Στην επιχειρηματική αργκό, ντηλάκιας *αποκαλείται ο *κατά συρροή επιχειρηματίας.

Ο ντηλάκιας έχει την οξυδέρκεια να εξαγοράζει υποτιμημένες μπίζνες (πάντα με κεφάλαια τρίτων) και να υλοποιεί συμφωνίες και πράξεις που θα τις «αναπτύξουν» και τους προσδώσουν «χρηματοοικονομική αξία», όπως αναδιάρθρωση και εξορθολογισμό κόστους (σ.ς.: απολύσεις), εισαγωγή ή διαγραφή από το χρηματιστήριο, συγχώνευση με άλλες εταιρίες, απόσχιση δραστηριοτήτων σε νέες spinoff εταιρίες, αλλαγή φορολογικής έδρας, κλπ.

Ο ντηλάκιας διαφέρει από τους παλαιάς κοπής Έλληνες επιχειρηματίες:

  • Δεν ενδιαφέρεται να αναπτύσσει οργανικά και σε βάθος χρόνου βιώσιμες επιχειρήσεις: η καύλα του έγκειται στο να μοσχοπουλήσει την εταιρία σε όσο το δυνατό συντομότερο χρόνο ώστε να αδράξει την επόμενη ευκαιρία,
  • Αντίθετα με τον (ευρισκόμενο στον πάτο της διατροφικής αλυσίδας) κλασικό κομπιναδόρο, ο ντηλάκιας διαθέτει στοιχειώδη οικονομική παιδεία, κατέχει τα εργαλεία της επενδυτικής τραπεζικής, γνωρίζει καλά την εγχώρια και διεθνή νομοθεσία και δεν είναι εκ προοιμίου λαμόγιο.

Εκ το αγγλικού deal («συμφωνία») < Ο.Ε. dælan («να μοιράζεις» πχ. την τράπουλα). Ειρήσθω εν παρόδω, η πρώτη επιχειρηματική εφαρμογή του όρου καταγράφεται το 1837 ως σλάνγκ.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα εγχώριου ντηλάκια είναι ο Δημήτρης Κοντομηνάς, ο οποίος «ανέπτυξε» και μοσχοπούλησε πλειάδα εταιριών, όπως:

  • τις Ιντεραμέρικαν και Ευρωκλινική Αθηνών στην Eureko,
  • την Interbank στην Eurobank,
  • την NovaBank στην Πορτογαλική BCP,
  • το κανάλι Alpha TV στην Γερμανική RTL,

    και πάει λέγοντας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Στην χρηματιστηριακή: Stop loss: κανα σεμινάριο τεχνικής ανάλυσης 101 θα βοηθήσει όσους μαζόχες δεν γνωρίζουν (συνεπώς δεν τους χρειάστηκε ως τώρα), αλλά θέλουν να μάθουν τι είναι ο «πωλητικός στροφέας - stop loss». Χοντρά και εντελώς εκλαϊκευμένα πρόκειται για την τιμή (μετοχής ή δείκτη τεχνικής ανάλυσης) που συνιστάται να τίθεται από τον επενδυτή εκ των προτέρων ως σημάδι για το πότε πρέπει να θεωρήσει την επένδυση αποτυχημένη και απλά να αλλάξει θέση, ακόμα και αν μέχρι εκείνο το σημείο έχει καταγράψει μόνο ζημίες. Οικονομολόγοι, αν χρειάζεται κττσγ (λολ) συμπληρώστε σχόλιον ή ορισμό, παράκληση μη μας πήξετε με όρους metastock.

  2. Στην καθομιλουμένη (εδώ είμαστε): Στοπ λος: αφορά σε απόφαση για ενέργειες με σκοπό την ελαχιστοποίηση μιας χασούρας. Δηλαδή τ. έκανα κίνηση στοχεύοντας κάπου ψηλότερα, έκανα την προσπάθειά μου, έδωσα τις μάχες μου, σκατά, τζίφος, απροσδόκητα με πήρε η κατηφόρα και η κατάστασις αντί να καλυτερεύει, βελτιούται συνεχώς. Που πα’ να πει, το παίρνω απόφαση, το παιγνίδι είναι χαμένο, η κατηφόρα μη αναστρέψιμη, ώρα να μαζεύω, όσα μου έμειναν, έστω κι αν αυτά είναι μόνο τα κομμάτια μου και να την κάνω με ελαφρά πριν πιάσω πάτο και βρεθώ εγκλωβισμένος για πάντα σε ένα συνεχές παρόν που δε γίνεται αύριο.

  1. Εδώ για τα οικονομικά:
    Αλλα τι ειναι ακριβως αυτο το «στοπ λος»;Ειναι μια γραμμη στον οριζοντα; Ενα σημειο το οποιο αντιπροσωπευει την max. ζημια σε ενα trade; Κοντα αλλα οχι ακριβως. Ειναι ενα πολυ σημαντικο σημειο του σχεδιου και της ρουτινας μας.

  2. - ...και δεν υπάρχει ελπίδα; Το πήρες απόφαση;
    - Ρε Μπέκυ, προσπάθησα, αλήθεια προσπάθησα, τόσο καιρό σου ζαλίζω τον έρωτα και σένα με τις μαλακίες μας. Αφού στα 'χω πει για τις πίκρες που έχω φάει και παρόλα αυτά εγώ εκεί, να τρώω τα μούτρα μου να τον κάνω να συμπεριφερθεί σαν άνθρωπος...
    - Ξέρω γω βρε Αλεξία μου δυο χρόνια είστε μαζί, λέγατε να το πάτε και σοβαρά, όλα τσάμπα;
    - Κουράστηκα Μπέκυ, δεν παλεύεται η φάση, στοπ λος, πάω παρακάτω. - Πού παρακάτω; Μωρή τον έχεις έτοιμο;! Και κάθομαι και στενοχωριέμαι για σένα; - Μπα... μαλακίες... Δεν ξέρω... Μπορεί να πάρω τηλέφωνο αυτό το δικηγόρο το Βασίλη που με πίεζε η μάνα μου ότι είναι γαμώ τα παιδιά και έλιωνε λέει για πάρτη μου. Ξέρω γω... ό,τι να 'ναι.

To στοπ λος του διπλού κώλου (ελεύθερη μετάφραση λέξη λέξη) (από Galadriel, 24/09/10)Δεν έβαλες στοπ λος ρε κατεστραμμένε, κάτσε στο παγωτό τώρα, κατέβα με λεωφορείο από την Πάρνηθα. (από Galadriel, 24/09/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η πιστωτική κάρτα που χρησιμοποιείται σε ειδικές περιπτώσεις έλλειψης μετρητών στη διάρκεια εξόδου-επίσκεψης σε στριπτητζάδικο ή και οίκο ανοχής.

Σύνηθες φαινόμενα είναι η υπέρβαση του πιστωτικού ορίου κατά την αποχώρηση και η παντόφλα από το έτερο ήμισυ άμα τη εμφανίσει του επόμενου λογαριασμού. Φυλάσσεται συχνά σε σκιερά και δροσερά μέρη.

-Ρε συ Μικέ, πώς θα πάμε Baby Gold ρε, δεν έχω μία!!!
-Μην ανησυχείς, έχω φυλάξει μία βύζα card ειδικά για σήμερα, ετοιμάσου!!!!
-Μααα.... δεν στις είχε πετάξει όλες η Ποπάρα;;
-Την είχα κρύψει κάτω από το στρώμα....χε χε....

και σέξι άτοκες δόσεις... (από BuBis, 21/09/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο συγγραφέας που έχει γράψει ένα ή περισσότερα μπεστ σέλερ (αγγλ. bestseller, βιβλίο με υψηλές πωλήσεις).

Η λέξη συχνά φέρει ένα φορτίο για το τι άποψη έχει ο ομιλών για τους μπεστσελεράδες, είτε θετική (ότι ο μπεστσελεράς έχει αυξημένο κύρος) είτε αρνητική (ότι ο μπεστσελεράς βγάζει στα πανέρια μια τέχνη υψηλή).

  1. Από εδώ:
    Έτσι καταπολεμάται η μοναξιά, λέει ο Nassim Taleb που είναι και μπεστσελεράς.

  2. Από εδώ:
    Ο Θαφόν είναι πιο προσγειωμένος,συνειδητός μπεστσελεράς.

  3. Από εδώ:
    Πρόσφατα γνώρισα έναν νεαρό, επίδοξο συγγραφέα, που μου εξομολογήθηκε με αξιοζήλευτη ειλικρίνεια ότι δεν φιλοδοξούσε με το γράψιμο ν΄ ανακαλύψει τον εαυτό του, να εξερευνήσει κρυφές πτυχές της ύπαρξης, να κατακτήσει μια θέση στην ιστορία των ελληνικών γραμμάτων και άλλα τέτοια, αλλά, πολύ απλά, να βγάζει καλά λεφτά από τα βιβλία του. Με άλλα λόγια, να γίνει μπεστσελεράς.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Καθαρά τραπεζική αργκό, εκ του γαλλικού valeur που σημαίνει αξία, από τότε που οι Γάλλοι επηρέαζαν μεγάλο τμήμα της οικονομικής, πνευματικής αλλά και καθημερινής (βλ. ορολογία αυτοκινήτου) ζωής στην Ελλάδα.

Καθόλου βρώμικη λέξη ή λέξη της πιάτσας, αναφέρεται αυτούσια σε πλείστα έγγραφα, τραπεζικά αλλά και νομοθετικά· θεωρώ ωστόσο ότι η παρασπονδία της καταχώρησής της συγχωρείται από την μη εκτεταμένη χρήση ελληνικού αντίστοιχου όρου, την ιδιομορφία της ίδιας της έννοιας αλλά και το γεγονός ότι αφορά όλους (μα όλους) τους πελάτες τραπεζών.

Βαλέρ είναι η ημερομηνία αξίας μιας συγκεκριμένης καταχώρησης σε έναν λογαριασμό, η οποία συχνά διαφέρει από την πραγματική ημερομηνία της πράξης. Αξία εδώ σημαίνει την παραγωγή αποτελεσμάτων - πριν από την επέλευση αυτής της ημερομηνίας το καταχωρηθέν ποσό εμφανίζεται μόνο λογιστικά, σαν φάντασμα, χωρίς να επηρεάζει κατ’ ουσίαν τον λογαριασμό. Με νομικούς όρους, άλλες φορές παραμένει υπό αίρεση (δηλαδή με την προϋπόθεση ότι θα συμβεί ή δεν θα συμβεί ένα γεγονός) και μετά είτε «επικυρώνεται» είτε ανατρέπεται («αντιλογίζεται») και άλλες φορές παραμένει υπό προθεσμία (ως δικαίωμα ή υποχρέωση που περιμένει να «ωριμάσει»).

Πάμε κατευθείαν σε παραδείγματα για να μην χαθούμε:

  • Σύμφωνα με τα μέχρι πρότινος ισχύοντα, αν καταθέσω σήμερα μετρητά στον λογαριασμό μου, αυτά θα αρχίσουν να τοκίζονται από αύριο. Από αύριο, επίσης, θα μπορώ να τα αναλάβω (να τα «σηκώσω»). Μέχρι αύριο θα φαίνονται στο υπόλοιπο αλλά όχι στα «διαθέσιμα» του λογαριασμού. Εδώ έχουμε βαλέρ επομένης (ενν. εργάσιμης ημέρας).
  • Αν καταθέσω προς είσπραξη μια επιταγή που μου έδωσε κάποιος (π.χ. ένας πελάτης μου) σήμερα στην τράπεζα που γράφει πάνω η επιταγή, θα συμβεί το ίδιο με το προηγούμενο παράδειγμα (εκτός κι αν είναι πέτσινη). Αν την καταθέσω σε άλλη τράπεζα, όπως έχω την επιλογή χάρη στο σύστημα ΔΙΑΣ, η βαλέρ θα είναι δύο ημερών (εκτός από επιταγές μερικών συνεταιριστικών τραπεζών και επιταγές εξωτερικού).
  • Αν καταθέσω χρήματα στον λογαριασμό της πιστωτικής κάρτας ή δανείου, η βαλέρ κανονικά θα πρέπει να είναι επομένης το αργότερο. Αυτό σημαίνει ότι και με την τσίμπλα στο μάτι να πάω στο κατάστημα για να πληρώσω, τους τόκους εκείνης της ημέρας μάλλον θα τους χρεωθώ.

Σε αντίθεση με την κοινή πεποίθηση, η βάση της πρακτικής αυτής είναι δίκαιη και εύλογη - οι δόλιες καταχρήσεις της είναι που λειτουργούν σε βάρος των πελατών. Πιο συγκεκριμένα:

Στην περίπτωση της κατάθεσης μετρητών η αξία τους γίνεται μετρήσιμο μέγεθος για την τράπεζα κατά το κλείσιμο του ταμείου. Πολύ σχηματικά, κατά τις πέντε το απόγευμα, η Διεύθυνση Λογιστικού θα πει στα μεγάλα κεφάλια «μάγκες τόσες καταθέσεις έχουμε αυτήν τη στιγμή». Τότε μόνο μπορεί η τράπεζα να διαχειριστεί (εκμεταλλευτεί) τα ποσά αυτά. Για τις επενδυτικές ενέργειες της τράπεζας η μέρα έχει, θεωρητικά, χαθεί ως προς τα χρήματα που βάλαμε το πρωί - την άλλη μέρα θα μπορέσει να τα τοποθετήσει όπου επιλέξει. Εδώ έχουμε την προθεσμία που λέγαμε. Να σημειωθεί ότι εδώ έγκειται η δεύτερη μετάφραση του όρου: τοκοφόρος ημερομηνία.

Αλλά και στην περίπτωση της επιταγής υπάρχει λογική, μόνο όμως στο σκέλος της κατάθεσης π.χ. μιας επιταγής Eurobank σε λογαριασμό Alpha. Η πρώτη τράπεζα δεν μπορεί να ξέρει νωρίτερα από μεθαύριο για το αν μια επιταγή έχει αντίκρυσμα, καθώς τόσο κάνει το σύστημα ΔΙΑΣ να απαντήσει, επομένως ούτε να δώσει τα λεφτά μπορεί (εκτός αν τα δανείσει, άλλο εκείνο) ούτε να τοκίσει, αφού περιμένει να δει αν θα πληρωθεί ή όχι. Πολλοί καημένοι τραπεζικοί έχουν πληρώσει είτε από την τσέπη τους είτε με πειθαρχικά και απολύσεις επιταγές που από ευπιστία ή απροσεξία κατέθεσαν με βαλέρ συντομότερη απ’ ό,τι έπρεπε, μόνο για ν’ αποδειχθεί ότι η φάση ήταν στημένη: επέστρεψε απλήρωτη και ο κομιστής είχε ήδη σηκώσει το ποσό και εξαφανιστεί. Εδώ κολλάει και η έννοια της αίρεσης.

Βαλέρ υπάρχει σε πολλές συναλλαγές, π.χ. με συναλλάγματα κλπ. Μια ενδιαφέρουσα χρήση της λέξης είναι για την ημερομηνία κατά την οποία αποκτά επίπτωση μια μη χρηματική μεταβολή, εκτός λογαριασμών κλπ. Βαλέρ είναι η (συνήθως πλασματική) ημερομηνία ενός βαθμού στην επετηρίδα των τραπεζικών υπαλλήλων. Αν για παράδειγμα πάρω το πτυχίο μου τον Ιούνιο, τα βαθμολογικά και μισθολογικά οφέλη μπορεί να ξεκινήσουν αναδρομικά από την αρχή του έτους. Τότε λέμε ότι «έγινα λογιστής Β’ με βαλέρ Ιανουαρίου».

Ελληνοποιημένα παράγωγα: βαλεριακός (επίθ.), βαλεριακά (επίρ.).

Συγγνώμη για το μέγεθος, ελπίζω να ήμουν κατατοπιστικός. Διαβάστε επίσης: πληροφορίες ενός insider, έγγραφο της ΤτΕ, συνοπτική πληροφόρηση της www.dolceta.eu.

  1. Από εδώ:

Μόλις σήμερα παρατήρησα πως η Τράπεζα **** δεν έχει βαλερ στις καταθέσεις... ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΤΟ ΣΤΑΜΑΤΗΣΑΝ!

  1. Από εδώ:

- H valeur έχει να κάνει με το από πότε τοκοφορεί το ποσό που έβαλες, το λεγόμενο βαλεριακό υπόλοιπο ότι το διαθέσιμο. Συνήθης πρακτική είναι και στην κατάθεση και στην ανάληψη να έχουν valeur την επόμενη εργάσιμη. Αν το σύστημά τους έχει μπερδέψει το βαλεριακό με το διαθέσιμο, τότε απλά είναι για τα μπάζα, αλλά και έτσι να είναι δεν θα δει το σύστημά τους ότι υπάρχει υπόλοιπο την επόμενη μέρα για να τραβήξει το υπόλοιπο ; Τσέκαρέ το όμως, σίγουρα δουλεύουν έτσι ;
- Η ***** όντως έχει αυτό το κακό. Αν κάνεις κατάθεση χρημάτων, αυτά είναι διαθέσιμα την επόμενη ημέρα (όχι απαραίτητα εργάσιμη). Έχει δηλαδή 24ωρο βαλέρ κατά το οποίο τα χρήματα δεν είναι διαθέσιμα αλλά λογίζονται μόνο ως λογιστικό (και όχι διαθέσιμο) υπόλοιπο. Στη μόνη περίπτωση που είναι άμεσα διαθέσιμα τα χρήματα είναι αν γίνει μεταφορά από τρίτο στην ίδια τράπεζα.

  1. Από εδώ:

Την ερχόμενη Τρίτη θα πληρωθούν μέρος των οφειλομένων οι εργαζόμενοι στον Καλλιτεχνικό Οργανισμό του Δήμου Βόλου. Τελικά δεν πληρώθηκαν χθες επειδή το ποσό των 150.000 ευρώ κρατήθηκε για δύο ημέρες, «βαλέρ», από την τράπεζα.

Σ.σ.: Τα ονόματα των τραπεζών έχουν λογοκριθεί γιατί με τον ν. 3862/2010 τα δεδομένα άλλαξαν και οι τράπεζες, θέλουν δεν θέλουν, ήδη συμμορφώνονται (λέμε τώρα), κάνοντας επίφοβη για το σάιτ την ανάρτηση παλαιών πληροφοριών. Καμία σχέση δεν έχει ότι διαθέτουν στρατιές δικηγόρων. Όποιος επιθυμεί περαιτέρω πληροφορίες επισκέπτεται τις παραπομπές.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παλαιός λιμανίσιος όρος για το άχρηστο, χαμηλών επιδόσεων και κακής ποιότητας αντικείμενο αλλά και τον αναξιόπιστο, κάλπικο και απατεώνα άνθρωπο. Τελευταίως χρησιμοποιείται ιδίως για auto-moto και gadget με την έννοια της μπαγκατέλας.

Από το ιταλικό valuta που σημαίνει νόμισμα αλλά και τον διεθνή όρο για την αντιστοιχία της τιμής ενός νομίσματος σε ένα άλλο νόμισμα. Προέρχεται πιθανώς από τα διάφορα πληθωριστικά χαρτονομίσματα, ημεδαπά ή αλλοδαπά που δεν είχαν καμιά άλλη αξία εκτός ως κωλόχαρτο. Υπάρχει και η Ιταλική έκφραση «valuta senza valore» = αξία άνευ αντικρίσματος.

  1. Από βλόγιον με θέμα «Για ποιό αυτοκίνητο θα προδίδατε τα πιστεύω σας»: «…Έλα ρε, το 206 ήταν μια χαρά. Πρωτοπόρησε για την εποχή του. Ανοιχτό είναι ωραίο. Το κακό με το μεγκάν είναι, ότι είναι ΚΑΙ άσχημο από οπου και να το δεις. Ανοιχτό ή κλειστό. Και το συγχωρείς σε αμάξια που είναι καλά στο δρόμοαλλά το μεγκάν είναι και βαλούτα….»

  2. Ακόμα κυκλοφοράς μ' αυτήν την βαλούτα τον Χαμήλ Μπατάρ; Πάρε ρε ματζίρη κάνα κουνιστό με μπιρμπιλόνια και κάμερα σαν κι εμένα! Να, κοίτα το πουλάκι!

  3. — Δεν θέλω νταραβέρια πια με τον Μπάμπη, ρε φίλος. Μ' έριξε στο ζύγι και μου έδωσε μάπα πράμα, σκέτο κατιμά...
    — Εγώ σου το 'πα ότι είναι βαλούτα το άτομο, αλλά δεν μ' ακούς καρντασάκι μου
    Τι είπες;

γιατί τα διακοσόευρα δεν είναι πετσετάκια? (από MXΣ, 27/07/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στην τραπεζική σλάγκ, αντώνης αποκαλείται ο κάτοχος επιπρόσθετης πιστωτικής κάρτας που εκδίδεται σε υφιστάμενο λογαριασμό κάποιου. Εκ του αγγλικού add-on cardholder.

- Τι έπαθες βρε Μήτσο και τραβάς τα ελάχιστα εναπομείναντα μαλλιά σου;
- Είχα την φαεινή ιδέα να κάνω την Ούρσουλα αντώνη. Αφού με φέσωσε κανονικά, την έκανε για Κίεβο και τώρα κοιμάμαι στα σανίδια.
- Οι μαλακίες πληρώνονται, γιατρέ μου...

Αντωνία εν δράσει (από Vrastaman, 27/10/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο λημματογράφος, από την υπεύθυνη δημόσια θέση που κατέχει, διαψεύδει κατηγορηματικά και μετά βδελυγμίας τις φήμες σύμφωνα με τις οποίες :

α) Υπήρξε ποτέ ή υπάρχει πολυεθνική Εταιρεία με το όνομα Miesens.

β) Η εν λόγω Εταιρεία είχε / έχει θυγατρική στην Ελλάδα.

γ) Ο φερόμενος ως πρόεδρος της υποτιθέμενης θυγατρικής της προειρημένης ανύπαρκτης Εταιρείας τηγκανά υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες και για ασαφείς λόγους από την Ελλάδα προς γερμανόφωνη χώρα της Β. Ευρώπης.

δ) Γόνος επιφανούς Έλληνα πολιτικού δέχτηκε ως δώρο ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό από την (είπαμε) ανύπαρκτη Εταιρεία.

Επιπλέον, ο λημματογράφος, με την αίγλη του Καθηγητού Γλωσσολογίας, καταρρίπτει άπαξ και δια παντός τα φληναφήματα σύμφωνα με τα οποία η λημματογραφούμενη λέξη γράφεται κομπραδώρος ως δήθεν προερχόμενη από το όνομα εξωτικού ερπετού με ισχυρότατο δηλητήριο και την ελληνική λέξη δώρο.

[...]η λέξη, βλέπετε, ανήκει στο λεξιλόγιο των κομουνιστών [...]
Η λέξη είναι comprador από τα πορτογαλικά, και σημαίνει κανονικά «αγοραστής» (ίδια και στα ισπανικά, compratore στα ιταλικά). Στην Κίνα οι κομπραδόροι ήταν οι επικεφαλής του ντόπιου προσωπικού των ξένων εταιρειών και ταυτόχρονα οι μεσολαβητές ανάμεσα στα ξένα αφεντικά και τους ντόπιους πελάτες. Από τον ρόλο αυτών των διαμεσολαβητών, ο όρος επεκτάθηκε σε όλα τα αποικιοκρατικά καθεστώτα και στο κομμάτι της αστικής τάξης που γίνεται υποχείριο των ξένων συμφερόντων. Στα νεοαποικιοκρατικά καθεστώτα η τάξη αυτή (comprador class, comprador bourgeoisie, comprador capitalists) εξακολουθεί να λειτουργεί εξυπηρετώντας τα συμφέροντα του διεθνούς καπιταλισμού, για να βλογάει και τα δικά της γένια. This way please.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δεν αναφερόμεθα σε άνω κεφάλια, κάτω κεφάλια, μύγες σε σπαθιά, σακάκια ή λεβέντες τσολιάδες. Αναφερόμεθα στην ικανότητα ενός κράτους, μιας επιχείρησης, μιας φιλανθρωπικής οργάνωσης, ή ενός ιδιώτη να συγκεντρώνει χρήματα μέσω δανεισμού, αύξησης κεφαλαίων, ή δωρεών. Πρόκειται για καραμπινάτο παπαχελληνισμό, εκ του αγγλικανικού fundraising.

- Έξι… φορές η υπερκάλυψη για το εταιρικό ομόλογο της ΔΕΗ, «σηκώνει» 700 εκατ. ευρώ (εδώ)

- Η Ελλάδα σχεδιάζει να λήξει τον τετραετή "αποκλεισμό" της από τις διεθνείς αγορές μέσω μιας έκδοσης ομολόγου το επόμενο έτος, ανέφερε ο Γ. Στουρνάρας σε δηλώσεις στο Reuters. "Θα είναι μικρή έκδοση", ανέφερε ο κ. Στουρνάρας, προσθέτοντας ότι (...) η χώρα δεν χρειάζεται να "σηκώσει" μεγάλο ποσό διότι τα κεφάλαια που έχει λάβει η Ελλάδα από το ΔΝΤ και την ΕΕ έχουν βελτιώσει το προφίλ χρέους της (ευσεβείς πόθοι, εκεί)

Λίγο πιο δόκιμα και λιγότερο παπαχελληνικά, σηκώνω στα χρηματοοικονομικά επίσης σημαίνει εκταμιεύω φταλέ από την τράπεζα:

ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΒΟΜΒΑ !!! ΠΟΙΟΙ ΣΗΚΩΣΑΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΤΑ 20 ΔΙΣ ΤΩΝ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ ;;; (παραπέρα)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αναφέρω / καταγγέλλω κάτι επιλήψιμο σε μια αρχή. Χρησιμοποιείται πολύ ως τραπεζική σλανγκ: οι τράπεζες ραπορτάρουν κάποια ύποπτη συναλλαγή πελάτη σε μια ελεγκτική αρχή, π.χ. την ΤτΕ. Επίσης στα social media, χρήστους ραπορτάρουν (κάνουν ρηπόρτ σε) άλλους χρήστες για ανάρτηση γυμνών φωτογραφιών, διπλά προφίλ, ρητορική μίσους κλπ.

- Αν μου φέρεις να επενδύσουμε αυτές τις εκατό χιλιάδες χωρίς δικαιολογητικά που να δείχνουν πώς τις απέκτησες, είμαι αναγκασμένος να σε ραπορτάρω. Δεν θα βρω εγώ το μπελά μου, οι ποινές είναι μεγάλες.
- Θα το ρισκάρω.
- Δεν στο συνιστώ. Θα δεχτείς πολύ σύντομα τηλεφωνάκι από ΣΔΟΕ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία