Αναφέρεται για ζώα χωρίς κέρατα.

Κυκλοφορεί παντού στα Βαλκάνια (βλάχικα sut- αλβανικά shyt- σλάβικα šutu) με πιθανή λατινική ρίζα. Εδώ έφτασε απ’ τα Αλβανικά.

Είναι μειωτικός χαρακτηρισμός και σημαίνει:

  • Βλάκας, μπουνταλάς, ουγκ (αφού αναφέρεται σε ζώα).
  • Αυτόν που είναι του χεριού μου, που δεν φέρνει αντίσταση, που κωλώνει (αφού δεν έχει κέρατα - όπλα - μέσα άμυνας).
  • Χαντούμης, σεξουαλικά ανίκανος – ανήμπορος (το βαρβάτον των αρσενικών και το μέγεθος των κεράτων τους σχετίζονται τα μάλα, αναντάμ παπαντάμ, σε όλες τις βουκολικές μικροκενωνίες).

    Για το θηλυκό, σιούτα, ο Πετρόπουλος διασώζει την ερμηνεία:

  • Γυναίκα χωρίς στήθος, με στήθος σανίδα / πλάκα / κόντρα πλακέ / σιδερώστρα (επίσης απ’ την έλλειψη κεράτων).

  1. - Άι σιούτε, προυχώρα!!
    - Σα πού;
    - Στα γκρέμνα να γλιτώσου απ’ τα σένανε!!

  2. - Κι άφησες να σου κάνει τη μάπα θερινή αυτός ο σιούτος ρε μαλάκα;
    - Ήτανε κι ο Ντέρτι Χάρης μαζί του.

  3. - Ποιος ειν' ο μπροσταρόκριος;
    - Ου Μήτρους ου σιούτος.
    - Τσώπα!!
    - Έχεις χάσ’ λειτουργίες συ.

  4. - Γαμώ τον πούστη που ‘βγαλε το γουόντερμπρα.
    - Σιούτα η …Ντόλυ Πάρτον;
    - Εσύ μπροστά της έχεις βεράντες.
    - Να κεράσω σιλικόνη;
    - Έχεις τίποτε σε μπίο;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ένα από τα εργαλεία των απανταχού τσαγκάρηδων που, λόγω της μορφής του, λέγεται και υποτιμητικά κι απαξιωτικά για κοντοστούπηδες κεφάλες.

- Γιαδέ μαλάκα μου, τον κατσαμπρόκο που μας το παίζει και Malone! Χάλασ' ο κόσμος, χάλασε!!

(από sstteffannoss, 01/11/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δεν αφορά στον πολιτικό προσανατολισμό τινός, αλλά στην εκ γενετής προδιάθεση των γεννητικών του οργάνων του να τείνουν προς τα αριστερά ή δεξιά του παντελονιού.

Πρόκειται για κλασική ερώτηση που κάποτε έθεταν στους πελάτες τους οι τελούντες πλέον υπό εξαφάνιση ράφτες.

- Από τα μέσα του 19ου αιώνα, εμφανίστηκαν οι Φραγκοράφτες που έραβαν τις «ευρωπαϊκές» ενδυμασίες. Οι Φραγκοράφτες αντικατέστησαν σιγά-σιγά τους αμπατζάδες και από τις αρχές του 20ου αιώνα κυριάρχησαν εντελώς στην παραγωγή των ενδυμάτων. Φραγκοφορέθηκα, έλεγαν στην Μικρά Ασία, ντύθηκα Ευρωπαϊκά. Φραγκιά έλεγαν την Γαλλία και γενικά την δυτική Ευρώπη. Ο φραγκοράφτης έφτιαχνε ανδρικές φορεσιές. Έπαιρνε με τη μεζούρα τα μέτρα του πελάτη. Μετρούσε: στήθος, πλάτη, μάκρος, μανίκια, καβάλο. Ρώταγε «είσαι δεξιός ή αριστερός;» Έβαζε σημάδια πάνω στο ύφασμα και το έκοβε...
(εδώ)

- Δεν ξέρω αν είμαι αριστερός ή δεξιός. Νομίζω πως δεν χωράω πουθενά, αλλά καλού-κακού θα ρωτήσω το ράφτη μου.
(εκεί)

- Πιστεύω ότι «δεξιά κι αριστερά» υπάρχει σήμερα μόνο στα…ανδρικά παντελόνια..που γίνονται με παραγγελία στο ράφτη. Κι αν λάβουμε υπόψιν ότι στην πλειοψηφία οι άνδρες αγοράζουν έτοιμα τα παντελόνια τους αντιλαμβάνεστε το αποτέλεσμα…
(παραπέρα)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

1. Αναφέρεται σε υποβιβαστική κατηγοριοποίηση καταστάσεων-προσώπων-αντικειμένων-τόπων κλπ και παραπέμπει στην αξιολογική (δηλ. τιμολογιακή) ταξινόμηση προϊόντων (Α & Β διαλογής), δηλαδή πρώτο πράμα (που σαλεύει και το μουστερή γυρεύει) κι ο κατιμάς.

Για κάποιο λόγο έχει επιβιώσει η έκφραση στη γενική ως «διαλογής», με την έννοια αποκλειστικά της σκαρταδούρας (τα «καλάθια» που λέμε).

Όποιος θυμάται, στα 80’ς εύρισκε κανείς ορίτζιναλ Levi’s στο επίσημο πρατήριό της στην Καλαμάτα μισοτιμής (στη λιανική ήταν πανάκριβα), αφού είχαν ένα ελάχιστο ψεγάδι (π.χ. μια διπλή κλωστή, ένα αδιόρατο σημαδάκι κλπ) και διετίθεντο μπιρ-παρά διότι δεν «άγγιζε» τα ελάχιστα στάνταρ πωλήσεως της φίρμας.

2. Ως αυτοαναφορική έννοια του σάιτοστ, είναι τρέχον φαινόμενο απαξίωσης λημμάτων-ορισμών κλπ, είτε οίκοθεν λόγω ευθιξίας – είτε κατόπιν σπαζαρχιδόθεν παραινέσεως, οπότε τα λήμματα-ορισμοί που θα φέρουν εφεξής ένα κίτρινο άστρο στο μπράτσο, θα καταλήξουν στον κάλαθο των επιρρημάτων, διότι δεν «αγγίζουν» τα ελάχιστα στάνταρ της αργκό (ήμαρτον Κύριε)!

Κάτι σαν «Υπόλοιπο Αττικής» δηλαδή...

Σ.Σ. Ξέρετε τίποτα; Εγώ λέω, όταν με το καλό τυπωθεί σε χάρντ κόπυ το λεξικό του σάιτοστ, να κυκλοφορήσει σε δυο εκδόσεις, με ανάλογο περιεχόμενο: Την Α διαλογή (=ακριβό) και την Βου διαλογή (=φτηνατζούρα) κι ας αποφασίσει η Αγορά. Άν βέβαια υπάρξει και Γου διαλογή (=μάπα το καρπούζι), ε τότε να διανέμεται δωρεάν στις στάσεις του Μετρού (!)

Το παρόν λήμμα (ως προς το 1ο σκέλος τουλάχιστον) και υπάρχει και χρησιμοποιείται και θα υποστηριχθεί απο τον φέροντα με το ντουφέκι στη σκεπή, σαν μικρο-ιδιοκτήτης αυθαιρέτου.

Αφιερούται τω Χάνκυ-Πάνκυ.

  1. - Πάμε καμιά τσάρκα έξω;
    - Ναι αμέ; Να πάρω τη Μπέτη να φέρει καμιά φίλη της;
    - Είπαμε να βγούμε σαν άνθρωποι, πάλι με τα κάκαλα θα τη βγάλουμε;
    - Γιατί ρε τί έχουνε; Μια χαρά κοπέλες είναι...
    - Καλές είναι δε λέω, αλλά ξέρω γώ τώρα; Διαλογής μωρ’ αδερφέ μου, τί να σου πώ, πολύ Βου κατάσταση...
    - Καλά εγώ πάω κι εσύ κάτσε και πές το μουνί μουνάκι ψωνάρα! - Δεν κατάλαβα! Πειράζει που το σκέφτομαι δηλαδή;
    - Ως να σκεφτεί ο γνωστικός, ο τρελός πάει κι έρχεται βρεεεεε!

  2. «...Έβγαλα τα 20 χάνκεια λήμματα Β' διαλογής...» «...Αν δεν πρόκειται να γίνει η Β' διαλογή στο ορατό μέλλον, θα επιθυμούσα τα παρακάτω λήμματα απλά να διαγραφούν. Τα έχω διαλέξει έτσι ώστε να μην μετανιώσει κανείς, αν σβηστούν στη λήθη...»
    (Σχόλια απο ’δώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο γυμνασμένος τύπος που κάνει διατροφή και είναι στεγνός.

Ετυμολογικά προκύπτει από το μήλο του Αδάμ γνωστό και ως καρύδι, το οποίο παρόλο ότι είναι μεγαλύτερο στους άντρες και συνεπώς φαίνεται εντονότερα, συνήθως δεν είναι διακριτό παρά μόνο στους λεπτούς. Χρησιμοποιείται εξίσου και το υποκοριστικό καρυδάκι για να χαρακτηρίσει εκείνον που θεωρεί τον εαυτό του γυμνασμένο και συμπεριφέρεται επιδεικτικά μεν, εσφαλμένως δε, στο ασθενές φύλο.

Συνώνυμο με: στεγνός, σφίχτης.

  1. - Κοίτα το καρύδι πως κοιτιέται στον καθρέφτη!
    - Φέτες είναι ο πούστης!
    (Συζήτηση σε γυμναστήριο)

  2. - Ρε γελοίε, φοράς αμάνικο; Καρυδάκι!

Παραπλανητική πατέντα. (από Galadriel, 25/03/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο υπερβολικά γραμμωμένος τυπάς. Λέγεται και για μεμονωμένους μύες, π.χ. σφαγμένοι δικέφαλοι, σφαγμένα τετρακέφαλα κ.ο.κ.

Συνώνυμα που έχουν καταχωρηθεί:

  • φέτες. Παράγωγα: φετόνι, φέτας, φετιασμένος, φέτα Δωδώνης, φέτες καλοριφέρ
  • άγριος, αγριεμένος
  • στεγνός
  • ερπετό
  • τούμπανο (που συνήθως εκτός από γράμμωση έχει και σεβαστό όγκο).
  • χαρτί, κατά τον ορισμό του χρήστη anemelos. Αν και γενικότερης σημασίας, ο όρος ενδείκνυται σε μποντιμπιλντεράδικο context, καθότι παραπέμπει στο πολύ λεπτό τσιγαρόχαρτο με το οποίο μοιάζει το δέρμα των σφαγμένων.

    Συνώνυμα που δεν έχουν ακόμη καταχωρηθεί:

  • κομμάτιας (υπάρχει αλλά όχι με αυτή τη σημασία)

  • κομματιασμένος
  • γραμμένος (συντομευμένος τύπος του γραμμωμένος, παραπέμπει και στο γνωστό έγραψες!)
  • γράμματα / γράμματας (ομόηχο με το γάμα τα)

    Γιατί σφαγμένος; Μα, διότι ο πολύ γραμμωμένος άνθρωπας, που δεν έχει μείνει σταλιά λίπους επάνω του και όλοι του οι μύες διαγράφονται με ακρίβεια, είναι και καλά σαν να τον έχεις σφάξει και κατόπιν να τον έγδαρες. Να αφαίρεσες δλδ όλη την πέτσα και να έχεις πλέον μπροστά σου, φάτσα-φόρα, το θαύμα που λέγεται ανθρώπινο μυικό σύστημα. Κυριολεκτικά, ένα μάθημα ανατομίας.

Οι μπίλντερς χρησιμοποιούν τον όρο σφαγμένος και με μιά άλλη σημασία, διακριτή από την προκείμενη: σφαγμένος είναι και ο εγχειρισμένος, ο χειρουργημένος. Πολύ συχνά βέβαια συμβαίνει, ένας σφαγμένος-χειρουργημένος να είναι ταυτόχρονα και σφαγμένος-γραμμωμένος! Ένα σφαξιματάκι (λιποαναρρόφηση, αφαίρεση από το μαστό όγκων από γυναικομαστία κλπ) μπορεί να βοηθήσει πολύ στην απόκτηση της επίζηλης γράμμωσης.

Info: Tα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολύ της μοδός οι εκθέσεις «γλυπτικής» με υλικά πτωμάτων. Ανθρώπινοι και μη ιστοί (κυρίως μύες, αλλά και σπλάγχνα, κόκαλα, μάτια κλπ), καταλλήλως διατηρημένα, συνδυάζονται σε παράδοξες φρανκενσταϊνικού τύπου συνθέσεις. Η όλη φάση ξεκίνησε ως αμφιλεγόμενη καλλιτεχνία κι έτσι, πολύ σύντομα όμως εξελίχθηκε σε περιοδεύοντα shows, που αποφέρουν χρυσάφι. Λέγεται πως τα πτώματα παρέχονται από εκτελεσμένους καταδίκους που εμπορεύεται η κινεζική κυβέρνηση. Όποιος θέλει να δει μερικούς ορίγκιναλ τέτοιους σφαγμένους, μπορεί να ρίξει ένα βλέφαρο εδώ.

  1. - Μαλάκα μου που λες, ξεκίνησα γυμναστηριάκι φουλ. Παίρνω και πρωτεΐνες! Ως το καλοκαίρι θα είμαι σαν τον Αλέκο!
    - Welcome to the real world αγορίνα μου! Ο άνθρωπας γυμνάζεται απ' τα 13 του, έχεις δει πόσο σφαγμένος είναι; Εσύ τώρα βγήκες απ' τ' αυγό σου και θες να μας γαμήσεις κιόλας;

  2. - Και για λέγε καλή μου, πώς τα πάτε με το καινούργιο γκομενάκι σου το σφίχτη; Φαντάζομαι θα σ' έχει ζαλίσει να μιλάει για κρεατίνες και αμινοξέα και άλλα τέτοια κουλά.
    - Όχι ρε συ, είναι κουλ. Μόνο καμιά φορά όταν με γαμάει, μου λέει πόσο σφαγμένη κοιλιά έχω και πόσο τον καυλώνει. Είναι καλό τώρα αυτό;
    - Ε ναι βρε ζώον, αφού έκανες τόσα χρόνια ενόργανη. Ας μου το 'λεγε και μένα κανας άντρας αυτό και τι στον κόσμο...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες λαδοπoντικών:

A. [i]Λαδόποντιξ ο λίγδας[/i]

Ο εν λόγω 'πόντικας ενδέχεται να είναι λιγδοπρεπής επειδή:

  • Είναι εκ πεποιθήσεως άπλυτος και τσακωμένος με τα σαπούνια,
  • Επέλεξε λιγδογόνο επάγγελμα (πχ ψήστης, μηχανικός αυτοκινήτων, κα). Ανάλογα με τις διπλωματικές του σχέσεις με το Ρεξόνα, συχνά παραμένει λαδοπόντικας και εκτός ωραρίου,
  • Είναι βικτιμάς υπερβολικού τζελαρίσματος ή κακής χρήσης άλλου προϊόντος καλλωπισμού.

Β. Λαδο[i]ποντίξ ο τρωκτικός[/i]

Το λιγδερό λουκ δεν είναι ούτε απαραίτητη αλλά ούτε και ικανή συνθήκη για να χαρακτησιστεί τις λαδο[i]πόντικας[/I]. Οι κύριες υποκατηγορίες, σε αύξουσα σειρά κυριολεκτικής τρωκτικοσύνης, είναι:

  • Ο τσιφούτης γερολαδάς του χωριού, ο οποίος εκμεταλλεύεται την μονοπωλιακή του θέση πουλώντας ληγμένα γάλατα προς € 2 το λίτρο. Συνήθως λειτουργεί και ως τοκογλύφος ή/και παιδεραστής ή/και μαστρωπός του χωριού,
  • Το πάντα διψασμένο γιά έλαια κρατικό τρωκτικό (εφοριακός, ιατρός, πολεοδόμος, κλπ) που κάνει τον βίο αβίωτο σε όσους δεν το λαδώσουν με γρηγορόσημο,
  • Διάφοροι καθηγητάδες κ.α. pop ταγοί με αρρωστημένα μυαλά που ακατάσχετα παπαρολογούντα αναπόδεικτα μη-επιχειρήματα τους στο απυρόβλητο. Εκτός Ελλάδος (ίσως και Γαλλίας), αναγκαστικά θα ακολουθούσαν άλλο επάγγελμα,
  • Άτομα που σμιλεύουν την κοινή γνώμη, με κυρίαρχους τους μουμουέδες δημοσιοκάφρους οι οποίοι κυνικά παραδέχονται ότι έχουν, στην καλύτερη περίπτωση, σκοτώσει την μάνα τους,
  • Οι κακώς εννοούμενοι άρχοντες της πολιτικής, του κομματικού παρακράτους, της εκκλησίας και της αγοράς που νέμονταιτα δημόσια και κοινοτικά ταμεία εις βάρος του κερασφόρου φορολογουμένου.

A. Λάδοποντικες

- Ειχα και εγω CBR 400 RR και με εξαιρεση προβλημα με το ρευμα (ανορθωτες) δεν ειχε παρουσιασει τιποτα άλλο (...) σιγουρα μου εκανε ολα τα γουστα και χωρις να φτανω στα ραντεβου με τα πιπινια σαν λαδοποντικας...
(από εδώ)

- Κερι μαλλιων: Το χρησιμοποιουμε (με φειδω για να μην καταληξουμε σα λαδοποντικες).
(από εδώ)

Β. Λαδοπόντικες

- Σιχαμα, γαυρος, ψευτοδιανοουμενοαριστερος λαδοποντικας (της ρατσας Ψαριανου δλδ).
(από εδώ)

- Τα λεφτά που είναι; τα λεφτά που πήραν όσοι τα πήραν αυτοί οι κύριοι στην Ελλάδα από την ζίμενς αυτά που είναι; Εδώ μιλάμε για 200.000.000 εκατομμύρια ευρω λαδωμένα, ποίοι τα πήραν, πια κόμματα, πια αποκόμματα, ποιοι πολιτικοί είναι λαδοποντικες; Δεν με νοιάζει αν είναι πασόκος, νεοδημοκράτης, κουκουέ, σύριζα, Λαός, ΑΥΤΑ αν δεν βρεθούνε θα τα βρίσκετε μπροστά σας όλοι οι πολιτικοί όλων των κομμάτων, και όταν περνάτε από της εκλογικές σας περιφέρειες θα τρώτε πολλές ροχάλες...
(από εδώ)

- Εχουν πιαστει γιατροι με φακελακια, μηχανικοι να λαδωνονται στις πολεοδομιες, εφοριακοι, λαδοποντικες και σπανια καποιος απο αυτους απολυεται μετα απο πολυχρονες μαλιστα διαδικασιες.
(από εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που έχει τιγκάρει μέχρι αηδίας το δέρμα του με tattoo, σε φάση που μπορείς πλέον να τον ''διαβάσεις''. Κατέχει επαξίως τον τίτλο του κινητού επιγραφικού μνημείου.

Ως γνωστόν όμως, ο πανδαμάτωρ χρόνος που δεν αφήνει τίποτα όρθιο, δεν χαρίζεται ούτε στα tattoo, τα οποία μετά από καμιά πενταετία (άντε οκταετία, βαριά δεκαετία) έχουν θολώσει και φαίνονται σαν απομεινάρια από κουράδια..

Έτσι, η αποκατάσταση του αρχικού σχεδίου καθίσταται έργο δυσχερές, που θα απασχολήσει την αρχαιολογική έρευνα...

Μάθετε κι αυτό: την περίοδο της παντοκρατορίας του χιτλερικού Γ' Ράιχ, όσοι είχαν μαρκάρει την πέτσα τους, διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο να εξολοθρευτούν και το κεκοσμημένο δέρμα τους να χρησιμεύσει ως επένδυση πορτοφολακίου γερμανού αξιωματικού.

(διάλογος σε τατουατζίδικο)

Ο τατουατζής: Παίδες πως πάμε, διαλέξαμε σχεδιάκι ή ακόμα;
Οι παίδες: Ναι φίλε μου, εγώ αυτό το τραϊμπαλάκι θα κάνω, το παιδί θα ρίξει μια ματιά ακόμη...
Ο τατουατζής: Τέλεια! Δώστε μου μόνο και μια ταυτοτητούλα και προχωράμε.
Οι παίδες: ... δεν έχω μαζί μου...
Ο τατουατζής: Φίλε μου χωρίς ταυτότητα δεν μπορώ να ξέρω αν είσαι δεκαοχτώ... Για κάτω των δεκαοχτώ μόνο με έγκριση των γονέων... Αλλιώς μπορεί να έρθεις αύριο και να δεις το μαγαζί τυλιγμένο με κορδέλα, με πιάνεις έτσι;
Οι παίδες: Δεν παίζει πρόβλημα σου λέω...
Ο τατουατζής: Φίλε μου γίνε δεκαοκτώ και μια μέρα κι έλα δω να σε κάνω εφημερίδα, να μη σε γνωρίσει η μάνα σου. Ως τότε δεν μπορώ να κάνω κάτι. Οι παίδες: Γιατί;;
Ο τατουατζής: Γιατί έτσι λέει ο νόμος. Άδικος ο νόμος; Μαζί σου. Αν θες να πάμε να διαδηλώσουμε μαζί στο Σύνταγμα να αλλάξει, μέσα. Μη μου ζητάς τίποτα άλλο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η γυναίκα αστυνομικός. Προφανώς από την μπλε στολή.

-Με πήγανε στο στρουμφοχωριό, τρία στρουμφάκια και μια στρουμφίτα.
-Ο μπαμπα-στρουμφ ήταν εκεί;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μοιραία ο νους στο άκουσμα της λέξης πάει στον ανώτατο διπλωματικό αντιπρόσωπο της χώρας του σε μια ξένη χώρα. Οποία τιμή!

Έλα μου ντε όμως που εδώ τα πράγματα είναι διαφορετικά. Εδώ τα πράγματα δεν έχουν να κάνουν με τιμή, μα με «κατάντια». Στη συγκεκριμένη περίπτωση, μπορεί να αυτοαποκαλεστεί κάποιος πρέσβης, ή να αποκαλέσουμε κάποιον με μια δόση χιούμορ ή με μια δόση ελαφράς ειρωνείας έτσι, όταν αυτός είναι... πρεσβύωπας!!! Κάποιον δηλαδή που πάσχει από πρεσβυωπία!!!. Η πρεσβυωπία εκδηλώνεται συνήθως με το πέρασμα της ηλικίας.

Αν προσπαθήσουμε να βρούμε κάποια... ο Θεός να τα κάνει... κοινά σημεία, μεταξύ αυτών των δύο τύπων πρέσβη θα δούμε πως:

α) θεωρητικά τουλάστιχον έχουν κι οι δύό εμπειρία, αφού ο πρέσβης - πρεσβευτής τοποθετούμενος εκεί θα πρέπει να 'ναι σπίρτο μονάχο. Στην πράξη όμως τα κονέμετράνε. Ο δε πρέσβης - πρεσβύωψ, ένεκα που η πρεσβυωπία χτυπά τους σχετικά μεγαλύτερους στην ηλικία θα πρέπει λογικά, να μπορεί να λειτουργεί λόγω εμπειρίας ως γριά πουτάνα αφού σαράντα χρόνια... Ωστόσο υπάρχουν... και κάτι παλιμπαιδίζοντες ανώριμοι πουρέϊτζερ...

β) Ο πρέσβης - πρεσβύωπας πάλι, ενώ στα κοντά μπορεί να 'ναι γκαβαδίας ολκής, στα μακρυά αποδεικνύεται αετός. Ο πρέσβης - πρεσβευτής θα πρέπει, σε θεωρητική τουλάστιχον βάση, να βλέπει μακρυά.

γ) Και οι δύο αξιολογούνται και οι αξιολογήσεις αυτές επηρεάζονται από τις συγκυρίες (ως αιτίες ή ως αφορμές). Ο πρέσβης - πρεσβευτής αξιολογείται με όχι τόσο αξιόπιστα και έγκυρα κριτήρια λόγω κονέ και παρασκηνιακών ενεργειών (προκειμένου να προωθηθούν κάποιοι και να εκτοπιστούν κάποιοι άλλοι). Ο πρεσβύωπας αξιολογείται με αντικειμενικό τρόπο αφού η πρεσβυωπία κάποιου αποτιμάται μέσω μέτρησης των βαθμών πρεσβυωπίας (αντικειμενικά καθορισμένοι). Ωστόσο όμως και εδώ καραδοκεί η αναξιοπιστία της μέτρησης, αφού μπορεί π.χ. το όργανο να δείχνει εσφαλμένη μέτρηση (συνήθες πρόβλημα διακρίβωσης οργάνου).

  1. Δυο εξηντάρηδες πρώην συμμαθητές συζητούν:
    - Τα μαθες, ο Νώντας... ξέρεις ο παλιός μας συμμαθητής...
    - Ναι κατάλαβα. Τι συμβαίνει μ' αυτόν;
    - Έγινε πρέσβης.
    - Δε μας χέζεις ρε Νταλάρα. Πρέσβης αυτός; Για να γίνεις πρέσβης πρέπει να κάνεις ειδικές σπουδές, να 'σαι γατόνι και να μιλάς κομψά. Αυτός δεν έχει τίποτα από αυτά. Αυτός έμενε πάντα στην ίδια τάξη. Με το ζόρι τελείωσε το γυμνάσιο. Το νοητικό του επίπεδο είναι χαμηλότερο κι από επίπεδο μετροπόντικα. Μέχρι πρότινος ήξερα πως δούλευε στη λαχαναγορά, μιλάει σα νταλικέρης, φοράει πάντα τα χειρότερα ρούχα, ζέχνει σα μπακαλιάρος και γενικώς τσακώνεται μ' όλο τον κόσμο. Αυτός πρέσβης; Χα χα χα. Με τι προσόντα ρε όρνιο;
    - Κι όμως έχει ένα και καλό. Έχει 2,5 βαθμούς πρεσβυωπία.
    - Ε;
    - Κλείσ' το στόμα σου μη μπει καμιά μύγα. Μιλάς τόση ώρα σαν τον κώλο του κρυωμένου και δε σκέφτηκες το αυτονόητο. Όρνιο... ε όρνιο!

  2. Δύο γέροι συζητούν:
    - Άστα Μήτσο το γήρας ου γαρ έρχεται μόνο. Το πουλί μου έχει συρρικνωθεί τόσο. Δεν το βλέπω πια.
    - Τέτοια προβλήματα είχα κι εγώ. Μέχρι που πήγα σε έναν οφθαλμοντόκτορα. Με έχρησε πρέσβη. Κι από τότε το ταπεινό γαριδάκι μου φαίνεται σαν τηνπίτα του παππού.
    - Ε... κόψε κάτι.
    - Ε...τι να σου πω. Ελπίδα σου δίνω. Έτσι κι αλλιώς αυτή πεθαίνει τελευταία.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία