Οι περίτεχνες χορευτικές (;) κινήσεις κάποιου ο οποίος έχει μεθύσει με μπύρα. Η ομορφιά, μαεστρία και ο συγχρονισμός των εν λόγω κινήσεων είναι ανάλογος με την ποσότητα ζύθου που έχει καταναλώσει. Συνήθως οι μπυρουέτες σώζουν κάποιο μικρό κομμάτι από την αξιοπρέπεια του μέρθου μιας και κάθε φορά που πάει να πέσει ένα βαθύ και υγρό ρέψιμο, από αυτά που διαλύουν τις φωνητικές χορδές, τον βοηθάει να σταθεί στα πόδια του.

Παρόλα αυτά το μεγαλύτερο κομμάτι της αξιοπρέπειας πάλι δεν ξεφεύγει από τον συνήθη διασυρμό που ακολουθεί το, πολύ, ποτό. Εν μέσω μπυρουέτας ο μεθυσμένος θέλει να λύσει σημαντικά προβλήματα που απασχολούν τον κόσμο, να αγαπήσει όλους όσους είναι γύρω του, να θυμηθεί ότι είναι το καλύτερο παιδί και να κάνει μεγάλες παύσεις μετά από τις λέξεις «Κάτσε να σου πω..». Και όλα αυτά ενώ κάνει κινήσεις αλόγου σε αγώνα σκάκι (ή για όσους παίζουν φιδάκι την κίνηση που κάνει η σκάλα στο τετράγωνο 32, απαιτείται το αυθεντικό παιχνίδι). Υπάρχει αρκετή παραφιλολογία σχετικά με το ποια μάρκα μπύρας προκαλεί τις καλύτερες μπυρουέτες και μάλιστα έχουν βγει και κάποια συμπεράσματα τα οποία, λόγω απόρριψης πρότασής μου για χρηματοδότηση από μεγάλη εταιρεία, κάπου τα έχασα.

Παντελής: - Μάστορα, πιάσε κι άλλη μια πεντάδα ξανθιές.
Διομήδης: - Όχι κι άλλες ρε Λάκη, θα σου γίνει το συκώτι σαν τα γεμιστά της μάνας σου.
Λάκης (τώρα τον ξέρετε καλύτερα): - Σιγά ρε φίλε, μια χαρά είμαι. Πίνουμε αυτές και πάμε σπίτι.
Διομήδης: - Καλά, πάλι θα ξυπνήσεις με κράμπες και πιασμένος και θα λες τι έκανα χτες. Έχω γεμίσει το κινητό μου βίντεο με μπυρουέτες σου ρε. Πολύ χορό ρίχνεις ρε συ...
Λάκης: - Λοιπόν, κάτσε να σου πω, να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή...

Παρόμοιες λεξιπλασίες: εμπυρία, Μπιρλανδία, μπυρασφάλεια, μπύρινγκ, μπυρίτσουαλς, μπυρωίνη, όπου φτωχός κι η μπύρα του.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συγχορδία ονομάζεται στη θεωρία της μουσικής το σύνολο τριών τουλάχιστον φθόγγων που ηχούν ταυτόχρονα.

H συνπορδία αποτελεί παράφραση του όρου και ονομάζεται το σύνολο δύο και παραπάνω κλανιών που απελευθερώνονται με μικρή ή με καθόλου χρονική διαφορά μεταξύ τους, επηρεάζοντας το ηχόχρωμα του χώρου.

Όταν επικρατεί πορδοχαρά, κάποιες εκ των κλανιών που δραπετεύουν, συμπίπτουν χρονικά με κάποιες άλλες, οπότε και προκύπτει το φαινόμενο της συνπορδίας. Οι κλανιές μπορεί να είναι κράμα από κομπολογάτες, κούφιες, ξυπόλητες, κλπ. Όλες έχουν ρόλο στην παράσταση. Η φάση θυμίζει πεδίο βολής απελευθέρωσης αερίων.

Η φάση γίνεται καλύτερη μεταξύ παρέας που βρίσκεται εντός κλειστού χώρου και που έχει πρωτύτερα χλαπακιάσει τροφές (φασολάδα, φακές, κουνουπίδια, κρεμμύδια, μπρόκολα, κουνουπίδια κλπ) που επιβοηθούν το κλασίδι και την έκταση του χημικού πολέμου. Σε αυτή την περίπτωση πέφτει το γέλιο της αρκούδας, ενώ ο ένας περιμένει την ανταπόκριση ή το negotiation του άλλου (κατά την κομπιουτερική ορολογία) για τη δημιουργία συνπορδιών και τη συνέχεια των κλανιοβομβαρδισμών. Η φάση αυτή λειτουργεί ως θεατρική παράσταση, με live σενάριο, χωρίς δοκιμές, σκηνοθέτες κλπ, κλπ. Όλοι οι συνδαιτυμόνες πρωταγωνιστούν και αποτελούν παράλληλα το κοινό της παράστασης. Η ευρηματικότητα τους και ο συγχρονισμός των κλανιών κατά τη συνπορδία συγκαταλέγονται στα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτής της μοναδικής, απρογραμμάτιστης παράστασης (μια φορά παίζει το έργο).

Σύμφωνα με τα παραπάνω θα μπορούσαμε να εντρυφήσουμε στην προσφορά του ρόλου της συνπορδίας σε μια ομήγυρη. Η συνπορδία αποτελεί ένα πρόσθετο κανάλι επικοινωνίας, υποστηρικτικό προς την υπάρχουσα επικοινωνία, αρκεί βέβαια να υπάρχει εξοικείωση μεταξύ των ατόμων και να υπάρχει συμβατότητα και διάθεση για τέτοιου είδους πλάκα.

- Αστα μας είχαν καλέσει για ΣΚστο εξοχικό του Βασίλη. Μαζί με τα άλλα φαγητά είχαν φτιάξει φασόλια γίγαντες. Σε λίγο όταν πήγαμε να ξαπλώσουμε. .άρχισε το κλάσιμο της αρκούδας
- Κατάλαβα...γιγαντομαχία
- Μιλάμε για επαναλαμβανόμενες συνπορδίες. Μπάχαλο. Αφού να φανταστείς, πάρα την ψύχρα ανοίξαμε τα παράθυρα για να εξαεριστεί ο χώρος.
- Μάαααλιστα…μάλιστα
- Δεν τελείωσα. Σε λίγο παγώσαμε και κλάναμε και γελάγαμε δυνατότερα, ώσπου ενοχλήσαμε τους γείτονες και έγινε βραδιάτικα το έλα να δεις και το κάτσε να ακούσεις
- Α….έτσι εξηγείται το ότι είσαι κρυωμένος και το ότι έχεις μαυρισμένο μάτι.
- Κι όλα αυτά από ένα κλάσιμο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σκατίν ονομάζουμε την αποπνικτική μίξη των ακόλουθων αερίων:

  • Σκατίλα.
  • Κωλίλα.
  • Σπρέι με άρωμα αγριοκέρασο (και μάγουλο βερίκοκο).

    Το παραπάνω συνονθύλευμα κάνει τον χρήστη της τουαλέτας, που χέζει και νομίζει ότι το σπρέι θα καταπνίξει τη σκατίλα, να κρατάει την αναπνοή του ώσπου να βγει έξω από το WC. Το καλοκαίρι ειδικά το αέριο Σκατίν δεν αντέχεται με τίποτα!

Η λέξη παράγεται από τις λέξεις: Σκατά και Σαρίν.

(Ο Παναγιώτης βγαίνει απο την τουαλέτα με γαλήνιο ύφος, σφυρίζοντας)
Τάκης: Επιτέλους βγήκες!(πάει μέσα)
Παναγιώτης: Ωχχ... θα τη μυριστεί τη δουλειά.
Τάκης: Ρε μαλάκα! Βρομάει Σκατίν εκεί μέσα! Τι το ήθελες το Γκλέιντ!

Shoko Asahara (μπουχέσας Ιάπων) (από Vrastaman, 31/07/09)Σφαγή του Κατυν (από Vrastaman, 31/07/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Α. Απ' το αρχαίο ελληνικό και μετέπειτα αλεξανδρινό «σάπφειρος» > ζαφείρι: Ορυκτός πολύτιμος λίθος, από ανοιχτό γαλάζιο και πράσινο μέχρι σκούρο μπλε, χρησιμοποιείται από αρχαιοτάτων για κοσμήματα κλπ.

Β. Κατά μίαν εκδοχή, ήταν/είναι τα κιτρινο-γαλαζο-πράσινα φλέματα που προκύπτουν απ' τον τσιγαρόβηχα, το κρυολόγημα, τη φθίση, κλπ., που σου στέκονται στο λαιμό και δε μπορείς να τα φτύσεις, ούτε να τα καταπιείς ... μπλιαχ! (πιθανά συνώνυμα: ροχάλα, τάλιρο, λίρα, κλπ.)

Γ. Ήταν / είναι οι καπνίλες, οι στάχτες, τα ρετσίνια, τα λάδια και άλλα κατάλοιπα στο νερό του ναργιλέ (نرجيلة, narguil, narguilé, pipe à eau, pipa de agua, water pipe, water bong) ή της συνώνυμης شيشة «shisha» και, κατ' επέκταση, στο λαρύγγι του χρήστη, μαζί με τη σχετική πικρίλα.

Ίσως να' χεις καπνίσει το εκ Ζωνιανών ορμώμενο χορταράκι, ή άλλα, πιο διαδεδομένα στις Αμερικές και αλλαχού, όπως Acapulco Gold, Panama Red, Jamaican Spliff, Pot , ή την πιο διάσημη Marijuana (στις λατινογενείς γλώσσες, οι διάφορες Μαρίες-Ιωάννες έχουν δανείσει/χαρίσει τ' όνομά τους σε πλείστες όσες ονομασίες: Maria-Juana, Marie-Jeanne, Mary Jane = Μαριχουάνα, Bloody Mary = Βότκα+ντομάτα+ ..., Marie-couche-toi-là = Εύκολη γκόμενα, ανοιχτομπούτα, κρεβατάμπλ, Dame Jeanne = Νταμιτζάνα, κλπ.) που, αρχικά, σήμαινε το φτηνό ταμπάκο. Μέχρι που οι λατινομαθείς τη βαφτίσανε cannabis sativa indica, οι ελληνομαθείς ινδικήν κάνναβιν και οι πιο περπατημένοι, μαστούρηδες, αφιονισμένοι (απ' το αρχαίο ελληνικό «όπιον» μέσω του περσο-τουρκικού afyon) κι ωραίοι σημερινοί σλανγκιστές, ανά τον κόσμο, την είπαν joint, stick (US), pétard, bédo (FRA), porro, cano, mota (ESP), baseado, toco (POR), canna, spinello (ITA), στριφτό, γεμιστό, μαύρη, τσιγαρλίκι, (ΕΛΛ), «الحشيش القنب الهندى» (ΑRΑ, αλ χασίς αλ κάναμπ αλ χίντι = δλδ το «χασισάκι») κλπ.

Αφού το καπνίσεις και «φτιαχτείς», εκτός απ' τη ζαλάδα/θολούρα, σε πιάνει και μια λιγούρα, άλογο πράμα, λιμπίζεσαι κάτι να φας, βρε παιδί μου, οπότε ζητάς να μασουλήσεις καμιά μπουκιά, κάτι να κατευνάσει την πείνα σου, να σου διώξει την πικρίλα απ' το λαρύγγι και να σε φέρει στα ίσα σου, να στανιάρεις, να ξεπήξεις απ' την κατακεφαλιά της τετραϋδροκανναβινόλης (THC). Το περί ου ο λόγος μπινελίκι ήταν το de rigueur (συνηθισμένο/υποχρεωτικό) σοροπιαστό γλυκό που κατανάλωναν το πάλαι ποτέ οι χασικλήδες حشيشي (ελάχιστη σχέση με τους παλιούς τρομοκράτες حشيشين -haschaschin=assassins=δολοφόνους-) μετά που είχαν «κάνει» ή «φουμάρει» ή «πιει» τη τζούρα τους, ώστε να πάνε κάτω τα ζαφείρια και να μην είναι ο στόμας τους τσαρούχι, σα να λέμε, κάτι με μπόλικα σορόπια/πετιμέζια: κανταϊφάκι, μπακλαβαδάκι, φοινίκι/μελομακάρονο, γαλατομπούρεκο, σάμαλι, κτλ., να φύγει η πίκρα. Το λουκούμι συνηθιζόταν αργότερα σαν πιο εύχρηστο, πιο βολικό και πιο φτηνό. Μεταγενέστερο (αλλά ersatz) κατάλοιπο της συνήθειας (που εγώ πρόλαβα) είναι η καραμέλα που πάντα δίνανε παλιά οι καφετζήδες (και κάθε αξιοπρεπής κάπελας/ταβερνιάρης) με το απλό κονιάκι (sic) στους μπεκροκανάτες βαρελόφρονες.

Ανέλιξη του να πάνε κάτω τα ζαφείρια ίσως είναι η πιο γνωστή έκφραση να πάνε κάτω τα φαρμάκια, μεταφορικά, τα ντέρτια κι οι καημοί, χωρίς σχέση με τσιγαρλίκια και τεκέδες. Δείγμα από ένα παμπάλαιο ρεμπέτικο:

[I]Στο απόμερο το ταβερνάκι
Τα πίνω με δυο γεροντάκια
Άιντε ακόμα ένα ποτηράκι
Να πάνε κάτω τα φαρμάκια.[/I]

- -Άσε, μωρ' αδερφέ μου! Με κεράσανε κάτι σέρτικα Λαμίας κι είναι ο καταπιώνας μου γεμάτος ξυλόπροκες ... Πιάσε κάνα μπινελίκι να πάνε κάτω τα ζαφείρια!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προκύπτει από την παράφραση της λέξης πυρασφάλεια και εκφράζει :

1. Tη διαθεσιμότητα και επάρκεια μπύρας σε φιλικά τσιμπούσια κλπ προκειμένου οι συνδαιτυμόνες να οδηγηθούν σε ολοκληρωμένες εμπυρίες και να μην κρεμάσει το σύστημα κατά την ανοδική πορεία προς το τσακίρ κέφι τη χαλάρωση, το ρισετάρισμα του μυαλού, την πλήρη φόρτιση των αλκοολικών μπαταριών, την κατάσταση κροκοκοδειλοποίησης, λιάρδαςκαι σταφίδας. Είναι άλλωστε άτοπο και κρίμα, το να αναρωτιέται κανείς: two beer or not to beer, όταν δεν υπάρχει απόθεμα.

Παρόλες όμως τις εκτιμήσεις και τις προβλέψεις που μπορεί να κάνουμε, μπορεί να ξεμείνουμε και μοιραία να φτάσουμε σε empty fuel κατάσταση, είτε λόγω αυξημένου αριθμού συνδαιτυμόνων, είτε γιατί θα μπορούσαν να 'ρθουν απρόβλεπτα και κάποιοι με αναπτυγμένους μπυροκοιλιακούς, είτε λόγω ότι κάποιοι συνδαιτυμόνες μπορεί να αποδειχθούν μπυρωινομανείς, είτε λόγω του ότι κάποιοι που πίνουν άλλα ποτά μπορεί να το γυρίσουν σε μπύρες, είτε λόγω απρόβλεπτης τάσης για υπερκατανάλωση που μπορεί να οφείλεται στο δέσιμο της ομάδας, στην ανεβαστική μουσική, στο ζέσταμα της ατμόσφαιρας και γενικότερα σε διάφορες συγκυρίες που μπορούν να δράσουν ως σουβλάκι ή ντόμινο ώστε να παρασύρουν τους άλλους και έτσι σε dt να ξεμείνουμε από μπύρες. Γι' αυτό προτείνεται να γίνει κάτι που συμβαίνει στο management των επιχειρήσεων. Μιλάμε για την έγκαιρη στιγμή ζήτησης παραγγελίας ανανέωσης του μπυροστόκ (στοκ από μπυρόνια), ώστε η παραλαβή του νέου στοκ, να μη γίνει αργότερα από την οριακή στιγμή κατάρρευσης του υπάρχοντος στοκ και έτσι να ξενερώσει η βραδιά, εκεί που καλά καλά έχουν αρχίσει να ζεσταίνονται οι κινητήρες. Οπότε ο beer administrator (διαχειριστής μπυροκατάνυξης) προτείνεται να ’ναι ορθολογιστής, να μπορεί να ελέγχει την κατάσταση (από θέμα εμπυριών τη βραδιά της μπεκροκατάνυξης) αλλά και να έχει εμπειρία από εμπυρίες και σχετικές κραιπάλες ώστε η εκτίμησή του να ‘ναι σωστή. Αν δεν πιάσει τον στόχο του (διαθεσιμότητα μπυρών), θα χαρακτηριστεί στόκος, αφού το νέο στοκ δεν κατέφθασε έγκαιρα.

2. Οποιοδήποτε μέτρο εξασφαλίζει τη διαφύλαξη της άρτιας κατάστασης του στοκ των διαθέσιμων μπυρών (Παράδειγμα 2) και αποτρέπει την κατανάλωση του περιεχομένου μεμονωμένων μπυρών ή στοκ αυτών, από μη εξουσιοδοτημένα άτομα (Παράδειγμα 3)

Σημείωση: θα μπορούσε να επισημανθεί πως, ενώ η πυρασφάλεια αφορά την καταστολή μιας εκδηλωθείσας φωτιάς, η μπυρασφάλεια αφορά όλες εκείνες τις ενέργειες που πρέπει να ληφθούν ώστε να διασφαλιστεί το άναμμα του υγρού πυρός. Εντούτοις, σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να συνδυαστούν οι δυο αυτές καταστάσεις (βλ. παράδειγμα 4)

  1. Πρόκειται να γίνει τσιμπούσι με μπιρίτσουαλς στο σπίτι του Μήτσου.
    - Μήτσο πως πάμε από μπυρασφάλεια; Όλη η ομάδα έχει τα κέφια της απόψε και θέλουμε να το κάψουμε.
    - Μέινε ήσυχος. Είμαι εμπυροπόλεμο άτομο. Έχω κάνει τέτοιες προμήθειες που τόσοι κι άλλοι τόσοι να 'ρθουν θα περάσουμε μάχιμα και με το περίσσευμα θα μπουγελωθούμε, θα ποτίσουμε τα λουλούδια του κήπου και θα μεθύσουμε και τις κότες στο κοτέτσι.
    - Καλός είσαι ρε μαλάκα. Εσύ μέθυσες από τώρα.

  2. - Άκου να δεις τι διάβασα στο http://stilitis.blogspot.com/2008/09/blog-post.html Απίστευτη μπυρο-είδηση! Αυστραλός οδηγός έβαλε ζώνη σε κιβώτιο μπύρας στο πίσω κάθισμα και όχι σε 5-χρονο ενώ οδηγούσε! Συγκεκριμένα, στο αυτοκίνητο βρίσκονταν 4 ενήλικες, 2 μπροστά και 2 πίσω, και το 5-χρονο. Αντί όμως το μικρό να πάρει την τρίτη θέση στο πίσω κάθισμα, ανάμεσα σε αυτούς που ήταν πίσω ''καθόταν'' ένα κιβώτιο με μπύρες, ''ασφαλισμένο'' με τη ζώνη ασφαλείας σαν κανονικός συνεπιβάτης! Το 5-χρονο ήταν κάτω στον κεντρικό χώρο για τα πόδια... Οι αστυνομικοί οι οποίοι σταμάτησαν το όχημα για έλεγχο έμειναν με το στόμα ανοιχτό!
    - Αυτό θα πει μπυρασφάλεια

  3. Πάτα εδώ

  4. Και εκτός από όλα τα άλλα έκανα καλούς φίλους από την πυρασφάλεια. Η πυρασφάλεια ενίοτε τα βράδια μετατρέπεται και σε μπυρασφάλεια.

http://iliotropio.blogspot.com/2005/07/blog-post.html

(από GATZMAN, 04/11/08)

Παρόμοιες λεξιπλασίες: εμπυρία, Μπιρλανδία, μπύρινγκ, μπυρίτσουαλς, μπυρουέτες, μπυρωίνη, όπου φτωχός κι η μπύρα του.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όρος προερχόμενος από τη σύζευξη των λέξεων λιώμα (σε κατάσταση βαριάς μέθης) και του Λουμίδη, γνωστής εταιρείας παραγωγής καφέ.

Αποδίδεται σε άτομα που κατανάλωσαν μεγάλες ποσότητες αλκοόλ και για τα οποία καθίσταται απαραίτητη η άμεση κατάποση του.

  1. - Τι έγινε ρε χθες πόσο ήπιατε πια;
    - Άστα ρε γύρισα σπίτι λιωμίδης, δεν έβλεπα μπροστά μου πάλι. Ευτυχως μού' φτιαξε η Μαρία φραπέ και συνήλθα.

  2. Στο τηλέφωνο:
    - Έλα Νίκο το' χεις ένα πότο στο στέκι;.
    - Ναι μέσα, άλλα μη γίνουμε λιωμίδηδηδες παλι όμως ε;
    - Ναι ρε μην ανησυχείς, σήμερα λευκό και ποίηση.

  3. - Χθες μού' δωσε ο Αλέξης από το ποτό του και έγινα λιομίδης ρε με δυο γουλιές.
    - Ε ναι ο Αλέξης τον έχει χτίσει το Λουμίδη

Βλ. και λιουμίδης.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μπυροκλάνι ονομάζεται η κατάσταση στην οποία περιέρχονται τα έμπυρα άτομα μετά από ακατάπαυστη και αλόγιστη κατανάλωση άφθονης μπύρας.

Άμεσες συνέπειες για το άτομο που βρίσκεται σε κατάσταση μπυροκλάνι είναι: ακατάπαυστο ρέψιμο, συχνοουρία και η ακρόαση ασμάτων του Βασίlη Τερλέγκα (παραγγελιά, όρθια μένουν τα κλαριά, όπως θα παίρνω τις στροφές κ.α.)

Μεσομακροπρόθεσμες συνέπειες είναι το κτίσιμο μπυροκοιλιακών.

Προηγουμένως τα έμπυρα άτομα έχουν φροντίσει να για την μπυρασφάλεια τους δηλαδή τη διαθεσιμότητα και επάρκεια μπύρας (σύμφωνα με τον χρήστη Gatzman) στο ψυγείο τους.

Το μπυροκλάνι ουδεμία σχέση έχει με το πυροκλάνι αν και είναι εξαιρετικά πιθανό το άτομο που βρίσκεται σε κατάσταση μπυροκλάνι να προβεί και σε πυροκλάνι προς τέρψη των συνδαιτυμόνων του.

Αξίζει επίσης να αναφερθούν οι μαζικοί αγώνες τον έμπυρων ατόμων για την κατοχύρωση του δικαιώματος της μπυρασφάλειας ζωής, της σύναψης δηλαδή συμφωνίας με τις μεγάλες μπυροβιομηχανίες για την ένταξη τους σε εκπωτικά προγράμματα και την συνεχή τροφοδοσία των ψυγείων τους από ειδικά συνεργεία ώστε να μπορούν να βρίσκονται μονίμως σε κατάσταση μπυροκλάνι.

Πάγιο αίτημα επίσης αποτελεί η δημιουργία γραμμής μπυροκλάνι-SOS ώστε να παρέχετε στα έμπυρα άτομα που δεν φρόντισαν για την επαρκή μπυρασφάλεια τους άμεσα ποσότητα μπύρας κατά τις πρώτες πρωινές ώρες που είναι όλα τα περίπτερα κλειστά.

-Σάββα τα αρχίδια μου τράβα..

-Τι είπες ρε καθίκι;

-Ασ' τον μην τον παρεξηγείς, βρίσκεται σε κατάσταση μπυροκλάνι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προκύπτει με παράφραση της αγγλικής λέξης user (γιούζερ), που σημαίνει: χρήστης.

  1. Ο όρος μπορεί να αναφέρεται σε κάποιον ουζοπότη (που χρησιμοποιεί ούζο, ως υγρό καύσιμο, βλ. παρ. 1).

  2. Θα μπορούσε να αναφέρεται και σε κάποιον κατ' επίφαση χρήστη (γιούζερ) μηχανήματος, εφαρμογής κ.λπ., που απαξιωτικά ή χιουμοριστικά μπορεί, να αποκαλεστεί ή να αυτo-αποκαλεστεί ούζερ (λόγω παραπομπής της λέξης ούζερ, στη λέξη ούζο και στις αρνητικές συνδηλώσεις της αρχικής συλλαβής της, ου).

Κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις της χρήσης του όρου, παρουσιάζονται παρακάτω. Θα μπορούσαμε να μιλάμε λοιπόν για κάποιον:

- Kαθ' όλα εντάξει χρήστη, στα πλαίσια τριγκαρίσματος (βλ. παρ. 2).

- Tζακντανιελίστα χρήστη, που δεν έχει καμιά συναίσθηση του καθήκοντος κατά την επιτέλεση μιας εργασίας, π.χ.: λόγω ιδιοσυγκρασίας, λόγω ταπηροκρανίασης με τον προϊστάμενο του, κ.λπ. (βλ. παρ. 3)..

- Aνεπίδεκτο μαθήσεως με μυαλό αϊκιού ραδικιού, ή για κάποιον κακό εφαρμοστή των όσων έμαθε. (βλ. παρ. 4).

- Που του ανατίθεται στο εταιρικό περιβάλλον, ένα σύνθετο έργο, άνευ: εκπαιδεύσεως, παροχής του κατάλληλου υλικοτεχνικού εξοπλισμού, λοιπής υποστήριξης, κλπ. Έτσι ο όρος θα μπορούσε να λεχθεί, π.χ: στα πλαίσια αυτοσαρκασμού κάποιου για τον εταιρικό ρόλο του. (βλ. παρ. 5).

.

  1. - Ωχ πάλι, ο κ. Ουζούνογλου πίνει τα ουζάκια του σήμερα. Χάλια θα γίνει πάλι.
    - Ούζερ, όνομα και πράγμα ο τύπος. Σαν το ούζο 12 πίνει!

  2. - Γεια σου ρε ούζερ!
    - Ούζερ; - Έλα ρε σε πειράζω. Αφού είναι γνωστόν πώς είσαι ο μόνος στην εταιρεία, που ξέρεις την εφαρμογή απέξω κι ανακατωτά, γι’ αυτό και δεν παίρνεις κι ανάσα.
    - Ούτε γιούζερ, ούτε ούζερ. Λούζερ είμαι φίλε.

  3. - Σ' αυτόν θέλεις να αναθέσεις τη δουλειά; Σώθηκες. Μη βασιστείς σ' αυτόν. - Μα ξέρω πως είναι εύκαιρος τώρα και ξέρω επίσης πως ξέρει να χρησιμοποιεί το συγκεκριμένο μηχάνημα.
    - Κοίτα γιούζερ του μηχανήματος δεν τον λες, ούζερ σίγουρα, γιατί τη δουλειά που θέλεις να σου παραδώσει μέχρι αύριο, θα στη δώσει την επόμενη βδομάδα. Ο άνθρωπος, παίρνει τις...δόσεις γραψαρχιδίνης.

  4. - Τον έχω εκπαιδεύσει όσο δεν πάει. Το....ντουβάρι! Σιγά μη γίνει γιούζερ αυτός! Ούζερ μπορεί!

  5. - Άσε, μου 'χουν, αναθέσει μια πολυσύνθετη εργασία. Αλλά ούτε εκπαίδευση μου 'χουν κάνει, ούτε άλλη βοήθεια έχω, ενώ παράλληλα με έχουν βαφτίσει και εξπέρ γιούζερ της εφαρμογής, για να μου φορτώσουν την ευθύνη σε περίπτωση μαλακίας. Ούτε καν γιούζερ, δεν μπορείς να με πεις. Ούζερ είμαι o μαλάκας, αφού παρά τις ελλείψεις συνεχίζω να την παλεύω. Θα πρέπει να 'μαι και το... ψώνιο αν κάποιες στιγμές καυλώνω στη σκέψη, πως είμαι εξπέρ γιούζερ.

Βλ. και luser

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο όρος προκύπτει από τη σύνθεση των λέξεων οδύσσεια και πορδή.

Όπως η ομηρική οδύσσεια περιγράφει τον αγώνα ενός ανθρώπου (Οδυσσέα) για να αντεπεξέλθει από ένα σωρό δυσκολίες, έτσι και η πορδύσσεια περιγράφει τον αγώνα ενός ανθρώπου για να γλυτώσει από κλανιοβομβαρδιστικές επιθέσεις κάποιων (δες & δες) που είναι καλοί στα πνευστά του κώλου. Αυτός λοιπόν αν δεν μπορεί να αποχωρήσει από το πεδίο της μάχης, ή θα πρέπει να ανεχτεί το κλάσιμο μαθαίνοντας παράλληλα την αρετή της υπομονής, ή θα πρέπει να γίνει σαν τους άλλους (βλ. παραδείγματα 1,3).

Υπάρχει βέβαια και η περίπτωση να προσπαθεί κάποιος να φιμώσει ετσιθελικά τη φωνή διαμαρτυρίας του πρωκτού του, π.χ. σε ένα κρίσιμο ραντεβού. Προσπαθώντας να σταματήσει την κακοδαιμονία, αναπτύσσει τη σκέψη του (π.χ. εύρεση καταλλήλων δικαιολογιών, παράκληση για να πάει τουαλέτα, ενίσχυση αμυντικής γραμμής με παράλληλη προσοχή στο θέμα που συζητάται επιστρατεύοντας δυνάμεις ένεκα ανάγκης, βλ. παράδειγμα 2).

Όπως ο πολυμήχανος έπρεπε να σπάσει τη γκλάβα του ως Κύρος Γρανάζης για να βρει τρόπους για να υπερνικήσει τις δυσκολίες, έτσι κι ο ήρωας μας. Στην προσπάθεια του αυτή δεν παίζει το συν Αθηνά και χείρα κίνει γιατί η Θεά μας έχει αφήσει χρόνους. Άρα πρέπει να σπάσει το μυαλό του για να βρίσκει τη μυστική κερκόπορτα σωτηρίας. Συγκυρίας δοθείσης, μαθαίνει τα όρια του, πολεμάει τις φοβίες του και τις ανασφάλειες του ως άλλος Οδυσσέας. Του δίνεται λοιπόν η ευκαιρία να αναπτυχθεί νοητικά. Η πορδύσσεια έτσι ιδωμένη μοιάζει με εκπαιδευτική άσκηση.

Αυτό που μετράει δεν είναι το να έρθεις στην προτέρα κατάσταση (Ιθάκη-άκλαστος τόπος), αλλά το ταξίδι, όπου μέσα από τα διάφορα εμπόδια που θα συναντήσεις, θα χρειαστείς να νικήσεις τις φοβίες σου και να αναπτυχθείς νοητικά στην προσπάθεια σου για να επιβιώσεις. Τα εμπόδια τελικά τα βάζει για εκπαιδευτικούς λόγους κάποια ειδική ομάδα νεφελίμ που λέγεται πορδελίμ (βλ. σχετικό βιβλίο Λιακό, λίγα χρόνια μετά, τώρα έχουν προτεραιότητα άλλες ομάδες).

  1. Άσ' τα, χθες είχα μπει στο λεωφορείο για να πάω σε ένα νοσοκομείο. Ο ένας πάνω στον άλλο. Δίπλα μου ένας κλανιάρης που 'κλανε συνεχώς, και δυο κρυωμένες που λόγω κρυώματος δεν πιάναν με τίποτα τη μπόχα και δεν ήθελαν με τίποτα να ανοίξουν τα παράθυρα. Εντωμεταξύ απ' τη στιγμή που μπήκα πατήθηκα μες στο πλήθος και δεν μπορούσα να κατέβω, αλλά και να κατέβαινα, το άλλο λεωφορείο θα πέρναγε του Αγίου Πούτσου. Εντωμεταξύ να βρέχει έξω, η απόσταση μεγάλη, το μποτιλιάρισμα λόγω βροχής τρελό, οπότε μέχρι να φτάσω είπα το Δεσπότη Παναγιώτη. Αυτό που πέρασα ήταν πραγματική πορδύσσεια.

  2. Ένας κλανητάρχης (με την έννοια του αρχικλανιάρη) που μετά από κατάποση καταλλήλων πορδοκλαστικών υλών καλείται εκτάκτως σε ένα επαγγελματικό ραντεβού σε μια εταιρεία, για λίγο μετά. Έτσι του χαλάνε την ευχαρίστηση που αισθάνεται εκείνη την ώρα, τον κάνουν να προσπαθεί να φιμώσει τον ειρμό και τον αυθορμητισμό του πρωκτού του κατά το ραντεβού και φυσικά το μυαλό του μοιράζεται μεταξύ αυτών που θα πει και μεταξύ αυτών που θα κλάσει. Απ' τη μια είναι στη συζήτηση κι απ' την άλλη κρατάει άμυνα.
    Κάποιες μέρες μετά, πάει να τα πιει με ένα φίλο του και του λέει:
    - Άσ' τα Μιστόκλα, να μιλώ με το διευθυντή της εταιρείας κι απ' την άλλη να μαι έτοιμος να κλάσω. Είμαι όμως κωλόφαρδος μέσα στην πορδύσσεια που πέρασα.
    - Γιατί το λες;
    - Όταν πλέον η αμυντική γραμμή κατέρρευσε κι ήμουν στο ενενήντα να κλάσω, κάλεσαν εσπευσμένα τον διευθυντή στο λογιστήριο για κάτι επείγον. Και μόλις κλείνει την πόρτα πίσω του άρχισα να κλάνω με όλη μου τη δύναμη. Βλέπεις όση ώρα πάλευα να συγκρατήσω τα αέρια, αυτά ένεκα συμπίεσης εκτονώθηκαν μ' απίστευτη δύναμη. Ευτυχώς που το γραφείο του διευθυντή είχε μόνωση για να μην ακούγονται οι απόρρητες συνομιλίες και έτσι δεν ακούστηκαν οι βομβαρδισμοί.
    - Και δε βρόμισε ο τόπος;
    - Όχι. Ευτυχώς ήταν ξυπόλητη. Μετά όμως να σ' έχω. Ένιωσα τους... πόνους
    - Γιατί ρε;
    - Το τράνταγμα απ' την εκτόνωση των αερίων είχε προκαλέσει εξάρθρωση κάποιων οστών του κώλου. Τραβιόμουν στα νοσοκομεία. Πέρασα πορδύσεια. Όχι αστεία. Και σε ρωτώ. Είναι ή δεν είναι αυτό που έπαθα εργατικό ατύχημα;

  3. - Ο Πέτρος που λες βρισκόταν χθες σε ένα σπίτι. Γύρω του ήταν ακροβολισμένοι κάποιοι που νωρίτερα έχουν πλακώσει κλανιοβομβαρδιστικές τροφές και έκλαναν ασύστολα. Κρύος ο καιρός και τα παράθυρα ερμητικά κλειστά. Οι υπόλοιποι την έβρισκαν με τη φάση και έκλαναν συνέχεια. Ο Πέτρος δεν άντεχε την πορδοληψία, αλλά από την άλλη δεν ήθελε να φύγει για να μη χαλάσει τη παρέα. Για κακή του τύχη αυτή την ώρα ο εθνικός γκαντέμης έκανε δηλώσεις στο χαζοκούτι. Προσπαθώντας ο Πέτρος να βρει την Ιθάκη του (άκλαστο τόπο), για κακή του τύχη, έπεφτε συνεχώς από κλανιάρη σε κλανιάρη. Σα να λέμε πήγαινε από τη Σκύλλα στη Χάρυβδη, από τους Λαιστρυγόνες στους Κύκλωπες κλπ. Η πίεσή του ανέβαινε, ο πανικός τον κυρίευε. Εντωμεταξύ οι άλλοι βλέποντας τον έτσι την έβρισκαν και έκλαναν περισσότερο. Άσ' τα. Πέρασε πορδύσσεια το άτομο. Ιστορία ζωής μου είπε.
    - Που ρε πούστη; Πού να το 'ξερα να 'μουν εκεί να το βιντεοσκοπούσα.

(από GATZMAN, 05/02/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μπαφοκατάσταση στο ηλιοβασίλεμα.

- Μα πού χάθηκαν όλοι;
- Γίνεται ηλιοβασίλιωμα στο βραχάκι...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία