Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Και τουτανχαμός. Υπερθετικός του χαμός, του χαμός στο ίσωμα ή και στο πίσωμα. Πρόκειται για ένα λολοπαίγνιο με τον φαραώ της Αιγύπτου Τουταγχαμών, που είναι τόσο σαχλό, ώστε εντέλει πετυχαίνει τον σκοπό του να εκφράσει το κλίμα ενός χαμού που διαλύει κάθε σοβαρότητα και κάθε σύμβαση. Κυρίως, πάντως, λέγεται για να σατιρίσει ανθρώπους πολύ προχωρημένης ηλικίας που θεωρούμε ότι ίσως και να έχουν προλάβει τον φαραώ Τουταγχαμών εν ζωή, ή οι οποίοι χρησιμοποιούν μεθόδους συντήρησης, όπως μπότοξ, που διαλύουν την εκφραστική του προσώπου τους και τους κάνουν να μοιάζουν με μούμιες, σαν αυτή του ομωνύμου φαραώ. Η έκφραση τουταγχαμός σε αυτήν την περίπτωση εκφράζει τον χαμό που προκαλείται όταν μία ή περισσότερες μούμιες βρεθούν σε έναν χώρο.

  1. Μαλωσε η Δανδουλακη με τη Βαρδινογιαννη εγινε τουταγχαμος. (Τουίτερ).
  2. Την Κυριακή θα πάμε με Παπούλια και Ζωζώ για μπάνιο. Θα γίνει τουτανχαμός. (Τουίτερ)
  3. Τουταγχαμός έγινε στο ντημπέη. (Σχόλιο για φωτό Ζαχαρέα και Τρέμη).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η ηλικιωμένη που έχει πολύ έντονα πάνω της τα σημεία της φθοράς, νομίζω εκ του τουρκικού ρήματος çürür= φθείρω.

  1. Τη δουλειά της κάνει η τσουρογρια και για τα λεφτά που μας έχει δώσει και για τη θεσούλα της ενδιαφέρεται. (Από θάψιμο της Κριστίν Λαγκάρντ στο Φέισμπουκ).
  2. ΚΑΚΟΓΑΜΗΜΕΝΗ ΤΣΟΥΡΟΓΡΙΑ ΦΕΤΟΣ ΕΛΑ ΕΛΛΑΔΑ ΓΙΑ ΔΙΑΚΟΠΕΣ, ΣΕ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ. (Ksipnistere με φωνακλά τζιλφάκια επίδοξο καλοκ-εραστή της Άγκελας Ζάουερ).
  3. δεν το ακουσα ολο το κομματι γιατι προτιμω να παω να παρω γλειφοκώλι σε καμια τσουρογρια παρα να το ακουσω. (Hip Hop).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η ξεπεσμένη πουτάνα, πρώην καλή και τώρα γρια-μάπα... Όταν κάποια ξεπεσμένη παριστάνει την όμορφη. Έκφραση λιμανιού Πειραιά του 50' και πιο πριν.

Ίσα μωρή βακέτα...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο οπαδός του Ηρακλή Θεσσαλονίκης.

— Πού έπαιζε ο Στολτίδης πριν τον γαύρο;
— Στις γριές.

(από Khan, 09/05/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

γριάλιτι, γρια-lity

Ριάλιτι με γρέντζες και γιαγιόνια που άμα λάχει μπορεί να αποδειχθούν και κουγκαρονίντζα.
Στην Αμερική το ριάλιτι παιχνίδι Extreme.Cougar.Wives έχει προκαλέσει αίσθηση και πολλά σχόλια, γιατί το βασικό του θέμα είναι οι ερωτικές σχέσεις ηλικιωμένων γυναικών με πολύ νεαρούς άνδρες. Μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις οι διαφορές ξεπερνούν και τα 40 χρόνια.
Στα καθ' ημάς, ο όρος υπάρχει πριν το 2004 ("Άγαμοι Θύται"), αλλά έγινε βάιραλ μετά την ανάδειξή του από το ράδιο Αρβύλα:
ΡΑΔΙΟ ΑΡΒΥΛΑ - Γριάλιτι show

από το δίχτυ:

  • Το πρόγραμμα των Αγάμων είναι αρκετά πλούσιο και περιλαμβάνει παλιά και νέα επεισόδια. Ο Ιεροκλής παρλάρισε ωραία με τρεις περσόνες: ως κλασική γιαγιά [γριάλιτυ σώου], ως γιεγιές νονός [και yes και no] και ως Ανέστης [γκαλοπάκιας βραδύγλωσσος]. Πολύ πετυχημένο ήταν επίσης και το τρίδυμο Ιεροκλήξ- Σταροβελίξ - Κακοφωνήξ [Κορμανός] που κατέβηκε στην Αθήνα για το Άουτλουκ και τα μεταλλαγμένα καρπούζια του. (εδώ)"

  • Έριξα ένα μικρό zapping στα δορυφορικά κανάλια και αποχαυνώθηκα με το γνωστό ολλανδικό γριάλιτυ “Time to Say Good Bye”, στο οποίο διάφοροι υπέργηροι παίχτες προσπαθούν να πεθάνουν ο ένας τον άλλο μια ώρα αρχύτερα. (εδώ)

παραδείγματα για τον τουίτι:

  • Και απο την αλλη Τεταρτη το νεο γρια-lity με την Αννα Βισση...στεη τιουντ

  • Μα δεν το βλέπουν οι καναλάρχες; Τα ριάλιτι ως σήμερα απέτυχαν να αγγίξουν την τρίτη ηλικία. Ποιος θα σκεφτεί τα γριάλιτι;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνδυασμός των λέξεων γριά και καριόλα. Συναντάται συχνά και ως "γριόλι".

-Γαμούσε ένα γριόλι και του 'μεινε στα χέρια από καρδιακή προσβολή.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παλιά αργκό, στα πρόθυρα της εξαφάνισης.

Αντιγράφω τον ορισμό από Το Λεξικό της Πιάτσας του Βρασίδα Καπετανάκη, πρώτη έκδοση 1950.

Βακέττα, ἡ = Τὀ έκ μὀσχου δέρμα. Μ.τ.φ.ρ. Ἡ ὑπερὠριμος γυνἠ. Ἠ δι' αλοιφὢν καί ψιμμυθἰων προσπαθοὓσα νά παρουσιάσῃ φρέσκον, τό γεγηρασμένον καί ρυτιδωμένον πρόσωπόν της.

Κάπως μου κάνει εμένα ότι ο Καπετανάκης έχει στο νου του ειδικά κάποιες αδύνατες που το πετσί τους, στα μπράτσα ας πούμε, έχει κρεμάσει και έχει ζάρες - ειδικά κι αν είναι στον ήλιο, μαυρισμένες και να γυαλίζουν από τις κρέμες, βακέττα είναι η σωστή λέξη και μακάρι να μη χαθεί.

Και το παράδειγμα είναι του Καπετανάκη.

«... Τὴν εἶδες νύχτα καί σοὒ φἀνηκε νἐα· ἄμα θὰ τὴν δῂς μἐρα, τὀτε θὰ καταλἀβῃς τὶ βακἐττα εἶναι...»

Σκίτσο από το Λεξικό της Πιάτσας (από poniroskylo, 12/02/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γνωστή όσο παλιά υποτιμητική λέξη, συνώνυμη της γριάς.

- Μαλάκα, δε μου το βγάζεις από το μυαλό ότι ο Πέτρος πρέπει να έπιασε δουλειά σαν ζιγκολό.
- Γιατί το λες αυτό;
- Καλά, όλοι ξέρουν ότι ήταν γνωστός πιπινοφάγος, και τώρα τελευταία τον βλέπω να κυκλοφορεί με γρίτζελα...

Σχετικά: γρέτζω, γριέντζω, τζατζόγρια, γιαγιά, ξεκωλόγρια, πιπινόγρια, Γρετζώρα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

(Υπερήλικο) κρέας προορισμένο για στρατιωτική χρήση. Εποχής πολέμου της Κορέας, στη χειρότερη περίπτωση.

- Πιάσε ρε κωλόψαρο το μαμούθ και δεσ' το στο τζιπάκι να τελειώνουμε!

Βλέπε και γκοτζίλα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γυναίκα ηλικίας άνω των 55 με προκλητική παρουσία (οριακά porn), με εμφάνιση συνήθως που είναι αποτέλεσμα αισθητικής χειρουργικής επέμβασης (αλλά με όχι τόσο καλά αποτελέσματα). Συνώνυμο: βλ. γριόνι. Συναντάται συνήθως σε παρακμιακά σκυλάδικα, αλλά και σε αριστοκρατικούς κύκλους.

Τρελή γρέτζω η Λάτ..η, έτσι;

Βλ. και γριέντζω αλλά και τζατζόγρια, γιαγιά, γρίντζελο, ξεκωλόγρια, πιπινόγρια, γρετζώρα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία