Λέξη που χρησιμοποιείται κυρίως από τους Θεσσαλονικείς και σημαίνει πήγαινε.

Πάνε να φέρεις μια μπουγάτσα με κεριά για τα γενέθλια του Μιχάλη ρε Μήτσο!

Η προστακτική στην αργκό: , -έκα, , έμπαινε, έφυγες, κατέβαινε, μπέκα, πάνε, πιάκε, τσάκω· ακόμη: προστακτική αντί για απαρέμφατο, συνεχής προστακτική ως στιγμιαία.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνώνυμο του «ορίστε» αλλά πιο μάγκικο. Λέγεται όταν δίνουμε κάτι σε κάποιον.

- Ρε συ, δώσε φωτιά.
- Τσάκω.
- Άλα της!

Η προστακτική στην αργκό: , -έκα, , έμπαινε, έφυγες, κατέβαινε, μπέκα, πάνε, πιάκε, τσάκω· ακόμη: προστακτική αντί για απαρέμφατο, συνεχής προστακτική ως στιγμιαία.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μαγκιόρικη εκδοχή της προστακτικής «μπες». Ουδεμία σχέση με μπεκ πετρελαιοκινητήρων. Οιαδήποτε σχέση με Αστυνόμο Μπέκα-Ιεροκλή-την-έχω-δει-και-πολύ-γαμάουα-εκεί-στο-ντακάπο-που-αράζω, ερευνάται μετά πάσης επιμελείας.

Σοβαρά τώρα: Το «μπέκα» κάθεται ωραία στο αυτί (δλδ να το ακούς) και στο στόμα (δλδ να το προφέρεις) καθότι δισύλλαβο. Όλα τα δισύλλαβα είναι ρε πούστη μου πιασάρικα. Φαίνεται ανταποκρίνονται σε τίποτα στοιχειώδεις δομές εξέλιξης του ανθρώπινου εγκεφάλου και τα ρέστα (τεσπά, γλωσσολόγος δεν είμαι, όχι ακόμη τουλάστιχον).

Τσάκω τώρα παραδείγματα: Βίκη, Λένα, Ρένα, Σάσα, Μάσα, Γωγώ, Λίτσα, Νίτσα, Πίτσα, Τζίνα, Μίνα, Λίνα και λοιπά δευτεράντζικα - και καλά - ονόματα που παίζουν σε 090 καταστάσεις (ένας φίλος μου έχει πει το μεγαλειώδες, ότι δεν πάει με γκόμενα που το όνομά της έχει πάνω από δύο συλλαβές).

Ειδικότερα: το «Μπέκας» πρέπει να είναι αρβανίτικο (ή αλβανικό, μικρή η διαφορά). Βλ. και Λιάπης, Τόσκης, Γκέκης κλπ. Το «μπέκα» επανασυνδέει το λοιπόν - εν πολλοίς ασυνειδήτως - κάποιους από μας με τις αρβανίτικες ρίζες μας. Και δε μιλάμε για ένα απλό δισύλλαβο, αλλά για δισύλλαβο περιέχον ένα από κείνα τα διπλά τα σύμφωνα (μπ, ντ, γκ) που όσο να το κάνεις τη βγάζουν μια μαγκιά, μια αντρίλα, μια λαϊκότητα. Είναι μια απόλαυση να εκστομίζεις λεξούλες όπως μπάσταρδος, μπάστα, γκαμήλω (nick ομοφυλόφιλων), αγγούρι, νταξει, ντάγκλα, νταγλαράς κ.ο.κ.

(δεκαπεντάχρονα έξω από μπουρδέλο)

- Ρε Μήτσο, να το αφήσουμε καλύτερα; Έχω ακούσει εδώ Φυλής δεν παίζουν ωραία μουνιά...
- Ρε άστα σάπια μωρή κότα... Σε τα μας;... Αφού είπαμε, σήμερα χάνεις παρθενιά, δεν το 'παμε;
- Ναι ρε Μήτσο, το 'παμε, αλλά εμένα μου 'χει πάει το σκατό στην κάλτσα.
- Άιντε ρε μπέκα μέσα τώρα που βγήκε αυτός ο πακιστανός κι άσ' τα πολλά τα λόγια..

(από johnblack, 20/05/09)

Η προστακτική στην αργκό: , -έκα, , έμπαινε, έφυγες, κατέβαινε, μπέκα, πάνε, πιάκε, τσάκω· ακόμη: προστακτική αντί για απαρέμφατο, συνεχής προστακτική ως στιγμιαία.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέγεται με απειλητικό τόνο και σημαίνει «πλήρωσε», και πιο συγκεκριμένα «πλήρωσε αυτά που χρωστάς». Η ολοκληρωμένη έκφραση είναι «κατέβαινε τα λεφτά» - «κατέβαινε τα φράγκα» παλιά, «κατέβαινε τα γιούρια» τώρα. Η έκφραση με την έννοια αυτή λειτουργεί μόνο στην προστακτική - δεν υπάρχει, δηλαδή, «τα κατέβηκα τα λεφτά» ή «θα τα κατεβούμε».

Κατέβαινε τα λεφτά, ρε ... Άμα δεν είχες, να μην έπαιζες ...

κρυάδα (από xalikoutis, 02/06/09)

Η προστακτική στην αργκό: , -έκα, , έμπαινε, έφυγες, κατέβαινε, μπέκα, πάνε, πιάκε, τσάκω· ακόμη: προστακτική αντί για απαρέμφατο, συνεχής προστακτική ως στιγμιαία.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η φράση έχει δύο χρήσεις, από τις οποίες πιο συνήθης η δεύτερη:

  1. Κυριολεκτική: Ως προστακτική ενεστώτα του ρήματος μπαίνω, άλλος τύπος των «μπες!», «έμπα!»

  2. Μεταφορική: Χρησιμοποιείται από τον ομιλητή για να παρακινήσει κάποιον σε κάτι καλό που έχει ξεκινήσει να κάνει, συνώνυμο των «Προχώρα!», «Καλά το πας!».

  1. Έμπαινε στο αμάξι ρε, κι έχουμε αργήσει! Θα μας χέσει πάλι ο άλλος!

  2. - Μ' αρέσει πολύ η Δανάη, η καινούρια... Και μου έχει δείξει κι αυτή δείγματα ότι ενδιαφέρεται!
    - Έμπαινε, μεγάλε!! Και για πες λεπτομέρειες... Το κινητό της το έχεις;;

Έμπαινε, Γιούτσοοοο (από allivegp, 12/12/09)

Κλασική πλέον η φράση έμπαινε Γιούτσο!, δες και γιούτσος.

Η προστακτική στην αργκό: , -έκα, , έμπαινε, έφυγες, κατέβαινε, μπέκα, πάνε, πιάκε, τσάκω· ακόμη: προστακτική αντί για απαρέμφατο, συνεχής προστακτική ως στιγμιαία.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση αγανακτισμένης προσπάθειας αποπομπής ανεπιθύμητου τύπου, στην προστακτική.

Αρβανίτικης καταβολής.

Σημαίνει, «άντε φύγε από δώ», «α πάγαινε!» και «άει προχώρα». Άλλη συνώνυμη φράση το «άντε χάσου από μπροστά μου!».

Το ψαγμένο της υπόθεσης είναι ότι σχετίζεται με την «πορεία» και μοιάζει πολύ με αρχαιοελληνική προστακτική του νεότερου «άντε πορεύσου!».

Ακούγεται σε λατρεμένα χωριά της Βοιωτίας (Κυριάκι και πέρα), της Κορινθίας (Σοφικό και πάνω) κι αλλαχού.

Διάλογος:

-«Mάνα μου, η μπίθα σου! Θες να κίχου-κίχου;»

-«Άει πόρου, σαχλέ!»

Η προστακτική στην αργκό: -έκα, , άι πόρου, άμε, έμπαινε, κατέβαινε, μπέκα, πάνε, πιάκε, τσάκω· ακόμη: προστακτική αντί για απαρέμφατο, συνεχής προστακτική ως στιγμιαία.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αργκοτικός σχηματισμός της προστακτικής ενικού στην ενεργητική φωνή, για (υπερδισύλλαβα) ρήματα που λήγουν σε -ώνω.

Τα πιο συνηθισμένα, που έχουν παγιωθεί ευρύτατα ώστε να στέκουν και εκτός αργκοτικών συμφραζομένων, είναι τα εξής: τσάκω από το τσακώνω, πλέρω από το πλερώνω/πληρώνω (να μη συγχέεται με το πλερώ), σήκω από το σηκώνω (να μη συγχέεται με το σήκω της μεσοπαθητικής φωνής).

Ο σχηματισμός εξηγείται πιθανά ως εξής: τσάκωσε/τσάκωνε > τσάκωσ'/τσάκων' (έκκρουση του έψιλον) > τσάκω (αποβολή και του συμφώνου για λόγους ευφωνίας).

  1. — Εσείς τι θα πάρετε κύριε;
    Ο τύπος γυρίζει το κορμί του, μονοκόμματα σαν το λύκο, πάνω στη καρέκλα του και μου ρίχνει την βόμβα!
    Τσάκω... μια πράσινη!!!
    (από το μπίαρ τζι αρ)

  2. [...] Πιάσε το βαζάκι. Κατέβασε το παντελόνι σου. Κατέβασε την κυλότα σου. Σκύψε. [...] Σήκω το καπάκι. [...] Βύθισε δύο δάχτυλα της επιλογής σου μέσα στη βαζελίνη. [...] (από το φόρουμ του χίπ χόπ τζι αρ)

  3. Πλέρω τώρα Πιτσιρίκε: Πρόστιμο ύψους 3.000 ευρώ επέβαλε το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ) στο ραδιοφωνικό σταθμό «Σκάι» για την εκπομπή του «πιτσιρίκου». (από ιστολόι)

  4. ΕΚΦΩΝΗΤΗΣ: Προσποίηση, δεύτερη προσποίηση, τζάμπ σούτ... και τάπα!
    ΑΓΑΝΑΚΤΙΛΑΣ: Ε κάρφω το το γαμίδι ρε κρέας, τί τζάμπ σούτ και μαλακίες κάτ' απ' το καλάθι!...

Δες και κομμέ.

Η προστακτική στην αργκό: , -έκα, , έμπαινε, έφυγες, κατέβαινε, μπέκα, πάνε, πιάκε, τσάκω· ακόμη: προστακτική αντί για απαρέμφατο, συνεχής προστακτική ως στιγμιαία.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σλανγκ προστακτική του πιάνω, δηλαδή βάζω κάτι στο χέρι μου, στη παλάμη μου, εγχειρίζω, χουφτώνω. Αντί του «πιάσε».

Χρησιμοποιείται με την έννοια του φέρε, προσκόμισε.

Πιάκε 'να μπουκάλι μπύρα απ' την κασόνα.

Η προστακτική στην αργκό: , -έκα, , έμπαινε, έφυγες, κατέβαινε, μπέκα, πάνε, πιάκε, τσάκω· ακόμη: προστακτική αντί για απαρέμφατο, συνεχής προστακτική ως στιγμιαία.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η νέα ελληνική δεν έχει όπως ξέρουμε απαρέμφατο, αλλά συχνά μπορούμε να μεταχειριστούμε το β' πρόσωπο της προστακτικής ως απαρέμφατο (βλ. παράδειγμα 1).

Ο διπλασιασμός μάλιστα του «απαρέμφατου» έχει τη σημασία της επανάληψης (βλ. παράδειγμα 2).

  1. Τώρα που είμαστε στο πήγαινε κουραζόμαστε περισσότερο γιατί είναι ανηφόρα. Το απόγευμα θα είμαστε στο έλα και θα είναι πιο ξεκούραστο

  2. Αν το μολύβι τους από το ξύσε-ξύσε δεν γινόταν σαν το νύχι τους, δεν τους έπαιρνε άλλο μολύβι, τόσο τσιγκούνης ήταν.

Η προστακτική στην αργκό: , -έκα, , έμπαινε, έφυγες, κατέβαινε, μπέκα, πάνε, πιάκε, τσάκω· ακόμη: προστακτική αντί για απαρέμφατο, συνεχής προστακτική ως στιγμιαία.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εναλλακτικός σχηματισμός της προστακτικής στιγμιαίου ποιού ενέργειας (κάνε κάτι άπαξ), με τον τύπο της προστακτικής συνεχούς ποιού ενέργειας (κάνε κάτι συνεχώς, επανειλημμένα): όπως όταν λέμε σε κάποιον τέλειωνε, εννοώντας όμως «τέλειωσε, τώρα».

Ίσως ένα λεπτό παράδειγμα θόλωσης του μηνύματος, η οποία διέπει την αργκό απ' άκρη σ' άκρη (εδώ λίγες πίπες για αργκό και ασάφεια), ωστόσο πρόκειται για εξαιρετικά εδραιωμένο φαινόμενο που ακούγεται συχνότατα και στην καθομιλουμένη, ειδικά όταν ο τύπος που προκύπτει είναι και συντομότερος: συγκεκριμένα στα ρήματα της βήτα συζυγίας (τα σε -άω/ δηλαδή), παίρνεις αντί για τα συνηθισμένα -ησε/-εσε και λοιπά (πιχί, «μίλα ρε», αντί για «μίλησε ρέ»). Πάντως, δέν προκύπτει πάντα συντομότερος τύπος, και εκεί είναι που αναδεικνύεται ο αργκοτικός χαρακτήρας του φαινομένου.

Παγιωμένες προστακτικές τέτοιου τύπου είναι για παράδειγμα οι λέγε αντί πες, έμπαινε αντί μπες (ή έστω μπέκα), κατέβαινε αντί κατέβα, φεύγα αντί φύγε, αλλά και δίνε του, κόλλα το και άλλες.

Τέλος, το ενδιαφέρον με το φαινόμενο αυτό είναι ότι έχει εδραιωθεί τόσο ώστε να ενθαρρύνει απ' ότι φαίνεται και τη γενίκευση της προστακτικής σε , παρατήρηση που αξίζει όμως δικό της λήμμα (αλλά δες το τελευταίο παράδειγμα).

  1. Το προβλημα σου ειναι μεγαλο... και εγκεφαλικο!!! Χτυπα μια το κεφαλι σου στον τοιχο μπας και παρεις στρωφες και τα ξαναλεμε... (σχόλιο σε ιστολόι)

  2. Κι εσύ πως το ξέρεις αυτό ρε; Έλα έλα 'μολόγα τα όλα, εσύ το παίρνεις το παραδάκι ε; Ξέρνα τα όλα τώρα παλιοχάκερ (από φόρουμ)

  3. Ξύπνα επιτέλους, ρε πούστη! Ξύπνα γαμώ το κέρατο μου... και γάμα τον κουρέα (από ιστολόι)

  4. Αντε ξεκινάτε τις μηνύσεις και μην κολλάτε πουθενα (από εδώ)

  5. Δώσε Shinoharas δώσε ! Έμπαινε ρε ΤΕΡΆΣΤΙΕ ΔΙΝΟΣΑΥΡΕ έμπαινε και πάρτους τα κεφάλια... πάρτους τα όλα και κατά-γάμα τους! (από φόρουμ)

  6. με δυσκολία κρατιέσαι να μην του φωνάξεις «Πολύ ωραία, κατέβαινε το παραδάκι αν με θέλεις σενιαρισμένη» (από εδώ)

  7. έλα στρίβε όπως είσαι, πάρε δρόμο (από ιστολόι)

  8. - Δεν μου λές γυναίκα, με απατάς!; Λέγε τώρα! Ναι ή ού;!
    - Ουουουου!
    (από εδώ)

  9. -ΦΥΓΕ ΑΠΟ ΠΑΝΩ ΜΟΥ, ΑΝΩΜΑΛΕ!
    -Δυο λεπτά θα πάρει, μωρό μου.
    -ΔΕ ΘΕΛΩ ΛΕΜΕ ΡΕ, ΦΕΥΓΕ!
    (από εδώ)

  10. - Θα συνεχίσει κανείς από την επόχα που το σταμάτησα, γιατί βαριέμαι; Ή να συνεχίσω;
    - Συνέχα το
    (από φόρουμ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία