Αυτός που κάνει αργά μια δουλειά, ο χασομέρης, στην ποικιλία της Σαλαμίνας.
Είναι ντιπ άχρηστος και κωλογιούρης.
Αυτός που κάνει αργά μια δουλειά, ο χασομέρης, στην ποικιλία της Σαλαμίνας.
Είναι ντιπ άχρηστος και κωλογιούρης.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο Αργίτης. λόγω καλλιέργειας πράσου στην περιοχή. (Δες).
Το Άργος και το Ναύπλιο ανέκαθεν ανταγωνίζονταν μεταξύ τους. Μάλιστα περιπαιχτικά οι Αργείτες αποκαλούν τους Ναυπλιώτες «Κωλοπλένηδες», και οι Ναυπλιώτες τους Αργείτες «Πρασάδες».
Πως βγήκαν όμως αυτά τα παρατσούκλια;
Σύμφωνα με την παράδοση οι μουσουλμάνοι θεωρούσαν βρωμιάρηδες τους «Φράγκους» για μερικούς λόγους, εκ των οποίων οι κυριότεροι ήταν, το ότι έτρωγαν χοιρινό και το ότι δεν καθάριζαν τον κώλο τους όταν πήγαιναν στην τουαλέτα. Το περσικό παρατσούκλι για τους «Φράγκους» γενικά είναι (kun nashu)· κυριολεκτικά «αυτός που δεν πλένει τον κώλο του», δηλαδή ο «μη κωλοπλένης». Οι Aργείτες αποκαλούσαν «κωλοπλένηδες» τους Ναυπλιώτες, λόγω του ότι επισκέπτονταν τα τουρκικά λουτρά και πλένονταν σε αυτά.
Ως αντίποινα οι Ναυπλιώτες αποκαλούσαν τους Αργείτες «πρασάδες», αφ’ ενός γιατί καλλιεργούσαν πολλά πράσα κι αφ’ ετέρου, διότι έτρωγαν το πράσο με το οποίο χτυπούσαν το γαϊδούρι τους. (Εδώ).
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Υβριστικό φολκλοροεπίθημα που δακτυλοδεικτεί τις δυσμενείς συνθήκες υπό της οποίες κάποιος "πιάστηκε" - δηλαδή έγινε η σύλληψή του - και τις υποτιθέμενες δυσάρεστες ιδιότητες που συνεπάγονται.
Το σάη ήδη καλύπτει τα:
Προσθέτουμε και μερικά ακόμα, σίγουρα υπάρχουν κι άλλα:
- Ποιος άλλος θα την έκανε την ζημιά από το διαβολόπιασμα του Κωνσταντή... (Δημήτρης Τσαφαράς, Λαγκαδινό Λεξικό, Εκδ. Μέθεξις, Θεσσαλονίκη, 2013, σ. 52).
- Άκουσα και το «παλαιάς κοπής» "κερατοπιάσματα"... (εδώ)
- Σήμερα Νικόλα, σου την έφερε ο ταβερνιάρης και αλήτης και πουτανόπιασμα με τον όνομα Μπέος. Εσύ και ο άλλος με τα πούρα, ο Ανδρέας. (εδώ)
- εσένα καραγκιόζη ο νταλάρας ούτε να χέσει δεν καταδέχεται ... σκατόπιασμα έπιασες και τον νταλάρα στο στόμα σ (εδώ)
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Υβριστικός χαρακτηρισμός για σκουληκιάρικο και σκατόψυχο αθρώπα, εν ζωή ή αποδημήσαντα εις Γιαραμπήν.
- Τα είχανε άτοκα στην Τράπεζα της ελλάδας και τάδινε δάνεια (θαλασσοδάνεια) ο μακλάνιος Καραμανλής... (μπλογκ Μυγδαλιάς Αρκαδίας)
- μου τα'φαγε ο μακλάνιος κι αυτός κάμποσα λεφτά... (Δημήτρης Τσαφαράς, Λαγκαδινό Λεξικό, Εκδ. Μέθεξις, Θεσσαλονίκη, 2013, σ. 105).
Εμπεριέχει το έτυμον κλάνω, δεν περιγράφω άλλο.
Ιδιωματική σλανγκιά από την ορεινή Αρκαδία.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Άνθρωπος σκωπτικός, καυστικός σαρκαστικός.
- Είσαι συ μια αγκαθίτσα, άπαπα...
Ντοπιολαλιά τση ορεινής Αρκαδίας, εκ του αγκαθιού ή, μάλλον, της αγκαθιάς (κάθε αγκαθωτό φυτό).
Από το υπέροχο έργο του αείμνηστου Τζίμη Τσαφαρά, Λαγκαδινό Λεξικό (Εκδ. Μέθεξις, Θεσσαλονίκη, 2013), σ. 18.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ο ανεύθυνος γυριστρούλης, ο κωλοτούμπας.
Σύμφωνα με τον Θ. Πάγκαλο, πρόκειται για ιδιωματισμό από χωριά της Αττικής:
- ο άλλος τσαχπινοκωλαράκιας είναι! Πότε από εδώ χώνεται, πότε από εκεί χώνεται… Τσαχπινοκωλαράκιας, μια έκφραση είναι. Σημαίνει αυτόν που προσπαθεί ν’ αποφύγει τις ευθύνες. Έτσι το λέμε εμείς στα χωριά της Αττικής. Και μετά βάζει τα κλάματα, επειδή τον είπε ψευτράκο ο Μεϊμαράκης. Κακώς τον είπε ψευτράκο, γιατί είναι αρχηγός κόμματος. Εγώ ορθώς τον λέω ό,τι τον λέω, γιατί εγώ δεν είμαι τίποτα (Θεόδωρος Πάγκαλος ΒΗΜΑ FM, 8/9/15)
Βλ. επίσης: κυβίστηση.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Σημαίνει καρακατακατάντια, ναδίρ. Η κατάντια στην Κρήτη λέγεται έτσι κι αλλιώς και κατήντια ή και κατηντία, μάλλον υπό την επίδραση του αορίστου, (ε)κατήντησα (στην κρητική διάλεκτο σπανίως (ε)κατάντησα). Φτάνουμε στην φουλ έξτρα επαυξημένη κι ενισχυμένη εκδοχή κατηντίαση, εικοτολογώ λόγω κάποιου σλανγιωτατισμού και παρεπίδρασης από την ακουγόμενη, αλλά και κάπως μυστηριώδη ασθένεια καντιντίαση - προσοχή, ίου φωτογραφίες -> candidiasis. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, δηλαδή, ήταν ακόμη πιο εύκολο να κοτσαριστεί στην κατάντια η κατάληξη -ίαση, που κάνει την ηθικοκοινωνική κατάπτωση να ακούγεται σαν καλοπεριγεγραμμένη όσο και δυσίατη κλινική οντόντηντα.
Ίντά' ναι μωρέ η κατηντίασή σου! Με το σώβρακο πήγες στο περίπτερο;;!! όφου-όφου να κουζουλαθώ θέλει!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
Ο μακεδονίτικος και χωριάτικος τρόπος για το μωρή των πελοποννησίων. Νομίζω οτι διαδόθηκε ευρύτερα με τους παλιούς Μήτσους του Λαζό και σήμερα γίνεται χρήση μέχρι τρασίλας.
Μια όχι και τόσο εύηχη λέξη είναι «Μαρή» που σήμερα αντικαθίσταται απ’ τη λέξη «καλέ». Η λέξη «Μαρή» προέρχεται από το μωρή (μωρός = ανόητος). Δυο εύχρηστες προτάσεις με το μαρή που τις χρησιμοποιούσαν και τις χρησιμοποιούν στο καθημερινό τους λεξιλόγιο είναι οι εξής: «Τι κάνς, Μαρή;» και «Για πού το ’βαλες Μαρή;».
-Μαρή Χρυσούλα! Ο γιο'σ είνι γκέι!
-Δε βαριέσαι, πούστς να μην είν' κι όόόλα τ'αλλα...
-Άγκελα τον Αλέξη θα τον καλέσουμε;
-Τι λες μαρή Κριστίν; Άσε να μιλήσουμε και μια φορά σοβαρά.
Κ-Λ-Α-Ι-Ω! RT: "Βίσκα μαρή Μπάρτσα, Βίσκα μαρή Καταλούνια"
Θέλαμε ένα διεθνές όνομα για το μωρό είπε η Βίκυ Καγιά. Τι είναι μαρή το μωρό; Αεροδρόμιο;
ποσο ξεφτιλισμενη εισαι μαρη που εχεις ψηφισεις γαπ, δημαρ, νδ κ τωρα πας διακοπες αιγινα με γαπικους μπας κ πεσετε πανω στον τσιπρα?!
- Είσαι ελεύθερη μαρή?
- Ετσι οπως εισαι, για σένα έχω Αids και είμαι πουτανα
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!