Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Το απόγειο διασκέδασης των προεφήβων στις δεκαετίες '70 και '80 ήταν τα συγκρουόμενα αυτοκινητάκια στο λούνα παρκ. Η πρώτη φορά που καθόσουν στο τιμόνι - και το μαγικό κουδούνι που έδινε ώθηση στο ηλεκτρικό αυτοκινητάκι, αφού έδινες την μάρκα στον χλεμπονιάρη υπεύθυνο. Χωρίς να έχουν τρελό γκάζι, με το κομπλέ ανάποδο διαφορικό για να πιάνει η όπισθεν, ήταν η χαρά του ατζαμή, καθώς σκοπός πέραν της οδήγησης ήταν και ο εμβολισμός κάποιου φίλου ή γονέα που ήταν σε ένα άλλο αυτοκινητάκι.

Στα δικά μας τώρα. Η έκφραση «συγκρουόμενα» αναφέρεται σε σταυροδρόμια, φανάρια, στροφές ή κακοφτιαγμένους δρόμους, όπου τα ατυχήματα είναι σε ημερήσια διάταξη. Ιδίως από οδηγούς που δεν γνωρίζουν τις παγίδες στα συγκεκριμένα επικίνδυνα σημεία.

- Ρε, τί έγινε; Διαφημίζεις τσιρότα;
- Άσ' τα να πάνε. Μια καρακάξα με διεμβόλισε έξω από την Πειραιώς, στην Πολυτεχνείου. - Α, εκεί στα συγκρουόμενα... Πάλι καλά την γλίτωσες. Εγώ είχα σπάσει πόδι εκεί. Φρόντισε ένας ταρίφας για αυτό.

(από electron, 18/02/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τσαρουχώνω τα φρένα, ή, συνεκδοχικά, το τσαρουχώνω (ενν. το αυτοκίνητο) σημαίνει φρενάρω δίχως αύριο, τερματίζω το πεντάλ των φρένων, συνήθως σε φρενάρισμα πανικού προ ιπποποτάμου.

- Τι έμαθα ρε, τροπέτο το σάξο του Μπάμπη;
- Τού 'βγαλε κώλο στη φουρκέτα, και, όπως είναι και άμπαλος, το τσαρουχώνει και αγόρασε οικόπεδο... Αυτός τη γλίτωσε μ' ένα χέρι σπασμένο.
- Η ζώνη σώζει ζωές όταν η μαλακία τις βάζει σε κίνδυνο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δύο δημόσια έγγραφα γίνονται al dente αν το απαιτήσει η κατάσταση: η ταυτότητα και το διαβατήριο.

1. Στην έκφραση "με την ταυτότητα στα δόντια"

α) Η οδήγηση στα όρια, με ελιγμούς λίαν απαιτητικούς σε ικανότητα και ταχύτητα αντίδρασης. Αλλά και με την ψυχή στο στόμα, με τρομερό άγχος, με ακραιφνή ένταση λόγω της συναίσθησης του επαπειλούμενου κινδύνου.

i. Από εδώ:
Εάν δεν σκοπεύεις να χρησιμοποιείς το ποδήλατο υπό βροχή ή υπό υγρές συνθήκες τότε θα σου πρότεινα ένα ελαστικό slick και σχετικά μικρού φάρδους. Ναι, στον χειρισμό του στο όριο ενδεχομένως να είναι πιο απόλυτο αλλά μην ξεχνάμε ότι το χρησιμοποιείς μέσα στην πόλη και όχι σε κάποιο μονοπάτι. Ούτε πας να κατέβεις την Πάρνηθα με την ταυτότητα στα δόντια...

ii. Από εδώ:
αν είσαι cool enough ή έχεις φάει την ζωή σου σε κόντρες ή στρίψιμο με την ταυτότητα στα δόντια και τα βαριέσαι όλα αυτά τα χαριλίκια μπορείς απλά να απέχεις [...] δεν χρειάζεται να δείχνεις πόσο γρήγορος είσαι συνέχεια.

iii. Από εδώ:
Χίλια περαστικά στο παλικάρι και μακάρι να μην έχει τίποτα σοβαρά χτυπήματα. Το συγκεκριμένο μέρος πάντως (όπως και πολλά άλλα στην Εθνική μας, ο Θεός να την κάνει) είναι για να περνάς με την ταυτότητα στα δόντια.

β) Πιο δόκιμα/κυριολεκτικά: Σε ετοιμότητα να αποδείξω το όνομα ή κάποια ιδιότητά μου σε κάποιο όργανο εξουσίας, κρατικής (όπως ο αστυνομικός) ή άλλης, ιδίως όταν αυτή η ετοιμότητα επιβάλλεται καταπιεστικά. Βρίσκομαι υπό το καθεστώς ενός αδίκως αιωρούμενου ελέγχου και μιας σκιώδους απαίτησης σε αχρεώστητη απολογία.

i. Από εδώ:
Σε μια πρωτοφανή και άκρως ρατσιστική ενέργεια η ΕΠΟ ζητούσε ταυτότητα για να πάρεις εισιτήριο. Και λέω ρατσιστική, αφού έπρεπε να είσαι (σύμφωνα με την ΕΠΟ...) Έλληνας πολίτης για να πάρεις εισιτήριο. [...] Αφήστε που είδαμε ρεπορτάζ γεμάτα «εθνική περηφάνια», όπου χιλιάδες άνθρωποι περίμεναν υπομονετικά ώρες ατελείωτες για να πάρουν ένα εισιτήριο. Με την ταυτότητα στα δόντια, βεβαίως, βεβαίως...

ii. Από εδώ:
Ανεξάρτητος πολίτης δε σημαίνει υπεράνω κοινωνικής τάξης, απολίτικος ή κάτι παρόμοιο. Απλά δεν είμαστε όλοι υποχρεωμένοι να κυκλοφορούμε με την κομματική μας ταυτότητα στα δόντια ανά πάσα στιγμή.

iii. Από εδώ:
Τι έγκλημα κατά της δημοκρατίας έχει κάνει και πρέπει ανά πάσα στιγμή να αποδεικνύει τα πολιτικά του φρονήματα; Με ποια λογική πρέπει να περπατάει με την ταυτότητα στα δόντια κάθε φορά που γίνονται επεισόδια;

γ) Εκ του β. Σε ετοιμότητα γενικά, απέναντι σε απρόβλεπτες καταστάσεις, με διάθεση περιπέτειας.

Από εδώ:
- [...] Αν ναι, δώσε «γραμμή» μήπως πάμε παρέα!
- o.k. την ταυτότητα στα δόντια και όπου μας βγάλει , σκέπτομαι για Πέμπτη 4/12 απόγευμα.

2. Στην έκφραση "με το διαβατήριο στα δόντια"

Έτοιμος να εγκαταλείψω την χώρα, ιδίως για να διαφύγω τον κίνδυνο ή τις υποχρεώσεις που η παραμονή μου σε αυτή συνεπάγεται. Συνήθως συμβαδίζει με άτακτη εγκατάλειψη της έως τότε εθνικιστικής μου ρητορικής.

i. Από εδώ:
Αφού είναι όλα έτσι απλά πουλήστε τα όλα. Μετοχές, ομόλογα, ακίνητα (θα τα βρείτε τζάμπα αργότερα αν επαληθευτούν όλα αυτά) το διαβατήριο στα δόντια και δρόμο. Διακοπές διαρκείας.

ii.Από εδώ:
Μα τι καραγκιόζης είσαι ρε που θα μιλήσεις για προδότες ανιστόρητε βλακοηλίθιε στρατοκαύλε πανίβλακα που αν γινόταν κανένα τσαφ θα έφευγες εσύ και οι όμοιοί σου με τα σώβρακα και το διαβατήριο στα δόντια.

Η προέλευση της έκφρασης σαφής: σε καταστάσεις αναταραχών, πολέμων, προσφυγιάς και παρόμοιων καταστροφών, αρπάζεις με τα δυο σου χέρια ό,τι μπορείς, παιδιά, βαλίτσες κλπ και τρέχεις πανικόβλητος σε πρεσβείες, σε αεροδρόμια, σε συνοριακούς σταθμούς, μετά τα οποία ελπίζεις ότι θα βρεθείς σε ασφαλές περιβάλλον. Είναι τόση η βιασύνη και η ταραχή σου αλλά και τόσα πολλά τα σημεία ελέγχου που, ελλείψει ελεύθερων χεριών, το διαβατήριο το σφίγγεις αναγκαστικά στα δόντια, σε ετοιμότητα να το επιδείξεις σε οποιονδήποτε μπορεί να σε περάσει στην άλλη μεριά, γινόμενος έτσι ο σωτήρας σου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το θρυλικό Volkswagen Beetle (το ορίτζιναλ προπολεμικό, όχι αυτή η σαχλαμάρα που βγάλανε το 1998), άλλως γνωστό και ως σκαραβαίος ή σκαθάρι.

Σκαραβαίος είναι ο πιο επίσημος όρος και σκαθάρι είναι η πιο ακριβής μετάφραση, αλλά «κατσαριδάκι» είναι ο πιο συναισθηματικός και γούτσου-γούτσου τρόπος να αναφερθείς σ' αυτό το γλυκύτατο αυτοκίνητο. Είναι επίσης και ο συχνότερος (άλλωστε, η ταινία της Disney «Herbie the Love Bug», με τα κάμποσα sequel, μεταφράστηκε «Κατσαριδάκι, αγάπη μου»).

Η λέξη «κατσαριδάκι» βγαίνει απ' την κατσαρίδα (λόγω σχήματος, και καλά), και αυτό αμέσως-αμέσως συνεπάγεται: «ρε, δε σε παίρνει κανείς στα σοβαρά». Έχει όμως την κατάληξη -άκι, που είναι το κατεξοχήν χαϊδευτικό. Και όλο μαζί καταλήγει σε ένα σημαίνον που συμπίπτει εντυπωσιακά με το σημαινόμενο: κάτι που είναι σαράβαλο, αλλά το αγαπάς.

Βασικά τεχνικά χαρακτηριστικά:

Πισωκούνα, άνετο τιμόνι αναλογικά (τεράστιο γαρ), sui generis κιβώτιο (η όπισθεν είναι πατητή και πίσω δεξιά), χαμηλό αμάξωμα που βρίσκει στους πετρόδρομους, μεγάλο ύψος για να σε παίρνει ο αέρας όταν φυσάνε τα μποφόρια κάθετα, αερόψυκτο, κάπου 1000-1500 κυβικά, χαρακτηριστικός ήχος (γρρρρρρούμπουγκρούμπουγκρούμπου), καίει τα κέρατά του, τα πάντα είναι απλές και γερές κατασκευές που όμως ενδέχεται να σου μείνουν στο χέρι λόγω παλαιότητας... Και πάλι, μιλάμε για ένα αμάξι-σκυλί, που τσουλάει και σε πάει εκεί που θες, ακόμα κι αν έχει κλείσει τα 50. Μακάρι κι εμείς στα χρόνια του έτσι...

Για ιστορική αναδρομή και τεχνικότερα χαρακτηριστικά (μηχανές, μοντέλα, εργοστάσια, πειράγματα, φτιαξίματα, βαψίματα, μηχανές Πόρσε, σκορ στο Παρίσι-Ντακάρ κλπ), ανοίχτε καμιά Wikipedia.

[όλα τα παραδείγματα βγαλμένα απ' τη ζωή]

  1. - Χτες το κατσαριδάκι μου μ' έκανε περήφανη! (σνιφ)
    - Τι έκανε;
    - Έσπασε όλα τα ρεκόρ ταχύτητας, και έκανα και διπλή προσπέραση στην εθνική!
    - Τι ταχύτητα δηλαδή;
    - 115 χιλιόμετρα την ώρα!
    - ...
    - Υπενθυμίζω ότι το κοντέρ τερματίζει στα 120. Και το κοντέρ είναι κυριολεκτικά μια οδοντογλυφίδα μπροστά από ένα χαρτονάκι, έτσι;
    - Και η προσπέραση;
    - Ήταν ένα φορτηγό που σερνότανε, κι από πίσω ένα Ραλλί κωλοφτιαγμένο που όλο πήγαινε να προσπεράσει κι όλο κώλωνε ο χέστης. Εγώ λοιπόν έρχομαι από πίσω με ευνοϊκό άνεμο, κατηφόρα, επιτάχυνση, και δυο-τρία χιλιόμετρα φόρα επειδή είχε άπλα ο δρόμος. Και σανιδώνω που λες, και προσπερνάω το Ραλλί που πήγαινε να προσπεράσει το φορτηγό!
    - Εύγε...
    - Βέβαια, αυτά δεν ξαναγίνονται, ήταν υπό ιδανικές συνθήκες. Επίσης, μετά απ' όλ' αυτά, πάλι με άφησε, ένα τετράγωνο πριν το σπίτι μου.
    - Αχ το καημένο το κατσαριδάκι τι τραβάει....

  2. Ρε συ, αυτά τα καινούργια αμάξα, πολύ περίπλοκα πράματα, δε βρίσκω τίποτα μες στη μηχανή. Ενώ το κατσαριδάκι ήταν σαν παιχνίδι. Όλα φάτσα φόρα. Για να ρυθμίσεις το ρελαντί, ήθελες ένα κατσαβίδι. Για να ρυθμίσεις κατά πού κοιτάνε τα φώτα, ήθελες ένα κατσαβίδι. Για να καθαρίσεις φίλτρα, ήθελες ένα κατσαβίδι. Για να αλλάξεις πλατίνες, ήθελες ένα κατσαβίδι. Για να αδειάσεις λάδια, ήθελες ένα κατσαβίδι. Το ίδιο κατσαβίδι!

  3. - Ναι χαίρετε, ΕΛΠΑ εκεί;
    - Μάστα.
    - Ξέρετε, είμαι συνδρομήτρια, και...
    - Α, το άσπρο κατσαριδάκι! Πάλι έμεινε;
    - Ε, ναι... Μα πού το ξέρατε ότι ήμουν εγώ; Δεν πρόλαβα να σας δώσω ούτε στοιχεία ούτε τίποτα!

(όταν οι ΕΛΠΑτζήδες -που είναι και πολλές βάρδιες οι άνθρωποι, δεν είναι ένας νύχτα-μέρ - σε αναγνωρίζουν κατ' ευθείαν απ' τη φωνή, κάτι κάνεις λάθος)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στρίβω το τιμόνι.

- Κόψε κόψε κόψε κόψε… ΟΠΑ! Ίσιωσε τώρα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Φορητό μικρό ηλεκτρικό ματάκι με πρίζα για το μπρίκι του καφέ.

  2. Είδος μικρού πυροτεχνήματος που σέρνεται φλεγόμενο στο έδαφος και σφυρίζει.

  3. Μηχάνημα - φορτωτάκι, άλλως εκσκαφάκι, πιο επίσημα φορτωτής πλάγιας ολίσθησης, αγγλιστί skid street loader. Πρόκειται για μικρό αυτοκινούμενο μηχάνημα, με τετράτροχη κίνηση στους δεξιούς και αριστερούς τροχούς, η οποία του επιτρέπει να είναι εξαιρετικά ευέλικτο, μέχρι και να κάνει πιρουέτες. Φέρει δυο βραχίονες, στους οποίους προσαρμόζεται ότι χωράει ο νους του ανθρώπου, φαγάνα, εκχιονιστήρας, χορτοκοπτικό, μπετονιέρα, πηρούνια και άλλα 16 που αναφέρει η Wikipedia και δεν ξέρω τι σημαίνουν.

  4. Χημικό καθαριστικό για λεκέδες ρούχων.

  1. - Ρε συ δεν έχεις κανένα γκαζάκι να κάνω τον καφέ, μ’ αυτό το διαβολάκι δέκα ώρες θα κάνω.
    - Το διαβολάκι κάνει το καλό καϊμάκι.

  2. Μια φορά Πάσχα, μετά την Ανάσταση, έχω κατέβει αρματωμένη (όπως κάθε Νησιώτισσα/ης που σέβεται τον εαυτό της/του) με καμιά εικοσαριά γουρούνες, διαβολάκια και συνδυασμούς των παραπάνω. (Τρεις γουρούνες μαζί δεμένες με μονωτική, γουρούνες με διαβολάκια για μίτσες, απλά πράγματα ψιλοετοιματζίδικα. Παλιά με τα αδέρφια μου φτιάχναμε τα δικά μας τρίγωνα κλπ, αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία). εδώ.

  3. Εδώ είναι η λίστα των αγγελιών από την κατηγορία διαβολάκια που προέρχονται από Ιταλία. Μπορείτε να ταξινομήσετε μεταχειρισμένα διαβολάκια ανά τιμή, έτος παραγωγής ή μοντέλο. Παρακαλούμε χρησιμοποιήστε την πλοήγηση στην αριστερή πλευρά για να περιορίσετε την αναζήτησή σας. Μπορείτε να διευρύνετε την αναζήτησή σας για διαβολάκια που προέρχονται από άλλες χώρες.εδώ.

  4. Πώς καθαρίζει το ρετσίνι απ' τα ρούχα;
    Προσπάθησε να δοκιμάσεις το διαβολάκι του λεκέ.

Άσχετο αλλά ωραίο. (από joe909, 16/08/11)(από joe909, 16/08/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτοκίνητο όχημα το οποίο χρησιμοποιείται σε αγροτικές εργασίες και διαθέτει προσαρμοσμένη καρότσα στο αμάξωμα.

Είναι σκληροτράχηλα οχήματα που οι κάτοχοι τους κοκορεύονται ότι δεν έχουν βάλει λάδι και νερό εδώ και είκοσι χρόνια. Στο εσωτερικό μπορείς να βρεις λογαριασμούς, αποδείξεις, μισοάδεια (ή μισογεμάτα) μπουκαλάκια με νερό ή ξεθυμασμένο πιοτό, σακούλες, κέρματα, βίδες, εργαλεία, παπούτσι κ.α.

Αν μιλάμε για κλασικές εικόνες τότε σίγουρα είναι όχημα τ. Ντάτσουν. Πιθανότατα διαθέτει αρκετά σημάδια κακομεταχείρισης - όπως αναρίθμητα βουλιάγματα και τρακαρίσματα - αλλά και αρκετές ενδείξεις φροντίδας με κλασσικότερη το μπογιάντισμα σημείου ή επιφάνειας με εμφανείς πινελιές, για την αποφυγή σκουριάσματος.

Σε άλλη περίπτωση παρατηρούμε μια πολυφωνία ανταλλακτικών στο όχημα: το ανταλλακτικό (πόρτα, καπό κ.α.) μπαίνει όπως έχει αγοραστεί, ανεξαρτήτως χρώματος, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα αυτοκινούμενο ουράνιο τόξο.

Επίσης, σε περιπτώσεις όπου το αυτοκίνητο είχε αγοραστεί για «καλό» ενώ τώρα έχει καταλήξει να κάνει όλη τη χαμαλοδουλειά, υπάρχουν απομεινάρια της παλιάς καλής του εποχής όπως διακοσμητικό σεμεδάκι στο ταμπλό, αυτοκόλλητες εικονίτσες της Παναγίας, καλύμματα καθισμάτων από ξύλινες χάντρες ενώ στον καθρέφτη μπορεί κανείς να βρει κρεμασμένα λούτρινα ζάρια, λαγοπόδαρα, cd κ.α..

Στις μέρες μας οι σύγχρονοι «αγρότες» έχουν μεταμορφωθεί σε μυώδη κτήνη τ. Ναβάρα 4x4 και θυμίζουν ελάχιστα τους παλιούς κλασικούς. Συνήθως στην καρότσα διαθέτουν αυτοσχέδιο σκυλόσπιτο με τρυπούλες για τον αέρα, αυτοκόλλητα με μπεκάτσα ή τσίχλα και στην χειρότερη να είναι λασπωμένα από την κορυφή ως τα λάστιχα με μόνο καθαρό σημείο την τροχιά των υαλοκαθαριστήρων.

- Έλα, μ' ακούς; δεν έχω σήμα και θα τελειώσει η μπαταρία! Έχω μείνει με το παπί από λάστιχο και βενζίνα στα αγριόματα πάνω απ' το χωράφι του κυρ 'μίλιο.
- Καλά, κλείσε. Θα 'ρθω να σε πάρω με τον αγρότη.
- Έλα, μ' ακούς; Ναι!

Ο αγρότης τότε (από PUNKELISD, 22/08/11)Ο αγρότης τώρα (από PUNKELISD, 22/08/11)

βλ. και αγροτικό

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Κλασικό, κυρίως καλοκαιρινό φαγητό που αποτελείται από γεμιστές μελιτζάνες με κιμά, το σχήμα και το χρώμα του οποίου θυμίζει μικρού μεγέθους υποδήματα.

Εν ολίγοις κόβουμε μελιτζάνες κατά μήκος και τις αδειάζουμε για να τις γεμίσουμε με κιμά, τον οποίο τσιγαρίζουμε με λάδι και κρεμμύδι και τον σβήνουμε με κρασί, ενώ προσθέτουμε ντομάτες ψιλοκομμένες, αλάτι, πιπέρι, κανέλα και μπαχάρι. Τέλος βάζουμε από πάνω ότι τυρί που λιώνει και ψήνουμε στους 180 βαθμούς μέχρι να να ψηθούν οι μελιτζάνες.

  1. Ελαστικά επιθέματα που βρίσκονται στους σιαγόνες των φρένων των ποδηλάτων και τα οποία εφάπτονται με πίεση επί της στεφάνης στη ζάντα του τροχού κατά το φρενάρισμα, δημιουργώντας έτσι μέσω της τριβής, σημαντική επιβράδυνση.

Με λίγη φαντασία τα επιθέματα αυτά θυμίζουν μικρού μεγέθους υποδήματα.

Συνώνυμα: τακούνια, τακάκια.

  1. Κλασική κι αγαπημένη συνταγή! Έτσι ακριβώς κάνουμε κι εμείς τα παπουτσάκια, μόνο που δεν ξεπικρίζουμε ποτέ τις μελιτζάνες. (εδώ)

  2. Αν λάδι ή γράσο έρθει σε επαφή με τα παπουτσάκια θα πρέπει να τα αντικαταστήσετε, διαφορετικά ενδέχεται να μην λειτουργούν (εδώ)

Ακριβώς αυτό. (1) (από PUNKELISD, 03/11/11)Ακριβώς αυτό. (2) (από PUNKELISD, 03/11/11)(από GATZMAN, 04/11/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Σταματάω απότομα το εν κινήσει όχημά μου, φρενάροντας. Αυτό συμβαίνει όταν εμφανίζεται ένα ξαφνικό εμπόδιο, ή αν είμαι άτσαλος αρχάριος οδηγός.

Αντίθετο του σανιδώνω.

  1. Κατά τ' άλλα, η λέξη είναι περασμένη στα λεξικά και είναι συνώνυμη του μένω Προκόπης και των συναφών λημμάτων.

1.α. Το κοκάλωσε μες στη μέση, σταμάτησα με το ζόρι και τον πλάκωσα στις κόρνες, όταν πήγα δίπλα και του την είπα γέλαγε ειρωνικά και κοίταγε με απάθεια.

1.β. Αφού προχωράει λίγο το λεωφορείο, το κοκαλώνει ξαφνικά (δεν ήταν σε κεντρικό δρόμο αλλά σε στενό -ούτε καν σε στάση δεν ήταν εκεί που το κοκάλωσε), ανοίγει τις πόρτες και μου φωνάζει άγρια να κατέβω κάτω!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μάλλον παλιομοδίτικο σλανγκορήμα που έχω δεκαετίες να ακούσω να χρησιμοποιείται στην καθημερινή ομιλία. Επειδή τα φράγκικά μου είναι μάλλον φτωχά, άνοιξα κι εγώ το Le Petit Robert όπου και έμαθα τα εξής ενδιαφέροντα:

Το ρήμα adresser σημαίνει μεταξύ άλλων α) εξαπολύω πλήγμα προς κάποια κατεύθυνση και β) παραπέμπω σε αρμόδιο (και, συνεκδοχικά, λέω εγώ τώρα, καθοδηγώ/υποδεικνύω σε κάποιον την ενδεδειγμένη ενέργεια). Προφάνουσλυ, από αυτή την δεύτερη έννοια προκύπτει και η σημασία εκπαιδεύω που έχει το ρήμα, γούτσου-γούτσου το καλό σκυλάκι, άμα δεν μού φέρεις τις παντόφλες μου δεν έχει κοκό.

Αν και, όπως ελέχθη, η χρήση του ρήματος έχει μάλλον υποχωρήσει έως εξαφανιστεί στον καθημερινό λόγο, εν τούτοις αυτό διασώζεται ακόμα στο νέτι και με μιά τρίτη σημασία, την οποία ομολογώ ταπεινά (είμαι ένα άθλιο φίδι) πως αγνοούσα. Αυτήν της επένδυσης / επικάλυψης κάποιας επιφάνειας με κάποιο υλικό, έννοια η οποία όμως πρέπει να ανάγεται στο αγγλικό ρήμα to dress. Επειδή όμως εδώ μπαίνουμε σε τεχνικά θέματα, να υπενθυμίσω ότι σας έχω ματαίως ξαναζητήσει να μη με μπλέκετε σε τέτοια δύσκολα.

  1. [...] (ο Πολυδεύκης) του ντρεσάρει ένα κροσέ, πάρτον κάτω τον Άμυκο και μάλιστα νεκρό. Έτσι καθαρίζουνε τα παλληκαράκια.

(Από μνήμης αυτό, από την Ελληνική Μυθολογία του Τσιφόρου. Δεν ξέρω πότε ακριβώς την έγραψε, αλλά σίγουρα θα είχε αντικειμενική, σοβαρότατη δυσκολία να τη γράψει μετά το 1970 αν με εννοείτε...).

ΜΕΘΟΔΟΣ ΡΑΠΙΣΜΑΤΟΣ 1) Low Tech
ΧΑΣΤΟΥΚΙ -ΣΥΝΟΔΕΥΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ «ΝΑ ΣΟΥ ΝΤΡΕΣΑΡΩ ΚΑΜΜΙΑ ΜΑΠΑ».
ΣΕ ΜΕΤΡΙΑ ΑΝΕΠΤΥΓΜΕΝΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΣΥΝΔΕΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ «ΠΑΛΙΚΑΡΙΑ»! εδώ.

ΘΕΕ ΜΟΥ ΚΑΙ ΤΙ ΔΕ ΘΑ ΕΔΙΝΑ ΓΙΑ ΝΑ ΜΟΥΝ ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΣΟΥ ΗΛΙΑ ΝΑ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΤΗΣ ΝΤΡΕΣΑΡΩ ΤΙΣ ΜΑΠΕΣ ΠΟΥ ΤΗΣ ΑΞΙΖΟΥΝ
(κι αυτό διαδικτυακό).

  1. Ο ΝΤΡΕΣΑΡΙΣΜΕΝΟΣ ΑΝΤΡΑΣ. Είναι, άραγε, η γυναίκα υποδουλωμένη στην καταπιεστική εξουσία των ανδρών; Παρ' όλο που είναι φεμινίστρια, η Εστέ Βιλάρ υποστηρίζει το αντίθετο: Υποδουλωμένος είναι ο άνδρας, που αμείλικτα τον «εκμεταλλεύεται» η γυναίκα. «Από μικρό τον μαθαίνουν να υπακούει στη γυναίκα: στη μητέρα του, στη συμβία του και μητέρα των παιδιών του αργότερα. Η γυναίκα με την κατάλληλη χρησιμοποίηση του σεξ, δαμάζει τον άντρα της, τον ντρεσάρει να κάνει ότι θέλει. Ικανοποιεί τις σεξουαλικές ορέξεις του, με αντάλλαγμα την εξασφάλιση της διατροφής και της συντήρησης της δικής της και των παιδιών της». εκεί.

  2. Εγω στο superb το περναω με μικροϊνα και νερο και λαμπει μεσα!! Οταν παρω το 303 Aerospace θα το ντρεσαρω και θα ηρεμησω απο τη σκονη!!!!!

[...] Επειδη θελω να ντρεσαρω και εγω τα δικα μου..Στην αρχη με τι τα καθαρισες; Εβαλες καθολου apc; [...] Μηπως θελουν λιγο apc πριν μπει το dressing ωστε να κολλησει καλα;

(Από ιντερνετικό αραμπαδο-φόρουμ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία