Οποιοδήποτε ζωντανό (κατά κύριον λόγο έντομο) κατοικοεδρεύει μέσα σε έναν καρπό, μηχάνημα, αντικείμενο, εκεί όπου, ακόμα κι αν είναι φυσιολογικό να βρίσκεται, δεν χαιρόμαστε να το συναντάμε.

- Για δες ρε μάνα, είναι καλό αυτό το μήλο;
- Λίγο χτυπημένο είναι, δεν πειράζει. Αλλά μην το φας έτσι, κόψ' το καλού κακού μην έχει καναν κάτοικο...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Η έκφραση «μ' αυτά και μ' αυτά», δηλώνει :

1) Την επανάληψη ασήμαντης ή προγραμματισμένης δραστηριότητας χωρίς εξάρσεις , εκπλήξεις κι αλλαγές στα ρουτινιάρικα τεκταινόμενα.
Ουσιαστικά περιγράφεται η συγκεκριμένη δράση ως ασήμαντη και άσκοπη που κάνει τους συμμετέχοντες είτε να μην μπορούν να προχωρήσουν το έργο τους είτε να βαριούνται αφόρητα.

2) Επίσης χρησιμοποιείται για να καταδείξει κάποια ομαδοποίηση ερεθισμάτων ικανά να προκαλέσουν ανάσυρση κοινών συνειρμών και αναμνήσεων, παλιότερων φυσικά γεγονότων...

3) κι ακόμη σε σειρά ομαδοποιημένων δυσκολιών και αντιξοοτήτων που επιβραδύνουν και δυσκολεύουν την επίτευξη κάποιου στόχου.

Συνήθως η συγκεκριμένη έκφραση συνοδεύεται από το ρήμα «φτάσαμε» δείχνοντας έτσι ότι η διπλή χρήση της οριστικής αντωνυμίας σαφώς αναφέρεται σε κάποιου είδους δράση.

1) Το παιχνίδι είναι σούπα, μονομαχίες στο κέντρο, σκληρά μαρκαρίσματα και λάθος μπαλιές... Μ 'αυτά και μ' αυτά λοιπόν φτάσαμε στο ογδόντα πέντε και το σκορ είναι στο μηδέν - μηδέν.

2) ... Εγώ πάντως μ' αυτά και μ' αυτά ξαναθυμήθηκα Μαλβίνα και συνειδητοποίησα πόσο λείπει. Τι θα είχε πει ο στόμας της αν ζούσε... (απο μπλογκ).

3) ... Τέτοια διαδρομή δεν έχουμε κάνει και τη συνιστούμε αν θέλετε να ζήσετε το απόλυτο offroad, με φόντο τα Ιμαλάια παρακαλώ. Ο δρόμος, ήταν κυρίως σκληρό χώμα με τρύπες και κροκάλες, με ατέλειωτα νεροφαγώματα από τα χιόνια που λιώνουν και πιο σπάνια υπήρχαν κάποια κομμάτια ασφάλτου, που και πάλι ήταν μέσα στην ανωμαλία. Μέσα σε όλα αυτά είχαμε και τις νταλίκες που έπρεπε να προσπερνάμε ή να περιμένουμε να περάσουν αφού το πλάτος του δρόμου αυτού είναι δεν είναι τρία μέτρα. Μ ' αυτά και μ' αυτά φτάσαμε μόνο μέχρι το Κέιλονγκ την πρωτεύουσα τις κοιλάδας Λαχαούρ, στα 3.600 μόλις μέτρα... (από μπλογκ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φιστίκι. Συνομοταξία: αγγειόσπερμα (Magnoliophyta), ομοταξία: δικοτυλήδονα (Magnoliopsida), υφομοταξία: ροδίδες (Rosidae), τάξη: σαπινδώδη (Sapindales), οικογένεια: ανακαρδιοειδή (Anacardiaceae), γένος: πιστακία (Pistacia).

Αυτά με τα επιστημονικά. Μέχρι πρότινος γνωρίζαμε το αράπικο, το κελυφωτό, το αλμυρό, το Αιγίνης ή σαν φιστίκ και τελευταία μάθαμε και το κάσιους. Τόσο ίδια αλλά και τόσο διαφορετικά μεταξύ τους, τα οποία, λόγω του λαϊκής τους κατανάλωσης, έδωσαν και μερικά μαργαριτάρια στη slang ανάλογα με την ποικιλία.

Τον καθάρισε σαν φιστίκι. Αναφέρεται σε όλες τις ποικιλίες φιστικιού που καθαρίζονται από το τσόφλι ή από τις φλούδες με μία μόνο κίνηση. Το λήμμα χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάποιος καθάρισε κάποιον, είτε κυριολεκτικά, είτε μεταφορικά, με εξαιρετική ευκολία και χωρίς δεύτερη σκέψη.

Το ρούφηξε σαν φιστίκι. Χρησιμοποιείται στο ποδόσφαιρο ή στο σεξ για να δώσει έμφαση στο μέγεθος της οπής σε σχέση με την διεισδούμενη σε αυτήν οντότητα. Πηγή έμπνευσης, το φιστίκι με κέλυφος ή το Αιγίνης, από το οποίο αρπάζουμε το φιστίκι με το χαρακτηριστικό ρούφηγμα.

Τα τρώει σαν φιστίκια. Είναι γνωστό εξάλλου ότι «μετά το ποπ δεν έχει στοπ» και «κανείς δε μπορεί να φάει μόνο ένα». Αναφέρεται σε όλα τα φιστίκια τα οποία ως αλμυρά και λιπαρά που είναι, είναι άκρως εθιστικά και, φυσικά, άκρως παχυντικά. Αυτός επομένως που «τα τρώει σαν τα φιστίκια», τα τρώει με χαρακτηριστική ευκολία, με μεγάλη ταχύτητα και αδιάλειπτα.

Τα φιστίκια και γενικότερα οι ξηροί καρποί, μας έχουν δώσει δεκάδες λήμματα, όπως: αλμυρό φιστίκι, φιστίκι, φιστίκι αράπικο, κατάπιε το στραγάλι, φουντούκι κ.α., τοποθετώντας τους ξηρούς καρπούς πολύ ψηλά στην κατάταξη των πηγών έμπνευσης της αργκό.

  1. - Τι έκανε ο ΠΑΟΚ στα πλέι οφ;
    - Τι να έκανε; Τους καθάρισε όλους σαν φιστίκια.

  2. Αυτό το παιδί τρώει τους κεφτέδες σαν φιστίκια. Πού τα βάζει ρε παιδί μου!!!

  3. Μαλάκα έπαθα ζημιά, νόμιζα ότι είχα κάποια σχετικά προσόντα, αλλά αυτή τον ρούφηξε σαν φιστίκι. Σου μιλάω τον εξαφάνισε. Στην αρχή τρόμαξα αλλά μετά...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ερώτηση που γίνεται, συνήθως με αγανάκτηση, στον κάθε ηλίθιο που πήρε ενα κωλόχαρτο από την οποιαδήποτε σχολή (οδηγών, πανεπιστημίου, ξένης γλώσσας κ.λ.π.) αλλά η συμπεριφορά και η γνώσεις του πάνω στο αντικείμενο φανερώνουν ότι απλά δεν ξέρει την τύφλα του.

Πολλές φορές η φράση χρησιμοποιείται και ως συμπέρασμα για να τονίσουμε τον βαθμό αχρηστείας, ασχετοσύνης και επικινδυνότητας (όποιος δεν ξέρει και νομίζει ότι ξέρει είναι μάλλον επικίνδυνος) του συγκεκριμένου ατόμου (βλ. παρ. 2,3).

  1. - Καλά ρε καραγκιόζη δεν το βλεπεις το stop!!! - Ποιό stop; - Εκείνο το όμορφο κόκκινο και λευκό σηματάκι που γράφει stop με μεγάλα γράμματα ρε ηλίθιε!!! - Συγνώμη αδερφέ, νόμιζα ότι ήταν το σήμα του Ολυμπιακού!!! - Καλά ρε μαλάκα, νύχτα το πήρες;

  2. - Σου λέω, μην πας σε αυτόν τον γιατρό. - Γιατί ρε γιαννάκη; Αφού έχω ακούσει τα καλύτερα. - Τι λες ρε μπούφε; Ο Νίκος πήγε σε αυτόν με πόνο στις αμυγδαλές και ο ανίδεος ο γιατρός τον έστειλε σε οδοντίατρο. - Τόσο άσχετος; - Ρε, νύχτα το πήρε το δίπλωμα σου λέω...

  3. - Ο Όμηρος , ως γνωστόν, ήταν παιδικός φίλος του Ναπολέοντα ο οποίος τον σκότωσε για να πηδήξει την ωραία Ελένη. - Συγνώμη ρε φιλαράκι, με όλο το θάρρος. Εσύ δεν σπούδαζες ιστορία και αρχαιολογία; - Ναι, πέρισυ ορκίστηκα. - Κατάλαβα. Νύχτα το πήρες το πτυχίο. Αλλιώς δεν εξηγούνται τόσες μαλακίες μαζεμένες.

(από euripidisk, 11/06/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το πολύ, μάξιμουμ, βία, στην χειρότερη περίπτωση.

Μου υποσχέθηκε ότι αύριο, βαριά μεθαύριο, θα έχει τελειώσει με το χτίσιμο της μάντρας.

Η βαριά ή βαριοπούλα (από Αλάριχος Τεκέλογλου, 29/05/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η κοπέλα που πλένει πιάτα στα εστιατόρια, ταβέρνες κοκ, κυρίως στο εξωτερικό, καθότι ήταν συνηθισμένο οι έλληνες μετανάστες να κάνουν -μεταξύ άλλων- τέτοιες δουλειές το πάλαι ποτέ εκεί.

Παρόλο που οι εργασίες αυτές έθρεψαν οικογένειες και χωριά, και δημιούργησαν περιουσίες εκ του μη όντος, η αρχοντοβλαχιά των ελλήνων γενικά, δεν παύει να τις θεωρεί κατώτερες άλλων. 'Ετσι σλανγκοποιήθηκε το επάγγελμα, παίρνοντας την κατάληξη -ού και θυμίζοντας, πχ, την σκατού, την σκυλού κλπ.

- Και το αποφάσισες, θα φύγεις για Γερμανία;
- Ναι ρε μαλάκα, σιγά μην κάτσω δω, βαρέθηκα.
- Και από δουλειά;
- Έ, ό,τι κάτσει. Έχω καλό βιογραφικό, δεν νομίζω να καταλήξω πιατού.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Λεξικογραφικώς, αποτελεί συνώνυμο του εαυτού, με εμφανέστατη ετυμολογική σύνδεση με την λατινική ρίζα part-, δηλ. μέρος, εκ μέρους μου κλπ.

Σλανγκικώς όμως, η πάρτη, αποτελεί μια εξόχως συμπεπυκνωμένη έννοια, το ανάπτυγμα της οποίας έχει ως εξής:

- Ας είμαι εγώ καλά και ας πάνε να γαμηθούν όλοι οι άλλοι.

Η πάρτη, αν και νεοελληνικός όρος, δεν είναι μόνο νεοελληνικό φαινόμενο, αποτελεί διόγκωση του ενστίκτου της αυτοσυντήρησης σε συνθήκες όπου δεν τίθεται θέμα επιβίωσης. Σε μια πιο σύγχρονη θεώρηση, ο κάθε άνθρωπος μπορεί να αισθανθεί συναισθήματα αλληλεγγύης μόνο για ένα πεπερασμένο αριθμό ατόμων στη ζωή του, που μάλιστα αποτελούν μικρό κλάσμα του αριθμού των ατόμων που γνώρισε συνολικά, τα άτομα αυτά αποτελούν την αμερικλανιστί πιθηκόσφαιρα. Σήμερα ίσως η δύναμη της εικόνας (δηλ. το 85% των αισθήσεών μας) μπορεί να έχει αυξήσει κάπως τον όγκο της, αλλά σίγουρα δεν την έχει κάνει μεγαλύτερη από την υδρόγειο.

Ο παρτισμός όμως, όπως και ο εξάδελφός του σταρχιδισμός, αποτελούν εξελικτικά ψεγάδια του ανθρωπίνου όντος. Διότι, όπως λέει και το σοφό ανέκδοτο με την κλώντια σιφερ και τον γιωρίκα στο νησί των ναυαγών, τι να σε γαμήσω αν δεν έχω σε ποιον να το πω; Ο πρώτος δεν είναι έρωτος αν δεν υπάρχει δεύτερος, ο από πάνω είναι γιατί υπάρχει κάποιος από κάτω, αν δεν σε ενδιαφέρει τίποτα αυτοκτόνησε αύριο, μην περιμένεις να πεθάνεις μετά από 80 χρόνια, quelle talaiporie!! Στον ελληνιστικό κόσμο, τα φαινόμενα αυτά τιθασεύτηκαν με του μικρούς πληθυσμιακά πυρήνες άμεσης δημοκρατίας (Αθήνα), αναρχίας (Λακεδαίμων), αλλά και τις διοικητικές κατατμήσεις του Αλεξάνδρου με χρήση τοπικών αρχόντων. Με άλλα λόγια, όταν το κοινωνικό σύνολο παρέμενε στα επίπεδα της πιθηκόσφαιρας, υπήρχε συλλογική συνείδηση ακόμα και αν δεν υπήρχε ταύτιση.

Αντιθέτως, στις παλαιότερες (παξ πουτάνα, βυζάντιο), αλλά και στις νεόκοπες απόπειρες παγκοσμιοποίησης, η πάρτη και το να πατάς επί πτωμάτων καταδικάστηκε θεατρινίστικα σε γελοίο βαθμό, για να ανοίξει τον δρόμο στους ματαιόδοξους wallstreetmάδες, αλλά και τους εντός της πιθηκόσφαιρας μας γιωργάκηδες, κωστάκηδες, πετράκηδες να αποφύγουν τον καιάδα.

Εν κατακλείδι, ο παρτισμός, ως φαινόμενο, αρχίζει από την εμφάνιση της ασθένειας του ανθρώπου να δαγκάνει ως κύων και όχι ως κυνικός (κατά Διογένη). Από τότε δηλαδή που εθεωρήθη μαγκιά η μη εξωτερίκευση των συναισθημάτων (κατά σύμπτωση εξαιρετικά απλών και πρωτόγονων) έγινε ιδανικό το κυνήγι ματαιόδοξων αγαθών (όσα δεν πιάνει η αλεπού...). Εξυπακούεται ότι η ασθένεια πήρε διαστάσεις επιδημίας.

  1. (βάρμαν προς την γκόμενα που χαλβαδιάζει)
    - Ετοιμάζω τα ξύδια μοναχά για πάρτη σου!

  2. - Τι έκανα για πάρτη μου (...και πολλά άλλα)

τι έκανα για πάρτη μου εε;; (από Abas, 26/04/10)Voyage pour toi seulment, par Georges Jeanias (από Abas, 26/04/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παλιμπαιδισμός ολκής, στην κατηγορία «όταν πήγαινα στο Δημοτικό» και βγάλε.

Ολοκληρωμένο θα μπορούσε να λέγεται «κόψε από φίλος». Λέγεται σε περιπτώσεις θιξίματος από φιλικό πρόσωπο, όπου ο προσβεβλημένος, μη μπορώντας να αντέξει την «προδοσία» από τον κολλητό του, του προτείνει το χέρι με ενωμένα τα δύο δάκτυλα (δείκτης - μέσος) και τον προκαλεί να τα «ξεκολλήσει» με μια κίνηση του δικού του δακτύλου.

Όταν συμβεί το παραπάνω, υποτίθεται πως όλα τέλειωσαν, ο φίλος πάει σπίτι του, κομμένα τα τηλέφωνα και δεν τον ξαναπαίζουμε.

Εννοείται πως η κίνηση αυτή είναι περισσότερο χαριτωμενιά και δεν πρέπει να λαμβάνεται στα σοβαρά.

- Πάμε για καφέ ρε μαλάκα;
- Άσε ρε, βαριέμαι...
- Τι; Κόψε!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όχι με τίποτα, ούτε καν να το σκέφτεσαι, κ.λ.π.

Γενικά αποτελεί μία παραδειγματική και μεγαλοπρεπή άρνηση, όπως για παράδειγμα το μεγαλοπρεπές «ΟΧΙ» των Ελλήνων απέναντι στους Ιταλούς πριν κάτι χρόνια (τα παραλέω βέβαια λίγο...). Είναι έκφραση παλαιάς κοπής και έφτασε στο αποκορύφωμά της τον Δεκέμβριο του 1999 όταν κυκλοφόρησε το CD «ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ» από το Δεσποινάκι (ομιλώ για την αοιδό Δέσποινα Βανδή), όπου περιέχονταν το ομώνυμο «Άπαπα», το οποίο έγινε αμέσως επιτυχία και χιλιοτραγουδήθηκε. Πλέον ο όρος τείνει να εξαφανιστεί αφού ολίγοι είναι αυτοί που τον χρησιμοποιούν.

- Σήμερα θέλω το σπίτι γιατί θα φέρω τη Μαιρούλα απο 'δω.
- Άπαπα, ούτε καν να το σκέφτεσαι. Για σήμερα το 'χω κλείσει εγώ το σπίτι εδώ και μία βδομάδα. Αφού σου είχα πει πως θα φέρω το Τζενάκι...
- Ρε μαλούρα, αφού δεν πρόκειται να βάλεις το πλοίο στο λιμάνι. Αφού είσαι καληνυχτάκιας... Πάνε την κάπου έξω και άσε μου το σπίτι να κάνω τη δουλειά μου...
- Ρε @##&%Ε@#^!%$#%$#*$#@& %$#&$#

(από kamakisss, 15/04/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κυριολεκτικά ή ειρωνικά, αυτός που κάνει ζημιές. Θηλυκό: ζημιάρα.

Πολύ ζημιάρης μας βγήκε ο Πελοπίδας. Θα μας φάει όλα τα γκομένια, νομίζω;

(από Khan, 11/08/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία