Κιτρινιάρης, χλωμός.

Υπερθετικός: Ο χλεμπόνας, η χλεμπόνα.

Δεν κοιτάει τα μούτρα του στον καθρέφτη, ο χλεμπονιάρης;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ή σίσκατος.

Ο υπερβολικά «χεσμένος» από το φόβο του. Συνώνυμο της φράσης -γενικής προσδιοριστικής: πάει το σκατό στην κάλτσα.

Πιθανή ετυμολογία:

  1. Εκ των συν + σκατά, ήτοι πλεόνασμα σε σκατά.

  2. Εκ των συς (αρχαϊστί «κάπρος-χοίρος») + σκατά, ήτοι, τα σκατά του κάπρου-χοίρου, δηλ. υπερβολική ποσότητα, χείριστη ποιότητα (ίδε και παρά του Δασκάλου Λάσκου: «συγ-γνώμη = συς-γνώμη = γνώμη χοίρου»).

  3. Εκ των σις (τουρκιστί «χοιρινό» που γίνεται κεμπάπ, ή κιοφτέ) + σκατά, δηλ. σκατά μαγειρεμένα.

Άκου και Coil «Scatology».

Αμάν, Παναγίτσα μου! Τι τρομάρα ήταν αυτή! Φτηνά τη γλιτώσαμε, κι ακόμα τρέχουμε, οι σύσκατοι! Θα κάνουμε καιρό να το ξεπεράσουμε!

Δες και σύσκατα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οικιακό σκεύος της υψηλής κοινωνίας του περασμένου αιώνα, σε σχήμα χωνιού (όπως το χωνί στα παλιά γραμμόφωνα), το οποίο χρησίμευε στο να διοχετεύει τη βρώμα μιας κλανιάς που έπεφτε κάτω από τα σκεπάσματα, μακρυά από το κρεβάτι. Στις μέρες μας ο όρος χρησιμοποιείται υποτιμητικά για γυναίκες που πέφτουν στις παρακάτω κατηγορίες: μπάζο, σαύρα, μπουρούχα, γενικά γυναίκες που είναι για κλάσιμο μόνο και τίποτε άλλο.

(Σε δημοπρασία στο Sotheby's του Λονδίνου)

Το επόμενο αντικείμενο της συλλογής Γλύξμπουργκ, νούμερο 324 στους καταλόγους σας, η χειροποίητη ασημένια κλανιόλα του Βασιλέως Γεωργίου του Β', κατασκευασμένη από τον οίκο Bochler (μπόχλερ) του Αμβούργου το 1894. Τιμή εκκίνησης 75000 στερλίνες. Ακούω 75000;

βλ. και κλανοπότηρο

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δηλωτικά, σημαίνει την σερβιέτα, το πανί περιόδου. Συνυποδηλωτικά, όμως, σημαίνει τη γυναίκα-σίχαμα ή απλά μη αρεστή σε εμάς.

- Άι σιχτίρ ρε μουνόπανο!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξη μεγάλης υβριστικής ισχύος, όταν αυτή λέγεται σε άντρα. (1) Ο δόλιος, ο σιχαμένος, ο άκρως αντιπαθητικός, (2) αυτός που θέλουμε να τον σαπίσουμε στο ξύλο.

  1. Να τον προσέχεις αυτόν, είναι μεγάλο μουνόπανο.

  2. Έλα εδώ ρε μουνόπανο αν έχεις αρχίδια.

(από Τσακ εις την μέσην, 25/10/10)(από Vrastaman, 22/11/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες λαδοπoντικών:

A. [i]Λαδόποντιξ ο λίγδας[/i]

Ο εν λόγω 'πόντικας ενδέχεται να είναι λιγδοπρεπής επειδή:

  • Είναι εκ πεποιθήσεως άπλυτος και τσακωμένος με τα σαπούνια,
  • Επέλεξε λιγδογόνο επάγγελμα (πχ ψήστης, μηχανικός αυτοκινήτων, κα). Ανάλογα με τις διπλωματικές του σχέσεις με το Ρεξόνα, συχνά παραμένει λαδοπόντικας και εκτός ωραρίου,
  • Είναι βικτιμάς υπερβολικού τζελαρίσματος ή κακής χρήσης άλλου προϊόντος καλλωπισμού.

Β. Λαδο[i]ποντίξ ο τρωκτικός[/i]

Το λιγδερό λουκ δεν είναι ούτε απαραίτητη αλλά ούτε και ικανή συνθήκη για να χαρακτησιστεί τις λαδο[i]πόντικας[/I]. Οι κύριες υποκατηγορίες, σε αύξουσα σειρά κυριολεκτικής τρωκτικοσύνης, είναι:

  • Ο τσιφούτης γερολαδάς του χωριού, ο οποίος εκμεταλλεύεται την μονοπωλιακή του θέση πουλώντας ληγμένα γάλατα προς € 2 το λίτρο. Συνήθως λειτουργεί και ως τοκογλύφος ή/και παιδεραστής ή/και μαστρωπός του χωριού,
  • Το πάντα διψασμένο γιά έλαια κρατικό τρωκτικό (εφοριακός, ιατρός, πολεοδόμος, κλπ) που κάνει τον βίο αβίωτο σε όσους δεν το λαδώσουν με γρηγορόσημο,
  • Διάφοροι καθηγητάδες κ.α. pop ταγοί με αρρωστημένα μυαλά που ακατάσχετα παπαρολογούντα αναπόδεικτα μη-επιχειρήματα τους στο απυρόβλητο. Εκτός Ελλάδος (ίσως και Γαλλίας), αναγκαστικά θα ακολουθούσαν άλλο επάγγελμα,
  • Άτομα που σμιλεύουν την κοινή γνώμη, με κυρίαρχους τους μουμουέδες δημοσιοκάφρους οι οποίοι κυνικά παραδέχονται ότι έχουν, στην καλύτερη περίπτωση, σκοτώσει την μάνα τους,
  • Οι κακώς εννοούμενοι άρχοντες της πολιτικής, του κομματικού παρακράτους, της εκκλησίας και της αγοράς που νέμονταιτα δημόσια και κοινοτικά ταμεία εις βάρος του κερασφόρου φορολογουμένου.

A. Λάδοποντικες

- Ειχα και εγω CBR 400 RR και με εξαιρεση προβλημα με το ρευμα (ανορθωτες) δεν ειχε παρουσιασει τιποτα άλλο (...) σιγουρα μου εκανε ολα τα γουστα και χωρις να φτανω στα ραντεβου με τα πιπινια σαν λαδοποντικας...
(από εδώ)

- Κερι μαλλιων: Το χρησιμοποιουμε (με φειδω για να μην καταληξουμε σα λαδοποντικες).
(από εδώ)

Β. Λαδοπόντικες

- Σιχαμα, γαυρος, ψευτοδιανοουμενοαριστερος λαδοποντικας (της ρατσας Ψαριανου δλδ).
(από εδώ)

- Τα λεφτά που είναι; τα λεφτά που πήραν όσοι τα πήραν αυτοί οι κύριοι στην Ελλάδα από την ζίμενς αυτά που είναι; Εδώ μιλάμε για 200.000.000 εκατομμύρια ευρω λαδωμένα, ποίοι τα πήραν, πια κόμματα, πια αποκόμματα, ποιοι πολιτικοί είναι λαδοποντικες; Δεν με νοιάζει αν είναι πασόκος, νεοδημοκράτης, κουκουέ, σύριζα, Λαός, ΑΥΤΑ αν δεν βρεθούνε θα τα βρίσκετε μπροστά σας όλοι οι πολιτικοί όλων των κομμάτων, και όταν περνάτε από της εκλογικές σας περιφέρειες θα τρώτε πολλές ροχάλες...
(από εδώ)

- Εχουν πιαστει γιατροι με φακελακια, μηχανικοι να λαδωνονται στις πολεοδομιες, εφοριακοι, λαδοποντικες και σπανια καποιος απο αυτους απολυεται μετα απο πολυχρονες μαλιστα διαδικασιες.
(από εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σύσκατος, χάλια, σκατά, κώλος, κλπ.

Το βρήκα και με τη σημασία πολύ μαλάκας (παρ. 2.)

Γράφεται και με -η-, μάλλον λάθος (λογικά η ετυμολογία είναι από το συν + χριστός, νο;)

  1. Γουστάρω όταν γίνεται σίχριστος ... έτσι είναι... παιδάκι...
    Θέλω να το φχαριστιέται... εξάλλου γι αυτό έχουμε νερό και σαπούνι!

  2. den mporw na antexo autin tin fwni!!! pethenw me ton mitropano!!!
    pragmatika opios ekane dislike prepei na einai sixristos. den tha exei idea apo elliniki mousiki!

  3. syggnwmh alla sta 4-5 pitadika pou exw paei kai mou exoun valei ''katala8os'' giagiourti apanw sthn pita,exoun kanei ypervoles me apotelesma nnaa ginomai sixristos apo ta giagiourtia

  4. Στη συνέχεια ξυπνώ στο κρεβάτι (δεν έχω ιδέα πως έφτασα εκεί) αφού έχω γίνει (με το συμπάθειο) σύχριστος με εμετό και συνεχίζω να κάνω μικρούς εμετούς ανα 2ωρα για 'κανα 12ωρο

  5. τα ώριμα μούρα που έριξε η βροχή και έκαναν σύχρηστο το πεζοδρόμιο

όλα από το νέτι

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτή η οποία κατουριέται πάνω της ή/και χαρακτηρισμός για την γυναίκα/κοριτσάκι που έχει μια ιδιαίτερη σχέση με τα ούρα, κυρίως τα δικά της.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως προσβολή για κάποια γυναίκα που δεν έχει ιδιαίτερα καλή σχέση με την καθαριότητα και η μυρωδιά της ή/και του σπιτιού της θυμίζει ούρα. (Παρ.1)

Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως χαριτωμένη προσφώνηση για κάποιο μικρό κορίτσι που δεν συγκρατεί τα ούρα του. (Παρ.2)

Μεταφορικά, η κατρουλού είναι η φοβητσιάρα. (Παρ.3)

  1. Συζήτηση στην πλατεία του χωριού: - Φίλε, πέρασα από την αυλή της Πόπης για να κόψω δρόμο και δεν φαντάζεται τι μπόχα έβγαινε... κόντεψα να ξεράσω.
    - Σοβαρά;;
    - Ναι, σαν δημόσια τουαλέτα ήταν. - Ε την βρωμιάρα, καλά κάνουν και την φωνάζουν κατρουλού.
    - Μια θειά μου έλεγε ότι κατουράει στο κρεβάτι της η σιχαμένη.

  2. Συζήτηση μεταξύ νέων γονέων: - Αγάπη μου μπορείς να πας μέσα να δεις γιατί κλαίει η μπέμπα;;
    - Αμέ, πάω τώρα.
    3-4 λεπτά μετά.
    - Ε την κατρουλού πάλι πάνω της τα έκανε..
    - Την άλλαξες τουλάχιστον;;
    - Ασφαλώς.

  3. Συζήτηση από το τηλέφωνο: - Τελικά θα έρθεις να με πάρεις από τον σταθμό;;
    - Τι έγινε, κατρουλού μου, πάλι φοβάσαι;;
    - Ξεκόλλα ρε... θα είναι μεσάνυχτα και δεν ψήνομαι να περπατάω μόνη μου...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μη μου άπτου τύπος. Ο υπερβολικά ευαίσθητος. Που δημιουργεί θέμα εκεί που δεν υπάρχει. Αυτός που ενοχλείται με το παραμικρό.

Συνήθως αφορά γυναίκες, οπότε όταν απευθύνεται σε άντρες υποτιμάται εμμέσως ο αντρισμός τους.

- Μα, τι σ' έπιασε κι όλο φτύνεις;
- Ά!! Για να σου πω!! Πολύ μυγιάγγιχτος τώρα τελευταία. Δε νομίζεις;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι το αέριο. Επίσης μπορείς να το χρησιμοποιήσεις σε άλλες περιπτώσεις. Για παράδειγμα, μπορείς να το πεις τη στιγμή που κάποιος πεταχτεί από το πουθενά και πει τη γνώμη του ή την ιδέα του.

-Τι λέτε να πάμε όλοι μαζί;
-Σταμάτα ρε να πετάγεσσαι σαν τη πορδή!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία