Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Νεόκοπο κράξιμο προς θείτσες, λυκόπουλα και άλλους ασχετίδηδες που μας κάνουν τα αρχίδια αερόστατα καθώς πελαγοδρομούν με τις ώρες μπροστά απ' το ΑΤΜ.

Ισχύει και για αργοκάραβα και ρεητσαρλίνες σε δημόσιες υπηρεσίες που χειρίζονται τον κομπιούτορα πιο αργά απ' τον θάνατο.

1. Άμα αργήσει κι άλλο ο τύπος στο ΑΤΜ θα πάω και θα τον ρωτήσω σε ποια πίστα είναι...

2. 10 λεπτά μπροστά στο ΑΤΜ... Ή είναι δύσκολη η πίστα ή πάει για high score η θεία μπροστά.

(από σφυρίζων, 31/10/13)(από σφυρίζων, 31/10/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όταν τα έχω ξεφτιλίσει όλα, όταν λειτουργώ χωρίς σεβασμό και ντροπή.

-Άσε, έσκισε την τσόχα ο δικός σου. Δεν σέβεται τίποτα πλέον.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η έκφραση χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάποιος είναι άσχετος στο μπιλιάρδο.

- Πάμε πάγκο, ρε παίχτη;
- Θέλει και πάγκο, ο άχρηστος! Ρε άντε σκίσε καμιά τσόχα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση που ισοδυναμεί με το κάν' το λιανά, είναι μια παράκληση, δηλαδή, στον ομιλητή να επαναλάβει αυτό που είπε με πιο κατανοητό τρόπο - γιατί έτσι όπως τα 'πε πριν, δεν καταλάβαμε.

Προέλευση:
Στην αργκό του μπαρμπουτιού, αλλά και του εθνικού μας σπορ (τάβλι, ντε!), σπάω σημαίνει κουνάω τα ζάρια πριν τα ρίξω. Εξού και η προτροπή «σπάσε», όταν ξεκινάει το παιχνίδι.

Η κίνηση έχει θεμελιώδη σημασία στο τελετουργικό, αφενός επειδή έτσι αποδεικνύεις - θεωρητικά - ότι δεν κάνεις μπαγαποντιές και δεν «τσιμπάς» τα ζάρια, και αφετέρου επειδή με το κούνημα «σπας» την τύχη, δηλαδή μηδενίζεις το σκορ, σα να λέμε, με τη θεά Τύχη αυτοπροσώπως. (Γι' αυτό και οι προληπτικοί παίχτες, αν έχετε προσέξει, όσο πιο πολύ χάνουν, τόσο πιο μανιωδώς κουνάνε τα ζάρια. )

Όταν ρίχνεις τα ζάρια, και όσο ακόμα κυλάνε, ο συμπαίκτης έχει το δικαίωμα να σε σταματήσει αν υποπτεύεται ότι τα «τσιμπάς». Τα αρπάζει όπως κυλάνε, στα ξαναδίνει στο χέρι και λέει «σπάσ' τα και ξαναρίχτα». Είναι σα να σου λέει «δε σε πολυεμπιστεύομαι, για να σε δω πάλι» - βλέπε παράδειγμα 2. Καμιά φορά το κάνει και χωρίς να σε υποπτεύεται, μόνο και μόνο για να σου σπάσει την τύχη (αν έχεις ξεκωλωθεί στις διπλές, π.χ.) ή, ενδεχομένως, τα νεύρα.

Επίσης, όποτε το ζάρι κάνει τα δικά του και προσγειώνεται διαγωνίως ή έξω απ' το τάβλι (ή τον προκαθορισμένο χώρο για το μπαρμπούτι), δεν πιάνεται και πρέπει να ξαναρίξεις. Συχνά τότε ο συμπαίκτης προτρέπει «σπάσ' τα και ξαναρίχτα». Το οποίο ακούγεται αθώο, αλλά όταν συνοδεύεται από υφάκι μαγκίτικο (και πάντα συνοδεύεται από υφάκι μαγκίτικο), ισοδυναμεί με πείραγμα. Είναι σα να σου λέει «άχρηστε, όπου να' ναι τα πετάς, ξαναδοκίμασε μπας και κάνουμε δουλειά!» - βλέπε παράδειγμα 3.

1.
- Επαναλαμβάνω μόνο ότι είναι εύκολο να καθυποτάξουμε την πραγματικότητα σε μια κρίση, να της υπερεπιβάλλουμε καθολικά ένα κατηγόρημα από το να προσπαθήσουμε να την αναγνώσουμε και να ορίσουμε κάποιες προϋποθέσεις γνώσης της χωρίς να απομονώσουμε ο καθένας την δική του εμπλοκή, τον δικό του κύκλο, την δική του ερμηνεία και κυρίως την «εξαχθείσα αξία»...
- 'Ωπα, ρε τεράστιε, τι είπες τώρα; Για σπάσ' τα και ξαναρίχτα, γιατί δεν καταλάβαμε Χριστό.

2.
- Σ' έχω σκίσει, ρε! Έξι-ένα σ' έχω πάει! Άντε να φέρω μια εξάρες τώρα, να σου πάρω και το έβδομο, να σε ματώσω! (ρίχνει ζάρια)
- (αρπάζει ζάρια) Ώπα! Σπάσ' τα και ξαναρίχτα! Και σπάσ' τα καλά αυτή τη φορά!

3.
- Φτου! Πάλι ντόρτια ήφερα! Όχι όχι, περίμενε! Το ζάρι έκατσε στραβά πάνω στο πούλι, δεν πιάνεται!
- Ε, σπάσ' τα και ξαναρίχτα. Ο πελάτης έχει πάντα δίκιο...

πεντόδυο... (από Pirate Jenny, 14/02/09)Η πιο διάσημη μπαρμπουτιέρισσα της χώρας. Φανταστείτε τη ΔΙΚΗ της φωνή να λέει "σπάσ\' τα και ξαναρίχτα"! (από Pirate Jenny, 14/02/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αρχικά χαρτοπαιχτική αργκό (βλ. λ. «ρεφάρω»), η οποία όμως μπορεί να χρησιμοποιηθεί και μεταφορικά, δηλώνοντας μια μέτρια κατάσταση ούτε κρύου ούτε ζέστης, ότι είμαστε δηλαδή κομψί κομψά ένα πράμα: δεν είμαστε σούπερ, αλλά δεν μας χαλάει και τίποτα.

Όπως και το «ρεφάρω», η έκφραση χρησιμοποιείται συνήθως σε περιπτώσεις όπου ερχόμαστε στα ίσα μας μετά από ανοδική πορεία / βελτίωση, έχει δηλαδή θετική χροιά: ισορροπούμε κάπου στο μέσον και λέμε «πάλι καλά Παναγίτσα μ'».

- Έλα ρε Παντελή! Χρόνια και ζαμάνια! Πώς είσαι; - Προχτές αποφυλακίστηκα, στα λεφτά μου είμαι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κουτσαβακικὴ ἔκφρασις ποὺ σημαίνει ὀργανώνω, στήνω κυβοπαιξία, κοινῶς μπαρμποῦτι καὶ κατ' ἐπέκτασιν χαρτοπαιξία. Ὁ παππᾶς, τὸ περίκο καὶ τὰ παρόμοια δὲν παίζονται σὲ κουβέρτα, ἀλλὰ σὲ ἄλλη, ἀνένδοτη κατὰ προτίμησιν, ἐπιφάνεια. Στοὺς κυριλὲ (καὶ καλά) κύκλους ἡ ἔκφρασις ἀκούγεται ἀναλόγως παρηλλαγμένη: Στρώνω τὴν πράσινη τσόχα.

Προέρχεται ἀπὸ τὸν τονισμὸ τῆς προπαρασκευαστικῆς ἐνεργείας ἀντὶ τῆς κυρίας τοιαύτης.

Ἔλα βρὲ Μανωλάκη νὰ τὰ λιμάρουμε
Νὰ στήσουμε κουβέρτα νὰ τοὺς τὰ πάρουμε...
(Ἀπὸ τὸ ᾆσμα: Ὁ Μανώλης ὁ Χασικλῆς)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ως φάντη μπαστούνι, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία ονομάζουμε κάποιον που εμφανίζεται απροσδόκητα και ξαφνικά μπροστά μας και που συνήθως μας είναι ανεπιθύμητη η παρουσία του.

Ως συκοφάντη μπαστούνι, θεωρούμε κάποιον που, ενώ γνωρίζει επακριβώς την αλήθεια για κάποιο θέμα, από συμφέρον ή από προσωπικό βίτσιο, περιστασιακά ή σε μόνιμη βάση κατηγορεί κάποιον /-αν για ανυπόστατα πράγματα. Πολλοί εξ' αυτών το κάνουν με τρόπο ώστε να ξεγελούν ευκολότερα. Αυτοί είναι οι πιο επικίνδυνοι. Βεβαίως κάποια στιγμή θα αποκαλυφθεί ο ρόλος τους, ωστόσο όμως η ζημιά έχει γίνει. Γι 'αυτό και λειτουργούν σαν μπαστούνι, από τα προβλήματα που δημιουργούν (χαλούν φιλίες, συμφωνίες, κλπ).

Τους βλέπουμε παντού. Στις καθημερινές μας συναλλαγές, όπου ή θα συκοφαντήσουν κάποιον άμεσα, ή πλαγίως. Πολλές φορές έχουμε πιάσει κάποιον φίλο μας κάπως ψυχρό μαζί μας, χωρίς να μπορούμε να εξηγήσουμε μια τέτοια συμπεριφορά, μέχρι να μάθουμε πως κάποιος μας έχει συκοφαντήσει παρασκηνιακά.

Οι τύποι είναι περιζήτητοι στα δημοσιοκαφρικά παράθυρα γιατί, με τις φωτιές που ανάβουν, φουντώνει το κλίμα. Τότε ο δημοσιοκάφρος τεχνηέντως επεμβαίνει, τάχα μου τάχα μου για να συντονίσει την κατάσταση, κάνοντάς την όμως εσκεμμένα χειρότερη.

Πολλοί εξ αυτών συκοφαντούν ανεξαιρέτως διάφορους και διάφορους. Είναι παγγελματίες του είδους. Έτσι βοηθούν στην αύξηση της θεαματικότητας και στον εγκλωβισμό των μαζών, με στόχο την προώθηση ποικίλων μορφών συμφερόντων (διαφημιστικά έσοδα, προώθηση κάποιας πολιτικής γραμμής, κλπ), αφού, η πλειοψηφία των θεατών, αντί να προτιμά εποικοδομητικούς διαλόγους που προβληματίζουν, αφυπνίζουν και οδηγούν στην αλλαγή σκέπτεσθαι, προτιμούν τις οδούς του εύκολου εντυπωσιασμού.

- Δεν αντέχεται αυτή η κατάσταση με τους συκοφάντες μπαστούνια στα παράθυρα των ειδήσεων. Που λες, χθες στις ειδήσεις μπλά μπλα μπλα
- Ε αφού σε χαλάνε, όπως λες, γύρνα το γαμημένο το κανάλι.
- Μπα τέτοια ώρα είναι πανταχού παρόντες.
- Ε... βάλε dvd, κάνε σεξ, άκου Χριστοδουλόπουλο που σ' αρέσει. Σίγουρα έχεις πιο δημιουργικά πράγματα να κάνεις.

Δες κι εδώ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λεγόταν τουλάχιστον τη δεκαετία του '60, τουλάχιστον στην Αθήνα, από τ' αγόρια που έριχναν αμάδα ή χαρτάκια.

Η φράση εξασφάλιζε ότι ο ειπών θα 'παιζε οπωσδήποτε τελευταίος, οπότε, αν οι άλλοι είχαν φέρει την αμάδα ή το χαρτάκι τους πιο κοντά στον τοίχο, θα μπορούσε να κάνει τζαν και το ρίξιμο να ξαναρχίσει. Όταν κάποιος έλεγε την παραπάνω φράση, όποιος προλάβαινε έλεγε «υπολείπων όλους», έριχνε συνεπώς προτελευταίος. Τέλος, όποιος τρίτος προλάβαινε, έλεγε «όλους» κι έπαιζε αντιπροτελευταίος.

Αντίστροφη ήταν η σειρά στο κυρίως πιάτο. Ο πρώτος στο ρίξιμο της αμάδας μάζευε απ΄όλους κι έριχνε και πρώτος τα χαρτάκια. Ό,τι ερχόταν από την καλή πλευρά, δικό του. Όσα μένανε πήγαιναν στο δεύτερο, κλπ.

«Σώνει υπολείπων όλους», φώναξε πρώτος ο Χλέπας.
«Υπολείπων», πρόλαβε να πει ο Τούρκος.
«Όλους», έκλεισε ο Βλαχάδερας.
«Πετράκη, ρίξε πρώτος», ορμήνεψε ο Τούρκος. «Εσύ δεν πρόλαβες να πεις τίποτα».

Δημήτρης Φύσσας

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όρος προερχόμενος από την πόκα. Τα βλέπω - ή, σε βλέπω - στην πόκα σημαίνει «ακολουθώ» το ποντάρισμά του προηγούμενου παίκτη.

Το «ακολουθώ» είναι σε εισαγωγικά, διότι εννοεί την ακολουθία στο ποσό (και όχι κάποιο ανέβασμα), αλλά επίσης διότι σλανγκοποιεί την έκφραση εκτός της πράσινης τσόχας. Όπου, Τα βλέπω σημαίνει σε ακολουθώ, συμφωνώ, τα λες καλά, μαζί σου.

Άλλος ένας όρος που ξεφεύγει σε ποκαδόρους, όπως το πάσο, ή το ντούκου...

  1. - Λέω σήμερα να πάμε από Θησείο μεριά....
    - Πάλι; - Εσυ ρε Πάνο, τι λες:
    - Εγώ σας βλέπω σε ότι αποφασίσετε. - Εντάξει, πάσο από μένα, πάμε Θησείο.

  2. - Λοιπόν συνεχίζουμε για ορεινή Αρκαδία;
    - Μέσα, ας το εξαντλήσουμε, αφού φτάσαμε ως εδώ, και ακόμα δεν νύχτωσε. Εσύ Μήτσο;
    - Τα βλέπω... εγώ θα χαλάσω την παρέα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φράση ταβλαδόρικη, που γεμίζει το στόμα (λόγω των πολλών άλφα) και ευφραίνει την καρδία του ατόμου που την σπικάρει. Διότι η φράση λέγεται με στόμφο, αργά και δυνατά, για να την ακούσουν πρωτίστως οι γύρω, ώστε να γυρίσουν και να κοιτάξουν με οίκτο τον σαραβαλιασμένο (την συγκεκριμένη στιγμή) αντίπαλό μας.

Βεβαίως και αποτελεί ένα όπλο ψυχολογικού (και άρα έξυπνου) πολέμου, στον στίβο του εθνικού σπορ της ανατολής, του ταβλιού. Η έκφραση αποκτάει τεράστιο ειδικό βάρος, διότι ουσιαστικά μειώνουμε την ικανότητα του αντιπάλου (έλλην κι αυτός). Και ως γνωστόν, όλοι οι ελληνάρες, εκτός του ότι είμαστε οι καλύτεροι οδηγοί του κόσμου, παίζουμε και το καλύτερο τάβλι στην περιοχή μας!! Οπότε, καταλαβαίνετε το μέγεθος της προσβολής, που ενέχει η παραπάνω φράση.

Η φράση λέγεται στις εξής δύο περιπτώσεις:

Περίπτωσις υπ. αριθμ. 1 (απλή ηδονή)
Αφότου έχουμε κερδίσει το προηγούμενο παιχνίδι, εννοείται ότι ξεκινάμε πρώτοι στο ζάρι στο επόμενο. Καμιά φορά, έτσι όπως μηχανικά στήνουμε τα πούλια για το επόμενο, ο αντίπαλος ασυναίσθητα πιάνει τα ζάρια... Μέγα λάθος του. Εκεί αναφωνούμε: «εεεεε, άστα κάτω, τα ζάρια στον μάστορα!», δίνοντάς του να καταλάβει ότι παίζουμε πρώτοι, διότι κερδίσαμε το προηγούμενο παιχνίδι, όπερ σημαίνει ότι είμαστε μάστορες της τέχνης του ταβλιού.

Περίπτωσις υπ. αριθμ. 2 (κάβλα)
Αυτή η περίπτωση αφορά στις πόρτες αποκλειστικά. Έχουμε χτυπήσει πούλι του αντιπάλου και ταυτοχρόνως κάνουμε εξάπορτο στην μικρή μας περιοχή. Ως αποτέλεσμα, εξασφαλίζουμε κατά 95% την επιτυχή για εμάς έκβαση του αγώνος, και επίσης ο αντίπαλος δεν αγγίζει τα ζάρια (διότι δεν έχει νόημα να παίξει, αφού έχουμε εξάπορτο), μέχρι εμείς να του ανοίξουμε μία πόρτα (αφότου έχουμε καθαρίσει αρκετά πούλια). Με το που γίνεται το εξάπορτο, φωνασκούμε με στόμφο... «τα ζάρια στον μάστορα!»...

Κώστας: - Με πεντάρες, σου κλείνω το σπίτι...
Γιάννης: - Παίζε ρε και ασ' τα λόγια...
Κώστας: - Πεντάρες;;;;;;; Και κλεισθέντος του λίθου υπό των ιουδαίων (σ.ς. κάνει το εξάπορτο), και τα ζάρια στον μάστορα, για να μαθαίνεις Γιαννάκη, ποιος είναι ο μάστορας!
Γιάννης: - Μάστορας είναι της κατσίκας ο κώλος που τις κάνει στρογγυλές ρε ξεκωλιάρη. Που σε έχει γαμήσει ολόκληρη η τρίτη οικουμενική σύνοδος, μαζί κι ο πάπας που την παρακολουθούσε, και όλα τα παπαδάκια. Κώστας: - Νευράκια, νευράκια;;;;;;

(πραγματικός διάλογος)

(από electron, 01/09/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία