Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Ο Φούφουτος είναι η εμφατικά προσωποποιημένη μορφή ενός ανύπαρκτου ή άγνωστου χαρακτήρα (= ο κανένας, κάποιος).

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον: «Ο κανένας ή ο τάδε, ο δείνα, ο άγνωστος, ο οποιοσδήποτε», ο «δεν ξέρω 'γω». Συνήθως ειρωνικά ή περιπαιχτικά.

  1. (κύρια χρήση)
    - Τοκ τοκ
    - Ποιος είναι παρακαλώ;
    - Ο Φούφουτος... Τι ποιος είναι (εγώ είμαι!), ρε μαλάκα; Έφερα τα σουβλάκια...

2.- Αλήθεια σου λέω, δεν της το είπα εγώ!
- Ποιος τότε; Ο Φούφουτος; Εννοεί: «Ο κανένας της το είπε; Σίγουρα (κατ’ εμέ) εσύ το είπες!»

  1. - Και ποιος λες να τα έχει τώρα με την Τιτίκα;
    - Ο Φούφουτος... Πού θες να ξέρω; (= τα έχει με κάποιον ή κανέναν, δεν με ενδιαφέρει / δεν ασχολούμαι).

  2. Όταν κάποιος ακούει ήχο ή κουδούνισμα, αλλά και στις δύο περιπτώσεις δεν υπάρχει ανθρώπινη επαφή / επιβεβαίωση / επικοινωνία (ανεξαρτήτως αν ήταν ανθρωπογενής ή τυχαία η πηγή του ήχου), τότε:
    - Άκουσα θόρυβο στην πόρτα / χτύπησε το τηλέφωνο, πήγαινε να δεις ποιος είναι!
    Πάει ο άλλος και δεν βρίσκει άνθρωπο, ή στο τηλέφωνο δεν απαντήσανε. Τότε λέει: - Ο Φούφουτος ήταν (=κανένας).

  3. Όταν ένας άνθρωπος δεν επιθυμεί να λάβει μέρος σε κάτι, λέει:
    - Θωμά, θα έρθεις το βράδυ στη συγκέντρωση; - Θα έρθει ο Φούφουτος! (=δεν θα πάει ο Θωμάς, κάτι δεν του αρέσει...).

  4. Η ιστορία με τον Οδυσσέα και τον Πολύφημο, όπου ο Οδυσσέας ονοματίζει τον εαυτό του ως Κανένας, δείχνει πόσο μακριά πίσω στο χρόνο πάει ο Φούφουτος!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Θέμα που υπό κ.σ. ενδιαφέρει ανθυποσύνολο της επιστημονικής κοινότητας των λεπιδοπτερολόγων, γίνεται -αλίμονο- συνώνυμο της ασημαντότητας, της ακυρίλας και άξιο για κατευθείαν σύνδεση με Κάιρο.
Προσφέρεται ακόμη για να πετάς την μπάλα στην εξέδρα/ μνήματα ή να παθαίνεις αιφνίδια και κατά βούληση έκπτωση εγκεφαλικής λειτουργίας (άι κιου ραδικιού/ κατσικιού), κοινώς να κάνεις τη μπάμια, νομίζεις οτι σε συμφέρει γιατί.
Είναι κι η άχρηστη πληροφορία της ημέρας.
η μεταμόρφωση της πεταλούδας

  1. Προτιμώ να διαβάσω για την αναπαραγωγή της κάμπιας παρά κοέλιο ΕΔΩ
  2. αυτος ο μαραθωνιος εχει τοσο ενδιαφερον οσο και ενα ντοκιμαντερ για την αναπαραγωγη της καμπιας #dwts5 ΕΔΩ
  3. Δεν θέλει να μιλάμε για "λαθολογία" ο μπούρδας. Ε καλά να μιλήσουμε για την αναπαραγωγή της κάμπιας #ERTdebate2015 ΕΔΩ
  4. Όταν απέλυσαν τους χιλιάδες ιδ. υπαλλήλους κ έκλεισαν τα εκπαιδευτικά ιδρύματα η #ERT μετέδιδε ντοκιμαντέρ για την αναπαραγωγή της κάμπιας ΕΔΩ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση με την οποία ο χρήστης δηλώνει προς το συνομιλητή του τη βαθιά και μάλλον αγεφύρωτη διαφωνία του, που έχει να κάνει με ζητήματα κοσμοθεωρίας και αρχών. Σημαίνει, πιο κοντά στην κυριολεξία, ότι τα διαβάσματα με τα οποία ο χρήστης συγκρότησε τη σκέψη και κατάλαβε τον κόσμο είναι πολύ διαφορετικά ή και αντιθετικά με του συνομιλητή.

Μάλλον οι πιο συνηθισμένες εκδοχές της φράσης: εγώ ξέρω/έχω διαβάσει/είμαι (από) άλλα βιβλία, με επιτονισμό στο άλλα βιβλία.

Κουράζοντάς το λιγάκι περισσότερο, με τη φράση ο χρήστης δηλώνει ότι είναι "από άλλο ανέκδοτο", ώστε από ένα σημείο και μετά η συζήτηση είναι άσκοπη και η πρόθεση συνέχισής της από πλευράς του άλλου του φαίνεται σάπια στο βαθμό που μοιάζει να εκβιάζει το να βρεθεί κοινό έδαφος και άρα κάποια συναίνεση / νομιμοποίηση εκεί που δεν υπάρχει.

Ακούγεται, λοιπόν, και είναι αμυντικό, γιατί σηματοδοτεί μια διάθεση να την Κάνιγγος από το διάλογο, χωρίς όμως να παραχωρήσουμε καν στο συνομιλητή ένα πολιτισμένο συμφωνούμε ότι διαφωνούμε (σημαντική διαφορά) αν και ως έκφραση είναι σε χρήση ακριβώς ως γείωση ενάντια σε μεταμοντερνιάρικους ή μη αναθεωρητισμούς και, αν και λιγάκι - ως πολύ - μπαμπαδίστικη, ενάντια σε πατερναλιάρικους σχετικισμούς ακριβώς του στυλ διαφωνούμε ότι συμφωνούμε.

Όποιος, λοιπόν, λέει για "άλλα βιβλία" θέλει να φαίνεται ότι απεκδύεται ή αγνοεί την αστική ευγένεια, όχι, όμως, και την (αστική, με την έννοια του διαφωτισμού) παιδεία του, θέλει να δηλώσει ότι είναι από χωριό (εφόσον ούτε παραχωρεί ούτε αξιώνει ιδιαίτερα το σεβασμό με την έννοια της ανοχής) όπου χωριό, όμως, δεν είναι συνήθως κάποια πατροπαράδοτη αγράμματη μούχλα, αλλά μάλλον κάποια "μεγάλη αφήγηση", συνήθως προοδευτική - ριζοσπαστική, από αυτές που κάτι έχουν οι έρμες και ψοφάνε - ψοφάνε; μπροστά στη θολή νεοφιλελέρα.

(ψιλοαδύνατο να βρεθεί / ξεχωριστεί διαδιχτυακό παράδειγμα χρήσης της φράσης με το σλανγκικό νόημα)

- Άστο φιλαράκι, εγώ άλλα βιβλία ξέρω...
- Συμφωνούμε ότι διαφωνούμε, δηλαδή;
- Μπα, ούτε αυτό, άστο, γάμα το...
- ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ίσως η μοναδική μη τετριμμένη απάντηση στην απελπιστικά τετριμμένη ερώτηση «τι κάνεις», ή κάποια παρόμοια. Δείχνει ενόχληση σε ακραίο βαθμό, και απέχθεια προς τον ερωτώντα, εκτός και χρησιμοποιείται δίκην αστεϊσμού.

Παρά τις πολυετείς έρευνες, δεν έχει βρεθεί αντίδοτο, ανταπάντηση ή α-ντά-ντιρλάντ-α-ντά.

Παραπέμπω στο μεγάλο κάτω για το παράδειγμα έτερης ατάκας που επί μακρόν είχα παραξηγήσει. Για πολύ καιρό αντιλαμβανόμουν τον περίεργο όχι ως τον περίεργο-ρωτάω να μάθω (γαλλ. curieux), αλλά τον περίεργο τύπου «είναι περίεργος αυτός ο τύπος» (γαλλ. bizarre). Μήπως τελικά είμαι ηλίθιος;; Όχι, απλά παράλογος.

- Τι κάνεις;
- Γαμάω περίεργους.
- ...
- Τι «...» ρε καραγκιόζη, @%^@$%&;;
Ακολουθεί επίδειξη τάππερ.
Μπόνους μάλους: Το τάππεργουερ προηγήθηκε των χάρντγουερ και σόφτγουερ. Νομίζω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ερώτηση ρητορικού τύπου. Χρησιμοποιείται για να ταπώνεις κάποιον που μόλις έδωσε τη σούπερ τετριμμένη και χιλιοειπωμένη απάντηση «τα πάντα», απαντώντας στην κλασική - και εξίσου ηλίθια - ερώτηση: «τι μουσική ακούς;». Ο σχετικός διάλογος, χρησιμοποιούμενος από αρχαιοτάτων χρόνων για να σπάσει - και καλά - ο πάγος μεταξύ δύο προσώπων που δεν έχουν αναπτύξει ακόμη οικειότητα μεταξύ τους, είχε τυποποιηθεί σε βαθμό άφατης μαλακίας. Επόμενο ήταν κάποιος brilliant καμένος να εφεύρει την εν λόγω αποστομωτική φράση, παίζοντας με τη διπλή σημασία της λέξης «πάντα». Η φάση τότε γίνεται ψιλοσουρεάλ, με πιθανότερη κατάληξη να σκάσουν και οι δύο στα γέλια (πράγμα που τους φέρνει πιο κοντά απ' ότι μια άχαρη απαρίθμηση αγαπημένων συγκροτημάτων). Εκτός αν πέσεις σε καμιά μυγιάγγιχτη γκόμενα ή κανέναν κομπλεξικό και ασπριδερό φλωράντζα, που έχουν τόση σχέση με το χιούμορ όση το πληκτρολόγιο με τα σουτζουκάκια...

Η μαύρη αλήθεια είναι βέβαια ότι όλους καταβάθος μας ψιλοπειράζει να μας πετάξουν το «μήπως ακούς και τα κοάλα», τη στιγμή που είμαστε έτοιμοι για μια ακατάσχετη περιαυτολογία. Γιατί σε ποιον δεν αρέσει να τον ρωτάν για τον εαυτό του κι εκείνος να απαντά με βαθυστόχαστο ύφος του τύπου «τότε σ' εκείνη τη συναυλία τα είχαμε κάνει όλα πουτάνα, δεν υπάρχουν σήμερα δυστυχώς αυτά» κλπ κλπ. Είναι σα να σου παίρνουν τη μπουκιά απ' το στόμα γαμώ το χριστό μου (σόρι τζίζα) και να τη δίνουν στα σκατοκοάλα! Φτου!

- Για πες, έχεις αδέρφια;
- Ναι έχω, έναν αδερφό δυο χρόνια μικρότερο και μια αδερφή ένα χρόνο μεγαλύτερη.
- Συνήθως πού σου αρέσει να βγαίνεις;
- Εε... βασικά εδώ κοντά, για καφεδάκι με φίλους και τέτοια.
- Και... τι μουσική ακούς;
- Να σου πω... Βασικά ακούω τα πάντα. Αλλά όταν λέω τα πάντα εννοώ τα πάντα, έτσι;
- Μήπως ακούς και τα κοάλα;
- .................

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Απάντηση... πασπαρτού για όλες τις ενοχλητικές, εκνευριστικές και αδιάκριτες ερωτήσεις του στυλ «πού πας;» «πού ήσουν;» «πού θα πάμε;».

(Η λέξη ταμτούμ είναι παραφθορά της λέξης ταμτάμ, του τυμπάνου δηλαδή που ακούγεται στην ζούγκλα).

- Αγάπη μου, όταν πάρεις το δώρο του Πάσχα, πού θα πάμε;
-Στο ταμτούμ για μαϊμούδες!

Δες και στο Ταμτούμ γι' αλεπουτόμαρα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το σπέρμα. Διαδεδομένη εξυπνακίστικη απάντηση στην πολύ συνηθισμένη ρητορική ερώτηση «ξέρεις ποια είναι η μαλακία;». Χρησιμοποιείται όταν ο ομιλητής θέλει είτε απλά να εκνευρίσει τον συνομιλητή του, ή να τον γειώσει.

Ως αντίδραση στην ευρεία διάδοση της εξυπνάδας αυτής, ερμηνεύεται η τάση των ομιλητών να αντικαθιστούν τη λέξη μαλακία στην παραπάνω ρητορική ερώτηση από συνώνυμα όπως βλακεία, μπινιά, πουστιά και άλλα. Τις περισσότερες φορές βέβαια, η ατάκα λειτουργεί το ίδιο αν όχι και περισσότερο αποτελεσματικά ως απάντηση.

Δες και εν πάση περιπτώσει....

Μαλάκα, δέ το πιστέψεις, έχω καβατζώσει Ντί Τζέι Μόρον για το πάρτι!
– Ποιός είν' αυτός;
– Καλά ρε ηλίθιε, δέν ξέρεις τον Μόρον; Μα καλά, τί ζάβλακας είσαι ρε παιδάκι μου; Αλλα 'ντάξει, με τις μαλακίες που ακούς πού να 'χεις ιδέα από μουσική. Ακούς εκεί, να 'χεις μείνει ακόμα στους Πινκ Φλόιντ!... Τέλος πάντων. Και που λές, έχω καλέσει πολύ κόσμο μιλάμε, θα γίνει χαμός, θα 'χει και της πουτάνας τα μουνιά. Η μπινιά βέβαια είναι ότι θα σκάσουν κι ένα σωρό πρώην, γαμώτο μου. Να φανταστείς, το 'χουν μάθει και η Φιφή καί η Φούλα. Και δε λέω ρε παιδί μου, ας έρθει κι η Φιφή, ας έρθει κι η Φούλα στο πάρτι. Αλλα ξές ποιά 'ν' η μαλακία;
– Ναι.
– Έ;... Τί «ναι»;
– Ναι ρε, εκείνο το άσπρο που κολλάει δε λες;...
– ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση με τουρκικές ρίζες. Χρησιμοποιείται στη Βόρεια Ελλάδα από μεγαλύτερους σε ηλικία ανθρώπους, πιθανώς με καταγωγή Κωνσταντινουπολίτικη ή Μικρασιάτικη. Στην σύγχρονη Τουρκία η έκφραση δεν συνηθίζεται αλλά είναι απολύτως κατανοητή. Συνεπώς, χρησιμοποιήστε την σε συνομιλία με Τούρκους μόνο αν πραγματικά την εννοείτε - είναι και παρεξηγιάρηδες αυτοί.

Η έκφραση αποτελείται από τα εξής συνθετικά μέρη:

αλ = παίρνω
σικιμέ = η ψωλή μου
βουρ = βαράω, κοπανάω
ντουβαρά = στον τοίχο

Το όλον, λοιπόν, σημαίνει:

Παίρνω την ψωλή μου και την κοπανάω στον τοίχο.

Η έκφραση δείχνει ότι έχω περιέλθει σε πλήρη απόγνωση από τις μαλακίες που ακούω ή βλέπω να γίνονται - ιδιαίτερα όταν γίνονται ή λέγονται πράγματα πολύ αντιφατικά και όταν ξέρω, παράλληλα, και ότι δεν μπορώ να αντιδράσω. Λέω, λοιπόν, στον συνομιλητή μου ότι, βασικά, έχει φτάσει σε τέτοιο όριο βλακείας και αλαλούμ που είναι σα να έχει βγάλει την πούτσα του και να την βαράει στον τοίχο. Κι εγώ, που δυστυχώς ξέρω ότι είναι μάταιο να προσπαθήσω ν' αντιδράσω, αναγκάζομαι να κάνω το ίδιο - μιλάμε για τέτοια απόγνωση.

- Ξέρετε, γιαγιά, δεν θα μπορέσω να έλθω στο Ωραιόκαστρο να σας πάρω από τη θεία Ευανθία απόψε.
- Καλά βρε παιδάκι μου, μου το υποσχέθηκες, βασίστηκα σε σένα, εγώ πώς θα φύγω τώρα απο κει μες τη νύχτα; - Ναι, συγνώμη, αλλά άλλαξαν τα σχέδια ... θα βγω με τη Μαιρούλα τελικά και θα πάμε Πανόραμα
- Με τη Μαιρούλα; Καλά, εσύ δεν είχες πει ότι αυτή είναι παρτσακλό τελείως και να σε πλήρώνανε δεν έβγαινες ξανά μαζί της;
- Ναι, ξέρετε, γιαγιά, αλλάζουν τα πράματα ...
- Αχ παιδάκι μου, άκρη δε βγάζει ο άνθρωπος με σένα ... αλ σικιμέ βουρ ντουβαρά ...
- Ε, γιαγιά, Τούρκικο είναι αυτό, ε; Τα θυμάστε ακόμα από την Πόλη; Τι σημαίνει; Παροιμία είναι;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι έκφραση πλήρους και απόλυτης αδιαφορίας που συνοδεύεται και με ελαφριά κίνηση και των δυο παλαμών (σε παράλληλη απόσταση περίπου 20 εκατοστών) προς την περιοχή της βουβωνικής χώρας.

Ορισμός ευρέως διαδεδομένος στην περιοχή της Καλογρέζας, απο αρχαιοτάτων χρόνων. Η ακριβής σημασία της λέξης στονπότσομοϊ χάνεται στα βάθη των αιώνων και συναντάται σε κείμενα τόσο του Θουκυδίδη όσο και του Μιχαήλ Πανσέληνου.

  1. - Δεν είναι έτοιμο το FS.
    - Στονπότσομοϊ.

  2. Λέει ο Ηλίας στο Μαράκι: «Άλλαξε η ημερομηνία της Release». «Στονπότσομοϊ» απαντάει το Μαράκι.

Δες ακόμη: πότσομο, κάυλα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παιγνιώδης και μπλεδίζουσα εκδοχή του πατροπαράδοτου σάλτα και γαμήσου.

Πεοτείνω ότι προέκυψε από ιντερνετικές φλογομαχίες ελέω αυτομάτων διορθωτών κειμένων που δεν αναγνωρίζουν την λέξη «σάλτα» και την γυρίζουν σε «σάλτσα».

1. Μιλάς εσυ για αποτυχία κουκλιτσα μου(τροπος του λεγειν δηλαδη κάτι απο το κόμπλεξ σου έχουμε καταλάβει όλη πως θα ειναι η μουρη σου) ΕΣΥ;; Που όλην την ημέρα κραζεις διάσημες όμορφες γυναικες στο YouTube!!! Τραβα με καναν ζιγκολο κοπέλα μου να σου φύγει η κάψα γιατι μας έχεις σπάσει τα παπαρια. Σε 4 βίντεο σε έχω δει ΜΌΝΟ ΣΗΜΕΡΑ. ΣΑΛΤΣΑ ΚΑΙ ΓΑΜΗΣΟΥ

2. kai h Xrysh Aygh file masoniki einai. giafto saltsa kai gamisu kai dagkwto KKE antepi8esi lae!

3.Με την μακαρονάδα α λα Πουτανέσκα ταιριάζει η σάλτσα και γαμήσου!

Linguine alla puttanesca με σάλτσα και γαμήσου (από Khan, 11/03/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία