Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Μπινελίκι που χαρακτηρίζει κάποιον που δεν είναι αρκετά Έλληνας και ελληνόψυχος. Περαιτέρω μπορεί να έχει τις ακόλουθες σημασίες:

Κάποιος που εντοπίζει την ψυχή του εκτός Ελλάδας, γιατί εκεί τοποθετεί το συμφέρον του. Πιο συγκεκριμένα, αυτός που μεταφέρει τα χρήματά του σε λογαριασμούς σε ελβετικές τράπεζες και συντελεί έτσι στην χρεωκοπία της Ελλάδας. Ωσεκτουτού, ο ελβετόψυχος είναι προδότης και τσολιάς (ελβετοτσολιάς ένα πράμα).

Όμως, ο όρος πάει παραπέρα από μια ενδεχόμενη καταγγελία προδοσίας. Χτυπάει την ενδότερη ψυχή του υβριζομένου, για να δείξει την βαθύτερη αλλοτρίωσή του. Είναι μια καθολική βρισιά με υπαρξιακή διάσταση, όπως τα σκατόψυχος και μπατσόκαρδος.

Ορισμένα, λοιπόν, ψυχικά χαρακτηριστικά και συμπεριφορές που μπορεί να έχει ένας ελβετόψυχος είναι τα παρακάτω: τοποθετεί την ψυχή του στο ατομικό του συμφέρον, οπότε δεν είναι κιμπάρης, χουβαρντάς, λαρτζ, αλλά σφιχτοκώλης. Είναι πεφωτισμένος εγωιστής κιέτς, δηλαδή δεν είναι ούτε μεγαλόψυχος, αλλά ούτε και πρωτόγονα εγωιστής με καταστροφικό τρόπο, όπως θα ήταν πιο ανθρώπινο, ή, έστω, πιο ελληνικό, να ήταν. Είναι υπερβολικά οργανωμένος, σχεδιάζει τις καλοκαιρινές διακοπές του από τα Χριστούγεννα, δεν αφήνει τίποτα που να μην το ανακυκλώνει, είναι κορεκτίλας, αποταμιεύει, δεν βγαίνει έξω τα βράδια, αλλά κοιμάται από τις οκτώ, είναι κρυόκωλος και χωρίς συναισθηματικές εξάρσεις κ.ο.κ. Με άλλα λόγια έχει αναπτύξει εκείνους τους προτεσταντικούς εθισμούς, τους καλβινιστικούς και ουχί καβλινιστικούς, που του επιτρέπουν να γίνει ένας πετυχημένος καπιταλίστας, όπως λέει κι ο Μαξ ο Βέμπερ.

Την έκφραση διέδωσε ο Τζίμης Πανούσης, που ξεκινούσε τις εκπομπές του στον Δούρειο Ήχο με την προσφώνηση: «Αμερικανοτσολιάδες, ελβετόψυχοι, αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι, επαγγελματίες, ήρθεν η ώραν σας». Χρησιμοποιείται στο πλαίσιο της οικονομικής κρίσης για αυτούς που στέλνουν τα λεφτά έξω, καθώς και από Ελληνάρες, που ανάγουν τα προβλήματα σε έλλειψη αρκετού Ελληνισμού ή Ρωμιοσύνης, όμως οριακά η έκφραση και πανηγυρίζεται από όσους θέλουν να περάσουν για τον εαυτό τους ένα ίματζ πολύ οργανωμένου και καλλιεργημένου μεσευρωπαίου, ως αντίδοτο για την κρίση.

Σχετικό και συχνό το γερμανόψυχος (αφορά και σε ψυχικά χαρακτηριστικά και μπορεί -λίγο δύσκολα- να πανηγυριστεί), ενώ πιο σπάνια τα αμερικανόψυχος, τουρκόψυχος, εβραιόψυχος (με την σημασία του προδότη). Αντώνυμο: ελληνόψυχος.

  1. Αυτός ο ακατανόμαστος πρέπει να είναι εβραίος η κουμουνιστής η ελβετόψυχος η δάκτυλος του Πάπα για να μιλάει τόσο ανθελληνικά. (Εδώ).

  2. (Εδώ καλογραμμένο ποστ με θέμα: Ο Ελβετόψυχος):
    Τί να τα κάνεις τόσα χρήματα αν δεν ξέρεις πώς να τα σπαταλήσεις ρε φίλε; Τί, να τα βάλω στην τράπεζα ν'αυγατίζουν, ή να τα φυλάω μέχρι να με θάψουν; [...]
    Λοιπόν, όποιον συναντήσετε και σας πει ότι η χώρα του Καλβίνου είναι θαυμάσια, θα συμβαίνουν τα εξής τινά: ή είναι άνω των 55 ετών με συντηρητικό background, ή οι τράπεζες φρόντισαν καλά το πόθεν έσχες του, ή...είναι ελβετόψυχος!!!αχαχα.

  3. Άκαρδος ο αλήτης. Στο 7-0 να σου ακυρώσει γκολ, πρέπει να έιναι πολύ..ελβετόψυχος! (Εδώ).

  4. εκτός από λογοτέχνης είναι και «Αριστερή» (οι μάχες της, δε, για την ανανέωση της «Αριστεράς» διεκδικούν «κότινο και στέφανο»). Αντί άλλης απόδειξης περί του «Αριστερού» του πράγματος, αρκεί η αναφορά της για την καταγωγή του χασίς που επιλέγει (κουρδικό). Επιλογή, που προφανώς έχει γίνει με ατράνταχτα ιδεολογικά κριτήρια, που εκκινούν από την επίδραση που ασκεί στην κυρία ο αγώνας των Κούρδων για ελευθερία. Μια «Αριστερή» ξέρει πάντα από πού ψωνίζει.
    Εμείς, από την άλλη, δογματικοί, κολλημένοι, απροσάρμοστοι κλπ., καθώς είμαστε, πού να καταλάβουμε μια τόσο «προχωρημένη» κυρία και, κυρίως, να αντιληφθούμε ότι το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο της καθημερινότητας ενός ανθρώπου, που θέλει να τo μοιραστεί με μερικές χιλιάδες αναγνώστες, είναι η μάρκα της φούντας που φουμάρει, καθώς ταΐζει τις πάπιες στη Ζυρίχη. Αυτά, όπως φαίνεται, είναι πράγματα που μόνον άμα είσαι ...ελβετόψυχος (και «Αριστερός») μπορείς να τα νιώσεις. (Εδώ).

  5. Ο Φέντερερ είναι ελβετόψυχος, ο Ναδάλ παραείναι επιμελώς «αλητάκος» και οι υπόλοιποι απλώς «δεν υπάρχουν». (Τα κακά παιδιά του τένις).

  6. Κύριος και ελβετόψυχος όπως πάντα κράτησα τα ψηφοδέλτια του Αβράαμ και της κας Κουβελου στην τσέπη μου γιά να τα ανακυκλώσω. (Παραλειπόμενα εκλογής Σαμαρά).

  7. Μέσα απ’ αυτήν την μηδενιστική αυτοκαταστροφή, αναδεικνύεται ίσως δριμύτερη, η δεύτερη σύγχυση. Το δεύτερο ασυμβίβαστο –σε ατομικό επίπεδο αυτή τη φορά- ανάμεσα στην ελληνική και στην νεωτερική αντίληψη για το υποκείμενο. Το δεύτερο θεμελιώδες ασυμβίβαστο, όσον αφορά στο νόημα –στο περιεχόμενο- της ελευθερίας. Ο δυτικός άνθρωπος δεν μπόρεσε ποτέ να αντιληφθεί την ελευθερία ως κάτι περισσότερο από την ιδιωτική ελευθερία επιλογής. Ίσως μόνο στις κρίσιμες οριακές επαναστατικές στιγμές του, κάτι να ψυλλιάστηκε. Ο «ελβετόψυχος» άνθρωπος-επιλογέας απολαύσεων, δεν πήρε ποτέ χαμπάρι την ελευθερία ως κατάργηση της χρείας, ως ανυπακοή στην τυφλή ανάγκη. (Το σακάτεμα της ελληνικής κοσμοαντίληψης).

(από Khan, 01/05/12)Cyril Kuhn, "Ο Λένιν στην Ελβετία". (από Khan, 27/01/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρόκειται για βαθμό στην ιεραρχία της πουστροσύνης. Ανήκει στις υψηλές βαθμίδες (από ταξίαρχος και πάνω) και για να αποκτηθεί πρέπει η αδέλφω να έχει περάσει πολλά σχολεία και ειδικότητες, όπως:
Το Σ.Α.Μ. (Σχολείο Αιχμαλώτων Μυκόνου) Το Σ.Τ.Α. (Σχολείο Τσιμπουκιού με Άπνοια) Την Σ.Ε.Α.Α (Σχολή Επιμόρφωσης Ανωτάτου Αδελφάτου) κ.α.

Μετά από το χρίσμα, έχει την εξουσιοδότηση να προσηλυτίζει και να επιμορφώνει άλλες μικροαδελφές που ξεκινάνε τώρα την καριέρα τους και ανήκουν σε υποδιέστερες βαθμίδες, όπως πουστρόνια, ψευδοgay, metrosexual κ.τ.λ.

Ικανή προϋπόθεση για να γίνει κάποιος κουδούνα, είναι να έχει διατελέσει κρυφόπουστας και δη παντρεμένος με παιδιά (προάγεται άμεσα από αρχιπούστρας σε κουδούνα).

Δεν νομίζω ότι χρειάζεται...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η έκφραση υποδηλώνει:

Α. Σοβαρότατη σωματική, αλλά κυρίως νευρο-ψυχική και ψυχολογική καταπόνηση ένεκα στέρησης, καρτερίας, ταλαιπωρίας, δοκιμασίας, αναμονής, υπομονής, βασανισμού κλπ.

Το μάτι μαυρίζει εξαπανέκαθεν από 3 αιτίες:

α) μακιγιάζ
β) μπουκέτο
γ) μυδρίαση

Η γ' περίπτωση είναι κυρίως αυτή που υπαινίσσεται η έκφραση μεταφορικά, καθ' όσον η μέτρια μυδρίαση (διαστολή της κόρης του ματιού) αποτελεί σύμπτωμα σοβαρής νευρο-σωματικής πάθησης, ενώ η πλήρης μυδρίαση αποτελεί τυπική εικόνα του νεκρού.

B. Πλήθος ατόμων, πραγμάτων κλπ με μαύρο ή σκούρο εξωτερικό χαρακτηριστικό χρώμα όπως μελαψοί, ιερείς, μαυροφορεμένοι, κοράκια κλπ, όπου το μάτι μαυρίζει είτε εξ ανακλάσεως είτε από μείωση της φωτεινότητας.

Ιστορικό ανάλογο: «Καλύτερα, θα πολεμάμε υπό σκιάν», απάντησε ο Λεωνίδας στους πολυπληθέστερους Πέρσες, όταν απείλησαν τους Σπαρτιάτες ότι θα κρύψουν τον ήλιο με τα βέλη τους.

Γ. Συγκέντρωση μεγάλου πλήθους γενικότερα, ασχέτως χρωματικής απόχρωσης ή διαβάθμισης φωτεινότητας.

Σημ:. Η έκφραση-έννοια «μαύρισε το μάτι μου, από μπουνιά» παραλείπεται ως πλέον τετριμμένη.

  1. - Μαύρισε το μάτι μας να περιμένουμε πότε θα μας προσλάβουν για δουλειά.

  2. - Πού να σ'τα λέω; Ανακάλυψα μπουρδελάκι με Αφρικανές. Μπήκα μέσα και μαύρισε το μάτι μου.

  3. - Μαύρισε το μάτι μου όταν είδα τις στίβες με τα χαρτιά στο γραφείο μου, όταν επέστρεψα απ την άδεια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η ανάρμοστη πράξη ή συμπεριφορά που δεν συνάδει με όσα επιτάσσει το σαβουάρ βιβρ. Προφ επειδή οι γύφτοι δεν δίνουν δυάρα για λεπτές συμπεριφορές όπως η καθαριότητα, οι καλοί τρόποι, η τάξη, κλπ. Όλος ο χρόνος κλασική γυφτιά, πχ, είναι οι ανασκαφές με το τσαπόνυχο μπροστά σε κόσμο.

Γυφτιά όμως μπορεί να είναι και μια κακόγουστη ή υπερχλιδάτη παρουσία στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Ως γνωστόν οι γύφτοι που κάναν καλά λεφτά δουλεύοντας σκληρά ή απλά κλέβοντας (πράμα για το οποίο είναι περήφανοι -και μάλιστα στη Ρουμανία, αν θυμάμαι καλά από ντοκ. του BBC, υπάρχει και Μουσείο Κλοπής, μέσα στη μέση μιας συνοικίας δισεκατομμυριούχων ρομ που έχτισαν κιτσοπάλατα εκεί όπου ήταν οι τρώγλες τους), οι αθίγγανοι λοιπόν που έκαναν καλά λεφτά, έχουν εμμονή στην επίδειξη πλούτου, χωρίς όμως να έχουν αυτό που λέμε «γούστο» (αν και έχει γούστο πάντως και αυτό, κατ' εμέ).

Συν.: σαβούρα-βίβρ, αρχοντοβλαχιά.
Αντ.: ζαμπουνιά.

Ωσεκτουτού υπάρχει και ο χαρακτηρισμός γύφτος.

  1. (Πρωινό σε μπουφέ ξενοδοχείου. Ανοίγει το βαζάκι με την μαρμελάδα, το βάζει σαν ποτήρι στο στόμα, πίνει την μαρμελάδα)
    - Ρε μαλάκα, κόφ' τις γυφτιές επιτέλους, σε βλέπει όλος ο κόσμος!

  2. βλ. εδώ και εδω και εδω και πάει λέγοντας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που είναι χάλια στην κανονική του κατάσταση, κττμγ. Μπορεί να αναφέρεται σε ντύσιμο, συμπεριφορά, ψυχολογική κατάσταση, σύνολο απόψεων, επιδόσεις στο οτιδήποτε, χαρακτήρα ή προσωπικότητα. Σπάνια, λέγεται και σαν πείραγμα μεταξύ φίλων. Συνήθως το λέμε για κάποιον που μας τη σπάει. Επίσης, καμιά φορά αντικαθιστά το «χάλια», χάριν αστεϊσμού.

Συνώνυμα : χαλασμένος, μαλάκας, για λύπηση, ασχημομούρης, άσχετος, άμπαλος.

  1. - Καλό το παιχτάκι που πήρε η Παναχαϊκή;
    - Φοβερός χάλιας. Αμφιβάλλω αν θα τον ξεκινάει εντεκάδα.

(από δω κι από κει)
........
2. Κυριακή, 6 Σεπτέμβριος 2009
Ο χάλιας και ο χειρότερος. Ποιος είναι πραγματικά χειρότερος; Βγήκε στο δελτίο του ALPHA o Παπακωνσταντίνου με τον Στυλιανίδη και άρχισαν δήθεν να τσακώνονται για την φοροδιαφυγή, δήθεν για την οικονομική πολιτική. Το ίδιο παραμύθι κάθε μέρα που όταν τα φώτα σβήσουν...

.........
3. Ακούγεται αστείο αλλά ενώ έχω μοντάρει τον εξοπλισμό μου πάνω από 50 φορές, εξακολουθώ να είμαι «χάλιας» στην κατάδυση...

(από electron, 20/09/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οι γκέι.

Ο Λούλης ανήκει στο τρίτο φύλο. Το χαϊδεύει το τριζόνι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Για κάποιο λόγο το Χαρτούμ, η πρωτεύουσα του Σουδάν, θεωρείται ειδικά αυτό ως συνώνυμο για το μπάχαλο, το χάος και την τριτοκοσμικότητα. Πιθανόν επειδή κάνει ομοιοκαταληξία με το «αλαλούμ». (Βλ. παράδειγμα).

-Έχουμε γίνει Χαρτούμ τον τελευταίο καιρό.

Τραγούδι του Δάκη:

Αλαλούμ, αλαλούμ, αλαλούμ, αλαλούμ,
άλλη γλώσσα μιλάμε,
μάζεψέ τα να πάμε,
πιο καλά στο Χαρτούμ...

Βλ. και Ζιμπάμπουε, Ουγκάντα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο υπερβολικά τεμπέλης. Από το ρατσιστικό στερεότυπο ότι οι Μεξικάνοι κάθονται όλη την μέρα και λιάζονται με ένα τεράστιο καπέλο.

Τι κάθεσαι όλη μέρα και τα ξύνεις σαν Μεξικάνος;

(από Galadriel, 03/08/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το ρύζι στην αργκό, κυρίως στρατιωτική, αλλά και ευρύτερη. Επειδή το τρώνε πολύ οι Κινέζοι. Στον στρατό χρησιμοποιείται ευρέως η έκφραση «πούστης με Κινέζο», που σημαίνει κοτόπουλο με ρύζι, το συνηθισμένο φαγητό του στρατού.

Trivia: Το κλασικό ρατσιστικό ανέκδοτο ανάγει το χαρακτηριστικό των Κινέζων και γενικά των Ασιατών να είναι σχιστομάτηδες στο ότι τρώνε υπερβολικά πολύ ρύζι, έχουν γι' αυτό μονίμως δυσκοιλιότητα, κι έτσι απ' το πολύ σφίξιμο στην τουαλέτα, τσητώνουν τα μάτια τους, και με κάποιο λαμαρκιανό τρόπο αυτό το σφίξιμο λόγω δυσκοιλιότητας πέρασε και στα γονίδιά τους.

- Εξήντα εφτά Κινέζοι πούστηδες και σήμερα, στραβάδια απολύομαι!
(αναφώνηση λέουρα φαντάρου στην τραπεζαρία, που έχει όπως όλες τι μέρες κοτόπουλο με ρύζι).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κλασσική πικρόχολη έκφραση που χρησιμοποιείται μεταξύ αντρογύνων σε κρίση. Ο υποτιμητικός όρος έχει αποδέκτη τη σύζυγο, η οποία ενώ παντρεύτηκε ως άπορη κορασίδα, με τη σκληρή δουλειά και τις λαμογιές του συζύγου της κατάφερε να ανέλθει κοινωνικά. Ο πικραμένος σύζυγος τονίζει αυτή την ωφελιμιστική σχέση και εκφράζει το παράπονό του: ενώ σού τα έδωσα όλα, δεν φέρεσαι όπως εγώ επιθυμώ.

- Θέλω διαζύγιο... Αυτό ήταν...
- Τι θέλεις μωρή, διαζύγιο; Αυτό είναι το ευχαριστώ... Σε πήραμε με ένα βρακάκι και σε κάναμε κυρία, αυτά τα ξεχνάς όμως... Δεν φταίει κανείς άλλος, εγώ φταίω...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία