερα να κόψω το πουλί μου, παρά το νυχάκι!

  2. - Μπήκα να φάω στο «Τσαφ: Πίτσα με το Μέτρο»!
    - Άντε ρε, το τόλμησες; Και πώς είναι μέσα;
    - Όλα αρχαία, σέβεντιζ... Ταξιτζίδικα καθίσματα, μισοπεθαμένοι σερβιτόροι...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γκαζοζέν ήταν κάτι τρόλεϊ που κάναν δρομολόγιο Κολιάτσου - Παγκράτι στην δεκαετία του 50 και για καύσιμο χρησιμοποιούσαν φιάλες υγραερίου.

Παραληρηματικά, γκαζοζέν, σύμφωνα με το νέο αλεφάντειο θεώρημα, είναι ο Ζιλμπέρτο Σίλβα, κατά τα άλλα εξέχων βραζιλιάνος ποδοσφαιριστής του βάζελου, ο οποίος γυρνάει άσκοπα δεξιά αριστερά στο γήπεδο αγκομαχώντας σαν το παλιό υγραεριοκίνητο τρόλεϊ.

- ... στο κέντρο έπρεπε να παίξει ο Ζιλμπέρτος και όχι σέντερ μπακ που τον έβαλε ο Νιόπλιας, και τον εξέθεσε μου θύμιζε γκαζοζέν! Σαν τα λεωφορεία στην Κατοχή, που είχαν πίσω κάτι μπουκάλες με υγραέριο, ανέβαιναν τους δρόμους και αγκομαχούσαν! Δεν μπορούσε να στρίψει ο κακομοίρης ο Ζιλμπέρτος...

(από polemarxos90, 06/10/10)For Italians Adequate Technology= FIAT (από anchelito, 07/10/10)

Ο κυριολεκτικός αυτός ορισμός του χρήστη δεν είναι σωστός, συμπληρώνεται όμως ορθά από τον χρήστη anchelito σε σχόλιο κάτω από το λήμμα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όταν περιμένεις στη στάση τόση ώρα που θα αναγκαστείς να σκεφτείς «πρώτα θα βρει γκόμενα ο Τάσος και μετά θα περάσει το αστικό. Έλεος!», τότε δυστυχώς φίλε μου βρίσκεσαι στη θέση να έχεις ανάγκη το ελεωφορείο.

Οποιοδήποτε όχημα χρειαζόμαστε για τη βασική μας και μη μετακίνηση αλλά μας σπάει τα νεύρα για χίλιους διαφορετικούς λόγους. Γιατί αργεί (ή τελικά δεν εμφανίζεται καθόλου), είναι γεμάτο και δε χωράς και μένεις απ' έξω, μπαίνεις και αναγκάζεσαι να μυρίσεις ποδαρίλα από τη σηκωμένη μασχάλη τού συνεπιβάτη, ο οδηγός νομίζει ότι μεταφέρει κοτόπουλα και περνάει επίτηδες από όλες τις λακούβες ή γιατί απλά βλαστημάς τη ζωή σου που το έχεις ανάγκη για να κάνεις κάθε μέρα μία ώρα διαδρομή μέχρι τη δουλειά.

- Έλα ρε φίλε, συγγνώμη πού άργησα.
- ...
- Ε τι γιατί; Δεν το ξέρεις το ελεωφορείο; Πρέπει να κάνεις προσευχή στο Δία για να περάσει!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία