Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Το επιτυχημένο μπάρμπεκιου το μενού του οποίου συνήθως περιλαμβάνει άφθονες ποσότητες κρέατος και μπύρας.

- Πώς τα περάσατε χτες τελικά;
- Άσε μαλάκα γαμηθήκαμε στη μάσα, μιλάμε για μέγα ψηστορικό γεγονός, δεν μπορούσαμε να πάρουμε τα πόδια μας από το πολύ φαΐ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ψητό λέμε τον μπάφο, γιατί όταν σκάει μυρίζει σαν μπριζόλα. Όταν σου πει κάποιος «πάμε για τίποτα ψητά», είναι συνθηματικό να πάτε για μπάφο.

— Τι θα κάνεις πιο αργά; Έχω κάτι ψητά σπίτι και λέω να τα δοκιμάσω.
Μέσα.

Δες και μπριζολάτη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Κάθε φαγητό-γεύμα που περιέχει κρέας. Λέγεται υποτιμητικά από ντεμέκ ζωόφιλους ημιχορτοφάγους (τους βετζετέριαν εννοώ) και λοιπούς υγιεινιστές.

  2. Γυναίκα που δεν έχει φαντασία στο κρεβάτι και περιμένει να τα κάνει όλα ο γαμιάς.

  1. - Πάλι ψοφίμι θα φάμε σήμερα;
    - Σκάσε και τρώγε μούλικο, που θα μου πεις ψοφίμι το στιφάδο μου.

  2. - Πώς πήγε με τη Σούλα;
    - Πολύ ψοφίμι μάγκα μου. Κόντεψα να κοιμηθώ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όταν κάποιος δεν έχει εξασφαλίσει αυτά που χρειάζεται για να ζήσει, βρίσκεται σε τραγική κατάσταση οικονομική και γενικά, όμως ζητά τη διασκέδαση και την απόλαυση και τις θεωρεί πιο σημαντικές από την επιβίωση. Είναι μια κατάσταση σαν να λέμε ψωμί-τυρί δεν είχαμε, λουλούδια για τ' αρχίδια μας, στον πούτσο μου λουλούδια, κολόνια για τ' αρχίδια μας, εδώ καράβια χάνονται βαρκούλες αρμενίζουνε, εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται. Όλες αυτές οι παροιμίες μιλάνε πιο πολύ για περιττές πολυτέλειες, ενώ η δική μας παροιμία μιλάει πιο άμεσα για την προτίμηση της απόλαυσης που τη θεωρούμε πιο σημαντική από τα βασικά της επιβίωσης.

-Εδώ δεν έχει το κράτος να πληρώσει μισθούς και συντάξεις και πάμε και δίνουμε εκατομμύρια για να παίρνουμε οπλικά συστήματα να την μπαίνουμε στους Τούρκους.
-Ψωμί τυρί δεν είχαμε, χοντρή ψωλή γυρεύαμε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κυριολεκτικά, αυτός που λυσσάει για ψωμί. Μεταφορικά ο τσίπης, ο τσιγκούνης ή ο φτωχός, φτωχομπινεδιάρης.

Τάκης: - Θα τις φας τις πατάτες που σου 'μειναν;
Σάκης: - Γιατί, τις θες;
Τάκης: - Αν δεν τις φας, ναι...
Σάκης: - Μα δεν έχεις τελειώσει τις δικές σου ακόμα!
Τάκης: - Θα τις φάω μετά. Λέγε, να τις πάρω;

Ο Τάκης είναι ψωμόλυσσας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση δανεισμένη από διαφήμιση της τηλεόρασης για φέτα.

Χρησιμοποιείται ακόμα από ορισμένους αστειάτορες, αλλά λίγο διαφορετικά από το αρχικό νόημα της διαφήμισης. Ενώ στη διαφήμιση ο τύπος, αποστασιοποιημένος από την συζήτηση γύρω του, απολαμβάνει όντως μια λαχταριστή φέτα, στην πραγματικότητα λέγεται σήμερα για να τονίσει ότι αυτά που λέγονται στην συζήτηση είναι είτε μαλακίες, είτε τρία πουλάκια κάθονται.

  1. - Και που λες, έχω σύστημα, θα παίζω τα ίδια νούμερα στο Joker, μέχρι να κερδίσω το ποσό που μου λείπει για να ξεπληρώσω το δανειοδάνειο.
    - Καλά, ωραία φέτα και συ! Τα θέλει ο κώλος σου μάλλον, θα το κλαις το σπίτι σου με τα μυαλά που έχεις.

  2. Βίβιαν: - Και σεις τι θα πάρετε;
    Εσείς: - Ξέρετε, με πειράζει ο φραπές, μου φέρνει καούρες. Έχετε ελληνικό;
    O ψηλός: - Α, καλά, ωραία φέτα ρε μαλάκα. Σε ουκρανερί σ’ έφερα ρε παπάρα, δεν διαβάζεις slang.gr;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία