βλ. λήμμα πιπού
βλ. λήμμα πιπού
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Τα πολύ παχειά χείλη, αυτά που σε κάνουν να σκεφτείς ότι η γκόμενα που τα έχει κάνει καλές πίπες. Ο όρος χρησιμοποιείται κοροϊδευτικά για τις γυναίκες που έχουν φουσκώσει τα χείλη τους με σιλικόνη κλπ.
- ...και από κει που δεν είχε στόμα, έσκασε μύτη με κάτι τσιμπουκόχειλα!
- Καλή;
- Τέρας, σου λέω! Στα εξήντα της;;;
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Όπως παρατήρησε ο acg, το λήμμα «τσιμπουκώνω» είναι το πλέον θεμελιώδες που λείπει απ' το slang.gr και γι' αυτό, αλλά και για να γιορτάσω τα 10.000 λήμματα του σάιτ μας, και για να αποτινάξω την υποψία ότι είμαι Σλανγκοφοριάζουσα αποφάσισα να κάνω έναν κατάλογο των συνωνύμων του τσιμπουκώνω, κατά το πρότυπο παρόμοιων λιστώνε που είναι της μοδός. Το πρώτο πρόσωπο στα παρακάτω είναι καθαρά γραμματικό, για να μην παρεξηγούμαστε...
Ακόμη δεν καταλάβατε τι είναι το τσιμπουκώνω;;;
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
Το τσουλί, η τιποτένια γυναίκα.
-Τι έμαθα ρε συ, χώρισες;
- Άει μωρέ με το τσόλι που πήγα και έμπλεξα, τι θες να έκανα…
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ένεκα η λαϊκή δοξασία-δεισιμαλακία ότι από το πολύ το τίκι τάκα τυφλώνεσαι, το ρήμα τυφλώνομαι μπορεί να κρύβει υπόνοια αυνανισμού, αν τα συμφραζόμενα το επιτρέπουν.
- Τι έγινε, βρήκε γκόμενα αυτός;
- Μπααα, το πάει ντουγρού για τύφλωση.
από σχόλιο εδώ, να αυτοδιαφημιστούμε και λίγο:
έτσι κ αλλιώς στ @@ μου, αυτός θα τυφλωθεί στο τέλος. αν είναι να είσαι κομπλεξικός, κάν' το σωστά τουλάστιχον.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Ένας άλλος τρόπος να πούμε τη λέξη «υπάρχει».
Δασκάλα: Παιδιά πείτε μου μία λέξη από φι.
Τοτός: Κυρία, κυρία!
Δασκάλα: Πες Τοτέ.
Τοτός: Φούτσα κυρία!
Δασκάλα: Μα Τοτέ, δεν υπάρχει αυτή η λέξη...
Τοτός: Υφάρχει, υφάρχει...!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Φάε λάδι και έλα βράδυ να σου ξηγηθώ αλφάδι!
Αναφέρεται στη μείωση της τριβής λόγω λιπαντικού κατά την επαφή (συνήθως από τη πίσω πόρτα). Εναλλακτικά, «βάλε λάδι».
- Εμένα να προσέχεις πως μου μιλάς, δε σε 'χω και τίποτα, να ξες...
- Θα με κλάσεις! Φάε λάδι και έλα βράδυ...
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
Μοντέλα πρωινάδικουπου χρησιμεύει ως γλάστρα και περνά τον τηλεοπτικό της χρόνο επιδεικνύοντας στον αδηφάγο τηλεοπτικό φακό τα μπούτια της (φαίνω + μηρός).
Φαινομηρίδες της αρχαιότητας οι σημερινές … μινιφορούσες; (από το σάη-πακέτο)
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Αυτός που σαβουριάζει ό,τι φαγητό βρει μπροστά του, ιδίως τα βρώμικα, π.χ. σουβλάκια και πίτσες.
- Ρε μαλάκα, τον είδες τον Βαγγελάκη πόσο πάχυνε;
- Λογικό είναι ρε φίλε, αφού είναι του πούτσου φασφουντάς.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Κλασικό κράξιμο σε βάρος γκέηδων ή θηλυπρεπών αγοριών.
Αποδίδεται σε παλαιό στρατιωτικό καψόνι (που παίζει να είναι και αστικός μύθος) όπου σαδιστές καραβανάδες ή / και λέουρες εξανάγκαζαν ύποπτες ψαρούκλες να κλάσουν μέσα σε ένα ταψί με αλεύρι ή στάχτη. Βάσει της διαμέτρου του κρατήρα προέκυπτε επιστημονικά το κατά πόσο η αγορίνα την έκαιγε τη βάτα.
Εναλλακτικά: το τεστ με το ταψί και τη στάχτη.
- Ή έκφραση μακριά από τον κώλο μου κι όπου θες χώσου! ξεκινάει, ίσως από την παροιμία: όξω ψωλή, άπ' τον κώλο μου, κι ας πάει στή μάνα μου! Οι πειραχτικές εκφράσεις: φέρτε το ταψί με τ' αλεύρι! (ή - τη στάχτη!) - κ α ί - φέρτε το κωλόμετρο! δεν χρειάζονται ιδιαίτερες επεξηγήσεις...
(Ηλίας Πετρόπουλος, «Το Μπουρδέλο»)
- [Βράστα] Αγνοώ τα εσώψυχα του και φυσικά δεν τού έχω κάνει το παροιμιώδες τεστ με το ταψί και την στάχτη. Φρονώ όμως ότι έχεις πέσει εντελώς μα εντελώς έξω «ὡσαναφορά» τον προσανατολισμό του.
- [J.B.] ΥΓ το τεστ με το ταψί και τη στάχτη τι είναι;
- [Χεσούς] ο κλασσικός αστικός μύθος για το στρατό: σου βάζουν στάχτη σ' ένα ταψί κ κλάνεις από πάνω. απ' τη λακκουβίτσα που κάνεις καταλαβαίνουν άν τον παίρνεις ;)
(εδώ)
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!